Την Παρασκευή εκφωνήθηκε η αίτηση αναίρεσης για τη συλλογική αγωγή (Ν. 2251/1994) κατά της τράπεζας Πειραιώς.
Κατά την εκφώνηση της υπόθεσης η Τράπεζα Πειραιώς υπέβαλλε αίτημα αναβολής, ισχυριζόμενη ότι ενώπιον του Αρείου Πάγου εκκρεμούν οι αναιρέσεις κατά της Εθνικής Τράπεζας και της Alpha Bank, οι οποίες πραγματεύονται συναφές νομικό ζήτημα και αφού έχουν προσδιοριστεί να συζητηθούν στις 05-12-2025 η τράπεζα αιτήθηκε να δικαστούν την ίδια μέρα για την αποφυγή έκδοσης αντιφατικών αποφάσεων.
Από την πλευρά τους οι νομικοί του πανελλήνιου Συλλόγου Δανειοληπτών Ελβετικού Φράγκου (ΣΥ.ΔΑΝ.Ε.Φ.) αντίλεξαν στο αίτημα της αναβολής, εκθέτοντας ότι το Δικαστήριο θα πρέπει να προχωρήσει στην έκδοση απόφασης, διότι τα κατώτερα δικαστήρια αναβάλλουν την έκδοση απόφασης επί ατομικών αγωγών, αναμένοντας την έκδοση της προκειμένης απόφασης, ενώ παράλληλα, η τράπεζα προχωρά σε ενέργειες κατά των δανειοληπτών. Ότι τα ζητήματα που τίθενται είναι διαφορετικά, εφόσον οι κρινόμενοι Όροι δεν ταυτίζονται γραμματικά, ότι, το υποβληθέν αίτημα ευτελίζει τη διαδικασία, ότι, άλλωστε, εκ των συλλογικών αγωγών τέθηκε ζήτημα μη νομίμου εκταμίευσης των δανείων, δηλαδή ζήτημα που εκφεύγει του κύρους των κρινόμενων Όρων και είναι ευρύτερο και τέλος, ότι με την υπ’ αριθ 948/2021 απόφαση του ιδίου δικαστηρίου κρίθηκε ότι η απόφαση επί Συλλογικής Αγωγής μπορεί να γίνει αντικείμενο επίκλησης μόνο κατά του συγκεκριμένου προμηθευτή, με συνέπεια, η τυχόν έκδοση αποφάσεων που αφορά τις λοιπές τράπεζες να μην αφορά την Τράπεζα Πειραιώς και αντίστροφα.
Επιπλέον, από πλευράς των δανειοληπτών κατατέθηκε σημείωμα όπου -μεταξύ άλλων- τονίστηκε το γεγονός πως η νομοθετική εξουσία αναμένει δικαστική απόφαση από το Δικαστήριό του Αρείου Πάγου για να τάμει το νομικό ζήτημα τόσων δανειοληπτών, προσκομίζοντας ακόμη και Πρακτικά της Βουλής με τις πρόσφατες δηλώσεις του αρμόδιου Υπουργού σχετικώς με το θέμα των δανείων με ρήτρα αξίας σε ελβετικό φράγκο. Σύμφωνα με αυτές τις δηλώσεις, η Βουλή προσμένει σε μία δικαστική απόφαση από τον Άρειο Πάγο που θα οδηγήσει έπειτα στην ορθή και απρόσκοπτη νομοθετική ρύθμιση του ζητήματος.
Υπενθυμιζονται οι επιστολές διαμαρτυρίας που είχαν κατατεθεί απο τον ΣΥ.ΔΑΝ.Ε.Φ.προς την Πρόεδρο του Αρείου Πάγου και τον Υπουργό Δικαιοσύνης, για
- την καθυστέρηση απονομής δικαιοσύνης (θα ξεπεράσει τα 10 χρόνια από την κατάθεση της αγωγής, χρόνος κατά πολύ μεγαλύτερος από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο και δεν θα έχει ακόμη εκδικαστεί -στα 10 χρόνια- η συλλογική αγωγή ν.2251/94 που αφορά θέμα ευρύτερου κοινωνικού και νομικού ενδιαφέροντος με χιλιάδες διαδίκους).
- λόγω της αποχής των δικηγόρων, η συζήτηση της αναίρεσης επί συλλογικής αγωγής αναβλήθηκε για δυο χρόνια μετά, όταν στο άρθρο 241 ΚΠολΔ ρητά αναφέρεται ότι σε περίπτωση αποχής των δικηγόρων οι υποθέσεις αναβάλλονται υποχρεωτικά σε δικάσιμο που ανακοινώνει το δικαστήριο εντός αποκλειστικής προθεσμίας ενενήντα (90) ημερών ή σε άλλη εμβόλιμη.
Το Δικαστήριο επιφυλάχθηκε να αποφασίσει, διέκοψε τη συζήτηση και ύστερα από σύντομη διακοπή, ανακοίνωσε αναβολή της υπόθεσης για τις 05-12-2025!!
Η Ελληνική Δικαιοσύνη, εμμένει στην εσφαλμένη ΟλΑΠ 4/2019, οι παραδοχές της οποίας έχουν πλέον καταρρεύσει με μια σειρά αποφάσεων που εκδόθηκαν από το δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ).
Είναι, πλέον, προφανές ότι η δικαιοσύνη παίρνει έμπρακτα θέση. Όταν πρόκειται για τη νομιμοποίηση των εταιριών διαχείρισης, η απόφαση εκδίδεται μέσα σε 15 ημέρες. Όταν όμως πρόκειται για την προάσπιση των συμφερόντων των δανειοληπτών, δίνεται αναβολή σε δικάσιμο περίπου 2 χρόνια μετά! Μια τέτοια εξέλιξη είναι πολύ μακριά από την ανθρωποκεντρική σκοπιά της δικαιοσύνης, αγνοεί την σκληρή πραγματικότητα που βιώνουν οι δανειολήπτες, και τους εξαντλεί ηθικά και οικονομικά, απέναντι στους τραπεζικούς κολοσσούς. Η δικαιοσύνη οφείλει να είναι αμερόληπτη αλλά όχι απαθής, αντικειμενική αλλά όχι απρόσωπη, να ακολουθεί το γράμμα του νόμου, αλλά και το πνεύμα του.
Τονίζεται από την πλευρά του πανελλήνιου Συλλόγου Δανειοληπτών Ελβετικού Φράγκου (ΣΥ.ΔΑΝ.Ε.Φ) πως δεν είναι ικανή ούτε η δικαστική προστασία που απολαμβάνουν οι τράπεζες να αποτρέψει τους δανειολήπτες απο την προσπάθεία τους να φτάσουν μέχρι την τελική δικαίωση, όπως συνέβη για το ίδιο ζήτημα στις υπόλοιπες χώρες τις Ευρώπης.