Οι βαλίτσες προς κρατικούς αξιωματούχους και πολιτικά κόμματα, για την περίοδο 2003-2007, που αποκάλυψε η γερμανική Δικαιοσύνη, είναι άλλος ένας κρίκος στην αλυσίδα της διαφθοράς, με την οποία είχε δέσει την Ελλάδα το παλιό πολιτικό σύστημα. Κυκλώματα της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ διαμοίραζαν κυριολεκτικά τα ιμάτια του ελληνικού λαού, πολλά χρόνια πριν μας οδηγήσουν στην κρίση και στα μνημόνια.
Δεν χωράει σήμερα καμιά αμφιβολία, μετά τα εξοπλιστικά, τη Siemens, τη Novartis, και τις μίζες του μετρό, ότι σε ανώτατο κρατικό και πολιτικό επίπεδο είχε απλώσει τα πλοκάμια της μια συμμορία διαφθοράς. Ότι οι μίζες, προκαθορισμένες σε ποσοστά μάλιστα, ήταν για χρόνια πίσω από πολλά από τα έργα και τις προμήθειες του Ελληνικού Δημοσίου. Ότι η διαφθορά είχε γίνει κανόνας στις σχέσεις μεταξύ του κράτους και μεγάλων εταιρειών. Ότι μαύρο χρήμα κυκλοφορούσε με βαλίτσες, τσάντες, και κρυφούς λογαριασμούς, για να φτάσει σε τσέπες κρατικών και πολιτικών λειτουργών, ακόμα και κομμάτων εξουσίας, που λειτουργούσαν με όρους μαφίας.
Αυτή η κατάσταση, για την οποία υπάρχουν ευθύνες και υπεύθυνοι, εξηγεί και τις αντιδράσεις ορισμένων εκπροσώπων αυτού του παλιού και διεφθαρμένου πολιτικού συστήματος, μετά τις αποκαλύψεις στο υπό διερεύνηση σκάνδαλο της Novartis. Μηνύσεις κατά εισαγγελέων, μηνύσεις κατά μαρτύρων, μηνύσεις κατά υπουργών, ακόμα και εναντίον του πρωθυπουργού, εμφυλιοπολεμική ρητορική και καταγγελίες περί σκευωρίας. Πρόκειται απλούστατα για μια αντίδραση πάλι με όρους συμμορίας, που αποσκοπεί να εκφοβίσει τη Δικαιοσύνη, την κυβέρνηση και τους μάρτυρες, για να μείνει στο σκοτάδι η δράση της.
Με το σκοτάδι, όμως, τελειώσαμε.
Η Ελλάδα δεν πρόκειται να αναστενάζει σε βαλίτσες, τσάντες, και σκοτεινούς λογαριασμούς. Η κυβέρνηση, κι εγώ προσωπικά, θα επιμείνουμε ως το τέλος: Φως παντού, φως σε όλα! Έτσι που οι ένοχοι να δώσουν λόγο των πράξεών τους, οι αθώοι να απαλλαγούν από κάθε σκιά υποψίας και να αποκατασταθεί η κλονισμένη εμπιστοσύνη του ελληνικού λαού σε κείνους που επιλέγει να κυβερνούν τη χώρα.