Το βάρος του μεταναστευτικού και η αλληλέγγυα ελαφρότητα

Γράφει ο Γιώργος Παπαπολυχρονίου

Η μετανάστευση μεγάλων πληθυσμιακών ομάδων αποτελεί ένα φαινόμενο το οποίο έχει παρατηρηθεί πολλές φορές στο διάβα της ιστορίας και δεν συνιστά κάποιο καινοφανές γεγονός. Τα τελευταία χρόνια το φαινόμενο αυτό λόγω των εξάρσεών του, έχει καταστεί μέρος του δημόσιου λόγου και απασχολεί ολοένα και μεγαλύτερο αριθμό πολιτών καθώς σε αρκετές περιπτώσεις επηρεάζει την καθημερινότητά τους. Τις τελευταίες ημέρες λόγω του ναυαγίου ανοιχτά της Πύλου, το ζήτημα αυτό έχει μονοπωλήσει τα τηλεοπτικά πάνελ όπου κυριολεκτικά ακούγονται πολλές απόψεις, αρκετές εκ των οποίων είναι εκτός πραγματικότητας και υποβιβάζουν ένα σημαντικό παγκόσμιο πρόβλημα σε αντικείμενο μικροπολιτικής εκμετάλλευσης.

Πριν εισέλθουμε στην ουσία του ζητήματος, θα πρέπει να γίνουν ορισμένες απαραίτητες διευκρινίσεις και πρώτα απ΄ όλα να υπογραμμισθεί η διαφορά μεταξύ ενός πρόσφυγα και ενός μετανάστη, η οποία σκοπίμως πολλές φορές συσκοτίζεται, ταυτίζοντας τις δύο αυτές καταστάσεις. Πρόσφυγας είναι κάποιος ο οποίος φεύγει από τη χώρα του γιατί κινδυνεύει η ζωή του και διατηρεί την ιδιότητα αυτή μέχρι να φθάσει στην πρώτη χώρα, στην οποία παύει να υπάρχει αυτός ο κίνδυνος. Το καθεστώς των προσφύγων και τα δικαιώματά τους προβλέπονται στην αντίστοιχη σύμβαση του 1951 του ΟΗΕ. Μετανάστης από την άλλη, είναι κάποιος ο οποίος αποφασίζει να εγκαταλείψει τη χώρα του για λόγους που δεν αφορούν στην ασφάλειά του και συνήθως οι λόγοι αυτοί είναι οικονομικής φύσεως.

 

Το δεύτερο που πρέπει να τονισθεί είναι η προσπάθεια ορισμένων να δαιμονοποιήσουν συγκεκριμένες λέξεις για επικοινωνιακούς λόγους, στο πλαίσιο μιας πολιτικής ορθότητας, η οποία καταλήγει να λειτουργεί ως στυγνή λογοκρισία. Σε αυτό το πλαίσιο έχει χυθεί πολύ μελάνι για την ανάγκη απαλοιφής του όρου «λαθρομετανάστευση» και την αντικατάστασή του από πιο «κομψούς» όρους όπως παράτυπη ή παράνομη μετανάστευση. Μάλιστα ορισμένοι γραφικοί έφθασαν στο σημείο να υποστηρίζουν ότι ο όρος είναι προσβλητικός γιατί δεν υπάρχουν λαθραίοι άνθρωποι, λες και δεν καταλαβαίνουν ότι ο επιθετικός προσδιορισμός «λαθραίος» δεν αναφέρεται στην ιδιότητα κάποιου ως ανθρώπου αλλά στην πράξη στην οποία επιδίδεται, δηλαδή στη μετανάστευση. Με την ίδια λογική δεν θα πρέπει να υπάρχουν και λέξεις όπως λαθροκυνηγός, λαθρεπιβάτης, λαθρέμπορος κ.λ.π. Είτε λόγω αμάθειας είτε λόγω ιδεοληψίας, αυτή η άκομψη προσπάθεια, αφενός αποπροσανατολίζει από την ουσία του προβλήματος και αφετέρου προκαλεί περισσότερες αντιδράσεις. Παρεμπιπτόντως καθώς κατά βάση η παράνομη προσπάθεια εισόδου σε μια χώρα γίνεται εν κρυπτώ, εννοιολογικά η λέξη «λαθρομετανάστευση» είναι σωστότερη καθώς εμπεριέχει τόσο την παράνομη όσο και την κρυφή πτυχή αυτής.

Επανερχόμενοι στην ουσία του ζητήματος, οι μεταναστευτικές ροές προκαλούνται τόσο από ανθρωπογενείς όσο και μη ανθρωπογενείς αιτίες. Η διαφθορά, η οικονομική δυσπραγία, η αυταρχική διακυβέρνηση, ο υπερπληθυσμός των χωρών προέλευσης και η κλιματική αλλαγή είναι ενδεικτικά ορισμένες από αυτές. Αρκετές μελέτες δείχνουν ότι η πληθυσμιακή έκρηξη σε χώρες του αναπτυσσόμενου κόσμου και η κλιματική αλλαγή θα προκαλέσουν σημαντική αύξηση των μεταναστευτικών ροών προς την Ευρώπη και τις χώρες του αναπτυγμένου κόσμου. Η παγκόσμια διάσταση και η σοβαρότητα του ζητήματος απαιτεί μια ολιστική, σοβαρή προσέγγιση και την αποφυγή ατελέσφορων ημίμετρων και επιφανειακών λύσεων που δεν στοχεύουν στη ρίζα του προβλήματος. Φυσικά δεν αποτελεί λύση η αφελής (αν όχι ύποπτη) άποψη ορισμένων να ανοίξουν τα σύνορα και να υπάρξει μια ανεξέλεγκτη μαζική μετανάστευση, η οποία θα οδηγήσει με μαθηματική ακρίβεια σε μια παγκόσμια κοινωνική, πολιτισμική και οικονομική κρίση, με τις επακόλουθες εκρήξεις βίας. Σαφώς τα αναπτυγμένα κράτη, στο βαθμό που μπορούν και κατόπιν θέσπισης ανάλογων κριτηρίων που θα διασφαλίζουν τόσο την πολιτιστική τους ταυτότητα όσο και την κοινωνική ειρήνη, θα μπορέσουν να φιλοξενήσουν έναν αριθμό μεταναστών, αλλά αυτή δεν δύναται να είναι η βάση της μεταναστευτικής πολιτικής. Αντιθέτως, το βάρος θα πρέπει να δοθεί στην παροχή των κατάλληλων εργαλείων όπως οικονομοτεχνική βοήθεια και τεχνογνωσία προς τα κράτη προέλευσης των μεταναστών, ώστε να υπερβούν τις όποιες αναπτυξιακές δυσκολίες και να δημιουργηθούν οι απαραίτητες προϋποθέσεις για ευημερία του πληθυσμού τους.

Είναι προφανές ότι η όποια βοήθεια δεν θα δοθεί άκριτα και άνευ προϋποθέσεων αλλά θα πρέπει να ακολουθείται από τη δημιουργία ενός ελεγκτικού μηχανισμού και την ανάληψη της υποχρέωσης από τα κράτη λήπτες ότι θα προβούν σε όλες τι απαραίτητες δομικές αλλαγές και μεταρρυθμίσεις, ώστε να δημιουργηθεί το κατάλληλο θεσμικό οικοδόμημα που θα θέσει τις αναπτυξιακές βάσεις και θα διασφαλίζει τον ορθό καταμερισμό των διατιθέμενων πόρων. Πέραν του «καρότου» όμως, θα πρέπει να υπάρχει και το «μαστίγιο» για όσα κράτη παράγουν και εξάγουν αστάθεια. Βάσει της αρχής της «Ευθύνης για Προστασία των Πολιτών» (Responsibility to Protect), την οποία υιοθέτησε ο ΟΗΕ το 2005, πρωταρχική ευθύνη για την προστασία των πολιτών τους έχουν πρωτίστως (αλλά όχι μοναδικώς) τα κράτη. Αν ένα κράτος όμως δεν τηρεί ορισμένους στοιχειώδης κανόνες συμπεριφοράς έναντι των πολιτών του, τότε η αρχή της κυριαρχίας δεν αποτελεί απαραβίαστο δικαίωμα. Το Συμβούλιο Ασφαλείας καλείται να επέμβει ακόμα και με χρήση βίας στην περίπτωση κρατών, των οποίων οι κυβερνήσεις είναι υπεύθυνες για την πρόκληση ανθρωπιστικών κρίσεων. Σε κάθε περίπτωση οφείλει να παρέμβει σε περιπτώσεις όπου διαπράττεται γενοκτονία, εγκλήματα πολέμου, εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας ή εθνοκάθαρση. Με δεδομένο ότι τα αυξημένα ποσοστά κρατικής διαφθοράς και η αυταρχική διακυβέρνηση, εγκυμονούν τον κίνδυνο πρόκλησης μεγάλων προσφυγικών και μεταναστευτικών ροών, δυναμιτίζοντας την σταθερότητα ευρύτερων γεωπολιτικών συνόλων, θα πρέπει, στο πλαίσιο μιας ευρύτερης θεώρησης της ανωτέρω αρχής, να επιβάλλονται κυρώσεις στις περιπτώσεις κρατών, των οποίων η πρακτική απέχει πολύ από μια χρηστή διακυβέρνηση.

Σημαντική παράμετρος του ζητήματος αποτελεί και η ύποπτη δράση αρκετών ΜΚΟ. Χωρίς καμία διάθεση απαξίωσης του συνόλου των ΜΚΟ, καθώς ορισμένες επιτελούν αξιόλογο έργο, υπάρχει αδιαμφισβήτητα μια σημαντική μερίδα αυτών, οι οποίες προκειμένου να δικαιολογήσουν την ύπαρξή τους και να αποκτήσουν πρόσβαση σε κονδύλια, όχι μόνο διευκολύνουν τις ροές αλλά σε ορισμένες περιπτώσεις τις ενισχύουν. Είναι αρκετές οι περιπτώσεις άλλωστε όπου έχει αποκαλυφθεί η συνεργασία μελών διαφόρων ΜΚΟ με οργανωμένα κυκλώματα διακίνησης μεταναστών. Η πολιτική διάσταση της λειτουργίας μιας ΜΚΟ δεν θα πρέπει να υποτιμάται καθώς πέραν της οικονομικής πτυχής, μια τέτοια οργάνωση αποτελεί και φορέα προώθησης της πολιτικής agenda των χορηγών της (κρατικών και μη). Σε κάθε περίπτωση η «δημιουργία» μεταναστευτικών ροών αποτελεί μια πολύ επικερδής επιχείρηση, η οποία ταυτόχρονα, για ορισμένα μουσουλμανικά κέντρα, έχει και μια μακροπρόθεσμη πολιτική στόχευση (κάτι που έχει καταδειχθεί και μέσω της ρητορικής του Erdoğan). Σε αυτό το σημείο είναι ιδιαίτερα διαφωτιστική η κατάθεση ορισμένων στοιχείων, από μια συζήτηση με ένα φιλικό πρόσωπο σχετικά με το χρόνο που υπηρέτησε στο Αφγανιστάν. Έχοντας γνωριστεί και αναπτύξει φιλικούς δεσμούς με ντόπιους που εργάζονταν στο αεροδρόμιο της Καμπούλ, του είχαν εκφράσει την επιθυμία να έρθουν στην Ελλάδα. Μέσω των συζητήσεων αντιλήφθηκε ότι πολύ πριν την έξαρση του ζητήματος την τελευταία δεκαετία, ορισμένα κυκλώματα λειτουργώντας ως «tour operators» είχαν μετατρέψει την μετανάστευση σε μια καλά οργανωμένη επιχείρηση, απευθυνόμενοι και κατευθύνοντας χιλιάδες τολμηρά και ευκολόπιστα άτομα νεαρής ηλικίας, κυρίως μεταξύ 15 και 30 ετών. Διοργανώνοντας μαζικές συναθροίσεις σε χώρους όπως κινηματογράφοι, τους παρουσίαζαν μια εξιδανικευμένη κατάληξη του ταξιδιού προς την Ευρώπη, εξάπτοντας τη φαντασία τους μέσω της επίδειξης εικόνων καθημερινότητας από ευρωπαϊκές πόλεις. Ταυτόχρονα αναλυόταν η διαδρομή του ταξιδιού, αναφέροντας συγκεκριμένους σταθμούς ξεκούρασης, ενημέρωσης και απόκτησης των απαραίτητων εγγράφων. Η μερίδα του λέοντος των εσόδων κατέληγε στους επικεφαλής των κυκλωμάτων διακίνησης μέσω των κατά τόπων διακινητών.

Εν κατακλείδι καθίσταται προφανές ότι ένα πολυπαραγοντικό ζήτημα όπως αυτό της μετανάστευσης απαιτεί ολοκληρωμένη και σοβαρή προσέγγιση, η οποία θα στοχεύει στη ρίζα του προβλήματος, προλαμβάνοντας πρωτίστως τη δημιουργία ροών μέσω της στήριξης ευάλωτων κρατών και δευτερευόντως τη διαχείρισή τους. Στο ίδιο πλαίσιο θα πρέπει να αποφεύγονται υπεραπλουστευτικές προσεγγίσεις και αντιλήψεις στο δημόσιο λόγο, που προωθούν ισοπεδωτικές απόψεις του στυλ «όλοι οι μετανάστες είναι αθώα θύματα» ή «όλοι οι μετανάστες είναι εγκληματίες». Σε κάθε περίπτωση, σε μια εποχή όπου η ευκολία μετακίνησης έχει καταστήσει περισσότερο προσπελάσιμα τα σύνορα, η ικανότητα ουσιαστικού ελέγχου αυτών εκ μέρους ενός κράτους, ανάγεται σε σημαντικό παράγοντα διαφύλαξης της εσωτερικής του ειρήνης.