Πολυαγαπημένε μας Πολυζώη
Με απέραντη θλίψη σε αποχαιρετήσαμε σήμερα (Τρίτη, 14 Δεκεμβρίου 2021) εκεί, στο Ναό του Α. Νικολάου Σπάρτης, τον οποίο (50 χρόνια ψάλτης) υπηρέτησες με αφοσίωση και αυταπάρνηση από το 1968 μέχρι το 2013, σαράντα πέντε χρόνια ακριβώς (μια ζωή ολόκληρη).
Την ώρα εκείνη του ύστατου αποχαιρετισμού, η ψυχή σου ήταν σίγουρα εκεί, κοντά μας, να ανάβει ένα κερί στο μανουάλι, να ασπάζεται μια εικόνα ή να φυλλομετρά τα βιβλία της ψαλτικής στο αναλόγιό σου, έτσι όπως έκανες ΕΣΥ κάθε Κυριακή, κάθε Εσπερινό και κάθε γιορτή, μικρή ή μεγάλη.
Θα μπορούσα να πω και να γράψω πολλά για τον Άνθρωπο Πολυζώη Ηλιόπουλο, που αγάπησε η κοινωνία της Σπάρτης, φίλοι, γνωστοί και συγγενείς, να πω για τον καλό οικογενειάρχη με τη μεγάλη φαμελιά που ήτανε η έγνοια, το καμάρι και η αγάπη του, να πω για τον προκομμένο νοικοκύρη που καλλιεργούσε με αφοσίωση και φροντίδα τη γη του και αβγάταινε το «έχει» του. Όσα κι αν πω, όσα κι αν γράψω, όμως, θα είναι λίγα. Γι’ αυτό θα περιοριστώ μόνο σε «δυο λόγια» για τον Ψάλτη Πολυζώη, που εγώ και τ’ αδέρφια μου, μαζί και όλα τα παιδιά του Νέου Κόσμου, τον ακούγαμε, κάποτε, κάθε Κυριακή και γιορτή, όταν μας έφερναν στον Αγιο-Νικόλα, απ’ το χέρι, οι μανάδες μας. Τον Ψάλτη Πολυζώη Ηλιόπουλο, που χάρη ΚΑΙ σ’ αυτόν αγαπήσαμε την Εκκλησία και τον Θεό και γράψαμε στην ψυχή μας όμορφες αναμνήσεις ζωής που δεν θα σβήσουν ποτέ.
Μεγάλοι, πια, «τολμήσαμε» με τον αδερφό μου τον Γιάννη , κάπου στα τέλη της 10ετίας του ’70, να ανεβούμε δίπλα σου στο ψαλτήρι. Μας άνοιξες ζεστά και εγκάρδια την αγκαλιά σου, έτσι όπως έκανες πάντα για τον καθένα που πλησίαζε το αναλόγιό σου. Σιγά-σιγά, την ώρα της ψαλτικής, έβρισκες ευκαιρίες να μας δασκαλεύεις τα μυστικά της τέχνης σου. Κι εμείς σε ισοκρατάγαμε κι έβρισκες εσύ τα πατήματα για να στεριώνεις τη λιτή (τη δωρική θα ’λεγα) βυζαντινή φωνή σου και να υφαίνεις στον αργαλειό της «Ὕμνους συντόνως τεθηγμένους…». Θυμόμαστε πόσο σωστός και υπεύθυνος ήσουν στα ψάλσιμό σου. Τίποτε δεν έλεγες πρόχειρα και απ’ έξω. Είτε είχε κόσμο η εκκλησία είτε όχι, εσύ έψελνες υποδειγματικά μέσα από τα βιβλία σου της Βυζαντινής Μουσικής και μάλιστα εκείνα τα βιβλία τα «δύσκολα» του μεγάλου δασκάλου Αθ. Καραμάνη, που τα είχες, δικαίως, ως «Ευαγγέλιο». Όμως, δεν έλειπαν και οι φορές που έφερνες «υπό μάλης» και παλαιά, σπάνια βιβλία της ψαλτικής, με πανέμορφες και πρωτάκουστες γραφές, που τις έψαλλες με απαράμιλλη τέχνη, αφού ΠΑΝΤΑ ήθελες ΚΑΙ ο Θεός να ευχαριστιέται με τους ύμνους και τους ψαλμούς που ανέπεμπες αλλά ΚΑΙ το εκκλησίασμα να «ανεβαίνει» στα επουράνια. ΟΛΟΙ ξέρουν (και είναι αλήθεια) πως πολλοί Σπαρτιάτες εκκλησιάζονταν στον Α. Νικόλαο (κι ας μην ήταν ενορία τους) μόνο και μόνο για να απολαύσουν την ψαλτική σου τέχνη και δεξιότητα. Όπως μας έλεγε η πολυαγαπημένη σου σύζυγος, η κυρία Αγγελική («έφυγε» πρώτη από σένα και σίγουρα χαίρεται που σ’ έχει ξανά στην αγκαλιά της και στη φροντίδα της) δίπλα στο κρεβάτι σου, στο κομοδίνο, είχες στοιβαγμένα ΟΛΑ τα βιβλία της ψαλτικής και κάθε
βράδυ, την ώρα που οι άλλοι κοιμούνταν, εσύ μελετούσες, για να αποδώσεις, όσο γινόταν καλύτερα, στην επόμενη Λειτουργία.
Άλλες φορές σε βρίσκαμε στο ψαλτήρι σου κουρασμένο απ’ τις βαριές δουλειές στα χωράφια ή ασθενή κάποιες άλλες, γιατί ούτε καν σκεφτόσουν να καθίσεις στο σπίτι σου να ξεκουραστείς ή να γίνεις καλά, αφήνοντας το ψαλτήρι σου αδειανό. Ήξερες, και το δίδασκες με τον τρόπο ζωής σου, ότι το να υπηρετείς τον Θεό είναι, πάνω απ’ όλα, Θυσία και Αυταπάρνηση. Θυμόμαστε, πως όταν τα χρόνια βάρυναν στους ώμους σου και θέματα υγείας σε ταλαιπωρούσαν, εσύ με κανέναν τρόπο δεν έβαλες τον εαυτό σου πάνω από τον Α. Νικόλαο. Μας έλεγες:
«Το πρωί που έρχομαι ανάβω το κερί μου, προσκυνάω τον Α. Νικόλαο και τον Α. Εφραίμ και γίνομαι άλλος άνθρωπος. Παίρνω δύναμη και αντέχω».
Κι αυτό το θαύμα το βλέπαμε με τα ίδια μας τα μάτια: Ενώ χρειαζόσουν βοήθεια για ν’ ανέβεις στο ψαλτήρι με τα πονεμένα σου πόδια, όταν στηνόσουν μπροστά στο αναλόγιο κι άνοιγες τα βιβλία σου, τα πόδια σου γίνονταν ρίζες βαθιές στα θέμελα του Αγιο-Νικόλα κι έπαιρνες από κει δύναμη κι απαντοχή, ζωή και ικμάδα, για να βγάλεις πέρα τη λειτουργία με τον καλύτερο τρόπο. Εμείς, οι ισοκράτες σου, όταν βρίσκαμε ευκαιρία καθόμαστε στο στασίδι για να ξεκουραστούμε. Εσύ ΠΟΤΕ!!! Εκεί…πάντα ορθός, πάντα στητός, πιστός και ακοίμητος φρουρός στις επάλξεις του Αγίου Νικολάου που σε έταξε η Χάρις και η Πρόνοια του Θεού. Ακόμα και μια Μεγαλοβδομάδα που, κουρασμένος από τις συνεχείς Ακολουθίες, εγκαταλείφθηκες από τις δυνάμεις σου εκεί πάνω στο ψαλτήρι, με το ζόρι σε οδηγήσαμε μαζί με τον παπα-Κώστα στο Ιερό, για να πας μετά στο Νοσοκομείο. Εσύ αντιρριόσουν σθεναρά:
«Ποιος θα ψάλλει, βρε παιδιά… Αφήστε με να ψάλλω. Θα τα καταφέρω».
Αυτός ήσουν, πολυαγαπημένε μας Πολυζώη. Ένας πανάξιος Λειτουργός του Υψίστου, ένας βαθύς (όσο και σεμνός) καλλικέλαδος ψάλτης της Βυζαντινής Μουσικής και (πάνω απ’ όλα) ένας ακούραστος εργάτης της Εκκλησίας μας, που έφτανε ακόμα και στα όρια της Θυσίας.
Πραγματικά ΕΣΥ έκανες πράξη ζωής το: «Ψαλλώ τω Θεώ μου έως υπάρχω».
Ο Θεός ας δώσει παρηγοριά στη λατρεμένη σου οικογένεια και ας σε αναπαύσει εκεί που επισκοπεί το Φως του Προσώπου Του.
Για ό,τι μας έδωσες όλα αυτά τα χρόνια σε ευχαριστούμε. Δεν θα σε ξεχάσουμε ποτέ.
Εκεί στο επουράνιο ψαλτήρι θα συνεχίσεις να ψάλλεις, έως ότου ακούσεις το λυτρωτικό κάλεσμα του Κυρίου κατά την Ημέρα της Κρίσεως:
«Ευ δούλε αγαθέ και πιστέ. Είσελθε εις την χαράν του Κυρίου σου»!!!
Βαγγέλης Μητράκος