Ευχαριστώ, κύριε Πρόεδρε.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, η εικόνα της ελληνικής οικονομίας είναι εξαιρετικά ανησυχητική. Νομίζω ότι έχει αξία απ’ αυτό εδώ το βήμα να μη γίνεται μία προσπάθεια ωραιοποίησης της κατάστασης. Προφανώς, η πανδημία έχει δημιουργήσει επιπτώσεις σε όλον τον κόσμο, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά στην Ευρώπη και παντού, οι οποίες χτύπησαν εξαιρετικά τις οικονομίες όλων των χωρών.
Όμως, δεν μπορούμε να παραβλέψουμε δύο στοιχεία. Πρώτον, η ελληνική οικονομία βρίσκεται σε πτωτική πορεία σχεδόν δώδεκα μήνες τώρα –σίγουρα από τον Σεπτέμβριο του 2019 και μετά- και οι επιπτώσεις από το \lockdown στην Ελλάδα θα είναι απ’ ό,τι φαίνεται εξαιρετικά ισχυρές, δυσανάλογες με όλες τις αρχικές προβλέψεις.
Εμείς παραδώσαμε πριν ένα χρόνο μία οικονομία με δώδεκα συνεχόμενα τρίμηνα αναπτυξιακούς ρυθμούς. Κάθε τρίμηνο από το πρώτο του 2016, μέχρι και το δεύτερο τρίμηνο του 2029, το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν της χώρας αυξανόταν. Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας κατάφερε, πριν συναντήσει τη χώρα η κρίση της πανδημίας, το τέταρτο τρίμηνο του 2019 να πετύχει τη χειρότερη οικονομική επίδοση σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Είπατε πάρα πολλά λόγια προεκλογικά υπέρ της μεσαίας τάξης και της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας, αλλά στην πράξη εργαστήκατε μόνο υπέρ συγκεκριμένων συμφερόντων που δεν έχουν σχέση με τα συμφέροντα της μεσαίας τάξης και της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας.
Από την αρχή της πανδημίας, εμείς δεν είπαμε τίποτα διαφορετικό από όσα έπρατταν και πρότειναν διεθνείς οργανισμοί και θεσμοί: έγκαιρα, εμπροσθοβαρή μέτρα για την αναχαίτιση της κρίσης, της ανεργίας, η οποία, παρά το γεγονός ότι είχε πέσει δραστικά τα τελευταία πέντε χρόνια, εντούτοις παρέμενε και πριν τον κορωνοϊό εξαιρετικά υψηλή και, βεβαίως, μέτρα για την αναχαίτιση των λουκέτων που έρχονται σε χιλιάδες μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Αυτό ήταν το νόημα του προγράμματος της πρότασης που καταθέσαμε στην ελληνική κοινωνία, αλλά προφανώς υπ’ όψιν και της Κυβέρνησης.
Εσείς, όμως, για μία ακόμη φορά πιστεύω ότι αντιμετωπίσατε την κρίση αυτή με λάθος τρόπο. Και λέω «για μία ακόμα φορά», διότι δυστυχώς δεν λάβατε διδάγματα από την κρίση χρέους που βρήκε τη χώρα το 2010. Την
ώρα που οι εργαζόμενοι και η αγορά ζητούν έμπρακτη στήριξη από το κράτος, εσείς κινηθήκατε αργοπορημένα και ανεπαρκώς, έχοντας προφανώς την εκτίμηση ότι “μπόρα είναι και θα περάσει”, έχοντας την εκτίμηση ότι μπορεί η φετινή χρονιά να μας βρει με πολύ μεγάλη ύφεση, όμως το 2021 θα είναι μία χρονιά εξαιρετικά ισχυρής ανάπτυξης.
Αυτά λέγατε και εσείς εδώ, κύριε Μητσοτάκη και εσείς, κύριε Σταϊκούρα, επανειλημμένως στις συνεντεύξεις σας και στις τοποθετήσεις σας. Όμως, δυστυχώς, καμία πρόβλεψη διεθνούς οργανισμού δεν μας λέει σήμερα ότι η ανάκαμψη που θα έχουμε την επόμενη χρονιά θα είναι αρκετή για να καλύψει την ύφεση που θα έχουμε φέτος.
Την Κυριακή διαβάσαμε με ενδιαφέρον τη συνέντευξη της Διευθύντριας του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου στην εφημερίδα Καθημερινή. Μιλούσε για μία εκτίμηση ύφεσης κοντά στο 12% για το 2020 και για μία εκτίμηση ανάκαμψης 5% το 2021 και άλλο τόσο το 2022.
Με δυο λόγια, αν επαληθευτούν αυτές οι προβλέψεις, αυτό σημαίνει ότι ούτε στο τέλος του 2022, δηλαδή σε δυόμισι χρόνια από σήμερα, δεν θα έχουμε ανακτήσει το χαμένο έδαφος της φετινής χρονιάς.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, όλοι βλέπουν αυτές τις προβλέψεις με μεγάλη ανησυχία. Βλέπω ότι από την πλευρά του πρωθυπουργού για άλλη μία φορά ανησυχία δεν διακρίνεται. Σε όλη την Ευρώπη υπάρχουν προβλέψεις δυσοίωνες. Δεν υπάρχει αμφιβολία. Για την Ελλάδα, όμως, είναι οι χειρότερες. Όμως, σε όλη την Ευρώπη, όλοι βλέπουν αυτές τις προβλέψεις και σχεδιάζουν μακροπρόθεσμα. Προσπαθούν να εξετάσουν όλα τα ενδεχόμενα, τα αρνητικά σενάρια, διότι μ’ αυτά πρέπει κανείς να κάνει τους σχεδιασμούς του.
Και, φυσικά, κανείς δεν έχει αυταπάτες ότι ακόμα κι αν η επιστήμη κάνει το θαύμα της και έχουμε εμβόλιο μέσα στους επόμενους μήνες, αυτό θα σημαίνει ότι αυτόματα, από την επόμενη μέρα, ξεκινούν οι οικονομίες από εκεί που σταμάτησαν τον Μάρτιο του 2020.
Σε όλη την Ευρώπη, λοιπόν, σχεδιάζουν με βάση τα δυσμενή σενάρια. Εδώ τι ακριβώς έχετε κάνει; Αυτό είναι το ερώτημα. Ξορκίζετε το κακό μην τυχόν και χαλάσει αυτό το αφήγημα της “ιστορίας επιτυχίας” που προσπαθείτε να καλλιεργείτε και προσπαθείτε να εμφυσήσετε και στην ελληνική κοινωνία. Το χειρότερο, όμως, είναι ότι αντιμετωπίζετε την κρίση που έχει ήδη επέλθει, έχει πέσει στα κεφάλια μας, της μεσαίας τάξης, των εργαζομένων κατά κύριο λόγο, της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας, ως μία αυτοεκπληρούμενη προφητεία.
Δεν πήρατε γενναία εμπροσθοβαρή μέτρα στην πρώτη φάση της πανδημίας και δεν έχετε σχέδιο πέρα από τα μπαλώματα για την επόμενη φάση, μετά το lockdown. Και όταν πια η ύφεση θα αγγίξει στα τέλη του έτους τα δυσθεώρητα επίπεδα των προβλέψεων, όταν θα χάνονται δουλειές, όταν θα πέφτουν τα λουκέτα βροχή και οι τρύπες στον προϋπολογισμό θα ανοίγουν η μία μετά την άλλη, τι θα κάνετε; Θα έρθετε να πείτε στον ελληνικό λαό: “Ετοιμαστείτε για μερικά χρόνια λιτότητας ακόμα. Δεν φταίμε εμείς, φταίει η πανδημία”.
Δεν είναι όμως έτσι. Στενεύουν τα περιθώρια, αλλά υπάρχουν ακόμα περιθώρια μιας πιο αποτελεσματικής αντίδρασης στις οικονομικές επιπτώσεις αυτής της κρίσης.
Ήδη, όμως, έχετε ξεκινήσει να στρώνετε το έδαφος γι’ αυτήν τη στάση. Να μας πείτε, δηλαδή, ότι δεν φταίτε εσείς, αλλά δυστυχώς, λόγω της πανδημίας θα μπούμε σε έναν νέο κύκλο λιτότητας. Και λέω ότι στρώνετε το έδαφος, διότι ακούμε, διαβάζουμε -σας άκουσα και με προσοχή εδώ, βεβαίως- να λέτε ότι ήταν πολιτική επιλογή να δώσετε τα αναδρομικά στους συνταξιούχους. Δεν ήταν πολιτική επιλογή. Ήταν υποχρέωσή σας. Ήταν απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας.
Ήταν υποχρέωσή σας, όπως κι εμείς το πράξαμε. Σεβαστήκαμε τις αποφάσεις της Δικαιοσύνης για τα ειδικά μισθολόγια. Ήταν υποχρέωσή σας.
Σας άκουσα, όμως, να μην βάζετε μία τέλεια στο χειροκρότημα που δεχτήκατε όταν ανακοινώσατε ότι θα δώσετε, ως οφείλετε, τα αναδρομικά για περικοπές που πάλι ο ίδιος ο υπουργός είχε κάνει την περίοδο των μνημονίων. Αυτή είναι η ειρωνεία της τύχης!
Δεν βάλατε, όμως, μία τελεία εκεί. Δεν ξέρω τι μπορεί να σημαίνουν όλα αυτά που είπατε μετά, απευθυνόμενος στους συνταξιούχους, ότι “ως εδώ, μην ζητάτε άλλα, μην θέλετε δώρα, μην μας ζητάτε να δούμε τι γίνεται με τις επικουρικές, μην ζητάτε άλλα” -τι είναι αυτά τα “άλλα”;- διότι έχει ανάγκες η κοινωνία. Προφανώς έχει ανάγκες. Και οι Ένοπλες Δυνάμεις της χώρας. Προφανώς. Είπατε ότι φτάσαμε στα δημοσιονομικά όρια και στα δημοσιονομικά περιθώρια. Να δούμε, λοιπόν, να κάνουμε μια ουσιαστική συζήτηση ποια είναι αυτά τα δημοσιονομικά όρια και τα δημοσιονομικά περιθώρια.
Αν δεν κάνω λάθος, από το 2020 η χώρα διέπεται από το καθεστώς της ρήτρας διαφυγής, δηλαδή δεν υπάρχει ούτε Σύμφωνο Σταθερότητας, ούτε στόχος δημοσιονομικός, με βάση τη συμφωνία που έχουμε κάνει για το χρέος και πρωτογενή πλεονάσματα. Έτσι δεν είναι;
Γιατί, όμως, προβληματίζομαι ιδιαίτερα όταν σας ακούω να λέτε ότι είναι πολιτική επιλογή η υποχρέωσή σας για τα αναδρομικά και ταυτόχρονα μετά να προσθέτετε και μια σειρά από υπαινιγμούς, που μας κάνουν να καταλαβαίνουμε ότι κάτι ετοιμάζετε; Διότι ήδη έχουν αρχίσει να βλέπουν το φως της δημοσιότητας ορισμένες εκ των προβλέψεων -δεν έχουμε προφανώς το σύνολο ακόμα και αυτό είναι ένα θέμα το οποίο θα το θέσω στη συνέχεια της ομιλίας μου- της περιβόητης έκθεσης της “ομάδας Πισσαρίδη”, στην οποία -όπως εσείς πριν από λίγο είπατε- θα βασιστεί η κυβέρνησή σας για το πλάνο το οποίο θα καταθέσει μέχρι τα μέσα Οκτωβρίου στην Ευρωπαϊκή Ένωση προκειμένου να λάβει τις εκταμιεύσεις από το Ταμείο Ανάκαμψης.
Περιμένουμε να δούμε τι θα είναι αυτό, ποια ακριβώς θα είναι η έκθεση και ποιο θα είναι ακριβώς αυτό το πλάνο. Όμως, αυτό που βλέπει το φως της δημοσιότητας είναι κατευθύνσεις που βρίσκονται σε αναντιστοιχία με όσα προεκλογικά είχατε πει. Και όλα αυτά ενώ βρισκόμαστε μπροστά σε μία κρίση που βαθαίνει και ενώ η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει κάνει βήματα προς τα μπρος, όχι ίσως αυτά τα οποία θα επιθυμούσαμε.
Κύριε Μητσοτάκη, θα ήθελα στο σημείο αυτό να σας ζητήσω να φέρετε έγκαιρα αυτήν την “έκθεση Πισσαρίδη” στη δημοσιότητα και έγκαιρα να θέσετε σε δημόσιο διάλογο και διαβούλευση τις δικές σας προτάσεις σε ό,τι αφορά το αναπτυξιακό πλάνο.
Θέλω να σας θυμίσω ότι εμείς τον Απρίλιο του 2018 για πρώτη φορά πριν καταθέσουμε στους θεσμούς -στους θεσμούς ακόμα τότε, διότι δεν είχαμε βγει από τη μνημονιακή επιτροπεία, αλλά και πριν καταθέσουμε στους Θεσμούς, καταθέσαμε σε δημόσιο διάλογο και ανοιχτά στην ελληνική κοινωνία αυτό το ολιστικό αναπτυξιακό πλάνο, το λεγόμενο “growth plan”.
Οφείλετε, λοιπόν, και εσείς να φέρετε στη δημοσιότητα άμεσα και την “έκθεση Πισσαρίδη” και τις δικές σας προβλέψεις. Και, βεβαίως, όχι μόνο στο δημόσιο διάλογο και στη διαβούλευση, αλλά και σε ουσιαστική συζήτηση εδώ στη Βουλή, προκειμένου να τοποθετηθούν όλα τα κόμματα, όλες οι πολιτικές δυνάμεις, καθώς αντιλαμβάνεστε ότι η διάρκεια ζωής αυτού του πλάνου δεν αφορά μόνο τον θεσμικά προβλεπόμενο χρόνο της κυβέρνησής σας, τον ξεπερνά. Είναι για την επόμενη εξαετία.
Επιτρέψτε μου, όμως, δύο σχόλια σε σχέση με την Ευρώπη, με τα αποτελέσματα, δηλαδή, της Συνόδου Κορυφής. Γνωρίζετε όλοι ότι χαιρετίσαμε την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής τον περασμένο Μάιο, σε ό,τι αφορά το Ταμείο Ανάκαμψης για τα 750 δισεκατομμύρια για την αντιμετώπιση των οικονομικών επιπτώσεων της πανδημίας. Τη χαιρετίσαμε, διότι για πρώτη φορά περιλαμβάνει ένα είδος αμοιβαιοποίησης του χρέους -δανείζεται η Ευρωπαϊκή Ένωση και όχι τα κράτη-μέλη -, διότι το χρέος αποπληρώνεται κυρίως από νέες ίδιες πηγές του ευρωπαϊκού προϋπολογισμού, διότι η πρόταση εκείνη προέβλεπε αρχικά από τα 750 δισεκατομμύρια τα 500 δισεκατομμύρια να δοθούν ως επιχορηγήσεις και διότι η μεθοδολογία κατανομής αυτών των πόρων ενίσχυε σημαντικά τις χώρες του Νότου, που έχουν να αντιμετωπίσουν τις μεγαλύτερες οικονομικές προκλήσεις μετά την πανδημία και φυσικά και τη χώρα μας.
Οφείλω να ομολογήσω, παρά το γεγονός ότι είναι σωστό αυτό που είπατε, ότι έξι μήνες πριν θα φάνταζε αυτή η κατάληξη ως μη πραγματική, πως η κατάληξη της Συνόδου Κορυφής σε σχέση με την αρχική πρόταση της Κομισιόν είναι πολλά βήματα πίσω.
Πρώτον, η αλλαγή της αναλογίας ανάμεσα στις επιχορηγήσεις και στον δανεισμό σε βάρος των επιχορηγήσεων είναι μία αρνητική είδηση. Και φανερώνει την αδυναμία της συλλογικής ηγεσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης να συνειδητοποιήσει την κρισιμότητα των στιγμών και τον κίνδυνο να οδηγηθεί η Ευρώπη και ειδικότερα ο ευρωπαϊκός Νότος σε μία νέα κρίση χρέους με ανυπολόγιστες συνέπειες όχι μόνο για την κοινωνική συνοχή. Αλλά, θα έλεγα, και για την ίδια τη συνοχή της ευρωζώνης εκ νέου, διότι αντιλαμβάνεστε ότι άλλο πράγμα είναι να έχει κρίση χρέους μία χώρα που αποτελεί το 1,5% του ευρωπαϊκού ΑΕΠ και άλλο μία χώρα όπως η Ιταλία, που είναι στους G7.
Δεύτερον, η αποδοχή από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο των θέσεων των χωρών του πλούσιου Βορρά τόσο για μείωση των επιχορηγήσεων, όσο όμως και για δικαίωμα φρένου στην εκταμίευση τους αν δεν πληρούνται σκληροί
όροι και προϋποθέσεις, δεν αφήνουν, θα έλεγα, μεγάλα περιθώρια πανηγυρισμών, αλλά μας γεννούν ένα βαθύ προβληματισμό ανεξάρτητα από το κατά πόσο εν τέλει θα ασκηθούν αυτά τα δικαιώματα. Και νομίζω ότι αυτός ο προβληματισμός επιβεβαιώνεται και από τη σφοδρή κριτική που άσκησε τελικά το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σε αυτήν τη συμφωνία.
Για όλα αυτά τα κρίσιμα θέματα δεν υπάρχει αμφιβολία ότι προφανώς θα υποστηρίξατε τις θέσεις της χώρας. Όμως, δεν σας ακούσαμε να υψώνετε τη φωνή σας όλο αυτό το διάστημα. Εντάξει, ήταν δικαίωμά σας να ακολουθήσετε όποια διαπραγματευτική στρατηγική θέλατε. Σας ακούσαμε, όμως, στο τέλος της Συνόδου να χαρακτηρίζετε αυτόν τον συμβιβασμό δίκαιο και εύλογο, έναν συμβιβασμό που σε σχέση με την αρχική πρόταση, αφαιρεί 110 δισεκατομμύρια ευρώ επιχορηγήσεων και θέτει αυστηρότερους όρους εκταμίευσης.
Και το ερώτημα που θέσαμε εμείς και σας ξαναθέτω, κύριε Μητσοτάκη, είναι το εξής: είναι δίκαιος και εύλογος για ποιον τελικά; Για εμάς που χάσαμε ή για τους Βόρειους που κέρδισαν; Ειλικρινά, δεν κατανοήσαμε τι ακριβώς θέλατε να πείτε εκείνο το βράδυ.
Και μετά από τους βαρύγδουπες πανηγυρισμούς για τα δήθεν 70 δισεκατομμύρια που κερδίσατε…
Ναι, 72.Μάλιστα. Βάζοντας, όμως, στον λογαριασμό και κονδύλια τα οποία ούτως ή άλλως θα παίρναμε. Κάθε επταετία παίρνουμε. Είναι τα κονδύλια του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου.
Μετά, λοιπόν, από αυτούς τους βαρύγδουπους πανηγυρισμούς, ήρθαν τα δημοσιεύματα διεθνών αναλυτών και ινστιτούτων, τα οποία μιλούν για μια συμφωνία που τελικά είναι επωφελής για τους ισχυρούς και δυσμενή σε σχέση με την αρχική πρόταση -όχι συνολικά- της Κομισιόν για τις αδύναμες χώρες και ιδιαίτερα για την Ελλάδα.
Το δημοσίευμα του Bruegel Institute, το οποίο φαντάζομαι θα είναι σε γνώση σας και έχει δει το φως της δημοσιότητας σε αναδημοσιεύσεις και σε αρκετά μέσα ενημέρωσης στη χώρα, έχει σχετικούς πίνακες οι οποίοι δείχνουν ότι η συμφωνία αυτή εντέλει θα αφήσει την Ελλάδα με 7 δισεκατομμύρια λιγότερα σε επιχορηγήσεις, σε σχέση με την αρχική πρόταση της Κομισιόν. Αν ισχύει αυτό, είναι ένα ποσό που αντιστοιχεί σχεδόν στο 4% του ελληνικού Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος.
Καταθέτω τον πίνακα. Τον έχετε δει φαντάζομαι. Δείχνει ότι από 23,21 δισεκατομμύρια πιθανότατα θα πάμε στα 16,69 δισεκατομμύρια και όχι στα 19 δισεκατομμύρια ευρώ των επιχορηγήσεων.
Όμως, νομίζω ότι δεν είναι μόνο εκεί το ζήτημα. Διότι το κρίσιμο, κατά την άποψή μου, είναι να δούμε από εδώ και στο εξής όχι αν θα είναι16,69 ή 19 δισεκατομμύρια οι επιχορηγήσεις. Το κρίσιμο είναι να δούμε δύο πράγματα.
Πρώτον, αν η χώρα έχει αυτή τη στιγμή τη δυνατότητα να απορροφήσει αυτά τα χρήματα το επόμενο διάστημα, αν υπάρχει, δηλαδή, η δυνατότητα και
οι μηχανισμοί απορροφητικότητας ενός δεύτερου ΕΣΠΑ, ας το πούμε έτσι. Δεν θα είναι ακριβώς ολόκληρο, ένα 70% με 80%.
Το δεύτερο, που είναι ίσως ακόμα πιο κρίσιμο, σχετίζεται με ό,τι είπα πιο πριν, εάν δηλαδή, προκειμένου να είμαστε εντάξει απέναντι στο πλαίσιο που τίθεται, θα προχωρήσουμε από μόνοι μας σε αυτά τα οποία βγαίνουν στο φως της δημοσιότητας ότι προβλέπονται στην “έκθεση Πισσαρίδη” για ιδιωτικοποίηση του δεύτερου πυλώνα του ασφαλιστικού συστήματος και αναδιάρθρωση της αγοράς εργασίας. Πράγματα τα οποία, κατά τη γνώμη μου, θα δημιουργήσουν και έναν νέο φαύλο κύκλο λιτότητας, αλλά και τεράστια κοινωνική ένταση, διότι θα διαρρήξουν για άλλη μια φορά, σε μια κοινωνία η οποία είναι πολύ τραυματισμένη τα τελευταία δέκα χρόνια, την κοινωνική συνοχή.
Θα έχουμε, όμως, φαντάζομαι τη δυνατότητα να τα πούμε αυτά αναλυτικά, κύριε Πρωθυπουργέ.
Το κρίσιμο όμως, με το οποίο θέλω να κλείσω την παρατήρησή μου ως προς αυτό, είναι ότι δεν πρέπει να παραγνωρίζουμε πως η αλλαγή του συσχετισμού ανάμεσα σε επιχορηγήσεις και δάνεια, την ίδια ώρα που θα έχουμε μια ύφεση που θα πλησιάσει το 12% του ΑΕΠ φέτος, χωρίς πιθανότητα γρήγορης ανάκαμψης, θα δημιουργήσει εκ νέου δυσμενείς συνθήκες στη σχέση χρέους – ΑΕΠ.
Το χρέος μας στο τέλος του χρόνου πιθανόν θα υπερβεί το 200% του ΑΕΠ, με ό,τι αυτό μπορεί να σημαίνει για τον κίνδυνο αναζωπύρωσης της κρίσης χρέους.
Επομένως, για να είμαι ξεκάθαρος, θα πρέπει, πρώτον, -σας το είπα και πριν από λίγο- να καταθέσετε άμεσα το πλάνο σας και την “έκθεση Πισσαρίδη”, αλλά και τις δικές σας θέσεις, τι απ’ αυτά υιοθετείτε και τι όχι, για να γίνει ένας ουσιαστικός διάλογος, να τοποθετηθούν τα πολιτικά κόμματα.
Το δεύτερο είναι ότι, κατά την άποψή μας, η Ελλάδα χρειάζεται σήμερα ένα τολμηρό στρατηγικό σχέδιο, προοδευτικό για την ανάταξη της οικονομίας μετά την πανδημία -εμείς το έχουμε ονομάσει “νέο κοινωνικό συμβόλαιο”- που θα περιλαμβάνει αναπτυξιακές προοπτικές με επίκεντρο την πράσινη ανάπτυξη και την ψηφιακή μετάβαση της οικονομίας, την ανάπτυξη σημαντικών κλάδων της οικονομίας, όπως του αγροδιατροφικού τομέα και της μεταποίησης, την αντιμετώπιση των ανισοτήτων και της επισφάλειας που νιώθουν ολοένα και ευρύτερα στρώματα του πληθυσμού και φυσικά, ένα ισχυρό και αποτελεσματικό κοινωνικό κράτος. Ας μην ξεχνάμε τα διδάγματα της πανδημίας για το ΕΣΥ. Η Ελλάδα χρειάζεται ένα σχέδιο το οποίο θα δώσει ελπίδα και προοπτική στις επόμενες γενιές ότι δεν θα περάσουν αυτά που πέρασαν οι προηγούμενες. Δεν βλέπω, δυστυχώς, καμία απολύτως πρόθεση από την πλευρά σας να κινηθείτε σε μια τέτοια κατεύθυνση. Αλλά, εδώ θα είμαστε να κουβεντιάσουμε.
Επιτρέψτε μου τώρα να σταθώ στο ζήτημα της πρώτης κατοικίας, διότι εντάξει, είναι προφανές ότι το νομοσχέδιο αυτό φέρει και θετικά μέτρα. Εμείς ζητούσαμε σε μόνιμη βάση τη μείωση προκαταβολής φόρου στο 50%, όχι εκτάκτως για την κρίση του κορωνοϊού. Αποτελούσε και προεκλογική μας
δέσμευση πέρυσι τέτοια εποχή. Εσείς επιλέξατε να διανείμετε αλλιώς τα δημοσιονομικά αποθέματα που είχαμε εκείνη την περίοδο.
Προφανώς αντιληφθήκατε ότι είναι αδιανόητο να ζητάς από κάποιον επιχειρηματία να σου δώσει το 100% του ποσού που αναφέρεται στα εισοδήματα της περσινής χρονιάς φέτος, που αυτά μπορεί να έχουν πέσει και κατά 80%.
Όμως νομίζω, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ότι το ζήτημα της προστασίας της πρώτης κατοικίας είναι εξαιρετικά κρίσιμο. Το 2015 η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ διαμόρφωσε μια ολοκληρωμένη στρατηγική για τη διαχείριση και αντιμετώπιση του ζητήματος του ιδιωτικού χρέους, των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Η στρατηγική αυτή ήταν πολύπλευρη, έθετε συγκεκριμένους στόχους και ορόσημα και έστελνε και ένα μήνυμα σοβαρότητας, αλλά και αποφασιστικότητας, τόσο εντός όσο και εκτός της χώρας.
Έτσι, κατά την περίοδο 2015-2019 υπήρξε σημαντική πρόοδος με την αναμόρφωση της σχετικής νομοθεσίας, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί ένα ουσιαστικό και διευρυμένο οπλοστάσιο για την αντιμετώπιση του προβλήματος. Παράλληλα, και παρότι μεγάλο μέρος αυτών των μεταρρυθμίσεων έλαβε χώρα υπό καθεστώς στενής επιτήρησης και δημοσιονομικής πειθαρχίας, το πλαίσιο που διαμορφώθηκε περιέλαβε πλήθος ευνοϊκών ρυθμίσεων για εργαζόμενους και επαγγελματίες, μικρές επιχειρήσεις, για τους οικονομικά αδύναμους.
Ενδεικτικά να πω ότι βελτιώθηκε και επεκτάθηκε ο ν.3869/2010, “νόμος Κατσέλη – Σταθάκη” όπως ονομάστηκε μετά, εντάχθηκαν τα χρέη προς το δημόσιο και τους φορείς του δημόσιου τομέα, μειώθηκε η γραφειοκρατία, μειώθηκαν οι χρόνοι εκδίκασης υποθέσεων. Δημιουργήθηκε ο νόμος για την προστασία της κύριας κατοικίας, ο ν.4605/2019. Εντάχθηκαν όλα τα φυσικά πρόσωπα, αλλά και τα επιχειρηματικά δάνεια που είχαν ως υποθήκη την πρώτη κατοικία.
Πράγματι, δεν απέδωσε όσο θα θέλαμε αυτή η πλατφόρμα. Αυτό, όμως, οφείλεται στο γεγονός πως από όταν αναλάβατε εσείς, δεν φροντίσατε να λύσετε κανένα γραφειοκρατικό πρόβλημα απ’ αυτά τα οποία παρουσιάζονταν καθόλη τη διάρκεια της λειτουργία αυτής της πλατφόρμας.
Δημιουργήσαμε, επίσης, τον εξωδικαστικό μηχανισμό ρύθμισης οφειλών. Εκσυγχρονίστηκε το πτωχευτικό δίκαιο σημαντικά, έγινε η μεταρρύθμιση του κώδικα δεοντολογίας των τραπεζών σε αντίθεση -προσέξτε!- με τη δική σας θέση στο θέμα. Και αναφέρομαι στην αμνηστία που δώσατε με τροπολογία την περίοδο της πανδημίας σε τραπεζικά στελέχη που κατέληξε, βέβαια, σε φιάσκο, καθώς οι διατάξεις κρίνονται ήδη αντισυνταγματικές από τα δικαστήρια.
Δημιουργήθηκε, επίσης, Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους, πλαίσια ρύθμισης οφειλών προς το Δημόσιο, τους φορείς κοινωνικής ασφάλισης, τους δήμους, με πολυετείς δόσεις και σημαντικά κίνητρα και ευεργετήματα.
Αυτές ήταν οι δικές μας παρεμβάσεις. Έλυσαν το πρόβλημα οριστικά; Όχι, αλλά βελτίωσαν σημαντικά την κατάσταση, με αποτέλεσμα, αφενός, την αποκλιμάκωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, αφετέρου, τη διευκόλυνση σημαντικής μερίδας υπερχρεωμένων προσώπων, νοικοκυριών και επαγγελματιών.
Το ερώτημα, λοιπόν, είναι εσείς τι έχετε κάνει εδώ και έναν χρόνο. Έχετε εξαγγείλει ένα νέο πτωχευτικό πλαίσιο, το οποίο, από ό,τι ακούμε και από ό,τι φαίνεται, αν ισχύουν αυτά που ακούμε και αυτά που γράφονται, αναμένεται να είναι η οριστική ταφόπλακα για την προστασία της πρώτης κατοικίας. Όμως, δεν το έχετε φέρει ακόμα, μέχρι σήμερα και ενώ δεν το έχετε φέρει, μας παρουσιάζεται ένα σχέδιο “Γέφυρα”, αποφεύγοντας ωστόσο να μας πείτε τι θα συνδέει αυτή η “Γέφυρα”, ποια θα είναι δηλαδή η επόμενη μέρα για την προστασία της πρώτης κατοικίας.
Για να πούμε τα πράγματα με το όνομά τους, η ρύθμιση που φέρνετε σήμερα δεν αποτελεί πλαίσιο προστασίας. Στις 31 Ιουλίου, σε λίγες μέρες από σήμερα, τελειώνει η προστασία. Η μεγάλη πλειοψηφία των οφειλετών δεν θα περάσει πάνω από τη “Γέφυρα”, κάτω από τη “Γέφυρα” θα περάσει. Διότι αυτό που φέρνετε είναι ένα πρόγραμμα επιδότησης, χωρίς ρύθμιση οφειλών, ένα πρόγραμμα επιδότησης μάλιστα για λίγους μήνες και για λίγους οφειλέτες, όσους, όπως λέει, έχουν πληγεί από την πανδημία και τις οικονομικές επιπτώσεις. Όλη η Ελλάδα έχει πληγεί.
Δεν θα είναι, όμως, όλη η Ελλάδα. Θα είναι ελάχιστοι και για εννιά μόνο μήνες. Είναι ένα πρόγραμμα που όχι μόνο δεν αξιοποιεί, αλλά και δεν συνδυάζεται με τα υφιστάμενα εργαλεία. Απεναντίας, απαιτεί την παραίτηση του οφειλέτη από αυτά τα εργαλεία.
Επομένως, εγώ με πλήρη επίγνωση όσων λέω, σας λέω ότι αυτό που φέρνετε σήμερα αποτελεί ένα απολύτως συνειδητό σχέδιο. Αφήσατε να λήξει ένα πλαίσιο προστασίας της κύριας κατοικίας που παρείχε και ρύθμιση οφειλών και επιδότηση της δόσης και ανοίξατε τον δρόμο σε μια εφιαλτική για την κοινωνία προοπτική χιλιάδων πλειστηριασμών πρώτης κατοικίας, αυτό που καταφέραμε, παρότι είχαμε μνημόνια, παρότι είχαμε τους δανειστές πάνω το κεφάλι μας, εμείς να το αποτρέψουμε.
Αντιλαμβανόμενοι, λοιπόν, ότι βρισκόμαστε σε μια περίοδο που εκ νέου μπαίνουμε σε βαθιά ύφεση, αντιλαμβανόμενοι ότι βρισκόμαστε σε μια περίοδο όπου η ανεργία θα αρχίσει ξανά να ανεβαίνει τον ανήφορο, αντιλαμβανόμενοι ότι το μέσο εισόδημα της μέσης οικογένειας μειώνεται εκ νέου και ότι πιθανώς, έρχονται δύσκολες μέρες από τον Σεπτέμβρη και μετά, σας καλούμε να αναθεωρήσετε αυτές τις σκέψεις, αυτά τα σχέδια, αυτές τις προθέσεις.
Γνωρίζω πολύ καλά ότι υπάρχει απαίτηση από την πλευρά των δανειστών να προχωρήσουμε άμεσα. Δεν είμαστε, όμως, σε μνημόνιο πια. Η χώρα έχει ανακτήσει την αξιοπιστία της.
Έχουμε βγει από τη σκληρή επιτήρηση. Έχουμε και το ανάστημα και το ηθικό δικαίωμα να προστατέψουμε, ιδίως την περίοδο κρίσης μετά την πανδημία, τους αδύναμους και την πρώτη κατοικία.
Καταθέτουμε, λοιπόν, σήμερα τροπολογία, το αναγκαίο πλαίσιο για να αποτραπεί αυτή η εφιαλτική προοπτική χιλιάδων πλειστηριασμών, με πρόταση που πιστεύω ότι θα μπορούσε να λειτουργήσει ως πραγματική “γέφυρα”, ένα νέο πλαίσιο που θα αντιμετωπίζει αποτελεσματικά και ολοκληρωμένα το πρόβλημα και θα δίνει λύσεις και ανακούφιση στα δοκιμαζόμενα νοικοκυριά και τους επαγγελματίες.
Διότι η δική μας “γέφυρα” πατάει πάνω στον ισχύοντα νόμο για την προστασία της πρώτης κατοικίας. Διευρύνει ωστόσο σημαντικά το πεδίο του για να απαντήσει και στη σημερινή δύσκολη συγκυρία της ασφυξίας, στην οποία βρίσκονται χιλιάδες δανειολήπτες, ακριβώς διότι επιδεινώνεται η οικονομική κατάσταση και διευρύνεται η κοινωνική ανασφάλεια. Είναι ένα πλαίσιο το οποίο θα επεκτείνεται χρονικά μέχρι το τέλος του 2020 και θα περιλαμβάνει αυξημένη κρατική επιδότηση για τους δανειολήπτες εκείνους που ανήκουν στις ευάλωτες κοινωνικές ομάδες.
Τα βασικότερα σημεία της δικής μας πρότασης είναι τα εξής. Πρώτον, καλύπτουμε δάνεια που κοκκίνισαν ως και τις 9 Ιουνίου του 2020, ενώ ήταν έως τις 31-12-2018 το ισχύον πλαίσιο, δηλαδή και δάνεια που κοκκίνισαν λόγω των επιπτώσεων της πανδημίας. Διευρύνουμε την περίμετρο αυτών που καλύπτονται, αυξάνοντας τα όρια προστασίας στα επιχειρηματικά δάνεια. Προσδιορίζουμε μια αυτοματοποιημένη διαδικασία υπολογισμού των δόσεων, λαμβάνοντας υπ’ όψιν τις ανάγκες διαβίωσης των οφειλετών. Υπολογίζουμε αυτές τις ελάχιστες δαπάνες διαβίωσης με μεγαλύτερο συντελεστή, δίνοντας μεγαλύτερη ανάσα στα νοικοκυριά. Η εισφορά του Δημοσίου αυξάνεται για τα χαμηλά εισοδήματα. Προτείνουμε μεγαλύτερες διαγραφές χρεών, καθώς δεν θα καταβάλλεται σε δόσεις το 120% της αξίας του ακινήτου του οφειλέτη, αλλά το 100%.
Η πρότασή μας, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, είναι και ρεαλιστική και υλοποιήσιμη. Και, κυρίως, είναι μια πρόταση που προστατεύει αυτή τη στιγμή χιλιάδες δανειολήπτες οι οποίοι βρίσκονται σε μεγάλο αναβρασμό, σε μεγάλη ανησυχία για το σπίτι τους.
Σας καλούμε να την υιοθετήσετε, αλλιώς θα αναλάβετε την πολιτική ευθύνη για το οξύτατο κοινωνικό πρόβλημα που θα δημιουργηθεί το επόμενο διάστημα.
Εν πάση περιπτώσει, κύριε Μητσοτάκη, πιστεύω ότι πρέπει να πάρετε θέση σε αυτή την κόντρα, γιατί εγώ καταλαβαίνω ότι εδώ υπάρχουν πιέσεις όχι μόνο απ’ έξω, αλλά και από τράπεζες, τραπεζίτες, τις τράπεζες που, δυστυχώς, ούτε επί των ημερών μας έπαιζαν τον πραγματικό τους ρόλο στην πραγματική οικονομία. Αυτοί που πραγματικά έχουν ανάγκη δεν μπορούν να περάσουν ούτε έξω από τα γκισέ των τραπεζών. Δάνεια παίρνουν μονάχα όσοι μπορούν να αποδείξουν ότι δεν έχουν ανάγκη να πάρουν δάνειο.
Άκουσα τα στοιχεία τα οποία δίνετε. Εκφράζω έναν μεγάλο προβληματισμό. Εγώ όπου σταθώ και όπου βρεθώ και συναντώ μικρομεσαίους επιχειρηματίες, μου λένε ότι δεν είχαν τη δυνατότητα πρόσβασης. Θα ελέγξουμε τα στοιχεία σας. Δεν τα αμφισβητώ. Όμως, πολύ φοβάμαι ότι και εδώ παίχτηκε ένα παιγνίδι που έχει να κάνει με την “καλή
πελατεία”, τα “φιλέτα” των τραπεζών. Πήραν τα χρήματα, τα αξιοποίησαν για να προστατεύσουν την πελατεία τους, όχι αυτούς που έχουν πραγματική ανάγκη. Διότι, όταν η εγγύηση είναι στο 80% και το άλλο 20% γίνεται με κανόνες τραπεζών, αυτοί οι κανόνες είναι κανόνες που αποτρέπουν έναν επιχειρηματία, που κάποιοι από εσάς τους λέτε «ζόμπι». Δεν είναι “ζόμπι” οι άνθρωποι. Αντιμετωπίζουν τεράστιες δυσκολίες και πρέπει να αποφύγουν το λουκέτο και για να αποφύγουν το λουκέτο, πρέπει να έχουν πρόσβαση σε χρηματοροές.
Πρέπει, λοιπόν, εδώ να αποφασίσετε με ποιον είστε: Με τις τράπεζες ή με την κοινωνία; Με τις ανάγκες της κοινωνίας ή με τις ανάγκες των τραπεζικών στελεχών με τους υψηλούς μισθούς; Οι τράπεζες επιθυμούν διακαώς τους πλειστηριασμούς, μπας και σώσουν λίγο την επιβαρυμένη θέση τους.
Τη στιγμή, λοιπόν, που δεν χρηματοδοτούν την ελληνική οικονομία και τη στιγμή που προκλητικά απαιτούν να μπορούν ξανά να παίρνουν τα στελέχη τους αυτά τα προκλητικά μπόνους που είδαμε πριν την κρίση και τα stock options, εσείς έρχεστε και τους τα χαρίζετε όλα, αναδρομικά μάλιστα.
Μεταξύ των άλλων ρυθμίσεων, που πολλές από αυτές είπα ότι είναι θετικές, φέρνετε στο παρόν νομοσχέδιο ρυθμίσεις δήθεν για να ενισχύσετε την αναπτυξιακή διαδικασία της ελληνικής οικονομίας, ρυθμίσεις που ευνοούν τα τραπεζικά στελέχη για να αρχίσουν να παίρνουν ξανά μπόνους και stock options. Αυτό είναι απαράδεκτο!
Αντί να πιέσετε τις τράπεζες και τα στελέχη τους να ανοίξουν επιτέλους τις κάνουλες της ρευστότητας προς τις πληττόμενες επιχειρήσεις, αντί να τις πιέσετε να διαθέσουν τα δισεκατομμύρια ευρώ που έχουν δανειστεί από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα για τη στήριξη των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων, έρχεστε σήμερα και επιβραβεύετε τα τραπεζικά στελέχη, τα μέλη των διοικητικών τους συμβουλίων και τους μετόχους των τραπεζών για το “θεάρεστο” έργο τους, για τη συμβολή τους στην υλοποίηση της στρατηγικής, για την “ανοσία αγέλης”, όπως την έχουμε ονομάσει στην οικονομία, οι ισχυροί να σωθούν, οι υπόλοιποι στον Καιάδα.
Και απαλλάσσετε από την φορολογία εισοδήματος τις παροχές σε είδος, όπως οι δωρεάν μετοχές που λαμβάνουν τα στελέχη αυτά, ενώ δε για την υπεραξία που θα προκύπτει από την πώληση των μετοχών προβλέπεται φορολόγηση μόνο με 15%. Και μόνο τυχαία δεν είναι η επιλογή σας να νομοθετήσετε τώρα σε αυτή την κατεύθυνση, ούτε βεβαίως και η αναδρομική εφαρμογή της ρύθμισης.
Και δεν είναι τυχαία διότι προχθές, μόλις, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα επέκτεινε την απαγόρευση οποιασδήποτε διανομής κεφαλαίων των τραπεζών, είτε με τη μορφή μερίσματος, είτε με την μορφή επιστροφής κεφαλαίων, είτε με τη μορφή μπόνους ή και επαναγοράς μετοχών. Και η Eurobank προχθές αποφάσισε να προχωρήσει σε μια τέτοια κίνηση και να διανείμει στα στελέχη, στο προσωπικό και σε όλες τις συνδεδεμένες εταιρίες της δικαιώματα προαίρεσης μετοχών με τη μη εξάσκηση στα 23 λεπτά του ευρώ, όταν η μετοχή της έκλεισε χθες στα 39 λεπτά του ευρώ, κάνοντας έτσι ένα επιπλέον δώρο 16 λεπτών ανά μετοχή στα στελέχη της.
Αυτή είναι λοιπόν η εικόνα. Ενώ η οικονομία βρίσκεται σε εφιαλτική προοπτική, ενώ ο μέσος επιχειρηματίας δεν έχει δυνατότητα πρόσβασης σε δανεισμό, ενώ όλοι φοβούνται ότι θα περικοπούν εισοδήματα, ήδη έχουν περικοπεί, στον ιδιωτικό τομέα έχουν ήδη περικοπεί και θα περικοπούν και άλλο – δεν ξέρω τι λέει η “έκθεση Πισσαρίδη” για το ασφαλιστικό σύστημα, θα δούμε τι θα γίνει και με τους συνταξιούχους- εσείς έρχεστε να επιβραβεύσετε τα τραπεζικά στελέχη με νέα μπόνους και stock options.
Πρέπει λοιπόν να αποφασίσετε κύριες και κύριοι συνάδελφοι. Θα είσαστε με αυτούς που έχουν πραγματικά ανάγκη για να τους στηρίξετε ή θα κάνετε διαρκώς εκπτώσεις σε αυτούς που δεν έχουν ανάγκη; Φοροαπαλλαγές σε αυτούς που δεν έχουν ανάγκη; Θα βγάζετε στο σφυρί την πρώτη κατοικία την ίδια στιγμή που δίνετε μπόνους στα golden boys;
Το 2015 μας παραδώσατε χωρίς καμία μέριμνα για την προστασία της πρώτης κατοικίας μια οικονομία η οποία ήταν στα τάρταρα. Την επαναφέραμε, στάθηκε η οικονομία στα πόδια της, η χώρα στα πόδια της και σε ότι αφορά την προστασία της πρώτης κατοικίας βελτιώσαμε και εξελίξαμε την νομοθεσία και καταφέραμε να διατηρηθεί η λαϊκή κατοικία, η πρώτη κατοικία ανέπαφη.
Σήμερα, έρχεστε για να τα ξηλώσετε ξανά όλα. Πάλι τα ίδια. Σύντομα όμως κ. Μητσοτάκη, τόσο η μεσαία τάξη, που εξαπατήσατε, όσο και η μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία που στενάζει θα καταλάβει ποιο είναι το σχέδιο σας και για ποιους δουλεύετε. Αρκεί μέχρι τότε να μην έχετε γκρεμίσει όλα όσα με θυσίες κτίζαμε εμείς επί τεσσεράμισι χρόνια για να κληθούμε πάλι να τα ανοικοδομήσουμε εκ νέου από τα ερείπια.
Ελπίζω να μη συμβεί αυτό