Με έκπληξη ευχάριστη οι Σπαρτιάτες είδαν τη νέα δημοτική αρχή Σπάρτης, με πρωτοβουλία του αντιδημάρχου πρασίνου, κ. Στράτη Κοκκορού, να ξαναφυτεύει (ύστερα από χρόνια πολλά) τριανταφυλλιές στην οδό Λυκούργου, στο κέντρο της Σπάρτης.
Ελπίζουμε και πιστεύουμε ότι θα γίνει φύτευση και σε άλλα σημεία της πόλης (Όθωνος – Αμαλίας, πάρκο ΟΤΕ, κήπο Μουσείου, πλατεία Ν. Κόσμου, πλατεία κενοταφίου Λεωνίδα, Παιδική Χαρά Ευαγγελιστρίας, πάρκο Γουδέ κ.α.).
Ελπίζουμε και πιστεύουμε, ακόμα, ότι οι τριανταφυλλιές θα έχουν την αναγκαία διαρκή δημοτική φροντίδα (σκάλισμα, κλάδεμα, πότισμα, λίπανση κλπ) για να επιβιώσουν στο μέλλον και να μην έχουν την τύχη των προηγούμενων.
Οι τριανταφυλλιές της Σπάρτης, μαζί με τους φοίνικες της Παλαιολόγου (που αποδεκατίστηκαν και αυτοί, δυστυχώς), ήταν σημείο αναγνωρισιμότητας και στοιχείο ταυτότητας της πόλης, μαζί και μια ζωηρή εικόνα και νότα ομορφιάς, που έμενε έντονα αποτυπωμένη στη μνήμη των επισκεπτών της, χαρίζοντας –παράλληλα- αισθητική ικανοποίηση και ιδιαίτερο καμάρι στους Σπαρτιάτες, πολλοί από τους οποίους (όταν ο δήμος κλάδευε τις τριανταφυλλιές) , έπαιρναν βέργες και τις φύτευαν στα σπίτια τους, αναπαράγοντας την ομορφιά.
Σήμερα, πολλοί κήποι και πολλά παρτέρια σπιτιών της Σπάρτης, πνίγονται κάθε άνοιξη στα πολύχρωμα τριαντάφυλλα, που είναι παιδιά και εγγόνια των τριανταφυλλιών της Σπάρτης.
Για την ιστορία και μόνο και αποδίδοντας «τα του Καίσαρος…», (άλλωστε γνώρισμα της Δημοκρατίας είναι η μεγαλοψυχία), «της Σπάρτης τις τριανταφυλλιές» τις φύτεψε, εξωραΐζοντας τη Σπάρτη, ο δήμαρχος της 7ετίας, Γιώργος Λιναρδάκης.
Στο διάβα των χρόνων, όμως, λόγω αδιαφορίας κι εγκατάλειψης, σε συνδυασμό με άστοχες δημοτικές παρεμβάσεις πρασίνου, οι τριανταφυλλιές της Σπάρτης έγιναν μια ανάμνηση.
Ελπίζουμε, οι νέες τριανταφυλλιές να προκόψουν και μαζί με τις παλαιές να σκορπίζουν, κάθε άνοιξη, χρώμα, άρωμα και ομορφιά στην πόλη μας, δημιουργώντας, παράλληλα, και ευχάριστη διάθεση στους Σπαρτιάτες αφού, όπως έγραψε κάποτε ο παγκόσμιος Παραμυθάς Χανς Κρίστιαν Άντερσεν:
«Το να ζεις μόνο δεν είναι αρκετό,… . Πρέπει να έχεις λιακάδα, ελευθερία και ένα μικρό λουλούδι.»
Μακάρι, η αναβίωση των τριανταφυλλιών της Σπάρτης να γίνει παράδειγμα για τη σωτηρία και όσων φοινίκων της Παλαιολόγου γλίτωσαν από την λεγόμενη «ανάπλαση του κέντρου».
Διότι, όσο κι αν επιμένουν κάποιοι (προφασιζόμενοι) ότι οι φοίνικες ήταν γερασμένοι και άρρωστοι και ότι έπρεπε να γίνει αυτή η παρέμβαση στην Παλαιολόγου, υπάρχουμε κι εμείς που έχουμε ριζικά αντίθετη άποψη και λέμε πως ό,τι κι αν γίνει στην Παλαιολόγου, θα είναι κατώτερο από την προτεραία κατάσταση, θα γεννά συνεχώς προβλήματα επί προβλημάτων και πως οι νησίδες με τους φοίνικες έπρεπε να παραμείνουν στη θέση τους ως ένα παγκοσμίως αναγνωρίσιμο ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της ταυτότητας της νέας Σπάρτης.
Η Πάτρα, λόγου χάρη, και η Κόρινθος, που έχουν υιοθετήσει κι αυτές, παλαιόθεν, το ίδιο με τη Σπάρτη ποιοτικό χαρακτηριστικό ταυτότητας, όταν το σκαθάρι πρόσβαλε κάποιους φοίνικες, ΔΕΝ έβαλαν μπροστά να κόψουν όλους
τους φοίνικες που είχαν στους δρόμους και στις πλατείες τους, αλλά τους αντικατέστησαν με ένα άλλο είδος φοινίκων, απρόσβλητου από το σκαθάρι, διατηρώντας την άμεσα αναγνωρίσιμη ταυτότητα των πόλεων τους και τη διαχρονική αισθητική τους.
Κάποιοι θα πρέπει να εννοήσουν, επιτέλους, ότι οι πόλεις ΔΕΝ είναι πρόσωπα γηρασμένα, για να τους κάνουν botox, πολύ δε περισσότερο όταν οι ίδιοι ΔΕΝ είναι «πλαστικοί» χειρουργοί.
Κι αν η «ανάπλαση του κέντρου έπρεπε να γίνει για να αποφευχθεί το διπλοπαρκάρισμα» (!!!) (άλλο επιχείρημα αναγκαιότητας ΔΕΝ έχει ακουστεί) αυτό το πρόβλημα μπορούσε να αποφευχθεί με αυστηρή και διαρκή αστυνόμευση, αλλά και να λυθεί ριζικά με μια διαπλάτυνση των πεζοδρομίων (όπως έγινε στο 3ο Δημοτικό Σχολείο), η οποία, όμως, θα διατηρούσε τα δύο ανεξάρτητα ρεύματα της Παλαιολόγου αλλά και θα σεβόταν τις νησίδες με τους φοίνικες.
Άλλωστε, ας μην ξεχνάμε, ότι η παρέμβαση στην Παλαιολόγου ξεκίνησε «για πεζοδρόμηση», με τις νησίδες και τους φοίνικες στη θέση τους, και κατέληξε (γιατί άραγε;) σ’ αυτήν την ανοιχτή πληγή στο κέντρο της πόλης, που θα θυμίζει, εσαεί, ΤΙ είχαμε και ΤΙ χάσαμε.
Βαγγέλης Μητράκος