Εμβληματική πρωτοβουλία χαρακτήρισε ο Αλέξης Τσίπρας την ίδρυση του νέου Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής, μιλώντας στο Αιγάλεω. Μίλησε για «νέο θεσμό που αποτελεί σημαντικό βήμα προς μια νέα εποχή για την ανώτατη εκπαίδευση».
Ο πρωθυπουργός είπε ότι γνωρίζει πολύ καλά, ότι η πρωτοβουλία αυτή δεν άρεσε σε κάποιους ιδιαίτερα: «Σε αυτούς που θεωρούν ότι η γνώση, η έρευνα, η ακαδημαϊκή εξέλιξη, οφείλουν να υπόκεινται σε ταξικούς διαχωρισμούς. Σε αυτούς που θεωρούν ότι η εκπαίδευση συγκροτεί ένα μικρόκοσμο της αγοράς, στον οποίο κάποια ιδρύματα πρέπει να αποτελούν την ελίτ, για τους λίγους, τους ικανούς, τους άξιους και κάποια άλλα, να είναι σε δεύτερο πλάνο, σε μια άλλη ταχύτητα».
Υπογράμμισε ότι η δημόσια ανώτατη εκπαίδευση, που προστατεύεται σε αυτή τη χώρα από το ίδιο της το Σύνταγμα, αποτελεί καθολικό κοινωνικό αγαθό.
«Παρακαταθήκη και σπόρος ανάπτυξης»
Στη συνέχεια χαρακτήρισε εξαιρετικά σημαντικό το γεγονός ότι η ίδρυση του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής, «σε μια από τις πλέον αδικημένες περιοχές της Αττικής, δείχνει εξαρχής το ενδιαφέρον της παρέμβασης, με τρόπο πραγματικά αναπτυξιακό, κοινωνικό και ταυτόχρονα ακαδημαϊκό».
Σημείωσε ότι «αποτελεί παρακαταθήκη και σπόρο ανάπτυξης του πολυτιμότερου αγαθού, των ίδιων των νέων ανθρώπων, με όλο το συμβολικό αλλά και πραγματικό φορτίο της δημιουργίας ενός φάρου εκπαίδευσης, μόρφωσης και πολιτισμού».
Πρόσθεσε ότι «αποτελεί μία ακόμα τομή στην κατεύθυνση της αντιμετώπισης των ανισοτήτων και της ταξικών διαχωρισμών και είναι δεδομένο ότι θα συνδράμει στην περαιτέρω αναβάθμιση της περιοχής».
Ο Αλέξης Τσίπρας τόνισε ότι η περίπτωση του νέου Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής, «δεν είναι μια περίπτωση τεχνητής δήθεν ανωτατοποίησης των ΤΕΙ, σαν αυτή που είχε γίνει πριν 17 χρόνια, το 2001».
Είπε ότι εκείνη ήταν μια εντελώς επικοινωνιακή κίνηση, η οποία πρόσθεσε ένα «Α» στον τίτλο των ΤΕΙ και τα έκανε ΑΤΕΙ, «σαν η τότε πολιτική ηγεσία να έβγαλε με αυτά τα μικρά «βαφτίσια» την υποχρέωσή της απέναντι στα παιδιά που σπούδαζαν στα ΤΕΙ και στους διδάσκοντες των ιδρυμάτων».
Ο πρωθυπουργός κατηγόρησε όσους «κόπτονται» για τους αποφοίτους των ΤΕΙ, προκειμένου να βρουν κάτι να πουν για το εγχείρημα του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής, ότι «με δική τους ευθύνη πολλές γενιές αποφοίτων των ΤΕΙ κλήθηκαν να βρουν τη θέση τους στην αγορά εργασίας χωρίς να έχουν θεσμοθετημένα επαγγελματικά δικαιώματα».
Αντίθετα, υπογράμμισε, αυτή η κυβέρνηση πήρε την πρωτοβουλία και δημιούργησε ειδικές επιτροπές «για να θεραπεύσει άλλη μία στρέβλωση, αυτή της μη ύπαρξης θεσμοθετημένων επαγγελματικών δικαιωμάτων που ταλαιπωρεί τους αποφοίτους των ΤΕΙ».
«Διαρκής υποβάθμιση των επαγγελματικών λυκείων»
Στη συνέχεια «θύμισε» ότι η προηγούμενη κυβέρνηση, «τα στελέχη της οποίας επαίρονται για την αριστεία», είχε καταργήσει την δυνατότητα των αποφοίτων των ΕΠΑΛ να εισάγονται στα Πανεπιστήμια.
«Δεν αρκούσε η διαρκής υποβάθμιση των επαγγελματικών λυκείων. Έπρεπε να τους απαγορευτεί και η δυνατότητα να σπουδάσουν στο Πανεπιστήμιο», σχολίασε. Σημείωσε ότι αυτή η κυβέρνηση επειδή δεν πιστεύει «στις δήθεν πεφωτισμένες ελίτ που κινδυνεύουν από την επαφή με την λεγόμενη κατά άλλους ‘αδαή πλειοψηφία’, επαναφέραμε τη δυνατότητα εισαγωγής στα Πανεπιστήμια για τους αποφοίτους των ΕΠΑΛ».
«Έκτακτη επιχορήγηση για πρώτη φορά μετά από έξι χρόνια»
Ο πρωθυπουργός τόνισε ότι οι κυβερνητικοί σχεδιασμοί ξεκινούν την υλοποίησή τους με την ίδρυση του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής, «δεν γίνονται όμως ξεκομμένα από τον συνολικότερο σχεδιασμό και την νέα εποχή για την χώρα μας που ανοίγεται τους επόμενους μήνες με το τέλος των προγραμμάτων στήριξης».
Σημείωσε ότι προτεραιότητες της κυβερνητικής πολιτικής είναι η αύξηση της χρηματοδότησης και η καταπολέμηση της υφιστάμενης υποστελέχωσης. Επισήμανε ότι η μνημονιακή περίοδος σημαδεύτηκε από τη δραματική μείωση της χρηματοδότησης της εκπαίδευσης και ειδικότερα των ΑΕΙ και πως ήρθε ή ώρα αυτός ο κύκλος να φτάσει στο τέλος του.
Ως απόδειξη των προθέσεων της κυβέρνησης σημείωσε το γεγονός ότι εντός του τρέχοντος ακαδημαϊκού έτους «εξασφαλίσαμε έκτακτη επιχορήγηση ύψους 52 εκατομμυρίων ευρώ στα ΑΕΙ αυξάνοντας την επιχορήγηση των ΑΕΙ για πρώτη φορά τα τελευταία 6 χρόνια».