Αξιότιμε κύριε Πρόεδρε,
Είναι σε όλους γνωστό, πως οι επιχειρήσεις στην Ελλάδα, εξαιτίας της κρίσης, λειτουργούν υπό καθεστώς εκτάκτων συνθηκών.
Οι συντριπτικά περισσότερες χρωστούν είτε στο Δημόσιο, είτε στα Ασφαλιστικά Ταμεία, είτε στις Τράπεζες, είτε στους προμηθευτές τους, είτε σε κάποιους από αυτούς, είτε σε όλους μαζί. Η ύφεση, όσο συνεχίζεται, θα επιδεινώνει τα προβλήματα αυτά, ενώ ακόμη και στη θετική εκδοχή του μηδενισμού της το 2014, θα διατηρήσει την κατάσταση στα σημερινά δραματικά επίπεδα.
Με την εμπειρία μου ως υπουργού Εργασίας εν μέσω κρίσης, αλλά και μετά την ενημέρωση που είχα από τα Ασφαλιστικά Ταμεία, τον Απρίλιο του 2013 πρότεινα στον αρμόδιο Υπουργό, αλλά και στην Βουλή, να διαμορφώσουμε μια διακομματική πρωτοβουλία με άξονα την εξής λύση:
Πάγωμα για είκοσι τέσσερις μήνες των παρελθουσών υποχρεώσεων στα Ταμεία, υπό τον απαράβατο όμως όρο ότι η επιχείρηση θα καταβάλει ανελλιπώς τις τρέχουσες και στη συνέχεια, μετά τους είκοσι τέσσερις μήνες, ρύθμιση δόσεων. Η πρόταση αυτή δεν έγινε δεκτή, με το σκεπτικό ότι ήταν αντίθετη η τρόϊκα. Οι πληροφορίες μου, όμως, είναι πως η πρόταση αυτή δεν στηρίχθηκε με σχετικές μελέτες από την πλευρά του ελληνικού Δημοσίου κι έτσι δεν έγινε ποτέ συγκεκριμένη. Η έλλειψη αυτή ωστόσο ήταν καθοριστική, διότι πέραν της ύφεσης, το πιο ισχυρό επιχείρημα είναι η ρευστότητα στα Ταμεία. Από την εμπειρία μου μάλιστα υπογραμμίζω, πως για τα Ασφαλιστικά Ταμεία σημαντικότερη από την καταβολή παρελθουσών οφειλομένων εισφορών είναι η καταβολή των τρεχουσών!
Τόσο η υποχρέωση καταβολής παρελθουσών και τρεχουσών εισφορών ταυτοχρόνως, όσο και το δραματικά υψηλό επιτόκιο, αλλά και οι γραφειοκρατικές προϋποθέσεις ένταξης στη ρύθμιση, απέτρεψαν τις επιχειρήσεις να ενταχθούν. Έτσι, σήμερα, έξι περίπου μήνες μετά την ψήφιση της ρύθμισης, το ΙΚΑ, ενώ από τα 9 δις οφειλών στόχευε να εισπράξει 4,2 δις, τελικά φαίνεται πως δεν θα εισπράξει περισσότερα από 1,5 δις ευρώ.
Κύριε Πρόεδρε, η πληροφορία που έρχεται από σχεδόν όλα τα Επιμελητήρια της χώρας που ήδη επισκέφθηκα είναι μία και μοναδική: η υφιστάμενη νομοθετική βάση της ρύθμισης είναι απαράδεκτη και πρέπει αμέσως να αλλάξει. Και οι προαναφερθείσες πληροφορίες που προκύπτουν από τις εισπράξεις των Ταμείων αποτυπώνουν πεντακάθαρα την ανάγκη αυτή.
Συνεπώς, για να δημιουργήσουμε τις προϋποθέσεις διατήρησης της υφιστάμενης επιχειρηματικότητας στη ζωή, για την αντιμετώπιση της ύφεσης και της ανεργίας, αλλά και για την αποφυγή περαιτέρω μείωσης των συντάξεων από την παρούσα ή την επόμενη Κυβέρνηση είναι απολύτως απαραίτητο να προβούν τώρα τα αρμόδια Υπουργεία στις οφειλόμενες ενέργειες, ώστε να κατατεθεί αμέσως στη Βουλή η ενδεδειγμένη λύση. Η πρόταση που ήδη αναφέρθηκε, καθώς και οι πρόσφατες προτάσεις των Ασφαλιστικών Ταμείων βοηθούν με τρόπο καίριο την προοπτική αυτή.