Τον κώδωνα του κινδύνου για τις επιπτώσεις που πιθανόν θα έχουν στην ελαιοκαλλιέργεια οι καθυστερήσεις οι οποίες παρατηρούνται για ακόμη μια χρονιά από τα συναρμόδια Υπουργεία όσον αφορά τη δρομολόγηση των διαδικασιών για να ξεκινήσει έγκαιρα το πρόγραμμα δακοκτονίας, κρούει η Ένωση Περιφερειών Ελλάδας (ΕΝΠΕ).
«Οι καιρικές συνθήκες είναι τέτοιες που πιθανόν φέτος να χρειαστεί να γίνουν ψεκασμοί ακόμη και 50 ημέρες νωρίτερα», επισήμανε χαρακτηριστικά η Υπεύθυνη Οικονομικών της ΕΝΠΕ, Περιφερειάρχης Βορείου Αιγαίου κα Χριστιάνα Καλογήρου στη συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Ένωσης Περιφερειών Ελλάδας, ενώ ο Περιφερειάρχης Δυτικής Ελλάδας κ. Απ. Κατσιφάρας έκανε λόγο για «επαναλαμβανόμενο πρόβλημα» και έκρινε αναγκαίο να τεθεί από την ΕΝΠΕ σε ανώτατο πολιτικό επίπεδο.
Το ΔΣ της ΕΝΠΕ, μετά από εισήγηση του Αντιπεριφερειάρχη Πρωτογενούς Τομέα της Περιφέρειας Κρήτης κ. Μανόλη Χνάρη και παρατηρήσεις του Μέλους του ΔΣ της ΕΝΠΕ, Περιφερειακού Συμβούλου Στερεάς Ελλάδας κ. Νίκου Στουπή αποφάσισε και ζητεί από την κυβέρνηση:
-«Ν’ αυξηθούν οι πιστώσεις ώστε να καλυφθούν από το Πρόγραμμα Δακοκτονίας όλες οι περιοχές ελαιοκαλλιέργειας κατά το δυνατόν με τον μεγαλύτερο αριθμό ελαιόδεντρων που επιτρέπει η σχέση κόστους/ οφέλους (σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΠΕΚΕΠΕ 1.000.000 ελαιόδεντρα δεν έχουν συμπεριληφθεί στο Πρόγραμμα) και να υλοποιηθούν όλοι οι επιστημονικώς τεκμηριωμένοι ψεκασμοί, ανάλογα με τις επικρατούσες περιβαλλοντικές συνθήκες και την περιοχή.
-Να εκδοθούν άμεσα οι υπουργικές αποφάσεις για να ξεκινήσει η διαδικασία πρόσληψης προσωπικού. Ο πρώτος ψεκασμός για την καταπολέμηση του δάκου θα πρέπει να γίνει, το αργότερο, εντός του 1ου δεκαήμερου του Ιουνίου λόγω της πρωιμότητας πολλών περιοχών, άρα μέχρι και τις 31 Μαΐου θα πρέπει να έχουν προσληφθεί οι τομεάρχες γεωπόνοι και το εργατικό προσωπικό. Για την πρόσληψη του προσωπικού αυτού απαιτείται η έκδοση Κοινής Υπουργικής Απόφασης των Υπουργών Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, Οικονομικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων σχετικά με τον καθορισμό του αριθμού του προσωπικού που απαιτείται για την κάλυψη εποχικών αναγκών στο πρόγραμμα δακοκτονίας. Στη συνέχεια πρέπει να εκδοθεί απόφαση του ΥΠΑΑΤ για την κατανομή του προσωπικού στις οικείες Περιφέρειες.
Επισημαίνεται ότι το 2017 η απόφαση κατανομής του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων εκδόθηκε στις 30-5-2017 με αποτέλεσμα οι προσλήψεις να γίνουν αρχές Αυγούστου, ήτοι δύο μήνες μετά την έναρξη του προγράμματος.
-Να παραδοθούν έγκαιρα στις Περιφέρειες τα υλικά δακοκτονίας (εντομοκτόνα και ελκυστικές ουσίες) προκειμένου να μην επαναληφθούν τα προβλήματα του 2017. Πέρυσι, η έγκριση διενέργειας του διαγωνισμού έγινε στις 7-3-2017, και η παραλαβή των πρώτων υλικών στις 11-9-2017. Υλικά παραδόθηκαν και στις 7-8-2017, μόνο όμως όταν δόθηκε νομικά – με ισχύ μόνο για το 2017 – στους προσωρινούς μειοδότες η δυνατότητα να παραδώσουν υλικά μέχρι την υπογραφή των συμβάσεων. Και τότε, όμως, είχε ήδη ξεκινήσει ο δεύτερος ψεκασμός.
Λόγω των καθυστερήσεων στην παραλαβή υλικών, σε πολλές περιοχές δεν υπήρχε η δυνατότητα διενέργειας ψεκασμού στον απαιτούμενο χρόνο και χρήση, ενώ χρησιμοποιήθηκαν τα διαθέσιμα κι όχι τα ενδεδειγμένα δακοκτόνα υλικά με την ανάλογη οικονομική επιβάρυνση.
-Ν’ αντιμετωπισθεί με διαφορετικό τρόπο η διαδικασία όσον αφορά το θεσμικό πλαίσιο των δημόσιων συμβάσεων.
-Να δημιουργηθεί Αποθεματικό Κεφάλαιο από τις εισφορές δακοκτονίας που καταβάλλουν οι αγρότες, συσωρευτικά με πόρους από το Ταμείο Γεωργίας και Κτηνοτροφίας καθώς και από ποσά που έχουν δεσμευτεί για τη δακοκτονία από τον κρατικό προϋπολογισμό αλλά δεν έχουν απορροφηθεί, προκειμένου να γίνει αποτελεσματική διαχείριση κρίσεων ανά περιοχή.
-Ο προϋπολογισμός για το πρόγραμμα δακοκτονίας από το Υπουργείο Εσωτερικών να καθορίζεται από το Φθινόπωρο του προηγούμενου έτους.
-Να εκσυγχρονισθούν τα πρωτόκολλα δακοκτονίας με βάση τις νέες τεχνολογίες και να χρησιμοποιηθούν συστήματα γεωργίας ακριβείας.
-Να γίνει αξιολόγηση των φαρμάκων που χρησιμοποιούνται στη βάση της αποτελεσματικότητάς τους.
-Στο τέλος του Προγράμματος Δακοκτονίας 2018 να γίνει συνάντηση όλων των εμπλεκόμενων πλευρών ώστε να γίνει αξιολόγηση της πορείας εφαρμογής καθώς και να εντοπισθούν σε πραγματικό χρόνο προβλήματα που χρειάζονται επίλυση και σημεία που χρήζουν βελτίωσης».