Κάθε συνάντηση Έλληνα πρωθυπουργού με τον Ταγίπ Ερντογάν δεν περνά απαρατήρητη. Ειδικά τα τελευταία χρόνια που οι τόνοι με τους γείτονες έχουν ανέβει κατακόρυφα.
Σήμερα νωρίς το μεσημέρι οι δυο ηγέτες θα έχουν ένα ακόμα ραντεβού το οποίο είναι ιδιαιτέρως κρίσιμο. Νέα δεδομένα υπάρχουν. Ο καταστροφικός σεισμός στη γειτονική χώρα σε συνδυασμό με τον δύσκολο προεκλογικό αγώνα ανάγκασε τον Τούρκο πρόεδρο να ρίξει τους τόνους με την Ελλάδα.
Το «πράσινο» φως που άνοιξε η Τουρκία για την ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ σημαίνει αυτόματα και μια επαναπροσέγγιση των γειτόνων με τη Δύση. Από τον Φεβρουάριο και μετά οι παραβιάσεις αποτέλεσαν παρελθόν και το μόνο που έμεινε ήταν κάποια σκληρά λόγια και μια επιθετική ρητορική απλώς για να συντηρείται η κόντρα.
Ελλάδα, Τουρκία και Κύπρος έχουν νέες κυβερνήσεις με μεγάλο χρονικό ορίζοντα με αρκετούς αναλυτές να θεωρούν πως υπάρχει μια μικρή έστω ελπίδα για ένα «restart».
Η εξωτερική πολιτική, όμως έχει συνέχεια όπως και τα πολλά προβλήματα που υπάρχουν. Κανείς δεν ελπίζει ότι θα σβηστούν όλα και ξαφνικά ο Ταγίπ Ερντογάν θα αγαπήσει την Ελλάδα.
Οι βλέψεις του στην Ανατολική Μεσόγειο και στο Αιγαίο δεν πρόκειται να αλλάξουν. Για αυτό άλλωστε στο τρίγωνο Μαξίμου, Πεντάγωνο και Βασιλίσσης Σοφίας δεν εφησυχάζουν. Ποιος πιστεύει πως η τουρκική προκλητική πτητική δραστηριότητα θα παραμείνει σε μηδενικά επίπεδα; Ουδείς. Μοναδικές διαφορές που αναγνωρίζονται από την ελληνική πλευρά – και αυτό είναι ξεκαθαρισμένο – είναι η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ.
Κανείς δεν προβλέπει, ωστόσο πως θα υπάρξει μια επανάληψη του 2019 όταν οι δυο ηγέτες συναντήθηκαν για πρώτη φορά. Η κυβερνητική θητεία του Κυριάκου Μητσοτάκη ξεκινούσε τότε και τα ελληνουτουρκικά είχαν πάρει «φωτιά». Το τουρκολυβικό μνημόνιο, το καλοκαίρι με την κρίση του Όρουτς Ρέις και το μεταναστευτικό στον Έβρο έφεραν τις σχέσεις των δυο χωρών στο ναδίρ. Το ζητούμενο για την Αθήνα, προκειμένου να διατηρηθεί ένα ήρεμο κλίμα, είναι η Άγκυρα να σταματήσει να θέτει ζητήματα που αποτελούν «κόκκινες γραμμές» για την ελληνική πλευρά, όπως η αποστρατιωτικοποίηση των νησιών, αλλά και το δόγμα της «Γαλάζιας Πατρίδας».
Και αυτό το μήνυμα έστειλε χθες ο Κυριάκος Μητσοτάκης από το Βίλνιους.
Μαζί με τον Έλληνα πρωθυπουργό θα είναι ο υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Γεραπετρίτης και η υφυπουργός Εξωτερικών Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου, αλλά και η διπλωματική σύμβουλος του κ. Μητσοτάκη, Άννα Μαρία Μπούρα.
Από πλευράς Τουρκίας, μαζί με τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν θα βρίσκονται ο υπουργός Εξωτερικών Χακάν Φιντάν, ο εκπρόσωπος Τύπου Τσαγατάι Κιλίτς, στενός σύμβουλος του Τούρκου προέδρου, και ενδεχομένως ο Τούρκος υφυπουργός Εξωτερικών.
Θα υπάρχουν παράλληλες συναντήσεις του Γιώργου Γεραπετρίτη με τον Χακάν Φιντάν και του Νίκου Δένδια Γιασάρ Γκιουλέρ. Πολύ μεγάλο ενδιαφέρον θα έχει αν ο πρωθυπουργός βάλει με κάποιον τρόπο στο τραπέζι και το θέμα της παρέμβασης του τουρκικού προξενείου στα πολιτικά πράγματα της χώρας στη Θράκη, που απασχόλησε πολύ την προεκλογική συζήτηση στην Ελλάδα.
Ήδη έχει ανακοινωθεί πως υπάρχει συμφωνία για προώθηση του διαλόγου σε επίπεδο μέτρων οικοδόμησης εμπιστοσύνης (ΜΟΕ). Οι ΗΠΑ παροτρύνουν για αποκλιμάκωση των εντάσεων με τον Ερντογάν, ο οποίος ωστόσο να έχει ξεκινήσει ένα νέο «παζάρι» για τα στενά του Βοσπόρου και των Δαρδανελλίων. Επιθυμεί την μετονομασία τους σε «τουρκικά στενά» δείχνοντας πως οι προσπάθειες αλλοίωσης των διεθνών συνθηκών (σύμβαση του Μοντρέ) δεν σταματούν, όπως και οι διεκδικήσεις.
Ο Ταγίπ Ερντογάν έχει δείξει πως επιθυμεί να βελτιώσει τις σχέσεις του με τους γείτονές του. Βήματα προσέγγισης έχει κάνει με την Αίγυπτο και το Ισραήλ. Σε κάθε περίπτωση όταν οι δυο ηγέτες Ελλάδας και Τουρκίας συναντώνται η ανάπτυξη μιας θετικής ατζέντας είναι το μείζον. Η ενέργεια, οι μεταφορές σε οδικά και σιδηροδρομικά δίκτυα, το εμπόριο, και ο τουρισμός είναι κοινά σημεία πιθανής διμερούς συνεργασίας.
Καθώς και οι διερευνητικές επαφές προκειμένου ο διάλογος να συντηρείται. Αν τα πράγματα μεταξύ Κυριάκου Μητσοτάκη και Ταγίπ Ερντογάν πάνε καλά το επόμενο πιθανό ραντεβού των δυο ανδρών θα μπορούσε να είναι η ετήσια σύνοδος του ΟΗΕ στη Νέα Υόρκη στα τέλη Σεπτεμβρίου.