Βρίσκομαι εδώ σήμερα, κυρίες και κύριοι βουλευτές, για να απαντήσω σε όσα, εύλογα, απασχολούν τους πολίτες αυτή την περίοδο. Και επειδή ακριβώς όταν μιλάμε για ακρίβεια πρέπει να είμαστε ακριβείς, θα περιγράψω κατ’ αρχάς την αντικειμενική πραγματικότητα, επικαλούμενος μόνο επίσημα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής αλλά και της Eurostat. Γιατί φαντάζομαι ότι θα συμφωνήσετε μαζί μου ότι η πορεία της εθνικής οικονομίας, αλλά και η καθημερινότητα των νοικοκυριών, δεν προσφέρεται ούτε για ανέξοδες εντυπώσεις ούτε για φτηνούς λαϊκισμούς, αλλά μόνο για καθαρές αλήθειες.
Πρώτη αλήθεια, λοιπόν, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, είναι ότι πράγματι υπάρχει μία παγκόσμια κρίση τιμών. Η έξοδος από τα lockdown της πανδημίας έφερε σε όλες σχεδόν τις χώρες μία απότομη αύξηση της ζήτησης και της κατανάλωσης χωρίς να υπάρχουν διαθέσιμα προϊόντα για να μπορούν να την καλύψουν. Αυτή η αυξημένη ζήτηση, πράγματι, ανέβασε τις τιμές και αυτές αλυσιδωτά τον πληθωρισμό. Ενώ για αυτούς -αλλά όχι μόνο για αυτούς τους λόγους- ακρίβυνε και η ενέργεια, ειδικά οι τιμές του φυσικού αερίου που επηρεάζουν άμεσα και τη χώρα μας, εκτινάσσοντας ταυτόχρονα και την αξία της παραγωγής, της μεταφοράς, αλλά και τελικά των ιδίων των αγαθών.
Υπάρχει μια μεγάλη συζήτηση στην παγκόσμια κοινότητα των οικονομολόγων αλλά και των κεντρικών τραπεζιτών, σχετικά με την αιτία αυτού του φαινομένου. Οι πιο πολλοί ισχυρίζονται -και πιστεύω με τεκμηριωμένα στοιχεία- ότι το φαινόμενο το οποίο αντιμετωπίζουμε σήμερα θα είναι ένα φαινόμενο πρόσκαιρο, το οποίο συνδέεται με μία πρωτοφανή διαταραχή στη ζήτηση την οποία προκάλεσε η πανδημία, αλλά και σε μία ταχύτατη ανάκαμψη η οποία -για να το πούμε πολύ απλά- έπιασε πολλές εταιρείες απροετοίμαστες με αποτέλεσμα σήμερα να υπάρχουν σημαντικές εμπλοκές στην παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα.
Υπάρχει, όμως, και μία άλλη άποψη η οποία ισχυρίζεται ότι ο παγκόσμιος πληθωρισμός τον οποίο αντιμετωπίζουν σήμερα όλες οι αναπτυγμένες οικονομίες, είναι αποτέλεσμα μίας εξαιρετικά χαλαρής νομισματικής πολιτικής από τις κεντρικές τράπεζες. Άρα, ενδεχομένως, αυτός ο πληθωρισμός να έχει πιο μόνιμα, πιο δομικά χαρακτηριστικά.
Είναι σαφές ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα τάσσεται υπέρ της πρώτης άποψης. Εξ oυ και είναι εξαιρετικά διστακτική να αυξήσει τα επιτόκια, κάτι το οποίο θα οδηγούσε εκ των πραγμάτων σε μία ανάσχεση της έντονης αναπτυξιακής δυναμικής που παρατηρείται συνολικά στην Ευρώπη. Και πιστεύει η κα Lagarde -και με αυτή την άποψη συντάσσεται και η ελληνική κυβέρνηση- ότι πράγματι αυτή η αύξηση των τιμών, η οποία παρατηρείται, είναι αποτέλεσμα ενός πρόσκαιρου φαινομένου το οποίο θα αρχίσει να υποχωρεί από το πρώτο τρίμηνο του 2022.
Και δεν είναι η πρώτη φορά, θέλω να σας θυμίσω, που είχαμε τέτοιες πληθωριστικές τάσεις στην παγκόσμια οικονομία. Αντίστοιχο φαινόμενο παρατηρήθηκε και στη χρηματοπιστωτική κρίση του 2007-2008 αλλά παρατηρήθηκε και στην ευρωπαϊκή κρίση χρέους του 2010-2011. Και τότε τα βασικά αγαθά και η ενέργεια ανατιμήθηκαν. Και τότε υπήρχαν εξαιρετικά δυσοίωνες προβλέψεις για τη μονιμότητα του φαινομένου. Όμως απεδείχθη τότε το φαινόμενο παροδικό. Έτσι και τώρα η εκτίμησή μας, όπως σας είπα, είναι ότι θα αρχίσουμε να βλέπουμε μία αποκλιμάκωση στις πληθωριστικές πιέσεις το πρώτο τρίμηνο του 2022. Αυτό όσον αφορά την παγκόσμια οικονομία.
Πάμε να δούμε τώρα ποια είναι η κατάσταση στην πατρίδα μας. Διότι είναι πάρα πολύ εύκολο και μέσα από τον δημόσιο διάλογο -και ενδεχομένως από μία πλειοδοσία η οποία συχνά γίνεται στα μέσα μαζικής ενημέρωσης γιατί το ζήτημα της ακρίβειας δικαιολογημένα «πουλάει τηλεοπτικά»- να μην έχουμε μία ακριβή αίσθηση της εικόνας στην αγορά.
Η πραγματικότητα, λοιπόν, κ. Τσίπρα -και απευθύνομαι σε εσάς διότι εσείς είστε ο επισπεύδων της σημερινής συζήτησης καταθέτοντας το αίτημα για Προ Ημερησίας συνεδρίαση- σήμερα είναι ότι η Ελλάδα έχει την 3η καλύτερη επίδοση στην Ευρώπη ως προς τον πληθωρισμό το μήνα Οκτώβριο, τουλάχιστον. Με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο να είναι στο 4,1%, στην Ελλάδα στο 2,8%, σε χώρες όπως η Ισπανία στο 5,4%, η Ρουμανία στο 6,5%.
Έχει πολύ μεγάλη σημασία, κ. Πρόεδρε, σε αυτήν τη συζήτηση να συμφωνήσουμε ποια είναι η βάση των στοιχείων την οποία επικαλούμαστε. Αυτά, λοιπόν, είναι τα επίσημα στοιχεία που αφορούν τον πληθωρισμό τον μήνα Οκτώβριο. Η Ελλάδα πηγαίνει συγκριτικά καλύτερα από πολλές ευρωπαϊκές χώρες και γι’ αυτό και το καλάθι των βασικών προϊόντων στην πατρίδα μας παραμένει αναλογικά, το τονίζω, φθηνότερο σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Αν δει κανείς, κ. Τσίπρα και κυρίες και κύριοι βουλευτές, το καλάθι που αφορά στα τρόφιμα, η αύξηση σε μηνιαία βάση είναι 0,1%. Στην Ιταλία και στη Γαλλία είναι 0,7%. Στην Ισπανία είναι 1,3%. Που σημαίνει ότι και στην οικονομία, εκτός από τις πωλήσεις όπλων στην Τουρκία, δεν
μας τα λένε πολύ καλά οι νεόκοποι φίλοι σας Σοσιαλιστές με τους Podemos ως προς την αντιμετώπιση της ακρίβειας.
Με ρωτήσατε αν είναι φίλος μου ο κ. Sánchez; Εξ όσων γνωρίζω εσείς επιδιώκατε να συναντηθείτε με τον κ. Sánchez όταν ήταν εδώ. Στις δε συνεδριάσεις του των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών επιλέγετε πάντα να συμμετέχετε ως παρατηρητής. Αλλά ας τα αφήσουμε αυτά, θα έχουμε τη δυνατότητα να τα συζητήσουμε σε άλλη ευκαιρία.
Ερχόμαστε λοιπόν στη γενεσιουργό αιτία των αυξήσεων που δεν είναι άλλη πρωτίστως, τουλάχιστον στη χώρα μας, από τις αυξήσεις στις τιμές του ρεύματος. Οι αυξήσεις στις τιμές του ρεύματος, της ενέργειας συνολικά, όπως σας είπα, είναι αποτέλεσμα μιας βασικής στρέβλωσης η οποία δημιουργήθηκε στην αγορά του φυσικού αερίου. Έχει οικονομικές και γεωπολιτικές αιτίες και είναι ένα φαινόμενο το οποίο επηρέασε δομικά όλες τις ευρωπαϊκές χώρες, διότι όπως γνωρίζετε η τιμή του ρεύματος καθορίζεται πια μέσα από έναν ενιαίο ευρωπαϊκό μηχανισμό. Η καθοριστική παράμετρος είναι η οριακή τιμή του ρεύματος. Αυτή καθορίστηκε από τις υψηλές τιμές του φυσικού αερίου με αποτέλεσμα να συμπαρασυρθούν σε ιστορικά υψηλά- τουλάχιστον των τελευταίων ετών- οι τιμές της ενέργειας σε όλη την Ευρώπη.
Αυτά λοιπόν είναι τα δεδομένα πάνω στα οποία θα πρέπει να στηρίξουμε τη σημερινή μας συζήτηση. Και τα αναφέρω όχι -προφανώς- εφησυχάζοντας, γιατί η παραμικρή αύξηση των τιμών δυσκολεύει τη ζωή των πολιτών και εμποδίζει την ανάπτυξη της χώρας. Το έκανα γιατί θέλω -και θα επιμείνω σε αυτό- να μιλάμε με πραγματικά στοιχεία και όχι με ψέματα ή με εντυπώσεις της στιγμής.
Αντιλαμβανόμενοι, δηλαδή, από τη μία πλευρά ότι αντιμετωπίζουμε ένα εξωγενές, κατά την άποψη μας πρόσκαιρο φαινόμενο, στο οποίο πάντως η χώρα μας πιστεύω ότι απαντά δραστικά και αποτελεσματικά.
Και από την άλλη διότι αυτή η εθνική άμυνα απέναντι στο διεθνές κύμα ανατιμήσεων δεν ήταν καθόλου δεδομένη. Δεν έτυχε αλλά πέτυχε. Και είναι αποτέλεσμα της οικονομικής πολιτικής αυτής της κυβέρνησης. Πιστεύω ότι πέτυχε και πετυχαίνει διπλά γιατί με την εκδήλωση των πρώτων τάσεων σημαντικών αυξήσεων στην τιμή της ενέργειας η κυβέρνηση προχώρησε άμεσα στη λήψη μέτρων αιχμής για την ενέργεια. Και δεύτερον, γιατί το εισόδημα των νοικοκυριών είχε προηγουμένως θωρακιστεί επί δύο χρόνια. Και γιατί η πολιτική την οποία τολμηρά ακολουθούμε το διατηρεί σταθερό στα δύσκολα, αλλά και δυναμικό στο μέλλον.
Πρώτη η Ελλάδα, από τον Σεπτέμβριο ήδη, από την παρουσία μου στη Διεθνή Έκθεση της Θεσσαλονίκης, ανακοίνωσε κρατική επιδότηση στους λογαριασμούς του ρεύματος, την οποία και στην πορεία αναγκαστήκαμε να αυξήσουμε, καθώς οι αυξήσεις στις τιμές του φυσικού αερίου ήταν μεγαλύτερες από αυτές που προβλέψαμε.
Διπλασιάσαμε την ενίσχυση των κοινωνικών τιμολογίων. Εξαιρέσαμε, για τους επόμενους μήνες, τα τέλη στο φυσικό αέριο. Αναστείλαμε την πληρωμή Υπηρεσιών Κοινής Ωφέλειας στις επιχειρήσεις και το ίδιο αποφασίσαμε για τον επόμενο χρόνο και για το πετρέλαιο κίνησης, ένα μέτρο το οποίο αφορά εκατοντάδες χιλιάδες αγρότες, που είτε είναι νέοι είτε συμμετέχουν σε συνεργατικά σχήματα.
Το συνολικό ποσό το οποίο η ελληνική κυβέρνηση διαθέτει για τη στήριξη νοικοκυριών και επιχειρήσεων απέναντι στις αυξήσεις των τιμών της ηλεκτρικής ενέργειας και του φυσικού αερίου, δηλαδή η στήριξη που παρέχουμε για να μειωθούν συνολικά οι δαπάνες ρεύματος και θέρμανσης, αγγίζει τα 700 εκατομμύρια ευρώ, 680 εκατομμύρια για την ακρίβεια.
Εάν κάνετε έναν αναλογικό υπολογισμό θα δείτε ότι η στήριξη αυτή, ποσοστιαία, ως μέγεθος της οικονομικής δραστηριότητας, είναι από τις μεγαλύτερες που έχουν δοθεί στην Ευρώπη. Και βέβαια, όπως ξέρετε, και φέτος το επίδομα θέρμανσης θα είναι διπλάσιο και δίνεται πλέον με απολύτως αντικειμενικά κριτήρια. Κριτήρια τα οποία λαμβάνουν υπόψη τις πραγματικές καιρικές συνθήκες που επικρατούν σε κάθε γωνιά της χώρας. Η σχετική πλατφόρμα, όπως γνωρίζετε, έχει ήδη ανοίξει.
Και επειδή, εικάζω και από την ερώτησή σας, ότι σίγουρα θα αναφερθείτε και στις εξελίξεις στη Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού, θέλω να σας πω κ. Τσίπρα ότι η ισχυρή ΔΕΗ αποτελεί σύμμαχο σε αυτήν την προσπάθεια. Ναι, η ΔΕΗ σήμερα είναι ισχυρή, διότι μας την παραδώσατε στα όρια της χρεοκοπίας και πριν από λίγες εβδομάδες έκανε αύξηση μετοχικού κεφαλαίου σε τιμή εννέα φορές μεγαλύτερη ανά μετοχή από αυτήν που μας την παραδώσατε. Με το κράτος να εξακολουθεί να διατηρεί τον έλεγχο.
Μια ισχυρή ΔΕΗ, λοιπόν, μπορεί να απορροφήσει ένα μέρος των αυξήσεων των τιμών του φυσικού αερίου, με αυτόν τον τρόπο να στηρίξει τους καταναλωτές της και προφανώς να συμπαρασύρει και τους ανταγωνιστές της σε μία αντίστοιχη πολιτική. Μία πολιτική η οποία αφορά και τις τιμές αλλά και τον τρόπο πληρωμής. Διότι το ζήτημα δεν είναι μόνο το ύψος του λογαριασμού που θα χρειαστεί να εξοφλήσει ένα νοικοκυριό αλλά και οι διευκολύνσεις πληρωμών που οι επιχειρήσεις δίνουν έτσι ώστε η όποια αύξηση -αφορά πρωτίστως τον χειμώνα- να μπορεί να επιμεριστεί σε βάθος χρόνου και να ανταποκρίνεται στις πραγματικές ταμειακές δυνατότητες των νοικοκυριών.
Μιλάμε συνεπώς, κ. Πρόεδρε και κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, για ένα συνεκτικό και τολμηρό πρόγραμμα το οποίο απλώνεται σε όλα τα επίπεδα: από τον πρωτογενή τομέα και τη μεταποίηση μέχρι το κάθε νοικοκυριό σε κάθε γωνιά της χώρας.
Όλα αυτά, ταυτόχρονα με πολλές παράλληλες παρεμβάσεις, λειτουργούν τελικά ανακουφιστικά απέναντι στην άνοδο των τιμών γιατί αυξάνουν το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών. Μετατρέπονται δηλαδή σε ουσιαστικά αντίμετρα των ανατιμήσεων.
Θέλω να θυμίσω πολλά από αυτά τα μέτρα, ενδεικτικά αναφέρω μόνο κάποια: 6% ΦΠΑ στις ζωοτροφές, πολύ σημαντικό για τους κτηνοτρόφους μας, μειωμένοι συντελεστές ΦΠΑ οι οποίοι επιβεβαιώθηκαν και στον προϋπολογισμό -που κατατέθηκε πριν από λίγες ημέρες- στα μέσα μεταφοράς, στον καφέ, τουλάχιστον μέχρι τον Ιούνιο του 2022.
Και βέβαια, μαζί με αυτές τις παρεμβάσεις έχουν δρομολογηθεί και μία σειρά από ειδικές παρεμβάσεις για τους νέους. Θυμίζω την κατάργηση του τέλους κινητής τηλεφωνίας, την επέκταση των επιδοτούμενων ασφαλιστικών εισφορών για 150.000 θέσεις εργασίας αλλά και το Πρώτο Ένσημο, έναν καινοτόμο θεσμό που προσφέρει ευκαιρία για δουλειά και ταυτόχρονα χρηματοδοτεί με 600 ευρώ τους νέους εργαζόμενους στην αρχή της καριέρας τους, στην πρώτη δουλειά, στο πρώτο ένσημο το οποίο θα κολλήσουν. Και βέβαια, την αύξηση του κατώτατου μισθού.
Έχω ήδη προαναγγείλει ότι εκτός από την ήδη αποφασισμένη αύξηση, η οποία θα ισχύσει από τον Ιανουάριο του 2022, θα υπάρξει εντός του ίδιου έτους μια ακόμα δεύτερη αύξηση για τους χαμηλόμισθους συμπολίτες μας. Γιατί συμμετοχή στην ανάπτυξη πρέπει να έχουν όλοι και κυρίως οι πιο αδύναμοι.
Και κάτι ακόμα: την ίδια ώρα, υπό την εποπτεία του Υπουργείου Ανάπτυξης, εντείνονται και άλλο οι έλεγχοι στην αγορά. Διότι γνωρίζουμε καλά ότι μερικές φορές μια πρόσκαιρη αναστάτωση μπορεί να μετατραπεί σε μόνιμη κερδοσκοπία. Αυτό, στα πλαίσια των ελεγκτικών αρμοδιοτήτων που διαθέτει το Υπουργείο, να γνωρίζετε ότι θα αποτραπεί.
Ενώ σε κοινοτικό επίπεδο η χώρα πρωτοστατεί, όπως ξέρετε, στη δημιουργία μιας νέας ενεργειακής πολιτικής στο πλαίσιο της στρατηγικής αυτονομίας της Ευρώπης. Έχουμε καταθέσει, μαζί με τον Υπουργό Ενέργειας και Περιβάλλοντος, σε επίπεδο Ευρωπαϊκού Συμβουλίου αλλά και σε επίπεδο Συμβουλίου Υπουργών Ενέργειας και Περιβάλλοντος, μια σειρά από προτάσεις οι οποίες μπορούν να ενισχύσουν τη θέση της Ευρώπης ως σημαντικού αγοραστή στην αγορά του φυσικού αερίου.
Όπως επίσης να ενισχυθεί και η θέση όλων των ευρωπαϊκών κρατών ως προς την αποθήκευση φυσικού αερίου, ένας τομέας στον οποίο, δυστυχώς, η χώρα μας ακόμα υστερεί, έτσι ώστε να μπορούμε να απορροφούμε τις γρήγορες διακυμάνσεις στην τιμή του φυσικού αερίου τις οποίες είδαμε, δυστυχώς, τους τελευταίους μήνες, κυρίως στην αγορά σποτ.
Αυτές, λοιπόν, οι αλήθειες συμπληρώνονται από μια ακόμα την οποία προσωπικά, κ. Τσίπρα, τη θεωρώ την πιο σημαντική. Και αυτή είναι η αύξηση του μέσου εισοδήματος των ελληνικών νοικοκυριών κατά 7,4% μέσα σε δύο χρόνια, ενώ στην υπόλοιπη Ευρώπη αυτή η αύξηση ήταν μόλις 3,5%.
Και βέβαια να μην ξεχνάμε και τη φροντίδα μας στους πιο αδύναμους με την απόφασή μας να χορηγήσουμε για τον μήνα Δεκέμβριο στους δικαιούχους του Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος διπλάσιο ποσό από αυτό το οποίο θα λάμβαναν κανονικά.
Γιατί, λοιπόν, μπορούμε σήμερα να είμαστε σε θέση να μιλάμε για στήριξη του διαθέσιμου εισοδήματος και να αισθανόμαστε πιο ασφαλείς ότι θα ξεπεράσουμε αυτή την πρόσκαιρη μπόρα των ανατιμήσεων στην αγορά; Γιατί υλοποιήσαμε με συνέπεια, όπως είχαμε δεσμευτεί από το 2019, μια ευρύτερη πολιτική φοροελαφρύνσεων και ανάπτυξης για όλους.
Σήμερα οι πολίτες πληρώνουν μικρότερο φόρο εισοδήματος, μικρότερο ΕΝΦΙΑ, μικρότερες, λιγότερες εισφορές. Όλοι οι συντελεστές έχουν υποχωρήσει. Ο φόρος γονικής παροχής κάτω από τις 800.000 ευρώ έχει πρακτικά καταργηθεί. Η εισφορά αλληλεγγύης έχει ανασταλεί στον ιδιωτικό τομέα. Γι’ αυτό και σήμερα τα νοικοκυριά έχουν περισσότερο διαθέσιμο εισόδημα από ό,τι είχαν επί δικών σας ημερών.
Αυτό πιστοποιείται και από την πολύ σημαντική αύξηση των καταθέσεων, επιχειρήσεων αλλά και νοικοκυριών, η οποία καταγράφεται από όλα τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος τα τελευταία δύο χρόνια.
Πρόκειται -ευτυχώς για τους Έλληνες, δυστυχώς για τον ΣΥΡΙΖΑ- για την αντιστροφή της φοροεπέλασης την οποία εσείς εφαρμόσατε επί τεσσεράμισι χρόνια. Γιατί η ίδια η ζωή αποδεικνύει πλέον ότι η λελογισμένη μείωση φορολογίας και εισφορών όχι μόνο μεγεθύνει το εισόδημα, κυρίως της μεσαίας τάξης, αλλά ταυτόχρονα πυροδοτεί την απασχόληση και την ανάπτυξη, δημιουργώντας πολλές μόνιμες δουλειές που φέρνουν ήδη πίσω πολλούς νέους από το εξωτερικό.
Τέλος, για τις επιχειρήσεις, δεν χρειάζεται να αναφέρω αναλυτικά τις ελαφρύνσεις και τα μέτρα στήριξής τους μέσα στην πανδημία, τις καλύψεις των επαγγελματικών ενοικίων, τα κεφάλαια κίνησης, το εξαιρετικά επιτυχημένο πρόγραμμα «Γέφυρα 1» και «Γέφυρα 2». Τη διαγραφή σημαντικού μέρους της επιστρεπτέας προκαταβολής. Και βέβαια το συνολικότερο ευνοϊκό επενδυτικό περιβάλλον, το οποίο φέρνει στην πατρίδα μας ολοένα και περισσότερες νέες επενδύσεις.
Θα ξαναπώ, ωστόσο, κάτι το οποίο δεν πρέπει να παραγνωρίζει κανείς. Ότι όλα αυτά έγιναν -και γίνονται- την εποχή στην οποία η Ελλάδα, όπως και ο υπόλοιπος κόσμος, μάχεται ακόμα με τον κορονοϊό. Την εποχή που η Ελλάδα αντιμετωπίζει εθνικές απειλές και προκλήσεις, αλλά και που αναγκάζεται να διαχειρίζεται -επιτυχημένα πιστεύω- σημαντικές φυσικές καταστροφές.
Κι όμως, με παραπάνω από 40 δισεκ. ευρώ η κυβέρνηση αυτή στήριξε το Εθνικό Σύστημα Υγείας κρατώντας ταυτόχρονα όρθια την παραγωγή και την κοινωνία.
Κέρδισε τις προκλήσεις χωρίς όμως σε καμία περίπτωση να χάσει τον προσανατολισμό της. Και γι’ αυτό η Ελλάδα σήμερα, σύμφωνα πάλι με τις εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, εμφανίζει για τα επόμενα δύο χρόνια την 3η μεγαλύτερη ανάπτυξη στην Ευρώπη. Προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής: ανάπτυξη 7,1% για το 2021 και 5,2% για το 2022. Αθροιστική ανάπτυξη ’21 και ’22, 12,3%.
Όμως, θεωρώ ότι η πιο σημαντική επιτυχία της πολιτικής μας δεν είναι τα αφηρημένα νούμερα της ανάπτυξης, αλλά τα πραγματικά νούμερα που αφορούν στη μείωση της ανεργίας.
Η Ελλάδα πρωταθλήτρια στην Ευρώπη εν μέσω κορονοϊού στη μείωση της ανεργίας. Διαψεύδοντας τις Κασσάνδρες και όσους προέβλεπαν -πολλοί εκ των οποίων κάθονται στα έδρανα της αξιωματικής αντιπολίτευσης- ότι αμέσως μετά την άρση των μέτρων υποστήριξης που εφαρμόστηκαν λόγω κορονοϊού η ανεργία στη χώρα μας θα εκτινασσόταν. Έγινε το ακριβώς ανάποδο. Πρέπει να είναι κάποιος πολύ κακόπιστος για να μην αναγνωρίσει ότι σήμερα υπάρχει στην Ελλάδα πολύ μεγάλο επενδυτικό ενδιαφέρον από εγχώρια και ξένα κεφάλαια, τα οποία δημιουργούν με ταχύτητα μεγαλύτερη από αυτήν που είχαμε δει τα τελευταία 15 χρόνια, πολλές καλοπληρωμένες θέσεις εργασίας.
Μιλήστε λίγο στα παιδιά του brain drain, αυτά τα οποία έφυγαν από την Ελλάδα στα δικά σας χρόνια. Στα δικά σας χρόνια. Να δείτε γιατί τα παιδιά αυτά για πρώτη φορά βλέπουν μέλλον στην Ελλάδα, επιστρέφουν στην πατρίδα τους, εμπιστεύονται τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας για να μπορέσουν να χτίσουν το δικό τους μέλλον. Γιατί, θα επιμένουμε πάντα, ότι η δημιουργία νέων θέσεων εργασίας είναι η πιο αποτελεσματική πολιτική μείωσης των
ανισοτήτων. Και οι μεγάλες ανισότητες σήμερα στην πατρίδα μας εξακολουθούν να κρύβονται στο υποσύνολο εκείνων των συμπολιτών μας οι οποίοι, δυστυχώς, είναι μακροχρόνια άνεργοι.
Εκεί στρέφουμε όλη την ενέργεια της πολιτικής μας, για να μπορέσουμε πρώτα και πάνω απ’ όλα να είμαστε συνεπείς με τη δέσμευση την οποία είχαμε δώσει προεκλογικά: «δουλειές, δουλειές, δουλειές». Αυτές τις δουλειές τις δημιουργεί αυτή η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας.
Είναι, λοιπόν, αυτές οι επιτυχίες στην οικονομία που μας επιτρέπουν σήμερα να αμυνόμαστε. Και είναι η σταθερή επιλογή των μεταρρυθμίσεων που προσδίδουν στη χώρα πραγματική δυναμική για το αύριο. Αυτό δεν είναι κάτι το οποίο το λέω εγώ. Έκθεση του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Στήριξης που κατατάσσει την Ελλάδα 4η στον κόσμο και 3η στην Ευρώπη, κυρίες και κύριοι της αξιωματικής αντιπολίτευσης, με βάση τα μέτρα στήριξης για την αντιμετώπιση της πανδημίας και κυρίως την αποτελεσματικότητά τους ως προς το κοινωνικό τους αποτύπωμα.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, είναι πολύ σημαντικό να ξεπεράσουμε αυτή τη νέα δυσκολία των διεθνών ανατιμήσεων χωρίς απώλειες. Αλλά και χωρίς να ξεφύγουμε από την τροχιά προόδου την οποία όλοι μαζί κατακτήσαμε. Γνωρίζοντας, όπως σας είπα, ότι προχωρούμε για το ’21 και για το ’22 με πολύ υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης. Με αύξηση της απασχόλησης, αύξηση των επενδύσεων, με ακλόνητο- μάλλον θα έλεγα ενισχυμένο- το δημόσιο ταμειακό απόθεμα, με ακέραια την πιστοληπτική αξιοπιστία του κράτους.
Έχοντας όμως πάντα στο μυαλό μας ότι αυτή η μεγάλη υπερπροσπάθεια στήριξης της οικονομίας και της κοινωνίας εν μέσω κορονοϊού, ναι, δημιούργησε και στη χώρα μας, όπως και σε όλες τις άλλες χώρες, σημαντικά προσωρινά πρωτογενή ελλείμματα. Στην περίπτωση της Ελλάδος της τάξης του 7%.
Στο εξής, λοιπόν, οι κινήσεις μας οφείλουν να είναι και αποτελεσματικές αλλά και εξαιρετικά μετρημένες. Να μην ακούγονται απλώς ωραία, αλλά να μπορούν να εφαρμόζονται σωστά. Με άλλα λόγια να μην χτίζουν πρόχειρα το σήμερα, ναρκοθετώντας όμως το αύριο, το δικό μας και των παιδιών μας.
Πληρώσαμε πολύ ακριβά, ως χώρα, παροχές που είτε αποδεικνυόντουσαν έωλες είτε τελικά έκρυβαν νέους φόρους. Δεν καλούμαστε, πλέον, μόνο να σχολιάζουμε, αλλά να σχεδιάζουμε και να υλοποιούμε. Και γι’ αυτό και λυπάμαι που το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης εξακολουθεί να εξακοντίζει στον δημόσιο διάλογο δημαγωγικά και πλήρως ακοστολόγητα μέτρα.
Διάβασα με προσοχή όσα απαριθμεί ο κ. Τσίπρας στην ερώτησή του. Ήταν, δυστυχώς, για ακόμη μια φορά μια «φωτοτυπία» του παρελθόντος. Και πράγματι, σε μια χώρα η οποία έχει την ανάγκη εποικοδομητικού διαλόγου, δεν νομίζω ότι έχουν θέση τέτοιοι κατάλογοι εύηχων αλλά τελικά κενού περιεχομένου συνθημάτων. Δεν είδα παρά ένα ακόμα ανεφάρμοστο πρόγραμμα τύπου Θεσσαλονίκης. Αξίας πολλών δισεκατομμυρίων τα οποία βέβαια δεν υπάρχουν και τα οποία βέβαια δεν θα μπορούσαν ποτέ να γίνουν πράξη με κανένα νόμο και με κανένα άρθρο.
Από τη δική μου πλευρά, στο μέτωπο κατά της ακρίβειας θέλω να προσθέσω σήμερα ακόμα – έχοντας μια καλύτερη εικόνα για το πώς θα κλείσει ταμειακά ο χρόνος, βλέποντας τα νούμερα του Νοεμβρίου και του Δεκεμβρίου- τρεις ακόμα πρωτοβουλίες στήριξης συμπολιτών μας.
Πρώτον, όπως συνέβη το 2020 και -όπως έχω επανειλημμένως δεσμευτεί δημόσια- 100.000 περίπου ενεργοί υγειονομικοί στα νοσοκομεία, στο ΕΚΑΒ και στα Κέντρα Υγείας θα ενισχυθούν με έκτακτη καταβολή μισού μισθού. Ένα μέσο ποσό ύψους περίπου 900 ευρώ, θα τους αποδοθεί αμέσως, μέσα στον Δεκέμβριο. Είναι το ελάχιστο που μπορούμε σήμερα από τα πολλά που τους οφείλουμε.
Δεύτερον, όλοι οι χημηλοσυνταξιούχοι της χώρας θα λάβουν ένα πρόσθετο βοήθημα 250 ευρώ, προσαυξημένο κατά 50 ακόμα για κάθε μέλος της οικογένειας τους. Έτσι, 800.000 συμπολίτες μας θα δουν μεγαλύτερη την επόμενη σύνταξή τους. Είναι μια ανακούφιση. Δεν είναι κάτι παραπάνω. Δεν είναι, βέβαια, αυτό που τους αξίζει. Είναι όμως κάτι το οποίο αναμφίβολα βοηθά χωρίς να υπονομεύει την πορεία της οικονομίας μας.
Και τρίτον, το ίδιο ακριβώς επίδομα θα δοθεί και σε 173.000 συμπολίτες μας με αναπηρία. Πρόκειται πρακτικά για όλους τους δικαιούχους του Οργανισμού Πρόνοιας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης. Ασφαλώς για τα άτομα με αναπηρία απαιτούνται πολλά θεσμικά μέτρα, είμαι, όμως υπερήφανος ότι αυτή η κυβέρνηση, η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, είναι η πρώτη η οποία έχει ένα συγκροτημένο, ολιστικό και πολυεπίπεδο σχέδιο για να αντιμετωπιστούν οι χρόνιες αδικίες εις βάρος των πιο αδύναμων, των πιο ευάλωτων συμπολιτών μας. Ως κοινωνία το χρωστάμε, ως κυβέρνηση το θέλουμε. Το είπαμε και το κάνουμε πράξη.
Συμπληρώνουμε με αυτόν τον τρόπο μια ολοκληρωμένη οικονομική και κοινωνική πολιτική απέναντι στη συγκυρία. Απαντάμε στην βραχυπρόθεσμη αύξηση των τιμών χωρίς σε καμία περίπτωση να βγαίνουμε από την λεωφόρο των μεταρρυθμίσεων. Και ταυτόχρονα ενισχύουμε λελογισμένα συμπολίτες μας χωρίς να βάζουμε σε κίνδυνο την δημοσιονομική ισορροπία.
Με άλλα λόγια, προχωράμε και με συνοχή και με προοπτική. Μπορεί να έχουμε σχέδιο και αποτέλεσμα, σε καμία περίπτωση δεν διεκδικούμε το αλάθητο. Και γι’ αυτό και μένουμε -και θα ακούσω με πολύ μεγάλη προσοχή τις τοποθετήσεις όλων των αρχηγών των κομμάτων- ανοιχτοί σε κάθε ρεαλιστική πρόταση.
Θα ζητούσα λοιπόν, ιδίως από την αξιωματική αντιπολίτευση, να μην αρνηθεί και αυτές τις πρωτοβουλίες, όπως έκανε δυστυχώς και με πολλά μέτρα στήριξης. Όπως έκανε με τον κατώτατο μισθό, όπως έκανε με το Ελάχιστο Εγγυημένο Εισόδημα, όπως έκανε ακόμα και με τις αποζημιώσεις όσων χτυπήθηκαν από τις φυσικές καταστροφές. Τόσο για την άμυνα απέναντι στις πρόσκαιρες πληθωριστικές πιέσεις, όσο και για τη διαχείριση των μεγάλων, πιο στρατηγικών προκλήσεων.
Η πατρίδα θέλει συναίνεση, αν όχι συμπαράταξη. Θέλει, αν μη τι άλλο, διάλογο που θα στηρίζεται σε πραγματικά δεδομένα, αν όχι συμφωνία. Πάντως, δεν χρειαζόμαστε μετά τους αρνητές της επιστήμης στην πανδημία και αρνητές της λογικής στην οικονομία.
Κλείνω, λοιπόν, με μία έκκληση: να μην ξαναπείτε και εδώ, κ. Τσίπρα, τα όσα υποστηρίξατε στο αίτημα που καταθέσατε. Αφήστε στο παρελθόν τα ακοστολόγητα, τα εύκολα συνθήματα, τα ψεύτικα λόγια τα μεγάλα. Εξάλλου έχετε μεγάλο, βεβαρυμμένο προσωπικό παρελθόν όταν συζητάμε για ασυνέπεια λόγων και έργων. Και στην πρωτολογία σας θα ήθελα να απαντήσετε απλά: δέχεστε ή καταψηφίζετε τα σημαντικά μέτρα εξομάλυνσης στους λογαριασμούς του ρεύματος; Το φθηνότερο πετρέλαιο, τις φθηνότερες ζωοτροφές για τους αγρότες μας. Και ακόμα, συμφωνείτε ή διαφωνείτε με την έκτακτη ενίσχυση των υγειονομικών, των χαμηλοσυνταξιούχων και των ανάπηρων συμπολιτών μας;
Απαντήστε λοιπόν αμέσως μετά για να σας ακούσουν τα εκατομμύρια των συμπολιτών μας που τους αφορούν. Και μαζί -και κλείνω με αυτό κ. Πρόεδρε- να σας ακούσουν και όλοι οι Έλληνες, αυτοί που ειδικά στην περίπτωσή σας έχουν διδαχθεί από το ρητό του Αισώπου, «όσοι υπόσχονται εύκολα τα πολλά και μεγάλα, δεν είναι ικανοί να κάνουν ούτε τα λίγα και τα μικρά».
Σας ευχαριστώ.