Επίκαιρη Επερώτηση 56 βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία για το άγριο “ράλι” αυξήσεων σε είδη βασικής ανάγκης και βασικά καταναλωτικά αγαθά όπως κατατέθηκε στις 16 Ιουλίου. Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της Επερώτησης:
ΕΠΙΚΑΙΡΗ ΕΠΕΡΩΤΗΣΗ
Προς τους κ.κ. Υπουργούς:
· Ανάπτυξης και Επενδύσεων
· Οικονομικών
· Περιβάλλοντος και Ενέργειας
· Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων
Θέμα: «Άμεση ανάγκη πρωτοβουλιών για την αντιμετώπιση των αυξήσεων των τιμών σε είδη πρώτης ανάγκης, αγροτικά κτηνοτροφικά προϊόντα και την Ενέργεια – Να σταματήσει η μετακύλιση των αυξήσεων στον τελικό καταναλωτή»
Η κατάσταση στην ελληνική οικονομία έχει επιδεινωθεί έντονα το τελευταίο διάστημα. Χιλιάδες νοικοκυριά και επιχειρήσεις αδυνατούν να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους. Η ύφεση στην Ελλάδα για το 2020 άγγιξε το 8,2%. Πρόκειται για τη δεύτερη μεγαλύτερη ύφεση μεταπολεμικά και μία από τις χειρότερες στην Ευρώπη για το 2020. Το ιδιωτικό χρέος διογκώθηκε και το δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ εκτινάχθηκε. Την ίδια στιγμή στην πλειοψηφία τους οι πολίτες εμφανίζονται απαισιόδοξοι για την πορεία της οικονομίας.
Παράλληλα, το ποσοστό των ανθρώπων που κινδύνευε από φτώχεια ή κοινωνικό αποκλεισμό στην Ελλάδα είναι 28,9% (ΕΛΣΤΑΤ 22/6/2021, έτος αναφοράς 2019). Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, το 27,5% των Ελλήνων πολιτών δήλωναν ότι δεν μπορούσαν να ανταποκριθούν στο κόστος των καθημερινών τους αναγκών πριν την έναρξη της πανδημίας, ενώ η χώρα μας κατέχει την τρίτη χειρότερη θέση (ποσοστό 48% έναντι 32% του ευρωπαϊκού μέσου όρου) ως προς την ικανότητα να ανταποκριθούν σε απρόσμενες οικονομικές προκλήσεις, σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat (5/5/2020).
Ταυτόχρονα, η ανεργία στη χώρα παρουσίασε αύξηση στο 17% για τον Απρίλιο του 2021 (ΕΛΣΤΑΤ), ενώ η Ελλάδα βρίσκεται στην πρώτη θέση της ΕΕ στην ανεργία των νέων για τον Μάιο, με ποσοστό 38,2% (21 ολόκληρες μονάδες πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο 17,3%), σύμφωνα με τα στοιχεία της Κομισιόν.
Όλα τα παραπάνω στοιχεία δημιουργούν μια δυσοίωνη οικονομική αλλά και κοινωνική κατάσταση, καθώς αποτυπώνεται πλέον με σαφήνεια η οικονομική δυσπραγία των ελληνικών νοικοκυριών αλλά και η εκτόξευση του κόστους διαβίωσης.
Επιπρόσθετα, το τελευταίο διάστημα παρατηρούνται σε παγκόσμιο επίπεδο αυξήσεις σε μια σειρά προϊόντα και υπηρεσίες. Αυτές αφορούν πρώτες ύλες (σιτηρά, μέταλλο, αλουμίνιο κ.α), την τιμή του πετρελαίου και κατ’ επέκταση τις μεταφορές, αλλά και το ύψος των ναύλων. Οι αυξήσεις αυτές έχουν επηρεάσει τις τιμές σε μια σειρά προϊόντων και εντός της ελληνικής επικράτειας.
Συγκεκριμένα:
Είδη πρώτης ανάγκης – Πρώτες Ύλες
Όπως έχουμε ήδη επισημάνει και σε προηγούμενη ερώτησή μας («Ανεξέλεγκτη αύξηση τιμών σε βασικά είδη διατροφής ευρείας κατανάλωσης» αρ. ερώτησης 628/7084, ημερομηνία κατάθεσης 13/06/2021), όλοι οι αρμόδιοι φορείς, του Υπουργείου Ανάπτυξης συμπεριλαμβανομένου, μέσω της πλατφόρμας e-katanalotis, καταγράφουν συστηματική αύξηση των τιμών σε αγαθά ευρείας κατανάλωσης και είδη πρώτης ανάγκης.
Οι μετρήσεις του Ινστιτούτου Έρευνας Λιανεμπορίου Καταναλωτικών Αγαθών (ΙΕΛΚΑ) σημειώνουν αύξηση τιμών σε γαλακτοκομικά είδη, αυγά, λαχανικά κλπ, που κατά περίπτωση φτάνει ακόμα και το 12%, με αποτέλεσμα πολλές οικογένειες να μην μπορούν να ανταποκριθούν και να στερούνται από το οικογενειακό τραπέζι βασικά αγαθά με υψηλή διατροφική αξία.
Στο ίδιο συμπέρασμα καταλήγει κανείς μελετώντας τόσο τους πίνακες του e-katanalotis όσο και τους αντίστοιχους πίνακες της ΕΛΣΤΑΤ, ενώ ακόμα πιο ανησυχητικά είναι τα στοιχεία που παρουσιάζει το Ινστιτούτο Καταναλωτών (ΙΝΚΑ), το οποίο αναφέρεται ακόμα και σε «καμουφλαρισμένες» αυξήσεις οι
οποίες οδηγούν σε ανεπίτρεπτη παραπλάνηση του καταναλωτή, όπως για παράδειγμα στα καθαριστικά, όπου η τιμή παραμένει η ίδια αλλά μειώνεται η ποσότητα, χωρίς αυτό να γίνεται αντιληπτό από τον καταναλωτή.
Τη διαπίστωση άλλωστε των ήδη αυξημένων τιμών στα σούπερ μάρκετ αλλά και την εκτίμηση ότι «έρχεται κύμα ακρίβειας» με γενικευμένες ανατιμήσεις που θα αγγίζουν ακόμα και ποσοστά του 10-20% μέσα στο καλοκαίρι, επιβεβαιώνει και έρευνα που διεξήγαγε και δημοσίευσε το Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Αθηνών, ζητώντας μάλιστα από την Κυβέρνηση να
θέσει το θέμα της χρηματοπιστωτικής κερδοσκοπίας στα αρμόδια όργανα της Ε.Ε. προκειμένου να βρεθεί συνολική λύση.
Αναφορικά δε με τον κατασκευαστικό κλάδο, αυτός βρίσκεται ήδη από καιρό σ’ ένα φαύλο κύκλο. Σύμφωνα με τους ανθρώπους της αγοράς και πλήθος δημοσιευμάτων ήδη από τις αρχές του 2021 και με κορύφωση την περίοδο που διανύουμε παρατηρείται ανεξέλεγκτη αύξηση των τιμών όλων των υλικών
και των πρώτων υλών. Ενδεικτικά η τιμή του σιδήρου έχει αυξηθεί κατά 50%, ενώ οι αυξήσεις τιμών σε κομβικής σημασίας υλικά όπως ο χαλκός, το τσιμέντο και το αλουμίνιο κυμαίνονται μεταξύ 15% και 75%. Απόρροια αυτής της ανοδικής πορείας των τιμών είναι η ανατίμηση σε παράγωγα προϊόντα, όπως τα μονωτικά υλικά και οι πλαστικές σωληνώσεις, γεγονός που συμπαρασύρει συνολικά τα κόστη κατασκευής, ενώ ουσιαστικά «εγκλωβίζει» χωρίς δυνατότητα αντίδρασης και διαφυγής όσους επαγγελματίες έχουν προβεί ήδη σε συμφωνίες και αδυνατούν να τις αναθεωρήσουν.
Στις αυξήσεις τιμών των βασικών αγαθών και των πρώτων υλών, πρέπει επίσης να συνυπολογιστεί η επίδραση του νέου πράσινου τέλους στο πετρέλαιο κίνησης (0,03 ευρώ +ΦΠΑ) που θέσπισε η ΝΔ, εν μέσω πανδημίας, με ισχύ από 01/01/2021, προκειμένου να καλύψει μέρος του ελλείμματος που η ίδια δημιούργησε στον Ειδικό Λογαριασμό Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΕΛΑΠΕ), τον οποίο και είχε παραλάβει πλεονασματικό από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Σημειώνεται ότι από το πράσινο τέλος η κυβέρνηση έχει προϋπολογίσει την είσπραξη 92 εκατ. ευρώ, τα οποία για φέτος θα διατεθούν αποκλειστικά στον Ειδικό Λογαριασμό, προκειμένου να καλύψουν τις πολιτικές ανεπάρκειες της
κυβέρνησης ΝΔ και τους επικοινωνιακούς της χειρισμούς με την αύξηση των τιμολογίων της ΔΕΗ και τη μείωση του ΕΤΜΕΑΡ τον Σεπτέμβριο του 2019.
Αγροτικά – κτηνοτροφικά προϊόντα
Αντίστοιχες αυξήσεις παρατηρούνται και στα αγροτικά & κτηνοτροφικά προϊόντα. Σύμφωνα με στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για τον μήνα Απρίλιο 2021, ο Γενικός Δείκτης Τιμών Εισροών στη Γεωργία – Κτηνοτροφία, παρουσίασε αύξηση 4,8% σε σύγκριση με τον αντίστοιχο δείκτη του Απριλίου 2020. Κατά την ΕΛΣΤΑΤ, αυτή η αύξηση του Γενικού Δείκτη Τιμών Εισροών, οφείλεται στην αύξηση κατά 5,6% του δείκτη τιμών των αναλώσιμων μέσων και κυρίως στην αύξηση της τιμής του πετρελαίου και των λιπαντικών (αύξηση 14%).
Ιδιαίτερα σημαντικές αυξήσεις αναλώσιμων μέσων καταγράφονται όμως τον μήνα Απρίλιο και στα κτηνιατρικά φάρμακα και τις ζωοτροφές (αυξήσεις 5,1% και 4,2% αντίστοιχα συγκριτικά με τον Απρίλιο του 2020).
Αυτή η σοβαρή καταγεγραμμένη αύξηση της ενέργειας (πετρέλαιο και ηλεκτρισμός) αλλά και ζωοτροφών και κτηνιατρικών φαρμάκων επηρεάζει τόσο την φυτική όσο και την ζωική παραγωγή, αφού στη μεν φυτική παραγωγή, το κόστος ενέργειας συμμετέχει κατά 60% στο συνολικό κόστος παραγωγής και αντίστοιχα για τη ζωική παραγωγή το κόστος των ζωοτροφών συμμετέχει κατά 75% στο κόστος των ζωικών προϊόντων. Ως εκ τούτου, ολόκληρη η αλυσίδα της γεωργικής παραγωγής έχει ακριβύνει, επιβαρύνοντας τόσο τους γεωργοκτηνοτρόφους όσο βεβαίως και τον τελικό καταναλωτή.
Αντίστοιχα η αύξηση 3,7% του Γενικού Δείκτη Τιμών Εκροών στη Γεωργία –Κτηνοτροφία (χωρίς επιδοτήσεις) για τον Απρίλιο του 2021, σε σύγκριση με τον αντίστοιχο δείκτη του Απριλίου 2020, αποδίδεται από την ΕΛΣΤΑΤ στην αύξηση κατά 7,7% του δείκτη τιμών της ζωικής παραγωγής και κυρίως στη μεταβολή της ομάδας κρέατα (αύξηση 14,6%), ενώ οι επιμέρους αυξήσεις δεικτών τιμών σε φυτικά προϊόντα δεν φαίνεται να αντισταθμίζει την γενική εικόνα στασιμότητας (αύξηση 0,8%) των εκροών της φυτικής παραγωγής.
Στην παραπάνω εξίσωση δεν μπορεί να μην συνυπολογιστεί και η μειωμένη παραγωγή που παρατηρείται και αναμένεται φέτος σε μια σειρά αγροτικά προϊόντα λόγω των ακραίων φυσικών φαινομένων που επικράτησαν τη χρονιά αυτή. Το γεγονός αυτό εξανεμίζει το όποιο όφελος των γεωργών από τις όποιες επιμέρους αυξήσεις του δείκτη τιμών εκροών για τη φυτική παραγωγή. Αλλά και στη ζωική παραγωγή η συνεχιζόμενη αύξηση των ζωοτροφών οφείλεται εν πολλοίς και στην κλιματική κρίση που στερεί από τους κτηνοτρόφους μας τις παραδοσιακές φυσικές και κυρίως χωρίς κόστος βοσκήσιμες γαίες.
Οι αυξήσεις σε αγροτικά και κτηνοτροφικά προϊόντα δεν είναι συγκυριακές αλλά σταδιακές και “συστηματικές” κατά την τελευταία δεκαετία. Αυτό επιβεβαιώνεται και από τα πλέον επίσημα χείλη, όπως του Ευρωπαίου Επιτρόπου κ. Γιάνους Βοιτσεχόφσκι, σε ερώτηση ευρωβουλευτή πριν από ένα χρόνο, όπου προβλέπει, σύμφωνα με τα στοιχεία των υπηρεσιών του, ότι θα συνεχίσει να αυξάνεται το κόστος παραγωγής μέχρι το 2030, κυρίως εξαιτίας των τιμών του πετρελαίου.
Πόσο ανταγωνιστικός μπορεί να είναι ο Έλληνας αγρότης και κατ’ επέκταση τα Ελληνικά αγροτικά προϊόντα υπό αυτές τις συνθήκες;
Κόστος ηλεκτρικής ενέργειας
Από τα στοιχεία πρόσφατης έρευνας που διεξήγαγε η Ένωση Καταναλωτών – Η Ποιότητα Της Ζωής (Ε.Κ.ΠΟΙ.ΖΩ) την περίοδο 11 Μαρτίου με 16 Μαΐου 2021, προκύπτει ότι δύο (2) στους τρεις (3) καταναλωτές (ποσοστό 63,6%) δηλώνει πως δυσκολεύεται να πληρώσει τον λογαριασμό ηλεκτρικού ρεύματος. Επιπλέον, το 85,3% απάντησε ότι οι λογαριασμοί ρεύματος είναι δυσνόητοι και πολύπλοκοι με αποτέλεσμα να δυσκολεύονται να τους διαβάσουν και να τους κατανοήσουν, λόγω του πλήθους των χρεώσεων που συμπεριλαμβάνονται, ενώ μόνο το 13,05% απάντησε ότι αντιλαμβάνεται τον τρόπο τιμολόγησης.
Σύμφωνα ακόμη με στοιχεία της ΕΚΠΟΙΖΩ οι καταγγελίες στον τομέα της ενέργειας παρουσίασαν σημαντική αύξηση το πρώτο τρίμηνο του 2021, κατατάσσοντας την στη δεύτερη θέση στην καταγραφή των καταγγελιών μετά τις τράπεζες. Ειδικότερα, όπως προκύπτει από την καταγραφή των παραπόνων κατά το έτος 2020, ενώ ο τομέας της ενέργειας βρισκόταν στην τρίτη θέση στον πίνακα καταγγελιών (1280 καταγγελίες), μετά τις τράπεζες και τις τηλεπικοινωνίες, ανέβηκε στη δεύτερη θέση το πρώτο τρίμηνο του 2021.
Την πρώτη ημέρα του Ιουλίου 2021 η Ελλάδα παρουσίασε την υψηλότερη χονδρική τιμή ρεύματος πανευρωπαϊκά, δηλαδή 105,42 ευρώ/MWh. Είχε προηγηθεί, στις 24 Ιουνίου, το ρεκόρ των 128,15 ευρώ/MWh στη μέση τιμή εκκαθάρισης, στον πρώτο καύσωνα για το καλοκαίρι του 2021.
Δυστυχώς ούτε εδώ πρόκειται για κάποιο συγκυριακό φαινόμενο, αλλά για ένα αποτέλεσμα σοβαρών ρυθμιστικών ελλειμμάτων στη λειτουργία της αγοράς ηλεκτρισμού. Η αγορά ηλεκτρικής ενέργειας λειτουργεί χωρίς έλεγχο, με χειραγώγηση των τιμών και ολιγοπωλιακούς όρους, με ξεκάθαρη πλέον ανοχή και ευθύνη της πολιτικής ηγεσίας του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΠΕΝ) και της Κυβέρνησης.
Η συνεχής άνοδος της χονδρικής τιμής ηλεκτρικής ενέργειας, που τείνει να μονιμοποιηθεί σε ιδιαιτέρως υψηλά επίπεδα, ενεργοποιεί τις ρήτρες αναπροσαρμογής χρέωσης προμήθειας των ιδιωτών παροχών, δηλαδή τα «ψιλά γράμματα» των συμβολαίων. Η ρήτρα αυτή, την οποία θα εφαρμόσει και η ΔΕΗ από τον Σεπτέμβριο, εκτινάσσει το κόστος ηλεκτρισμού για τους καταναλωτές, οι οποίοι ακόμη βρίσκονται αντιμέτωποι με την πανδημική κρίση, ενώ μεγάλη είναι η επιβάρυνση για όλους τους καταναλωτές της μέσης τάσης, δηλαδή την ελληνική βιοτεχνία και τους επαγγελματίες.
Η Κυβέρνηση, μετά την αύξηση έως και 20% στη λιανική της ΔΕΗ το Σεπτέμβριο του 2019, ανέχτηκε φαινόμενα αισχροκέρδειας και απορρύθμισης στην αγορά ηλεκτρισμού το μεγαλύτερο διάστημα του 2020 και εν μέσω πανδημίας, με αποτέλεσμα οι προμηθευτές και η ΔΕΗ να πωλούν, τον Απρίλιο του 2020, ακόμη και τέσσερις (4) φορές πάνω από την χοντρική τιμή ενέργειας. Η κατακόρυφη μείωση της χονδρικής τιμής ηλεκτρικής ενέργειας δεν μετακυλίστηκε ποτέ στους καταναλωτές.
Με την εκκίνηση της λειτουργίας του Χρηματιστηρίου Ενέργειας, οι καθετοποιημένοι προμηθευτές -όσοι έχουν παραγωγή και προμήθεια- με συμμετοχή πάλι της ΔΕΗ, κράτησαν ψηλά τις τιμές ηλεκτρισμού, με αποτέλεσμα κέρδη εκατομμυρίων για αυτούς και νέο κόστος για τους καταναλωτές.
Παρά τις δηλώσεις του πρώην Υπουργού Ενέργειας κ. Χατζηδάκη τον Δεκέμβριο του 2020 όπου δήλωνε: «παιχνίδια με την απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας δεν θα γίνουν ανεκτά από καμία πλευρά», η σημερινή ηγεσία του Υπουργείου, επιλέγει να μην παρεμβαίνει και προσπαθεί να επιρρίψει τις δικές ευθύνες για το ρεκόρ ακρίβειας στον καύσωνα, στην άνοδο της ζήτησης και στην εκτός λειτουργίας ηλεκτρική διασύνδεση με την Ιταλία.
Αρνείται δηλαδή την πολιτική ευθύνη για ρύθμιση της αγοράς ενέργειας στην Ελλάδα και επιλέγει την απραξία και την ανοχή φαινομένων κερδοσκοπίας.
Οι αυξήσεις στους προαναφερθέντες τομείς δημιουργούν ένα ζοφερό περιβάλλον στην ήδη επιβαρυμένη ελληνική πραγματικότητα. Τα ειδικά χαρακτηριστικά της ελληνικής κοινωνίας με την έντονη κοινωνική ανισότητα και τα υψηλά ποσοστά οικονομικής δυσχέρειας απαιτούν σημαντικές πρωτοβουλίες από την Κυβέρνηση. Αξίζει να αναφερθεί ότι σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ (Ιούνιος 2021, με έτος αναφοράς το 2019), το μέσο διαθέσιμο εισόδημα του υψηλότερου 20% είναι 5,2 φορές μεγαλύτερο από του χαμηλότερου 20% (ενώ σύμφωνα με το δελτίο για την ελληνική οικονομία του ΣΕΒ Φεβρουάριος2020- για τον ΟΟΣΑ είναι 5,4 φορές, στις ΗΠΑ 8,5 φορές και τη Σουηδία 4,1 φορές). Επιπλέον, το 55,4% του συνολικού πληθυσμού ανήκει στην κατηγορία του «οικονομικά ευάλωτου» και το 12,9% βρίσκεται κάτω από το όριο φτώχειας (στοιχεία από το δελτίο για την ελληνική οικονομία του ΣΕΒ, Φεβρουάριος 2020).
Τέλος, ενδιαφέρον παρουσιάζουν και τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ (Σεπτέμβριος 2020) σύμφωνα με τα οποία το 20% των ελληνικών νοικοκυριών με το χαμηλότερο εισόδημα καταναλώνουν το 54,9% του εισοδήματος τους σε δαπάνες για την τροφή και τη στέγαση.
Από όλα τα παραπάνω στοιχεία προκύπτει ότι οι αυξήσεις που παρατηρούνται, θα επιβαρύνουν έντονα ένα μεγάλο τμήμα των συμπολιτών μας, οι περισσότεροι εκ των οποίων δεν θα μπορούν να ανταποκριθούν στις άμεσες καταναλωτικές τους ανάγκες, καθώς το σύνολο των αγαθών αυτών ανήκουν στο σκληρό πυρήνα των ονομαζόμενων «βασικών αγαθών» και ως εκ τούτου είναι απολύτως απαραίτητα για την αξιοπρεπή διαβίωση του καθενός/μιας από εμάς. Η αύξηση του κόστους διαβίωσης οδηγεί ένα σημαντικό μέρος του πληθυσμού στο περιθώριο και την εξαθλίωση, τη στιγμή που πάνω από τους μισούς συμπολίτες μας δηλώνουν «οικονομικά ευάλωτοι».
Παρά το γεγονός ότι οι αυξήσεις των τιμών αποτελούν ένα παγκόσμιο φαινόμενο, οι ιδιαιτερότητες της ελληνικής κοινωνίας με τα υψηλά ποσοστά ανεργίας, την πολύχρονη κρίση που προηγήθηκε και την κοινωνική ανισότητα, απαιτούν την άμεση αντίδραση της Κυβέρνησης με μακρόπνοο σχεδιασμό και στρατηγική προκειμένου να μην περιθωριοποιηθεί -με αμετάκλητο πλέον τρόπο- μια μεγάλη και δυναμική μερίδα της κοινωνίας μας.
· Επειδή, η ελληνική οικονομία είναι ήδη εξαιρετικά επιβαρυμένη από την δεκαετή κρίση αλλά και τις πρόσφατες επιπτώσεις από την πανδημία
· Επειδή, το 55,4% του συνολικού πληθυσμού ανήκει στην κατηγορία του «οικονομικά ευάλωτου» και το 12,9% βρίσκεται κάτω από το όριο φτώχειας
· Επειδή, πολλά νοικοκυριά δυσκολεύονται να ανταποκριθούν στις αυξήσεις τιμών σε τρόφιμα και είδη πρώτης ανάγκης, με αποτέλεσμα να στερούνται από το οικογενειακό τραπέζι βασικά αγαθά με υψηλή διατροφική αξία
· Επειδή, τόσο η οικονομική και η επιδημιολογική κρίση, που συμπιέζει τη διάθεση των προϊόντων (τουρισμός, εστίαση, φτώχεια) και τις τιμές του παραγωγού προς τα κάτω, όσο και η δραματική αύξηση του κόστους παραγωγής για αγροτικά και κτηνοτροφικά προϊόντα, ιδιαίτερα για την ελληνική πραγματικότητα με τις ιδιαίτερες συνθήκες διαφοροποιημένης και μικρής παραγωγής, φέρνουν σε δυσμενέστερη θέση τον Έλληνα γεωργοκτηνοτρόφο σε σχέση με τον αντίστοιχο Ευρωπαίο
· Επειδή, απαιτούνται ενέργειες προκειμένου να μην καταρρεύσει πλήρως ο πρωτογενής τομέας, ο οποίος αποτελεί έναν από τους κύριους πυλώνες ανάπτυξης, τόσο για την οικονομία, το ΑΕΠ και τις εξαγωγές, όσο για την απασχόληση και την επιβίωση στις αγροτικές περιοχές και την προστασία του περιβάλλοντος
· Επειδή, δύο (2) στους τρεις (3) καταναλωτές (ποσοστό 63,6%) δυσκολεύεται να πληρώσει τον λογαριασμό ηλεκτρικού ρεύματος
· Επειδή, τη χειραγώγηση των τιμών στην αγορά ηλεκτρισμού έχουν καταγγείλει δημόσια και οι εκπρόσωποι των ενεργοβόρων βιομηχανιών στην Ελλάδα και η αγορά ενέργειας δεν μπορεί να συνεχίζει να λειτουργεί ανεξέλεγκτα εις βάρος των καταναλωτών
· Επειδή, η Ελλάδα παρουσίασε την υψηλότερη χονδρική τιμή ρεύματος πανευρωπαϊκά την πρώτη ημέρα του Ιουλίου και οι τιμές ηλεκτρικής ενέργειας σταθεροποιούνται σε πολύ υψηλά επίπεδα
Επερωτώνται οι αρμόδιοι κ.κ. Υπουργοί:
1. Σε ποιες ενέργειες πρόκειται να προβούν προκειμένου να ελεγχθούν οι αυξήσεις τιμών σε είδη πρώτης ανάγκης, σε πρώτες ύλες, σε αγροτικά & κτηνοτροφικά προϊόντα και στην ενέργεια;
2. Έχουν προβεί στις απαιτούμενες ενέργειες προκειμένου να αποφευχθούν φαινόμενα αισχροκέρδειας που πιθανόν να προκληθούν από τις αυξήσεις τιμών που παρατηρούνται στους παραπάνω τομείς;
3. Σε ποιες συγκεκριμένες ενέργειες πρόκειται να προβεί το Υπουργείο Ανάπτυξης & Επενδύσεων προκειμένου να διασφαλίσει τη δυνατότητα πρόσβασης των ελληνικών νοικοκυριών σε τρόφιμα και σε είδη πρώτης ανάγκης; Σε ποιες ενέργειες πρόκειται να προβεί προκειμένου να μη μετακυλίεται η αύξηση του κόστους στα νοικοκυριά;
4. Σε ποιες συγκεκριμένες ενέργειες πρόκειται να προβεί το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης προκειμένου να βελτιώσει τις υποδομές και να στηρίξει τους αγρότες, του αλιείς, τους κτηνοτρόφους της ελληνικής επικράτειας; Θα προχωρήσει σε μειώσεις του κόστους ρεύματος και πετρελαίου για τους αγρότες; Σε ποιες ενέργειες προτίθεται να προβεί εν όψει της σύνταξης του Εθνικού Στρατηγικού Σχεδίου για την αγροδιατροφή;
5. Σε ποιες ενέργειες προτίθεται να προβεί το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας προκειμένου να δώσει τέλος / σταματήσει τη χειραγώγηση τιμών στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας που αυξάνει τις τιμές και το κόστος ηλεκτρισμού για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις; Σε ποιες συγκεκριμένες ενέργειες θα προβούν το ΥΠΕΝ και η ΡΑΕ για να βελτιώσουν την εποπτεία της χονδρεμπορικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας κατά το Μοντέλο Στόχου (Target Model), ώστε να σταματήσει η συνεχής άνοδος των τιμών χονδρικής και να λειτουργήσει πλέον ο ανταγωνισμός υπέρ των καταναλωτών με μείωση των τιμών ηλεκτρικής ενέργειας;
6. Τι προτίθεται να κάνει το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας για τους πολίτες που σε μεγάλο ποσοστό (63,6%) δυσκολεύονται να πληρώσουν τον λογαριασμό ηλεκτρικού ρεύματος; Σε ποια μέτρα θα προχωρήσει το ΥΠΕΝ ώστε να διασφαλίσει ότι οι καταναλωτές θα έχουν πρόσβαση στο αγαθό του ηλεκτρισμού σε προσιτές τιμές;
Οι επερωτώντες Βουλευτές
Χαρίτσης Αλέξανδρος (Αλέξης)
Αχτσιόγλου Έφη
Φάμελλος Σωκράτης
Αραχωβίτης Σταύρος
Μαμουλάκης Χαράλαμπος (Χάρης)
Σαρακιώτης Ιωάννης
Παπανάτσιου Αικατερίνη
Αβραμάκης Ελευθέριος
Αγαθοπούλου Ειρήνη
Αθανασίου Αθανάσιος (Νάσος)
Αλεξιάδης Τρύφων
Αναγνωστόπουλου Σία
Βαγενά Άννα
Βαρδάκης Σωκράτης
Βαρεμένος Γεώργιος
Βέττα Καλλιόπη
Γεροβασίλη Όλγα
Γιαννούλης Χρήστος
Γκαρά Νατάσα
Γκιόλας Ιωάννης
Δραγασάκης Ιωάννης
Δρίτσας Θεόδωρος
Ελευθεριάδου Σουλτάνα
Ζαχαριάδης Κωνσταντίνος
Ηγουμενίδης Νικόλαος
Θραψανιώτης Εμμανουήλ
Καλαματιανός Διονύσιος
Κασιμάτη Νίνα
Κάτσης Μάριος
Καφαντάρη Χαρά
Κουρουμπλής Παναγιώτης
Μάλαμα Κυριακή
Μάρκου Κωνσταντίνος
Μεϊκόπουλος Αλέξανδρος
Μπάρκας Κωνσταντίνος
Μπουρνούς Ιωάννης
Μωραΐτης Αθανάσιος
Νοτοπούλου Αικατερίνη
Ξανθός Ανδρέας
Ξενογιαννακοπούλου Μαριλίζα
Πέρκα Θεοπίστη
Πούλου Παναγιού (Γιώτα)
Ραγκούσης Ιωάννης
Σαντορινιός Νεκτάριος
Σκουρλέτης Παναγιώτης (Πάνος)
Σκουρολιάκος Παναγιώτης (Πάνος)
Σκούφα Μπέττυ
Σπίρτζης Χρήστος
Συρμαλένιος Νικόλαος
Τζούφη Μερόπη
Τόλκας Άγγελος
Φίλης Νικόλαος
Φωτίου Θεανώ
Χαρίτου Δημήτριος
Χρηστίδου Ραλλία
Ψυχογιός Γεώργιος