Με αφορμή τη συζήτηση για τις βραχυχρόνιες μισθώσεις και εν όψει των οριστικών κυβερνητικών αποφάσεων, όπως επανειλημμένα έχουμε επισημάνει υπάρχουν δύο σοβαρά σημεία που πρέπει να ληφθούν υπόψη. Αφενός η νομιμοποίηση όσων λειτουργούν παράνομα και αφετέρου η αποφυγή προσθήκης κλινών των καταλυμάτων τύπου Airbnb που απομειώνουν τη μέση πληρότητα των νομίμως υφιστάμενων ξενοδοχείων.
Στη μεν πρώτη περίπτωση έχουμε να κάνουμε με μια διαδικασία -που πρέπει να γίνει σαφές- ότι κινείται κάτω από τα όρια της νομιμότητας και μάλιστα σε βάρος των τοπικών κοινωνιών και οικονομιών τους, αφού προσθέτουν κατοίκους αλλά όχι επισκέπτες – καταναλωτές των τουριστικών υπηρεσιών, σε βάρος ακόμα και των επαγγελματιών της εστίασης, πέρα από τη στέρηση κάλυψης των ξενοδοχειακών κλινών. Όλα αυτά, με αθέμιτους τρόπους που πλήττουν ακόμα και τα έσοδα του κράτους εφόσον 104.000 καταλύματα έχουν αφεθεί να λειτουργούν σε καθεστώς ανομίας χωρίς να πληρώνουν φόρους, χωρίς να απασχολούν νόμιμους υπαλλήλους, χωρίς να αποδίδουν ασφαλιστικές εισφορές, ενώ, ταυτόχρονα, επιβαρύνουν τους προορισμούς, χωρίς ανταποδοτικό όφελος και σε βάρος του ίδιου του οικοσυστήματος.
Στη δεύτερη περίπτωση για τη νομιμοποίηση της λειτουργίας τους, παρατηρούμε μια κυβερνητική παλινωδία και πρωτοφανή αδράνεια που, σε αντίθεση με άλλες χώρες, δείχνει απαράδεκτο δισταγμό στη λήψη αποφάσεων που θα έδιναν μια δίκαιη και οριστική λύση στο θέμα. Αντιλαμβανόμαστε τη σπουδή για ενίσχυση της επιχειρηματικότητας. Και ως επαγγελματίες που υπηρετούμε με συνέπεια το τουριστικό γίγνεσθαι και μάλιστα με σοβαρούς κινδύνους για τη βιωσιμότητα που είναι μικρομεσαίες, όπως αυτές που λειτουργούν στη Μεσσηνία και την Πελοπόννησο γενικότερα, σε καμία περίπτωση δεν είμαστε αντίθετοι σε κάθε νέα επιχειρηματική δραστηριότητα που δίνει έμφαση στη βιώσιμη ανάπτυξη. Αρκεί να μην εξελίσσεται σε βάρος των επιχειρήσεων που ήδη λειτουργούν προσφέροντας , με αθέμιτους τρόπους, υπηρεσίες στους ίδιους πελάτες των ξενοδοχείων.
Είναι σαφές ότι το θέμα που έχει προκύψει με την εμφάνιση των βραχυχρόνιων μισθώσεων δεν είναι απλό. Δεν είναι καν ίδιο σε όλες τις περιοχές της χώρας, κάτι που παραβλέπουν οι αρμόδιοι παράγοντες της πολιτείας, αφού οι ανάγκες που προκύπτουν από την ταξιδιωτική ζήτηση είναι διαφορετικές. Οι ισχυρισμοί περί δήθεν ενίσχυσης του λαϊκού εισοδήματος και της οικοδομικής δραστηριότητας που και αυτοί ακούστηκαν, είναι παντελώς αβάσιμοι και πρέπει να αποσυρθούν από την επιχειρηματολογία όσων βεβιασμένα προσπαθούν να δώσουν λύση σε ένα μοντέλο ανταγωνισμού του υγιούς κλάδου της φιλοξενίας που είναι το μόνο που μπορεί να εγγυηθεί το υψηλό επίπεδο παροχής υπηρεσιών ως βασικό ζητούμενο για την αναβάθμιση του ελληνικού τουρισμού.
Είναι αδιανόητο, σε περιοχές όπως η Μεσσηνία, όπου η μέση πληρότητα δεν υπερβαίνει το 50%, να προστεθούν κλίνες βραχυχρόνιων μισθώσεων και να δημιουργηθεί μια νέα μορφή επιχειρήσεων που ούτε υπαλλήλους απασχολεί ούτε σοβαρές επενδύσεις εκσυγχρονισμού κάνει, όπως τα ξενοδοχεία. Γιατί είναι σαφές ότι οι ήδη λειτουργούσες επιχειρήσεις φιλοξενίας θα καταβαραθρωθούν οικονομικά, πράγμα που δεν θα αποβεί προς όφελος της τοπικής και της εθνικής οικονομίας, ούτε καν του βασικού στόχου της ποιοτικής αναβάθμισης των τουριστικών υπηρεσιών.
Πρόκειται συνεπώς, με λίγα λόγια, για στρεβλή αντίληψη της ανάπτυξης όσων επιχειρούν με οριζόντια και βιαστικά μέτρα να οριστικοποιήσουν το καθεστώς λειτουργίας των βραχυχρόνιων μισθώσεων.
Η Ένωση Ξενοδόχων Μεσσηνίας καλεί τον κύριο Πρωθυπουργό και την κυρία υπουργό Τουρισμού να παρέμβουν για την αναβολή λήψης οριστικών αποφάσεων, που όπως αποδεικνύεται με προχειρότητα έχουν σχεδιαστεί. Το σοβαρό αυτό θέμα απαιτεί διαβούλευση με τις επαγγελματικές κοινότητες και αξιολόγηση των στατιστικών και οικονομικών στοιχείων, έτσι ώστε να καταδειχθούν οι ανάγκες κάλυψης της ζήτησης ανά περιοχή, ανάλογα με την υπάρχουσα διαθεσιμότητα και τη φέρουσα ικανότητα σε επίπεδο κλινών.
Σε αντίθετη περίπτωση το φαινόμενο αυτό θα λάβει ανεξέλεγκτες διαστάσεις με ότι αυτό συνεπάγεται.
Για την Ένωση Ξενοδόχων Μεσσηνίας
Ο Πρόεδρος
Δημήτριος Καραλής