Χιλιάδες δανειολήπτες μέλη του καθ’υλην αρμόδιου συλλόγου δανειοληπτών με ρήτρα ελβετικού φράγκου, ΣΥ.ΔΑΝ.Ε.Φ., συμμετέχουν σε συλλογική αγωγή κατά συστημικής τράπεζας που θα συζητηθεί στον Άρειο Πάγο την 19η Απριλίου 2024, ημέρα Παρασκευή. Προηγήθηκε η αναβολή των υπολοίπων τραπεζών στον Άρειο Πάγο. Το παράλογο βέβαια ουδέποτε ήταν η αναβολή που δόθηκε, αλλά η παράβλεψη της ρητής πρόβλεψης του νόμου ότι η δικάσιμος σε περιπτώσεις όπως η αποχή δικηγορών θα έπρεπε να προσδιοριστεί υποχρεωτικά σε προθεσμία 90 ημερών και πως βέβαια παρά τις διαμαρτυρίες των πληρεξουσίων δικηγόρων των καταναλωτών δόθηκε αναβολή για 2 χρόνια μετά, όταν στον αντίποδα η απόφαση για τη νομιμοποίηση των εταιριών διαχείρισης εκδόθηκε μέσα σε 15 ημέρες. Έτσι, λοιπόν, οι δανειολήπτες αγανακτισμένοι, δια μέσω του νόμιμου οργάνου εκπροσώπησής τους τον ΣΥΔΑΝΕΦ, κατέθεσαν επιστολή διαμαρτυρίας και αίτημα συνάντησης με τον Υπουργό Δικαιοσύνης κ. Φλωρίδη , ο οποίος όμως ουδέποτε ανταποκρίθηκε.
Σε ανακοίνωση που εξέδωσε ο Πανελλήνιος Σύλλογος των δανειοληπτών (ΣΥ.ΔΑΝ.Ε.Φ), απευθύνει πρόσκληση και προς τα μέλη του αλλά και δημοσίως, σημειώνοντας πως «Πρέπει να παρασταθούμε όλοι ενώπιον του Αρείου Πάγου την 19η Απριλίου 2024. Η παρουσία μας καλείται ως έκφραση υποστήριξης των δικαιωμάτων των χιλιάδων δανειοληπτών τα οποία πλήττονται από δάνεια εκφρασμένα σε ρήτρα ελβετικού φράγκου».
Ο Σύλλογος επίσης τονίζει ότι ο Άρειος Πάγος είναι το δικαστήριο που παράγει νομολογία …« γι’ αυτό συνεχίζουμε να αναδεικνύουμε με κάθε τρόπο την ανάγκη να αποσταλούν προδικαστικά ερωτήματα στο Δικαστήριο της Ένωσης (Δ.Ε.Ε). Το ελληνικό ανώτατο δικαστήριο, απέφυγε την υποχρέωσή του να αποστείλει προδικαστικό ερώτημα στο Δ.Ε.Ε για την ορθή ερμηνεία των διατάξεων της Οδηγίας 93/13, υποχρέωση που βασίζεται τόσο στο Ελληνικό Σύνταγμα, όσο και στο Ενωσιακό δίκαιο. Με αυτή του την παράλειψη, το δικαστήριο δεν απέδωσε δικαιοσύνη στους πληττόμενους δανειολήπτες. Ταυτόχρονα, κατάφερε ένα σημαντικό πλήγμα στο κράτος δικαίου και στην εμπιστοσύνη των πολιτών ότι τυγχάνουν προστασίας από το δικαστικό σύστημα. Αυτό το πλήγμα έρχεται να προστεθεί στην επισφαλή κατάσταση της δικαιοσύνης στη χώρα, όπως έχει επισημανθεί και από τις εκθέσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης τα τελευταία χρόνια. Με αυτό το δεδομένο, ο Σύλλογος Δανειοληπτών Ελβετικού Φράγκου υπέβαλε στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή καταγγελία κατά της Ελλάδος, για παραβίαση του άρθρου 267 Συνθήκης Λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ) από το ανώτατο δικαστήριο της χώρας…»
Τα προδικαστικά ερωτήματα που έχει αιτηθεί η συλλογική αγωγή (ν.2251/94), η οποία θα κρίνει το μέλλον 200.00 και πλέον συμπολιτών μας, να προωθηθούν στο ΔΕΕ, τόσο στη δίκη που προηγήθηκε κατά συγκεκριμένης συστημικής τράπεζας και δεν προωθήθηκαν, όσο και σε αυτές που αναβλήθηκαν καθώς και σε αυτήν που συζητείται στις 19/04/2024, είναι αυτά που έλυσαν το ζήτημα σε όλη την Ευρώπη, ανακουφίζοντας τους δανειολήπτες, που έπρεπε να καταβάλλουν έως 70% επιπλέον δόσης & κεφαλαίου απ’ όσα είχαν αρχικώς δανειστεί.
Σημειωτέον πως μεταξύ άλλων χωρών της ΕΕ στη Γερμανία, όπου χιλιάδες πολίτες της έλαβαν τα ίδια δάνεια, η κοινή ρήτρα δανείων σε ελβετικό φράγκο κρίθηκε -μεταξύ άλλων- καταχρηστική και πλέον οι Γερμανοί -Ευρωπαίοι πολίτες- ήδη αποπληρώνουν τα εν λόγω δάνεια χωρίς να καταβάλλουν τα ως άνω υπέρογκα ποσά. Αντίστοιχα, στη Γαλλία κρίθηκε ότι τα δάνεια με ρήτρα αξίας ελβετικού φράγκου είναι δάνεια με λογιστικό δανεισμό και προκαλούν ως αποτέλεσμα την άνευ ορίων μετακύλιση του συναλλαγματικού κινδύνου στον δανειολήπτη- καταναλωτή και αυτό κατόπιν προδικαστικού ερωτήματος που έστειλε ως όφειλε το Ανώτατο δικαστήριο της Γαλλίας. Σε ανάλογο πνεύμα αποφάνθηκαν οι: Πολωνία, Ουγγαρία, Κροατία, Ισπανία, Ιταλία (αποφάσεις κατά Barclays) κ.α.
Με την παρουσία τους οι δανειολήπτες, την 19η/04/2024 στον Άρειο Πάγο προτάσσουν την αξίωσή τους για ίση αντιμετώπιση και εφαρμογή του Ενωσιακού δικαίου με τα υπόλοιπη Κράτη μέλη.
Όπως χαρακτηρίστηκα αναφέρουν ‘’…Δεν είμαστε Ευρωπαίοι πολίτες ξεχωριστής κατηγορίας! Δηλώνουμε ξεκάθαρα, πως είναι τουλάχιστον απαράδεκτο τα «κέρδη» των τραπεζών να συνδέονται με την προκύπτουσα υπερχρέωση των καταναλωτών, οι οποίοι ενώ έχουν ήδη αποπληρώσει το δάνειό τούς συμπεριλαμβανομένων των τόκων, καλούνται να αποπληρώσουν ξανά ένα νέο κεφάλαιο σχεδόν ισόποσο ή και αόριστο σε κάποιες περιπτώσεις…”.