Η εναλλακτική στρατηγική για την αξιοποίηση πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης

Γράφει ο οικονομολόγος, Διονύσης θωμάς

Είναι γεγονός ότι η εκδήλωση της πανδημικής κρίσης πέραν των επιδράσεων της στο υγειονομικό σκέλος σε παγκόσμιο επίπεδο επέφερε θεμελιακές μετατοπίσεις σημαντικών πλευρών της επικρατούσας ιδεολογίας της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας. Η νέα κατάσταση κλόνισε τις βεβαιότητες περί της παντοδυναμίας των αγορών και προκάλεσε την αναθεώρηση της κυρίαρχης τάσης που είχε επιβληθεί τις τελευταίες δεκαετίες με κυρίαρχα στοιχεία την υποβάθμιση του ρόλου του δημόσιου τομέα και την αποδυνάμωση της εργασίας. Ταυτόχρονα η κλιματική αλλαγή και οι εκδηλώσεις με την μορφή οικολογικών και ανθρωπιστικών καταστροφών μεταβάλλει την ιδέα της αέναης και άνευ ορίων εκμετάλλευσης της φύσης στο όνομα της οικονομικής μεγέθυνσης.

Η οικονομική διαχείριση της πανδημικής κρίσης αντιμετωπίζεται σήμερα διεθνώς μέσω της σημαντικής αλλαγής του οικονομικού παραδείγματος (βλέπε ΗΠΑ). Αποφάσεις και παρεμβάσεις όπως η απεριόριστη έκδοση νέου χρήματος μέσω των κεντρικών τραπεζών, η χαλάρωση της δημοσιονομικής πολιτικής και των κανόνων της κρατικής ενίσχυσης, η έκδοση κοινού χρέους στην Ε.Ε. με ισχυρό το σκέλος των επιχορηγήσεων αντί των δανείων συνέβαλαν σημαντικά στην στήριξη της πραγματικής οικονομίας, των επιχειρήσεων και των εργαζομένων. Βασικό επίδικο της επόμενης ημέρας μεταξύ του προοδευτικού πολιτικού τόξου με τις δυνάμεις του νεοφιλελευθερισμού θα αποτελέσει η “μάχη” για την αλλαγή του οικονομικού υποδείγματος με πιο μόνιμα δομικά χαρακτηριστικά.

Την επαύριον της πανδημίας συγκρούονται διεθνώς πλέον δύο διακριτές στρατηγικές. Η μία επιδιώκει επιστροφή στην προ πανδημίας κατάσταση, χρησιμοποιώντας μάλιστα την πανδημία ως αφορμή για να επιφέρει ένα νέο κύκλο συντηρητικών αλλαγών όπως η επιστροφή στις πολιτικές λιτότητας, η ενίσχυση του πλούτου, οι ιδιωτικοποιήσεις, η καθήλωση των μισθών, η περαιτέρω αποδυνάμωση του ρόλου της εργασίας και των μικρομεσαίων στρωμάτων. Η δεύτερη στρατηγική εδράζεται σε προοδευτικές αλλαγές, ρήξεις και μετασχηματισμούς. Την ανασυγκρότηση της εργασίας με τη διασφάλιση ενισχυμένων και δίκαιων μισθών, ευνοϊκών συνθηκών εργασίας και των εργασιακών δικαιωμάτων, την ενίσχυση του κοινωνικού κράτους, τη μείωση των ανισοτήτων, την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης με την κοινωνία συμμέτοχη, την ενίσχυση της δημοκρατίας και των δικαιωμάτων. Με μία οικονομική πολιτική που θα φορολογεί τα υψηλά εισοδήματα και τα κέρδη των πολυεθνικών επιχειρήσεων, θα παράγει νέο πλούτο και θα διανέμει τους πόρους με μέριμνα για τους ασθενέστερους, που θα ανοίγει δρόμους ίσων ευκαιριών και θα δημιουργεί πεδία αναζωογόνησης στην οικονομία και τον πολιτισμό. Πρέπει να βρεθούμε στη σωστή πλευρά της ιστορίας.

Η Ελλάδα μπορεί να βγει από την μακρά περίοδο οικονομικής παρακμής, στην οποία την καταδίκασε το μοντέλο ανάπτυξης πριν από την κρίση, η χρεωκοπία και οι πολιτικές λιτότητας. Η Ελλάδα μπορεί να αναπτύξει μια παραγωγική και τεχνολογική οικονομία, αξιοποιώντας πρώτα από όλα το μορφωμένο και καταρτισμένο ανθρώπινο δυναμικό, και τις δεξιότητες και

ικανότητες των εργαζομένων. Μπορεί να αναπτύξει τις τεράστιες δυνατότητες που διαθέτει στον βιομηχανικό, τον αγροδιατροφικό και τον πολιτιστικό τομέα, να αναβιώσει “παρηκμασμένους” βιομηχανικούς κλάδους, όπως είναι η αμυντική βιομηχανία, τα ναυπηγεία, μπορεί να αποκτήσει προνομιακή θέση στις πράσινες και ψηφιακές τεχνολογίες. Η Ελλάδα πρέπει να απομακρυνθεί από την ηττοπαθή στρατηγική της μονοκαλλιέργειας του τουρισμού και των κατασκευών και να γίνει μέρος της μεγάλης στροφής της ευρωπαϊκής οικονομίας προς την πράσινη, παραγωγική και τεχνολογική οικονομία.

Η ευρωπαϊκή απάντηση στην οικονομική κρίση που προκάλεσε η πανδημία, μετά από διαδοχικούς συμβιβασμούς, διαμόρφωσε, μεταξύ άλλων, το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, ένα πλαίσιο χρηματοδότησης επενδύσεων και μεταρρυθμίσεων για τα επόμενα χρόνια, επιπρόσθετο στις καθιερωμένες ευρωπαϊκές πολιτικές όπως η ΚΑΠ και η Πολιτική Συνοχής (ΕΣΠΑ). Αυτό επιτυγχάνεται με την έκδοση κοινού ευρωπαϊκού χρέους από την Ε.Ε. το οποίο θα αποπληρωθεί με έσοδα από την μελλοντική φορολόγηση δραστηριοτήτων, όπως οι χρηματιστηριακές συναλλαγές ή τα κέρδη των μεγάλων πολυεθνικών επιχειρήσεων του ψηφιακού τομέα. Η κατανομή των πόρων γίνεται με κριτήρια που έχουν να κάνουν με την οικονομική κατάσταση κάθε χώρας πριν την πανδημία (κατά κεφαλήν ΑΕΠ, ανεργία) αλλά και με την ένταση της οικονομικής κρίσης, που προκάλεσε η πανδημία. Η Ελλάδα θα λάβει περίπου 32 δις τα επόμενα χρόνια. Τα 19 δις σε (μη επιστρεπτέες) επιχορηγήσεις και τα υπόλοιπα σε δάνεια. Αυτά προστίθενται στα 40 δις των «παραδοσιακών» πόρων για την περίοδο 2021-2027. Συνεπώς, για πρώτη φορά σε ευρωπαϊκό επίπεδο λαμβάνεται απόφαση για αμοιβαιοποίηση χρέους με ισχυρά αναδιανεμητικά στοιχεία μεταξύ των κρατών, γεγονός που δεν μπορεί παρά να αξιολογηθεί θετικά από τις προοδευτικές δυνάμεις που παραδοσιακά πίεζαν για περισσότερη αλληλεγγύη στην Ευρώπη.

Στην Ελλάδα το Ταμείο Ανάκαμψης βρίσκεται στο επίκεντρο δύο διαφορετικών στρατηγικών για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας. Η πρώτη στρατηγική στην οποία προσανατολίζεται η κυβέρνηση προεγγράφεται στην Έκθεση της Επιτροπής Πισσαρίδη και στις βασικές κατευθύνσεις του προγράμματος της ΝΔ.

Η δεύτερη στρατηγική που προκρίνεται από το ΣΥΡΙΖΑ προωθεί την ρύθμιση της αγοράς εργασίας με συλλογικές συμβάσεις, ενίσχυση των μισθών, και πολύπλευρη στήριξη της εργασίας, τη διατήρηση του δημόσιου χαρακτήρα σε δίκτυα, υποδομές και υπηρεσίες βασικών αγαθών τη στήριξη και ανανέωση της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας, την ενίσχυση του ενιαίου και καθολικού κοινωνικού κράτους (παιδεία, υγεία, συντάξεις, πρόνοια) και την πολιτισμική δημοκρατία. Η φορολογία θα γίνει δικαιότερη με μείωση της φοροδιαφυγής, και προοδευτική φορολόγηση, που θα ελαφρύνει χαμηλότερες και μεσαίες εισοδηματικές ομάδες. Το προοδευτικό μοντέλο έχει ως πρώτη προτεραιότητα τη μείωση των ανισοτήτων και της ανασφάλειας. Προσβλέπει στο συνολικό οικολογικό μετασχηματισμό της οικονομίας, στην ανάσχεση της κλιματικής κρίσης, στην ενεργειακή δημοκρατία και στην κοινωνική συμμετοχή στην παραγωγή ενέργειας αναγνωρίζοντας την προστασία και διαχείριση του μοναδικού ελληνικού περιβάλλοντος ως αναπτυξιακό πλεονέκτημα και πόρο. Επιδιώκει την ενίσχυση και τον ψηφιακό

μετασχηματισμό της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας σε όλο το παραγωγικό και τεχνολογικό φάσμα.

Η προσέγγιση που προκρίνει ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ βασίζεται στην επιλογή έργων και μεταρρυθμίσεων με βάση πέντε βασικά κριτήρια:

• Διάχυση του οικονομικού οφέλους στην κοινωνία.

• Αποφυγή κάθε μορφής κοινωνικού αποκλεισμού. “Κανείς δεν πρέπει να μείνει πίσω”

• Αύξηση της εγχώριας παραγόμενης αξίας. Σύνδεση δηλαδή της πράσινης και ψηφιακής μετάβασης με την ελληνική παραγωγή προϊόντων και υπηρεσιών.

• Ισόρροπη ανάπτυξη των περιφερειών της χώρας με στόχο τη μείωση των περιφερειακών και ενδοπεριφερειακών ανισοτήτων.

• Δυναμική μετασχηματισμού που προκρίνει έργα και μεταρρυθμίσεις που επιλύουν τους παγιωμένους “αναχρονισμούς” στη χωροταξία, το περιβάλλον, τη διοίκηση, τη δικαιοσύνη και αλλού και διευκολύνουν τους πολίτες και τις επιχειρήσεις.

Οι προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ συμπυκνώνονται σε πέντε άξονες παρεμβάσεων:

· Δίκαιη Πράσινη Μετάβαση

· Μετασχηματισμός του παραγωγικού μοντέλου, ενίσχυση της εργασίας, ενδυνάμωση ΜμΕ και αυτοαπασχολουμένων

· Ψηφιακός Μετασχηματισμός

· Κοινωνική συνοχή και ανθεκτικότητα.

· Ανάπτυξη των Περιφερειών των Πόλεων και της Υπαίθρου

Στην οριστική διαμόρφωση αυτών των προτάσεων η κοινωνία και οι φορείς της οφείλουν να διαδραματίσουν καθοριστικό ρόλο. Κάθε Περιφερειακή Ενότητα (Νομός) και κάθε Δήμος μπορούν και πρέπει να συμβάλουν με συγκεκριμένα τοπικά σχέδια ανάπτυξης Γιατί η ανάπτυξη είναι μια κοινωνική – πέρα από οικονομική – διαδικασία στην οποία όλοι έχουμε λόγο και ρόλο.

ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΘΩΜΑΣ

ΟΙΚΟΝΟΜΟΛΟΓΟΣ

ΜΕΛΟΣ Ν.Ε. ΛΑΚΩΝΙΑΣ του ΣΥΡΙΖΑ – Π.Σ