Τα περίπτερα αποτελούν, ιστορικά, έναν καθρέφτη της ελληνικής κοινωνίας, έναν μικρό-μεγάλο κόσμο, μια γοητευτική, ελληνική, παγκόσμια πρωτοτυπία .
Ειδικά στη Σπάρτη, από ιδρύσεώς της και μέχρι σήμερα, τα περίπτερα υπήρξαν ένα ισχυρό τοπόσημο, ένα διακριτό και με έντονη σημειολογία στοιχείο της ταυτότητας της πόλης (ιστορικής, κοινωνικής, οικονομικής, εμπορικής, αισθητικής κλπ). Για το λόγο αυτό είναι ανάγκη αδήριτη τα περίπτερα της Σπάρτης να διατηρηθούν και να στηριχθούν από τη δημοτική αρχή, μιας και οι πόλεις είναι ζωντανοί και πολύπλοκοι οργανισμοί, που, ναι μεν αλλάζουν συνεχώς, αλλά, ταυτόχρονα, ΠΡΕΠΕΙ να προβάλλουν το ιστορικό τους παρελθόν ως συστατικό στοιχείο της ταυτότητάς τους.
1944: Το περίπτερο του κέντρου της Σπάρτης (Παλαιολόγου και Λυκούργου), το οποίο (ευτυχώς) παραμένει ακόμα ανοιχτό.
Στη διάρκεια της ιστορικής διαδρομής της, η Σπάρτη έχει, δυστυχώς, απολέσει πολλά και σημαντικά στοιχεία της ταυτότητάς της:
-Το οθωνικό πολεοδομικό και ρυμοτομικό της σχέδιο.
-Την κεντρική της πλατεία, που είχε σχεδιαστεί ενιαία από το δημαρχείο ως το μουσείο.
-Το ιστορικό της κέντρο.
-Τον προβλεπόμενο από τον πολεοδομικό σχεδιασμό περιορισμό του ύψους των οικοδομών στη δυτική και νότια πλευρά της πλατείας.
-Τις τοξωτές καμάρες σ’ ολόκληρο το τετράγωνο πέριξ της παλαιάς ενιαίας πλατείας.
-Τα υπέροχα και μοναδικά νεοκλασικά της κτήρια.
-Το «ΞΕΝΙΑ» του Λόφου.
-Ιστορικούς κινηματογράφους που θα μπορούσε να έχει διατηρήσει ως δημοτικούς.
-Τις νησίδες με τους φοίνικες και την όλη μορφή της Παλαιολόγου (προσφάτως), κλπ, κλπ, κλπ.
Αυτή η πορεία της παρακμής ΠΡΕΠΕΙ να σταματήσει. Η διατήρηση, προστασία και αναβάθμιση των περιπτέρων της Σπάρτης είναι (εκτός άλλων) μια πράξη αντίστασης σ’ αυτόν τον κατήφορο της πόλης, η οποία, σταδιακά, απαλλάσσεται βίαια, αυθαίρετα και ετσιθελικά, από όλα εκείνα τα «τζιβαερικά» της ομορφιάς της και από ΤΑ στοιχεία της ταυτότητάς της.
Τα περίπτερα της Σπάρτης έγραψαν και αυτά, μαζί με τους περιπτεράδες, την δική τους ζεστή και ανθρώπινη ιστορία στην πόλη μας, που, μάλιστα, ήταν ιδιαίτερα έντονη και «ποικιλόχρωμη», λόγω του ότι η Σπάρτη ήταν μικρή, οι άνθρωποι γνωρίζονταν μεταξύ τους και είχαν μια πιο οικεία σχέση με τα περίπτερα και τους ανθρώπους τους απ’ ό,τι στις μεγάλες πόλεις.
Σήμερα, στη Σπάρτη έχουν μείνει «όρθια» 14 περίπτερα, από τα οποία λειτουργούν ΜΟΝΟ τα 7 (πέντε στην Παλαιολόγου και δύο στην Λυκούργου).
Κατά τα τελευταία χρόνια, 3 ακόμα περίπτερα έχουν κατεδαφιστεί από τον δήμο Σπάρτης: Ένα στην Αρχιδάμου-απέναντι από το Ταχυδρομείο, ένα στη συμβολή Παλαιολόγου και Κλεομβρότου και ένα στην κεντρική πλατεία, επί της Λυκούργου, ενώ ακούγεται πως προγραμματίζεται η κατεδάφιση και άλλων.
Όσον αφορά το κατεδαφισμένο περίπτερο της πλατείας, πρέπει να τονιστεί ότι υπήρξε μια αβασάνιστη δημοτική επιλογή και μια πολιτιστική απώλεια για τη Σπάρτη, αφού ήταν ένα ιστορικό προπολεμικό περίπτερο, συνυφασμένο με τη ζωή και την ιστορία της πόλης, για το οποίο ο δήμος Σπάρτης ΔΕΝ είχε κανέναν ιδιαίτερο λόγο να το κατεδαφίσει. Εκτός αν είχε και δεν τον γνωρίζουμε.
Δεκαετία 1940: Ο αξέχαστος μπαρμπα-Βαγγέλας με τα ματζούνια του ξεκουράζεται στο περίπτερο της πλατείας και τα «λέει» με τον περιπτερά, τον φίλο του τον μπαρμπα – Γιώργη Φίλιππα.
Οι δικαιολογίες και τα «επιχειρήματα» που ακούγονται, ευκαίρως-ακαίρως, για την προωθούμενη πολιτική εξαφάνισης των περιπτέρων της Σπάρτης, δείχνουν ρηχότητα σκέψης και αδυναμία ουσιαστικής και υπεύθυνης προσέγγισης του ζητήματος, γι’ αυτό και δεν αξίζει να ανακρουστούν ένα προς ένα. Το επιχείρημα, λόγου χάρη, ότι τα περίπτερα παρεμποδίζουν τη διέλευση των πεζών μόνο θυμηδία μπορεί να προκαλέσει σε μια πόλη που η παρεμπόδιση των πεζών στα πεζοδρόμια, στους πεζόδρομους και στην πλατεία έχει γίνει καθεστώς, με την ανοχή (αν όχι την ενθάρρυνση) της εκάστοτε δημοτικής αρχής.
Ο δήμος Σπάρτης οφείλει, να διατηρήσει «ζωντανά» και ακμαία τα περίπτερα της πόλης, ως στοιχεία της ιστορικής διαδρομής της αλλά και της αισθητικής της και να πασχίσει, με κάθε δυνατό και πρόσφορο τρόπο, να ενισχύσει τη λειτουργία των περιπτέρων που είναι ακόμα ανοιχτά, βάζοντας ως στόχο να ενοικιαστούν ΚΑΙ εκείνα που σήμερα είναι κλειστά. Σε καιρούς οικονομικά πολύ δύσκολους σίγουρα υπάρχουν άνθρωποι που θα ήταν διατεθειμένοι ν’ ανοίξουν τα κλειστά περίπτερα της Σπάρτης για να ζήσουν τις οικογένειές τους και πάντως, όσο κι αν έχει αλλάξει η ζωή, τα περίπτερα εξακολουθούν να εξυπηρετούν τους πολίτες, κάθε στιγμή, νύχτα και μέρα, και να είναι απόλυτα αναγκαία στην καθημερινή ζωή της πόλης.
Δεκαετία 1950: Το ιστορικό περίπτερο ΔΙΑΚΟΥΜΑΚΟΥ, στη γωνία Παλαιολόγου και Ευαγγελιστρίας. Μέσα διακρίνεται ο περιπτεράς Νίκος Διακουμάκος
(Φωτογραφία του σημαντικού Λάκωνα φωτογράφου Γεωργίου Τζανάκου, από το χωριό Σμήνος-Αχωμάτου)
Η διαχρονικά εκφρασμένη δημοτική πρόθεση για κατεδάφιση των περιπτέρων που κλείνουν, ΠΡΕΠΕΙ να εγκαταλειφθεί και να υπάρξει γόνιμος προβληματισμός για το μέλλον των περιπτέρων. Τα κλειστά περίπτερα της Σπάρτης από εικόνες παρακμής και εγκατάλειψης ΜΠΟΡΟΥΝ να γίνουν στολίδια αισθητικά και πολιτιστικά στοιχεία της πόλης μας.
Μια ωραία ιδέα θα ήταν να προκηρυχθεί από τον δήμο ένας διαγωνισμός σχετικά με την διαμόρφωση και εναλλακτική χρήση των κλειστών περιπτέρων, για τα οποία δεν υπάρχει ενδιαφέρον ενοικίασης.
Με κατάλληλη διαρρύθμιση και εξωραϊσμό θα μπορούσαν να γίνουν:
– χώροι τουριστικής προβολής της πόλης,
-εκθετήρια ιστορικών μνημείων του τόπου μας,
-κέντρα διαδραστικών προβολών,
-περίπτερα υποστήριξης και προβολής πολιτιστικών εκδηλώσεων,
-κέντρα προώθησης της βιβλιοφιλίας και του βιβλίου,
-σημεία φωτογραφικών εκθέσεων,
-κιόσκια πληροφόρησης,
-μικρά δημοτικά CAFΕ-ΑΝΑΨΥΚΤΗΡΙΑ,
-δημοτικά πρατήρια πώλησης τουριστικών ειδών, κλπ, κλπ.
Με τον τρόπο αυτό τα κλειστά περίπτερα της Σπάρτης θα μπορούσαν να αποτελέσουν μια πανελλήνια πρωτοτυπία, να δώσουν έναν διαφορετικό χρώμα στη μορφή, στη ζωή και στην αισθητική της πόλης και να αποτελέσουν στοιχεία πολιτισμού, ψυχαγωγίας και προβολής της πόλης μας, δίνοντας στη Σπάρτη συγκριτικά πλεονεκτήματα.
Επιτέλους, σ’ αυτήν την ιστορική και ένδοξη πόλη, τη Σπάρτη μας, ας σταματήσουμε να «γκρεμίζουμε» και ας αρχίσουμε να «χτίζουμε» και να δημιουργούμε.
Όπως αναφέρει ο Αριστείδης Αντονάς, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας :
«Στο τοπίο της σύγχρονης πόλης, εννοούμενης πλέον ως ένα πολυσήμαντο ερείπιο στο σύνολο της, επιχειρούμε να δρούμε περισσότερο αφαιρώντας παρά προσθέτοντας στοιχεία (…) Μένει ωστόσο να σκεφτούμε ΤΙ θα είναι αυτή η νέα αρχιτεκτονική της πόλης, που θα συνεχίζει να χτίζει με άλλου είδους αφαιρέσεις.»
Κι ακόμα:
«Σε αυτά τα αγνοημένα δείγματα της ανώνυμης αρχιτεκτονικής, που συχνά στέκονται αμήχανα στα πεζοδρόμια της σύγχρονης πόλης, εντοπίζονται διαδοχικά χρονικά στρώματα και εναπομείνασες καθημερινές πρακτικές, που εντυπώνονται στην δομή τους ως εκφράσεις της συλλογικής μνήμης.»
«Το περίπτερο: μια μικρο-αρχιτεκτονική του καθημερινού.», Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Ιούλιος 2023
Για την ιστορία αξίζει να ειπωθεί ότι τα περίπτερα ξεκίνησαν σαν «καπνοπωλεία», ήδη από το 1828, και αργότερα, όταν η ποιότητα ζωής άρχισε να καλυτερεύει, μπήκαν σ’ αυτά και διάφορα άλλα είδη πρώτης ανάγκης με αποτέλεσμα να φτάσουμε στο γνωστό «περίπτερο» που όλοι γνωρίσαμε και αγαπήσαμε. Τα περίπτερα είναι τα «μικρά θαύματα», ο θρίαμβος της ελληνικής πατέντας, που σε ελάχιστα τετραγωνικά χωράνε τα πάντα.
Για πολλές 10ετίες τα περίπτερα δίνονταν από το κράτος στους αναπήρους πολέμου, ως «αντιπαροχή» για τις θυσίες τους υπέρ Πατρίδος.
«Με μόχθο συντηρούν πάντα – είναι αναγνωρισμένο – τα περίπτερά τους οι φτωχοί και στην πλειοψηφία τους ανάπηροι βιοπαλαισταί, για να συνθέσουν καθημερινά, δεκάρα-δεκάρα, το αντίτιμο του ψωμιού της οικογένειάς των.»
Στις τελευταίες 10ετίες η δραματική αλλαγή του τρόπου ζωής και της κατανάλωσης έπληξε καίρια τα περίπτερα, τα οποία προσπάθησαν να προσαρμοστούν. Πολλά δεν τα κατάφεραν, έκλεισαν, και στη συνέχεια οι δήμοι «απαλλάχθηκαν» απ’ αυτά. Μέσα στη δεκαετία 2010-2020, σύμφωνα με τα στοιχεία της NielsenIQ, όπως παρουσιάστηκαν στο πλαίσιο του Convenience Retailing Conference 2021, ένα στα δύο περίπτερα έβαλαν λουκέτο. Συγκεκριμένα, από τα 9.904 περίπτερα που λειτουργούσαν στην Ελλάδα το 2010, το 2020 είχαν μείνει ανοιχτά μόλις τα 4.985, καταγράφοντας μείωση της τάξης του 50,3%.
«Το περίπτερο, ως ένα «χαρούμενο παράσιτο», όπως θα το χαρακτηρίσει ο Peter Cook, στέκεται με παράδοξο και συχνά αυθαίρετο τρόπο στους δρόμους της πόλης, κουβαλώντας, ωστόσο, άθελά του, και όλα τα ανθρωποκεντρικά νοήματα που ανέδειξε η μελέτη της ιστορικής και της συγχρονικής παρουσίας του.
Έτσι, η απομάκρυνση των περιπτέρων από τους δημόσιους χώρους σηματοδοτεί, εν μέρει, το τέλος μιας εποχής και την εξαφάνιση ενός διαφορετικού τρόπου οργάνωσης της -αγοραστικής και μη- καθημερινότητας, μακριά από την ταχύτητα που επιτάσσει ο ύστερος καπιταλισμός.
Σε μια πόλη που αλλάζει και εξευγενίζεται ταχύτατα και, εν πολλοίς, βίαια, τα περίπτερα θα μπορούσαν να ιδωθούν ως σύμβολα μιας αστικής ατυπικότητας (urban informality), που αντιπαραβάλλονται, χωρικά και κοινωνικά, σε αυτό το πρόσταγμα.»
«Το περίπτερο: μια μικρο-αρχιτεκτονική του καθημερινού.», Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Ιούλιος 2023
Σπάρτη 29-1-2025
Βαγγέλης Μητράκος