Ένα χρόνο τώρα η χώρα είναι ακυβέρνητη Πολιτεία. Ο Αλ. Τσίπρας υποδύεται τον πρωθυπουργό, ενώ διάφοροι ιδεοληπτικοί και εμμονικοί εθνολαϊκιστές τους υπουργούς. Ήλπιζα ότι μετά το παλαβό επτάμηνο η πρώτη φορά Αριστερά θα προσπαθούσε να αποκαταστήσει τη σχέση της με την πραγματικότητα. Τελικά έπεσα έξω, μαζί με πολλούς άλλους. Η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ βρίσκεται εκτός τόπου και χρόνου, οδηγώντας την Ελλάδα σε πολιτικό κενό.
Το έλλειμμα διακυβέρνησης είναι προφανές. Η διαχειριστική και πολιτική ανεπάρκεια είναι πρωτοφανής. Οι επιλογές των κυβερνώντων ανερμάτιστες και επιζήμιες, για την οικονομία, για την κοινωνία, για τους πολίτες. Η μοναδική θετική επίδοση είναι η άκρατη κομματοκρατία. Φίλοι, συγγενείς, σύντροφοι, και στελέχη επελαύνουν στα κρατικά πόστα, με παχυλούς μισθούς. Μπροστά στα μεγάλα αδιέξοδα στα οποία έχει περιέλθει ο πρωθυπουργός επιλέγει τον δρόμο της πόλωσης, της εμπάθειας, της οξύτητας, ανασύροντας από το μακρινό παρελθόν την ταξική ψήφο, τις ταξικές πολιτικές, κάνοντας λόγο ακόμη και για ταξική πλειοψηφία.
Εν έτει 2016 ανακάλυψε τη γοητεία του μανιχαϊσμού του Μεσοπολέμου. Κι όλα αυτά σε μια περίοδο που η πραγματική οικονομία βυθίζεται στην κρίση. Τα σημάδια της είναι ανεξίτηλα στον ιδιωτικό τομέα. Η ανεργία αυξάνεται, το επενδυτικό ενδιαφέρον βρίσκεται στο ναδίρ και η χώρα κινδυνεύει να γίνει καταυλισμός προσφύγων. Αντί να ενισχύουμε τις σχέσεις μας με τους Ευρωπαίους εταίρους μετά τα όσα ανερμάτιστα μεσολάβησαν στη διάρκεια της πρώτης κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ σήμερα ανοίγουμε και νέα μέτωπα. Η απειλή της εξόδου από τη Σέγκεν επιβεβαιώνει την ανικανότητα εναρμόνισής μας με τους κοινοτικούς κανόνες.
Ο πρωθυπουργός οφείλει να αναλάβει τις ευθύνες του, προτάσσοντας το εθνικό συμφέρον. Γνώμονας των πρωτοβουλιών και των ενεργειών του δε μπορεί να είναι άλλο το κομματικό συμφέρον, όπως έπραξε επί 12 ολόκληρους μήνες. Επιμένοντας σε αυτή την επιλογή είναι βέβαιο πως θα βυθιστεί κι ο ίδιος μαζί με τη χώρα.
Οι δυνάμεις της αντιπολίτευσης οφείλουν να συγχρονίσουν τα βήματά τους, υπερβαίνοντας τις μικροκομματικές και μικροπολιτικές σκοπιμότητες. Η συσσώρευση των προβλημάτων ενισχύει τις δυνάμεις της άρνησης και του αντικοινοβουλευτισμού.
Οι διάσπαρτες δυνάμεις της Κεντροαριστεράς καλούνται να παραγκωνίσουν τους ηγετίσκους αναζητώντας μια νέα πολιτική έκφραση που θα τους επιτρέψει να αποτελέσουν έναν αξιόπιστο και ισχυρό πόλο απέναντι στην επιχειρούμενη ανασυγκρότηση της Κεντροδεξιάς, προσελκύοντας ταυτόχρονα και όσους μετακινήθηκαν στον ΣΥΡΙΖΑ.
Η κατάρρευση του αντιμνημονιακού μύθου του κ. Τσίπρα δημιουργεί τις προϋποθέσεις για ουσιαστική ανασύνθεση της Κεντροαριστεράς. Αυτό βεβαίως απαιτεί να απεξαρτηθούμε από μικρομεγαλισμούς ή φιλαρέσκειες, και προπαντός από τους πολλούς ηγετίσκους που δυστυχώς εμφανίστηκαν εξαιτίας της γενικευμένης αποσύνθεσης του χώρου μας.
Η Δημοκρατική Συμπαράταξη είναι ελπιδοφόρο εγχείρημα. Αν όμως δεν αποκτήσει το απαιτούμενο βάθος και αυτοπεριοριστεί στη συμπόρευση των δυνάμεων του ΠΑΣΟΚ και της ΔΗΜΑΡ, τότε δεν θα συμβάλλει στην ανασύνθεση μιας μεγάλης και σύγχρονης Κεντροαριστεράς. Ταυτόχρονα, θα ενισχύσει τις φυγόκεντρες τάσεις όλων εκείνων που αναζητούν νέα πολιτική έκφραση.
Επίσης, δε συμφωνώ με προσεγγίσεις του τύπου «μας χωρίζει άβυσσος με τις δυνάμεις της Κεντροδεξιάς», τη στιγμή που αναζητάμε ευρύτερες συγκλίσεις. Είναι παράδοξο να ανακαλύπτουμε σήμερα την «άβυσσο» όταν συγκυβερνούσαμε επί δύο ολόκληρα χρόνια!
Προφανώς, οι διαφορές είναι υπαρκτές και διακριτές. Ωστόσο, στη σημερινή εποχή χρειάζονται νέες προσεγγίσεις, επεξεργασίες και συνθέσεις, προκειμένου οι δυνάμεις του φιλελευθερισμού και της σοσιαλδημοκρατίας να έχουν γόνιμη και ουσιαστική αντιπαράθεση στο επίπεδο των ιδεών, εγκαταλείποντας τους φορμαλισμούς του παρελθόντος.
Η Κεντροαριστερά είχε και έχει ουσιαστικές διαφορές με τη Δεξιά, την Κεντροδεξιά, την Παραδοσιακή και Ριζοσπαστική Αριστερά. ‘Όμως αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να αναβιώνουμε τις αντιπαλότητες, τους φανατισμούς, τις αυτάρκειες του παρελθόντος, διολισθαίνοντας στην περιβόητη θεωρία του Μένιου Κουτσόγιωργα, που θεωρούσε τους αντιπάλους του φορείς του σκότους.
Ας αντιληφθούμε επιτέλους ότι η πολιτική κυριαρχία δεν χαρίζεται, αλλά κατακτιέται στο πεδίο των ιδεών και των συγκεκριμένων προτάσεων.
Στο ΠΑΣΟΚ στρατεύτηκα από την ίδρυσή του γιατί πίστεψα στις αρχές και τις αξίες που ενσάρκωνε. Πεποίθησή μου είναι πως η προσφορά του στον τόπο είναι ανεκτίμητη. Η σημαντικότερη επιτυχία του ήταν ότι μετέτρεψε την Ελλάδα από βαλκανική χώρα που ήταν σε ευρωπαϊκή. Είμαι βέβαιος πως ο ιστορικός του μέλλοντος θα αποκαταστήσει την αλήθεια, αναγνωρίζοντας το έργο του για τη χώρα, για την κοινωνία, για τους πολίτες.
Ωστόσο, το ΠΑΣΟΚ εύλογα βρέθηκε στη δίνη μιας πρωτοφανούς κρίσης, αναλαμβάνοντας την ευθύνη διακυβέρνησης της χώρας, έπειτα από το δημοσιονομικό εκτροχιασμό που προκάλεσε η νεοκαραμανλική περίοδος. Η αποσύνθεση και ο κατακερματισμός του ήταν αποτέλεσμα της πολιτικής του απονομιμοποίησης.
Η σημερινή του ηγεσία δε φαίνεται να αντιλαμβάνεται το μέγεθος των προβλημάτων που αντιμετωπίζει και η χώρα και η μεγάλη προοδευτική δημοκρατική παράταξη. Καίριο μέλημά της είναι η διαχείριση και η συντήρηση ενός αγκυλωμένου κομματικού μηχανισμού, προσδοκώντας τη νομή της εξουσίας.
Το έλλειμμα της πολιτικής της επάρκειας προσπαθεί να το καλύψει, περιχαρακώνοντας το κόμμα σε ένα στενό κύκλο φίλων και αρεστών. Προκειμένου να πετύχει τους ανομολόγητους στόχους της, ενοχοποιεί τη διαφορετική άποψη, υιοθετώντας ξεπερασμένες και αντιδημοκρατικές πρακτικές.
Η διαγραφή μου από την Κοινοβουλευτική Ομάδα επιβεβαιώνει ότι το άλλοτε κραταιό και πολυσυλλεκτικό ΠΑΣΟΚ είναι σήμερα έρμαιο μιας απαίδευτης ηγεσίας. Μάλιστα φτάνει στο σημείο να υιοθετήσει γκεμπελίστικες μεθόδους, συκοφαντώντας με για τις απόψεις που εξέφρασα στο φως της ημέρας.
Συστρατεύομαι με όλους εκείνους που αγωνιούν για την πορεία της χώρας, που αντιστρατεύονται τον αριστερό και δεξιό εθνολαϊκισμό, που αναζητούν μια νέα πολιτική έκφραση στον χώρο της ευρύτερης προοδευτικής παράταξης.
Ευελπιστώ ο φαύλος κύκλος της οικονομικής, κοινωνικής, αλλά και πολιτικής υστέρησης να κλείσει με την επικράτηση υγιών και δημιουργικών δυνάμεων, βάζοντας τέλος σε μια επιζήμια κομματοκρατία, όποιο χρώμα κι αν ενδύεται.