Οι αξίες και οι παραδόσεις για έναν άνθρωπο λειτουργούν όπως οι ρίζες για ένα φυτό ή το έρμα για ένα πλοίο. Χωρίς αυτές, ο άνθρωπος χάνει την πνευματική του ισορροπία και μετατρέπεται σε ένα εύκολα χειραγωγήσιμο ον. Έχοντας χάσει επαφή με το παρελθόν δεν έχει μια ισχυρή πνευματική πυξίδα για το μέλλον. Ο σύγχρονος ευρωπαϊκός και κατ’ επέκταση ο δυτικός πολιτισμός, διαμορφώθηκε μέσα από τα κινήματα της Αναγέννησης και του Διαφωτισμού, που ακολούθησαν την περίοδο του Μεσαίωνα (Η Δύση νοείται ως πολιτική και πολιτισμική οντότητα και όχι ως γεωγραφική). Η «ανακάλυψη» εκ νέου των κειμένων της κλασικής Ελλάδας και της σωκρατικής φιλοσοφίας με την ανθρωποκεντρική της διάσταση, έδωσαν το έναυσμα για την εισαγωγή μιας νέας εποχής στο επίκεντρο της οποίας βρισκόταν μεταξύ άλλων, η λογική, η υγιής αμφισβήτηση, το μέτρο και ο άνθρωπος.
Στην εποχή μας παρατηρείται μια προσπάθεια από ορισμένα κινήματα να αποδομήσουν τον δυτικό τρόπο ζωής και τις αξίες στις οποίες εδράζεται, στο όνομα μιας κατ’ επίφαση ιδεολογικής επανάστασης που θα αναγνωρίσει και θα διορθώσει αδικίες αιώνων. Κάτω από αυτό το ωραιοποιημένο πέπλο όμως, επιχειρείται μια βίαιη επανευθυγράμμιση των δυτικών κοινωνιών, στο όνομα ενός γενικού και ασαφούς «δικαιωματισμού». Μέσω της επιλεκτικής ανάγνωσης της παγκόσμιας ιστορίας και της ανιστορικής προσέγγισης ιστορικών γεγονότων, χτίζεται και προβάλλεται το πρότυπο του «κακού λευκού», ο οποίος χρεώνεται κάθε αδικία. Κινήματα όπως η κουλτούρα woke, καίτοι αυτοπροσδιορίζονται ως αντιρατσιστικά εισάγουν κατ’ ουσίαν έναν αντίστροφο ρατσισμό, διαιωνίζοντας και ενισχύοντας υπάρχουσες διαχωριστικές γραμμές. Μέσω της προώθησης του προτύπου του «κακού λευκού» αφενός υιοθετείται μια ισοπεδωτική αντιμετώπιση όλων των Ευρωπαϊκών λαών (π.χ. Η Ελλάδα, η Πολωνία κ.λ.π. δεν υπήρξαν αποικιοκρατικές δυνάμεις) και αφετέρου επιβάλλονται ενοχικά σύνδρομα και μια λογική αυτομαστιγώματος, ενώ απώτερος στόχος είναι η αποσάρθρωση των αξιών επί των οποίων εδράζονται αυτές οι κοινωνίες, χωρίς παράλληλα να υπάρχει μια σοβαρή πρόταση με τι θα αντικατασταθούν.
Φυσικά δεν υποστηρίζεται ότι σε πολλές περιπτώσεις, η πολιτική και η πρακτική αρκετών δυτικών κρατών διαχρονικά, δεν υπήρξε υπεύθυνη για την εκμετάλλευση πολλών πληθυσμών ανά τον κόσμο ακόμα και για την εγκληματική αντιμετώπισή τους. Αυτό που τονίζεται είναι η μονομερής παρουσίαση των ιστορικών γεγονότων, η εξέταση της ιστορίας σε «βολικά» χρονικά σημεία και η αποσιώπηση άλλων, η οποία οδηγεί σε εσφαλμένα συμπεράσματα και σε ιστορική παραχάραξη εκ μέρους τέτοιων κινημάτων. Αυτή η μεροληπτική κριτική γίνεται πιο κατανοητή μέσα από την παράθεση ορισμένων ενδεικτικών παραδειγμάτων.
Οι σταυροφορίες παρουσιάζονται από τέτοιους κύκλους ως μια σειρά αναίτιων επιθετικών πολέμων που χαρακτηρίζουν τη διαχρονική ιμπεριαλιστική διάθεση της χριστιανικής Δύσης εναντίον της μουσουλμανικής Ανατολής. Αυτό που δεν αναφέρεται σκόπιμα όμως και το οποίο αλλάζει το όλο πλαίσιο, είναι ότι είχαν προηγηθεί των σταυροφοριών, οι επεκτατικοί πόλεμοι των Αράβων, οι οποίοι κατέλαβαν μέχρι και ένα σημαντικό τμήμα της Ιβηρικής χερσονήσου. Επίσης, το γεγονός ότι θύμα της Δ΄ σταυροφορίας υπήρξε και η ίδια η Βυζαντινή Αυτοκρατορία, σημαίνει ότι αυτές οι εκστρατείες δεν μπορούν να ενταχθούν τόσο απλοϊκά σε ένα δίπολο στη μια άκρη του οποίου υπάρχει ο «κακός» λευκός Χριστιανός και στην άλλη ο «καλός» Μουσουλμάνος.
Στο ίδιο μήκος κύματος, η αύξηση της ισχύος ορισμένων Ευρωπαϊκών κρατών μετά τον 15ο αιώνα, όπως η Πορτογαλία, η Γαλλία, η Βρετανία και η Ισπανία που τους επέτρεψε να επεκταθούν και να δημιουργήσουν αποικιοκρατικές αυτοκρατορίες παρουσιάζεται με μελανά χρώματα. Αντίστοιχα η ανάδυση δυνάμεων από την Ανατολή όπως οι Πέρσες, οι Ούννοι, οι Άραβες και οι Τούρκοι που επεκτάθηκαν δυτικά επιδιδόμενοι σε ανάλογες ενέργειες, αποσιωπάται πολύ βολικά. Ουσιαστικά ένα ιστορικό φαινόμενο όπως ο ιμπεριαλισμός που σχετίζεται με την ανθρώπινη φύση (επιζήτηση εξουσίας) και την διεθνή πολιτική (μεταβολή του κύκλου ισχύος των κρατικών οντοτήτων) ασχέτως φυλετικών κριτηρίων, όταν αναφέρεται σε περιπτώσεις ευρωπαϊκών κρατών, παρουσιάζεται μέσω μιας οπτικής που αποκτά ρατσιστικά χαρακτηριστικά.
Οι ευρωπαϊκές αποικιοκρατικές δυνάμεις επιδόθηκαν συστηματικά στο υπερατλαντικό δουλεμπόριο (από τον 16ο έως τον 19ο αιώνα) και γι’ αυτό το λόγο δικαίως, με τα σημερινά δεδομένα, αντιμετωπίζουν μια κατακραυγή από ορισμένα κινήματα (αν και η κατακραυγή αυτή γενικεύεται λανθασμένα εναντίον όλων των λευκών). Η ίδια κατακραυγή όμως δεν παρατηρείται εναντίον των Αράβων, οι οποίοι επιδόθηκαν αντίστοιχα στο δουλεμπόριο Αφρικανών για πολύ μεγαλύτερο διάστημα από τους Ευρωπαίους (από τον 6ο έως τον 19ο αιώνα). Δεν υπάρχει επίσης και για Αφρικανικά κράτη όπως το βασίλειο του Κονγκό που επιδιδόταν σε εκταμένο δουλεμπόριο πριν την έλευση των αποικιοκρατών. Φυσικά δεν υπάρχει και στις περιπτώσεις όπου μη Ευρωπαϊκές δυνάμεις πωλούσαν λευκούς πληθυσμούς ως δούλους στα σκλαβοπάζαρα της Ανατολής.
Εν ολίγοις, κάποια στιγμή θα πρέπει να τελειώνει αυτό το «αστείο» με το αυτομαστίγωμα των ευρωπαϊκών κοινωνιών. Η επιλεκτική ανάγνωση της ιστορίας και η μανιχαϊστική προσέγγισή της, όχι μόνο είναι αντιεπιστημονική και εσφαλμένη αλλά αποτελεί και μια επικίνδυνη τακτική με πολιτικές σκοπιμότητες. Η αυτοκριτική και η αποδοχή λαθών του παρελθόντος είναι σημαντικός παράγοντας για να υπάρξει πραγματική πρόοδος αλλά αυτή διαδικασία δεν μπορεί ποτέ να είναι μονομερής. Όπως έλεγε και ο Martin Luther King, «Δεν γίνεται να είσαι υπέρ της δικαιοσύνης για κάποιους ανθρώπους και να μην είσαι υπέρ της δικαιοσύνης για όλους τους ανθρώπους».