Από την Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων Σωμάτων Ασφαλείας εξαρθρώθηκαν δύο εγκληματικές οργανώσεις, τα μέλη των οποίων, μέσω της έκδοσης πλαστών εγγράφων καθώς και φορολογικών και ασφαλιστικών στοιχείων, διευκόλυναν την παράνομη διαμονή αλλοδαπών στη χώρα μας προκαλώντας οικονομική ζημία σε βάρος του ελληνικού δημοσίου, ενώ δραστηριοποιούνταν και σε παράνομες μεταβιβάσεις εγκαταλελειμμένων ακινήτων, χωρίς ξεκάθαρο ιδιοκτησιακό καθεστώς.
Για την αποδόμηση των οργανώσεων πραγματοποιήθηκε συντονισμένη αστυνομική επιχείρηση πρωινές ώρες της Πέμπτης, 11 Απριλίου 2024, στο πλαίσιο της οποίας συνελήφθησαν συνολικά -12- άτομα, μεταξύ των οποίων τα –2- αρχηγικά, ενώ σχηματίσθηκε δικογραφία σε βάρος -9- ακόμα μελών, τα στοιχεία των οποίων έχουν ταυτοποιηθεί.
Σε βάρος τους σχηματίστηκε δικογραφία –κατά περίπτωση– για εγκληματική οργάνωση, πλαστογραφία, υφαρπαγή ψευδούς βεβαίωσης, ψευδή ιατρική πιστοποίηση, δωροδοκία και δωροληψία υπαλλήλου, παράβαση καθήκοντος, καθώς και για παράβαση της νομοθεσίας για τους αλλοδαπούς, τα όπλα και για νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες.
Προηγήθηκε καταγγελία σχετικά με άτομο, το οποίο σε συνεργασία με δημόσιο υπάλληλο, εκδίδει παράτυπα έγγραφα για δημόσια χρήση έναντι χρηματικών ποσών.
Στο πλαίσιο της έρευνας, κατά την οποία αξιοποιήθηκαν ειδικές ανακριτικές τεχνικές και στοιχεία που προέκυψαν από την αξιολόγηση και ανάλυση πληροφοριακών και προανακριτικών δεδομένων, προέκυψε η ύπαρξη δύο επιχειρησιακά δομημένων εγκληματικών οργανώσεων, στις οποίες ενεργό ρόλο είχε κοινό τους μέλος.
Ειδικότερα, η πρώτη εγκληματική οργάνωση, δρούσε τουλάχιστον από τον Ιούνιο του 2022, με τη συμμετοχή ιδιωτών αλλά και υπαλλήλων δημόσιων υπηρεσιών (Ιατρών Δημόσιων Νοσοκομείων, Δ.Ο.Υ., Ε.Φ.Κ.Α. κ.λπ). Τα μέλη της, έναντι αντιτίμου, δραστηριοποιούνταν σε ολόκληρη την επικράτεια στην έκδοση πλαστών εγγράφων, τα οποία στη συνέχεια χρησιμοποιούσαν για την έκδοση φορολογικών και ασφαλιστικών στοιχείων και τραπεζικών λογαριασμών, με σκοπό τη διευκόλυνση της παράνομης διαμονής αλλοδαπών στη χώρα μας.
Είχαν διακριτούς μεταξύ τους ρόλους και συγκεκριμένο τρόπο δράσης (modusoperandi):
Για την επίτευξη του σκοπού τους, τα μέλη της οργάνωσης προέβαιναν σε παράτυπες συνάψεις εργασίας με εικονικούς εργοδότες τους ίδιους αλλά και εταιρίες που διαχειρίζεται έτερο ταυτοποιημένο μέλος, μέσω των οποίων, μάλιστα, νομιμοποιούσαν τα έσοδά τους. Επιπλέον, προέβαιναν και στη σύναψη εικονικών γάμων, για την παράνομη νομιμοποίηση των αλλοδαπών.
Μάλιστα, ο 60χρονος – κοινό μέλος των οργανώσεων, που είχε αναλάβει την επέκταση της εγκληματικής δραστηριότητας της οργάνωσης, είχε αναπτύξει πελατολόγιο και εντός των καταστημάτων κράτησης της χώρας.
Για την αποφυγή της ταυτοποίησής τους, λάμβαναν ιδιαίτερα μέτρα προστασίας επιδιώκοντας δια ζώσης συναντήσεις και αλλάζοντας τακτικά τηλεφωνικές συνδέσεις που ήταν καταχωρημένες σε ανύπαρκτα πρόσωπα («αχυράνθρωπους»).
Το κοστολόγιο των παρεχόμενων υπηρεσιών της οργάνωσης προέκυψε ως εξής:
Από την παράνομη δραστηριότητά της η οργάνωση αποκόμισε περίπου -1.000.000- ευρώ, ενώ από τις έως τώρα έρευνες έχουν εξακριβωθεί τουλάχιστον 185 περιπτώσεις αλλοδαπών- πελατών της.
Στη δεύτερη εγκληματική οργάνωση, τα μέλη της, τουλάχιστον από το Σεπτέμβριο του 2023, προέβαιναν σε παράνομες μεταβιβάσεις ακινήτων που ήταν εγκαταλελειμμένα, χωρίς ξεκάθαρο ιδιοκτησιακό καθεστώς ή των οποίων οι ιδιοκτήτες ήταν εξαφανισμένοι.
Για την επίτευξη του σκοπού αυτού, 68χρονος, μέλος της οργάνωσης, είχε αναλάβει την αναζήτηση των οικιών σε περιοχές της Αττικής. Στη συνέχεια, εξακρίβωνε με συχνές κατοπτεύσεις εάν οι οικίες που έβρισκε κατοικούνται και τοποθετούσε καινούριες κλειδαριές και αλυσίδες στις πόρτες, για να τις ασφαλίσει. Σε περίπτωση που εντόπιζε οικίες που δεν κατοικούνται, εισέρχονταν και αφαιρούσε αντικείμενα και τιμαλφή, ενώ αναζητούσε οτιδήποτε σχετικό (π.χ έγγραφα) με το ιδιοκτησιακό καθεστώς των οικιών.
Ο 68χρονος αναζητούσε πληροφορίες για τους ιδιοκτήτες και επικοινωνούσε με αυτούς για να διαπιστώσει αν οι οικίες κατοικούνται ή αξιοποιούνται από κάποιον τρίτο. Σε περίπτωση που δεν ήταν γνωστός ο ιδιοκτήτης, μέλος της οργάνωσης (60χρονος – μέλος και της πρώτης οργάνωσης) που παρουσιαζόταν ως δικηγόρος, αναζητούσε και συγκέντρωνε τα έγγραφα των ακινήτων μέσω αρμόδιου υποθηκοφυλακείου και κτηματολογίου, για να αντλήσουν πληροφορίες για το ιδιοκτησιακό καθεστώς.
Εάν βεβαιωνόταν ότι το ακίνητο είναι ανεκμετάλλευτο, προέβαινε στη σύνταξη πλαστών δικαιολογητικών και παραχωρητηρίων προκειμένου να φαίνεται ψευδώς ότι ο εκάστοτε ιδιοκτήτης είχε παραχωρήσει το ακίνητο στον ίδιο ή σε έτερο μέλος για χρήση επ’ αόριστον.
Έπειτα, προέβαινε στις απαραίτητες ενέργειες για την απόκτηση της κυριότητας του ακινήτου, προκειμένου να το ιδιοποιηθούν παράνομα, ενώ 62χρονος, μέλος της οργάνωσης, έβρισκε αρμόδιο μηχανικό για να βεβαιώσει την κανονικότητα της κατάστασης του ακινήτου, ώστε στη συνέχεια να πραγματοποιηθεί η μεταβίβασή του.
Τέλος, αφού συγκέντρωναν τα απαραίτητα έγγραφα του ακινήτου, διαπραγματεύονταν την τιμή πώλησής του με υποψήφιους αγοραστές, τους οποίους αναζητούσε και εξασφάλιζε 52χρονος, μέλος της οργάνωσης, ενώ τη διεκπεραίωση της μεταβίβασης πραγματοποιούσε ο ίδιος.
Όπως προέκυψε, σε τουλάχιστον –3– περιπτώσεις ακινήτων, στη Νέα Σμύρνη, στο Ψυχικό και στου Παπάγου, η εγκληματική οργάνωση είχε προβεί σε όλες τις απαραίτητες διαδικασίες προκειμένου να πουλήσει τα ακίνητα σε υποψήφιους αγοραστές.
Σε έρευνες που πραγματοποιήθηκαν σε οικίες, οχήματα, καθώς και στην κατοχή των δραστών, βρέθηκαν και κατασχέθηκαν:
Οι συλληφθέντες οδηγήθηκαν στην αρμόδια εισαγγελική Αρχή.