Παγκόσμια αίσθηση προκαλεί δημοσίευμα των Sunday Times σύμφωνα με το οποίο απόρρητοι φάκελοι συνοψίζουν πως επιστήμονες έκαναν κάποιου είδους μελέτες- πειράματα με θανατηφόρα παθογόνα στο Ινστιτούτο Ιολογίας της Γουχάν λίγο πριν ξεσπάσει η πανδημία κορωνοιού.
Αναλυτικότερα, σύμφωνα με το δημοσεύμα, επιστήμονες της Γουχάν σε συνεργασία με τον κινεζικό στρατό φέρεται να προέβαιναν σε κάποιου είδους συνδυασμούς των δυνητικά πιο θανατηφόρών κορονοϊών του κόσμου για να δημιουργήσουν έναν νέο μεταλλαγμένο ιό.
Οι ερευνητές που εξέτασαν άκρως απόρρητες υποκλαπείσες επικοινωνίες και επιστημονικές έρευνες πιστεύουν ότι Κινέζοι επιστήμονες εκτελούσαν ένα μυστικό πρόγραμμα επικίνδυνων πειραμάτων.
Εν συνεχεία σημειώθηκε διαρροή του ιού από το Ινστιτούτο Ιολογίας της Γουχάν και ξέσπασε η πανδημία της COVID-19.
Οι Αμερικανοί ερευνητές λένε μάλιστα πως η συμμετοχή του στρατού στα πειράματα αλλά και η προσπάθεια συγκάλυψης σχετιζόταν εκτός των άλλων με το γεγονός πως τα πειράματα αποσκοπούσαν δυνητικά στην ανάπτυξη βιολογικών όπλων.
Στο ίδιο άρθρο τονίζεται ότι το εργαστήριο της Γουχάν είχε ξεκινήσει αρχικά να ανακαλύψει την προέλευση του θανατηφόρου ιού SARS που ξέσπασε για πρώτη φορά στη νότια Κίνα το 2002. Ωστόσο, το ερευνητικό ινστιτούτο άρχισε σύντομα να ασχολείται με ολοένα και πιο επικίνδυνα πειράματα για κορονοϊούς που ελήφθησαν από σπήλαια στη νότια Κίνα.
Το εργαστήριο της Γουχάν δημοσίευσε αρχικά όλα τα ευρήματά του και ισχυρίστηκε ότι η έρευνά του ήταν απαραίτητη για την ανάπτυξη εμβολίων κατά του κορονοϊού.
Να σημειωθεί ότι ο κορονοϊός που ανακαλύφθηκε στον ορυχείο του Μοτζιάνγκ θεωρείται ότι είναι το μόνο μέλος της άμεσης οικογένειας του Covid-19 που υπήρχε πριν από την πανδημία.
Το αν ο ιός προέκυψε ως αποτέλεσμα διαρροής από ένα εργαστήριο ή από τη φύση έχει γίνει ένα από τα πιο αμφιλεγόμενα ζητήματα προς ανάλυση.
Οι ερευνητές που προσπάθησαν να βρουν αδιάσειστες αποδείξεις εμποδίστηκαν από την έλλειψη διαφάνειας της Κίνας.
Το Ινστιτούτο Ιολογίας της Γουχάν, το οποίο είχε αρχίσει να ερευνά την προέλευση του ιού SARS το 2003, προσέλκυσε χρηματοδότηση από την αμερικανική κυβέρνηση μέσω ενός φιλανθρωπικού οργανισμού με έδρα τη Νέα Υόρκη, του οποίου πρόεδρος ήταν ένας βρετανικής καταγωγής και μόρφωσης ζωολόγος.
Το Ινστιτούτο συμμετείχε σε ολοένα και πιο επικίνδυνα πειράματα με κορονοϊούς που συνέλεξε από σπηλιές νυχτερίδων στη νότια Κίνα.
Αρχικά, δημοσιοποίησε τα ευρήματά του και υποστήριξε ότι οι σχετικοί κίνδυνοι δικαιολογούνταν επειδή το έργο θα μπορούσε να βοηθήσει την επιστήμη να αναπτύξει εμβόλια. Αυτό άλλαξε το 2016, αφού οι ερευνητές ανακάλυψαν έναν νέο τύπο κορονοϊού σε μια στοά ορυχείου στο Mojiang στην επαρχία Γιουνάν, όπου άνθρωποι είχαν πεθάνει από συμπτώματα παρόμοια με το SARS.
Αντί να προειδοποιήσουν τον κόσμο, οι κινεζικές αρχές δεν ανέφεραν τους θανάτους. Οι ιοί που βρέθηκαν εκεί αναγνωρίζονται τώρα ως τα μόνα μέλη της άμεσης οικογένειας της COVID-19 που είναι γνωστό ότι υπήρχαν πριν από την πανδημία.