Η Υγεία είναι ο μεγάλος ασθενής της χώρας μας. Το αποτύπωμα της κρίσης είναι παντού εμφανές. Τα αδιέξοδα που έχουν προκληθεί καθιστούν απαραίτητη τη θεμελίωση μιας νέας στρατηγικής, που θα εδράζεται στον πραγματισμό και στον ρεαλισμό.
Τα τελευταία χρόνια ο χώρος της Υγείας έχει αλλάξει ριζικά παγκοσμίως. Η πρωτοβουλία του Barack Obama για την Ιατρική της Ακριβείας (Precision Medicine), η τέταρτη βιομηχανική επανάσταση, η τεχνητή νοημοσύνη και η ρομποτική χειρουργική έχουν συμβάλει στην επιτάχυνση των ιατρικών πράξεων, στη μείωση των επιπλοκών και της διάρκειας νοσηλείας. Επειδή σε όλα αυτά η Ελλάδα υστερεί, η ουσιαστική βελτίωση της ποιότητας των υπηρεσιών υγείας επιτάσσει την εναρμόνιση με τα παγκόσμια δεδομένα.
Σε αυτή την κατεύθυνση είναι μονόδρομος η σύμπραξη δημοσίου και ιδιωτικού τομέα στην Υγεία, αξιοποιώντας τα συγκριτικά πλεονεκτήματα του καθενός. Στη βάση αυτή, απαιτείται ισότιμη αντιμετώπιση από τον ΕΟΠΥΥ όλων των δομών Υγείας, κάνοντας πράξη το ενιαίο τιμολόγιο. Επιπλέον, χρειάζεται να συνδεθεί η παροχή εκπαίδευσης για την απόκτηση ιατρικής ειδικότητας και με τα μεγάλα ιδιωτικά νοσοκομεία, εφόσον αυτά πληρούν τις απαραίτητες προϋποθέσεις. Ένα άλλο εξίσου σημαντικό βήμα είναι η προσφορά εξειδικευμένων υπηρεσιών υγείας από τον ιδιωτικό τομέα (π.χ. ΜΕΘ, αρθροπλαστικές – χειρουργικές και καρδιοχειρουργικές επεμβάσεις, κλπ). Καίριο ζήτημα είναι επίσης η λειτουργία Μονάδων Χρόνιας Αιμοκάθαρσης σε ξενοδοχειακές εγκαταστάσεις, εφόσον εξασφαλίζονται οι προϋποθέσεις του υπάρχοντος θεσμικού πλαισίου.
Η ίδρυση μη ΝΠΔΔ, μη κερδοσκοπικών Σχολών Επιστημών Υγείας (Ιατρικής, Οδοντιατρικής, Φαρμακευτικής, Νοσηλευτικής και Σχολών προνοσοκομειακής φροντίδας – ΕΚΑΒ) -που θα αξιολογούνται και θα πιστοποιούνται με τις ίδιες διαδικασίες με τα Δημόσια- με δυνητικά έσοδα από την έρευνα, την εκπαίδευση και την μετεκπαίδευση περίπου 5 δις ευρώ ετησίως, είναι απαραίτητη για να αντιμετωπίσουμε τις αυξημένες ανάγκες.
Η κατάργηση της αποκλειστικής απασχόλησης στους ιατρούς του ΕΣΥ στην περιφέρεια και εξομοίωση τους με τους πανεπιστημιακούς και στρατιωτικούς γιατρούς καθώς και η εφημερία από ιδιώτες γιατρούς αποτελούν σημαντικό κίνητρο για την κάλυψη των κενών ιατρικών θέσεων σε όλα τα νοσοκομεία της χώρας. Η συνεχής αξιολόγηση και η καθιέρωση εύλογων και δίκαιων πρόσθετων αμοιβών για τους ιατρούς, νοσηλευτές και διοικητικούς υπαλλήλους του συστήματος υγείας είναι επίσης επιβεβλημένες.
Η γενίκευση της χρήσης σύγχρονων πληροφοριακών συστημάτων σε όλες τις λειτουργίες των δημόσιων δομών υγείας για εξοικονόμηση πόρων και αύξηση της αποτελεσματικότητας (ψηφιακός ιατρικός φάκελος, κάρτα υγείας) είναι εκ των ων ουκ άνευ στην εποχή των μεγάλων αλλαγών που προκαλεί η ψηφιακή εποχή. Η υλοποίηση του υπάρχοντος νομοθετικού πλαισίου για την τηλεϊατρική χρειάζεται να επεκταθεί σε όλη την επικράτεια. Ακόμα, η ενοποίηση φορέων έκτακτων αναγκών επείγουσας ιατρικής και προληπτικής ιατρικής (ΕΚΕΠΥ – ΕΚΑΒ – ΚΕΕΛΠΝΟ & ΟΚΑΝΑ – ΚΕΘΕΑ) θα συμβάλει στην αντιμετώπιση των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν εκατοντάδες ασθενείς.
Οι συγκεκριμένες προτάσεις που καταθέτω έχουν ένα κοινό χαρακτηριστικό: υπαγορεύονται από τον πραγματισμό, τον οποίο οφείλουμε να υιοθετήσουμε, αν θέλουμε να αντιμετωπίσουμε τα τραγικά αδιέξοδα στο χώρο της Υγείας. Η ανάταξή της προϋποθέτει την επικράτηση νέων πολιτικών, νέων ιδεών και νέας διακυβέρνησης.
*Άρθρο Λεωνίδα Γρηγοράκου, βουλευτή Λακωνίας της Δημοκρατικής Συμπαράταξης και καθηγητή Εντατικής Θεραπείας ΕΚΠΑ στην εφημερίδα “Τα Νέα”