Η διαχρονική αδελφική σχέση Γεωργιτσίου – Πελλάνας Λακωνίας

Γράφει ο Χρήστος Ηλ. Τσίχλης Πρόεδρος Συνδέσμου των εν Αττική Γεωργιτσιάνων Λακεδαίμονος - Δικηγόρος - Συνταγματολόγος

Ο οικισμός ” Γεωργιτσιάνικα Καλύβια”, όπως αναγράφεται στις επίσημες απογραφές πληθυσμού του ελληνικού κράτους, κατέστη μεταγενέστερα αυτόνομη κοινότητα Πελλάνας. Στην αρχή οι Γεωργιτσιάνοι δημιούργησαν καλύβια στα κτήματα τους ( όπως προκύπτει από τους τίτλους ιδιοκτησίας κτημάτων Γεωργιτσιάνων που εμφαίνονται στο οικείο υποθηκοφυλακείο) και αργότερα τα καλύβια μετατράπηκαν σε σπίτια. Η εγκατάσταση στα κτήματα, έλαβε χώρα ώστε να βρίσκονται κοντά στην αγροτική παραγωγή που τους εξασφάλιζε τα προς το ζην. Έτσι, ακόμα και σήμερα, η συντριπτική πλειοψηφία των κατοίκων Πελλάνας και Γεωργιτσίου, συνδέονται και με συγγενική σχέση. Στην Πελλάνα βρίσκεται η έξοδος του σύγχρονου αυτοκινητόδρομου Αθήνα – Λεύκτρο – Σπάρτη και οι ” συγγενείς” Γεωργιτσιάνοι δεν έχουν ουσιαστικη πρόσβαση ούτε στην Πελλάνα, ούτε στην έξοδο του νέου αυτοκινητόδρομου. Αναγκάζονται να διανύσουν έναν περιττό χρονοβόρο κύκλο, ενώ τα κρατικά προγράμματα για την υλοποίηση του έργου, χάνονται χωρίς λόγο. Ο δρόμος Γεωργίτσι – Πελλάνα μέσω Μανίνου- αθλητικού κέντρου Γεωργιτσίου, έχει ασφαλτοστρωθει κατά το ήμισυ και υφίσταται ολοκληρωμένη μελέτη για το σύνολο του έργου. Εκτός από τους δεκάδες αγρότες που κατέχουν κτήματα στην περιοχή, τους επισκέπτες που διανύουν σήμερα έναν περιττό κύκλο, τα κρατικά προγράμματα που χάνονται χωρίς λόγο: μην ξεχνάμε και το αμφιθέατρο κομψοτέχνημα του καθηγητή ιατρικής Δημητρίου Σπαντίδου στην ίδια περιοχή, που ο δρόμος θα πρέπει να διευκολύνει την πρόσβαση. Γενικά , το πρόγραμμα Αντώνης Τρίτσης για τους δήμους, το ταμείο ανάκαμψης, το ΕΣΠΑ, το πράσινο ταμείο κ.α., θα πρέπει να αξιοποιηθούν προς όφελος της τοπικής κοινωνίας. Καθίσταται επιτακτική η ανάγκη ασφαλτόστρωσης του ήδη υπάρχοντος δρόμου Γεωργίτσι – Πελλάνα μέσω Μανίνου – Καστροπολιτεία Σπαντίδου. Για το έργο τούτο υφίσταται ήδη έτοιμη ολοκληρωμένη μελέτη. Επιπλέον, μετά την ολοκλήρωση του νέου αυτοκινητόδρομου Αθήνα -Λεύκτρο – Σπάρτη, τα χωριά αυτά έχουν προοπτικές ουσιαστικής ανάπτυξης που ουδείς δικαιούται να εμποδίσει.
Επειδή:
υφίσταται έτοιμη ολοκληρωμένη μελέτη για τον συγκεκριμένο δρόμο, 2. με την ασφαλτόστρωση του ανωτέρου δρόμου θα συντομεύσει αρκετά η πρόσβαση στον νέο αυτοκινητόδρομο, διευκολύνοντας μόνιμους κατοίκους, επισκέπτες και τουρίστες. 3. Αγρότες Γεωργιτσίου, Πελλάνας, Αγόριανης και Αγίου Κωνσταντίνου κατέχουν καλλιεργήσιμα κτήματα παρακείμενα του δρόμου. 4.Πολλοί κάτοικοι, επισκέπτες, αγρότες, επαγγελματίες και οργανωμένα τουριστικά γραφεία ζητούν από το Δ.Σ. Συνδέσμου να αναλάβει πρωτοβουλία. 5.Μετά την ολοκλήρωση του νέου αυτοκινητόδρομου Λεύκτρο – Σπάρτη, δημιουργούνται νέες προοπτικές ανάπτυξης για την ευρύτερη περιοχή, αλλά χωρίς την εύκολη σύνδεση των παρακείμενων χωριών με τον νέο αυτοκινητόδρομο οι προοπτικές αυτές μειώνονται αισθητά. 6. Επειδή Προγράμματα χρηματοδότησης του έργου, χάνονται: ζητούμε την ολοκλήρωση της ασφαλτόστρωσης του ανωτέρω δρόμου, διότι ο δρόμος είναι αυτή τη στιγμή, ημιτελής. Το έτος 2014 ο Βουλευτής Λακωνίας Λεωνίδας Γρηγοράκος ανταποκρίθηκε στο αίτημα μας και εξασφάλισε πίστωση από το υπουργείο αγροτικής ανάπτυξης με την οποία ξεκίνησε η ασφαλτόστρωση του δρόμου στο αρχικό σημαντικό τμήμα του. Παρομοίως το 2018 η Περιφέρεια Πελοποννήσου ανταποκρίθηκε στο επίμονο αίτημα μας και συνεχίστηκε η ασφαλτόστρωση του δρόμου Γεωργίτσι- Πελλάνα μέσω Μανίνου , με την εξασφάλιση σημαντικής πίστωσης. Ο δρόμος σήμερα παραμένει ημιτελής. Οι φιλικοί και αδελφικοί δεσμοί μεταξύ Πελλάνας και Γεωργιτσίου, είναι ακατάλυτοι και άρρηκτοι , γιατί προέρχονται από κοινές αξίες, κοινά βιώματα, αγάπη και πραγματική συγγενική σχέση.

Οι σημερινοί κάτοικοι της Πελλάνας, κατάγονται από το Γεωργίτσι.

Οι Γεωργιτσιάνοι κατείχαν από παλιά, κτήματα στην Πελλάνα, κυρίως με σιτάρια αλλά και ελιές -περιβόλια, καθώς και μερικά καλύβια για τα ζώα και κατάλυμα για τους ίδιους κατά τις εποχικές γεωργικές εργασίες. Καθώς το όνομα «Γεωργίτσι», παραπέμπει σε γεωργία και δημητριακά, οι Γεωργιτσιάνοι καλλιεργούσαν μεγάλες εκτάσεις στην σημερινή Πελλάνα. Συν τω χρόνω αυτά τα «Γεωργιτσιάνικα καλύβια» έγιναν μόνιμες κατοικίες, όπως γίνεται συχνά, κατασκευάστηκαν και σπίτια και έτσι δημιουργήθηκε το σημερινό χωριό που πήρε το όνομα από την αρχαία Πελλάνα. Στη θέση του σημερινού Ναού Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης, υπήρχε ένα πολύ παλιό εκκλησάκι του «Αγίου Κωσταντίνου» [και Ελένης] ,το οποίο κατεδάφισαν όταν μεγάλωσε το χωριό και οι Γεωργιτσιάνοι εγκαταστάθηκαν μόνιμα, με σκοπό να δημιουργήσουν έναν μεγαλύτερο, ενοριακό πλέον, ναό. Σύμφωνα με μαρτυρίες υπερηλίκων, οι Γεωργιτσιάνοι , είχαν εξαρχής αφιερώσει τον Ιερό Ναό στους Αγίους Κωνσταντίνο και Ελένη, διότι το ζεύγος Κωνσταντίνος και Ελένη και ιδιαίτερα η «Αγιαλένη», σχετίζεται λατρευτικά και έμμεσα με την Ωραία Ελένη του αρχαίου μύθου.

Οι Γεωργιτσιάνοι μόνιμοι κάτοικοι της Καλαμάτας, διεκδικούσαν επίμονα την δημιουργία σιδηροδρομικης γραμμής τρένου Τρίπολη- Σπάρτη μέσω Πελλάνας, λόγω των μεγάλων κτημάτων που κατείχαν οι Γεωργιτσιάνοι στην Πελλάνα (Εφημερίδα Σημαία). Ο επιβλητικός Πύργος του Γεωργιτσιάνου Γκουζούλη στην Πελλάνα, αποδεικνύει την τάση για δημιουργία μόνιμων κατοικιών στην Πελλάνα. Ο επιβλητικός Πύργος του Γκουζούλη βρίσκεται στο κέντρο του χωριού και έχει ηλικία άνω των 200 ετών. Ανήκει στην γνωστή οικογένεια των μεγαλοκτηματιών, η οποία προέρχεται από το Γεωργίτσι. Στην νοτιοανατολική γωνία του πύργου, υπάρχει κυλινδρική προεξοχή με πολεμίστρες, η οποία θυμίζει έντονα τους πύργους της Μάνης.

Το δεύτερο κτίσμα, το οποίο βρίσκεται στην Άσπρη Βρύση, είναι ο Πύργος του Ρασσιά -παλιό αρχοντικό με ιδιαίτερη αρχιτεκτονική της περιοχής. Οι οικογένειες που φέρουν το επώνυμο Ρασσιάς, κατά κύριο λόγο κατοικούσαν στο Γεωργίτσι και κατόπιν, εγκαταστάθηκαν στην Πελλάνα, με σκοπό να βρίσκονται κοντά στις καλλιέργειές τους. Καλλιέργειες που αποτελούσαν βιοποριστικό μέσο. Οι περισσότεροι Γεωργιτσιάνοι που εγκαταστάθηκαν μόνιμα στην Πελλάνα και συνέβαλαν έτσι, στο να δημιουργηθεί αργότερα η αυτόνομη κοινότητα της Πελλάνας, εξακολουθούσαν να κατέχουν τα πατρικά τους ακίνητα στο Γεωργίτσι, τα οποία χρησιμοποιούσαν κυρίως, ως παραθεριστικές οικίες. Ο Καπετάν Γεωργίτσης, κατέβηκε στην σημερινή Πελλάνα και κατασκεύασε τρεις οικίες στην θέση Σιγαλέικα , μία οικία για κάθε υιό του. Στην συντριπτική πλειονότητα των συμβολαιογραφικών πράξεων της εποχής εκείνης , φαίνονται ξεκάθαρα ιδιοκτήτες ακινήτων της Πελλάνας, που δηλώνουν μόνιμοι κάτοικοι Γεωργιτσίου και τοπωνύμια που προήλθαν από Γεωργιτσιάνους ,πχ Σιγαλοχώραφα.
Τον Ιανουάριο του 1834 ο Βασιλιάς Όθωνας προχώρησε στη σύσταση των Δήμων της Ελλάδος, δημιουργώντας Δήμους, μεταξύ των οποίων και ο Δήμος Πελλάνης. Η ονομασία «Δήμος Πελλάνης», προτάθηκε από τους Γεωργιτσιάνους προεστούς της εποχής.

Η Διοικητική Διαίρεση της Ελλάδος του 1912 επί κυβερνήσεως Ελευθερίου Βενιζέλου, κατήργησε τους Δήμους και δημιούργησε αυτόνομες Κοινότητες χωριών.

Έτσι, καταργήθηκε ο Δήμος Πελλάνης και ιδρύθηκε η αυτόνομη κοινότητα των Καλυβίων Γεωργιτσίου και μετέπειτα της Πελλάνας.

Ονομασίες που προτάθηκαν από Γεωργιτσιάνους.

Κατά πολλούς, ο Ελευθέριος Βενιζέλος ανησυχούσε για την πολιτική επιρροή και δύναμη των πανίσχυρων Δημάρχων πανελλαδικά, οι οποίοι σε πολλές περιπτώσεις προσπερνούσαν τους τοπικούς Βουλευτές και είχαν καταστεί παράγοντες. Αυτός ήταν ο λόγος, που κατήργησε τους Δήμους, υποστηρίζουν.

Με το Νόμο ΔΝΖ 1912 «Περί Δήμων και Κοινοτήτων», ορίστηκαν ως Δήμοι οι πρωτεύουσες των Νομών και οι πόλεις με πληθυσμό άνω των 10.000 κατοίκων.

Αντίστοιχα κοινότητες ορίστηκαν, όλοι οι συνοικισμοί με πληθυσμό πάνω από «300 κατοίκους και σχολείο στοιχειώδους εκπαιδεύσεως», ενώ ακόμη και
συνοικισμοί με λιγότερους από 300 κατοίκους με σχολείο στοιχειώδους εκπαίδευσης μπορούσαν να γίνουν αυτόνομες κοινότητες, αρκεί να το ζητούσαν πάνω από το 50% των εκλογέων κατοίκων και ταυτόχρονα να είχαν περιουσία που να απέδιδε πάνω από 2.000 δραχμές εκείνη την εποχή ή αν ήταν ήδη έδρες των καταργούμενων Δήμων.

Όταν ιδρύθηκε το πρώτο Ελληνικό Κράτος, δημιουργήθηκαν, το 1833 επί Βασιλείας Όθωνα, στη Λακωνία, 22 Δήμοι. Ανάμεσα τους, ο Δήμος Πελλάνης με έδρα το Γεωργίτσι και οικισμό τα Γεωργιτσιάνικα Καλύβια.

Η Πελλάνα αναγράφεται ως Γεωργιτσιάνικα Καλύβια, σε όλα τα επίσημα έγγραφα του Κράτους, της εποχής εκείνης, διότι δεν υπήρχε ανεξάρτητη κοινότητα, αλλά συνοικισμός του Γεωργιτσίου. Εμφανίζεται ως Γεωργιτσιάνικα Καλύβια ή καλύβια Γεωργιτσίου, μέχρι το 1932.

Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό και σήμερα, είναι ο βαθμός συγγένειας μεταξύ της συντριπτικής πλειοψηφίας των Γεωργιτσιάνων και των Πελλανιωτών, γεγονός που αποδεικνύει τις βαθιές ρίζες και τους άρρηκτους δεσμούς.

Οι κυριότεροι λόγοι αυτής της μετοίκησης των Γεωργιτσιάνων στην σημερινή Πελλάνα, εκτός φυσικά από το γεγονός της οριστικής πλέον απουσίας των Τούρκων από τον κάμπο, ήταν οι εξής:

Για να βρίσκονται πιο κοντά στα κτήματα τους και για να αποφύγουν την καθημερινή κουραστική ανηφορική πορεία της επιστροφής στο Γεωργίτσι (που έχει υψόμετρο από τα 1.000 έως τα 1200 μέτρα). Έτσι, λοιπόν, μετέτρεψαν τα απλά καλύβια τους ,σε μόνιμες κατοικίες, αξιοποίησαν την πλούσια πηγή της Άσπρης Βρύσης και σιγά σιγά οργανώθηκαν σε νέα κοινότητα.

Χειρόγραφο πάτερ Θανάση Σιγαλού, ιερέως στα Γεωργιτσιάνικα Καλύβια- Πελλάνα (από το 1885) που αποδεικνύει την άμεση σχέση Γεωργιτσίου- Πελλάνας:

«Ως παρέλαβον εκ των πατέρων:

Περί του πρωτοκτήτορος του χωρίου Γεωργιτσίου πέραν του 16ου αιώνος.

Α. Ο εκ Μάνης καπετάν Γεωργίτσας Θεοφιλάκης εκ της οικογενείας των Μαυρο­μιχαλέων, και Πετροπουλάκης ονομαζόμενος αρματολός, δια το μη υποταγήναι εις τους Τούρκους, ήλθεν μετά της οικογενείας και του ποιμνίου του και κατώκησεν ανατολικώς του Μαλεβού του Ταϋγέτου, κάτωθεν της σημερινής «βρύσεως του Μαλεβού» και εις θέσιν ονόματι «Σιγαλοχώραφα». Εκ της οικογενείας αυτού κατάγεται η μετέπειτα ονομασθείσα οικογένεια των Σιγαλέων.

Κατόπιν αυτού ήλθε και ο επ’ αδελφή αυτού γαμβρός του, Παράσχος, οικογενειακώς και κατώκησεν εις την σημερινήν θέσιν «Παρασχέϊκα».

Κατόπιν αυτού ήλθε και έτερος επ’ αδελφή Μαυρίκης και κατώκησεν εις την σημερινήν θέσιν «Μαυρίκη βρύσιν».

Κατόπιν ήλθε και έτερος συγγενής αυτών, ονόματι Κούτρουφας, και κατώκησεν εις την σημερινήν θέσιν «Λυκουρέϊκα» και πλατείαν Αγίου Αθανασίου, όπου είχε φυτεύσει άμπελον.

Μετά χρόνους ο καπετάν Γεωργίτσας κατέβη και έκτισεν οικίας τρεις εις θέσιν «Σιγαλέϊκα», έχων 3 υιούς: Θεόφιλον, Δημήτριον και Νικόλαον.

1) Ο Νικόλαος, καταδιωκόμενος από τους Τούρκους των Περιβολίων, κατέφυγεν εις την παινεμένην Βοστίτσαν [= Αίγιο] των Πατρών, όπου υπάρχει και οικογένεια ιερατική εις Πάτρας. Μέχρι του 1700 διεσπάρη η οικογένεια αυτού εις νήσον Άνδρον (ένθα υπάρχει η οικογένεια Σιγάλας), εις Σμύρνην, Κωνσταντινούπολιν και Ιταλίαν.

2) Ο Δημήτριος καταδιωκόμενος κατέφυγεν εις Άγιον Πέτρον [Κυνουρίας], μετονομασθείς Καρέος, διότι ήτο καραφλή η κεφαλή του.

3) Ο Θεόφιλος έμεινε κάτοικος Γεωργιτσίου – εκ του ονόματος του πατρός αυτού – και έκτισε την εκκλησίαν Άγιος Γεώργιος προς τιμήν του πατρός του.

Β. Ο Θεόφιλος εκ της πρώτης αυτού γυναικός απέκτησεν υιόν Ιωάννην και απέθανεν η πρώτη αυτού γυνή. Και λαβών δευτέρα γυναίκα απέκτησε τρεις θυγατέρας, φθονήσασα όμως η μητριά τον Ιωάννην, προς κληρονομίαν, εφαρμάκωσεν αυτόν. Αλλά προλαβών ο πατήρ δι’ αντι­φαρμάκου, κρεμάσας αυτόν κατωκεφαλής, εξέμεσεν αυτός και έζησεν, αλλ’ εκρατήθη η φωνή του και ωμιλούσε σιγά, διό και μετωνομάσθη από Θεοφιλάκης Σιγαλός.

Από τας τρεις αδελφάς αυτού: α) την μίαν επήρεν ο Παπαδόπουλος από την Αγόριανην, β) την άλλην ο Παπαδόγιαννης από τον Λογγανίκον και γ) την άλλην είς Αλούπης από τον Κάμπον Αβίας [της Μεσσηνιακής Μάνης], όστις κατώκησεν εις Γεωργίτσιον.

Ο Ιωάννης υπανδρεύθη και εγέννησε 2 θυγατέρας και 3 υιούς:

1) την μίαν έλαβεν ο Ηλίας Τσίχλης, 2) την άλλην ο Ιωάννης Χιόνης και μετώκησεν εις Κολλίνας, 3) Νικόλαος, δημογέρων, έλαβε την αδελφή του Αναγνώστου Τζωρτζάκη, 4) Δημήτριος, η οικογένεια αυτού: α) Κων/νος, β) Νικόλαος, γ) Παναγιώτης και δ) Ιωάννης (υιός αυτού: παπα-Νικόλαος και έγγονος: παπα-Ευάγγελος) και 5) Μιχαήλ.

Δ. Ο Μιχαήλ υπανδρεύθη και εγέννησεν 6 υιούς:

α) παπα-Ιωάννης, β) Αναστάσιος (εις Ύδραν), γ) Πανάγος, δ) Βασίλειος, ε) Δημήτριος (αποθανών εις Σχολήν Καποδιστρίου εις Αίγιναν) και στ) Γεωργάκης.

Ε. Ο Γεωργάκης λαβών γυναίκα Καραγιαννίτσα, εγέννησεν 3 υιούς και 3 θυγατέρας:

1) Γεώργιος, 2) Κων/νος, 3) Αθανάσιος, 4) Παναγιώτα, σύζυγος Γεωργίου Π. Λυκούρεση, 5) Αναστασία, σύζυγος Αντωνίου Φίλιππα και 6) Ευγενία, σύζυγος Ιωάννου Δ. Περδίκη.

ΣΤ. Ο Γεώργιος [1815-1862], λαβών γυναίκα Παναγιώταν Αθ. Μπακή, εγέννησεν 4 θυγατέρας και 4 υιούς:

1) Αναστασία [1840-1919], σύζυγος Ηλία Π. Βύνιου, 2) Μαρία [1842- ;], σύζυγος Χρήστου Βασι­λείου [Τσιμπιριώτη], 3) Βασιλική [1844- ;], σύζυγος Αριστ. Σκρουμπέλου, 4) παπα-Αθανάσιος [1846-1936], 5) Ελένη [1848-1918], σύζυγος Αλεξίου Βαρούτσου, 6) Νικόλαος [1849-1872], αποβιώσας 23 ετών, 7) Χρήστος [1851-1926] και 8) Δημήτριος [1853-1857], αποβιώσας 4 ετών.

π. Αθανάσιος Γ. Σιγαλός (1846 – 1936),

ιερεύς από το 1885 εις Γεωργιτσιάνικα Καλύβια ,μετέπειτα Πελλάνα».

Τον Απρίλιο του 1833, επί Αντιβασιλείας, πραγματοποιήθηκε η πρώτη ουσιαστική διαίρεση της χώρας σε διοικητικές περιφέρειες, με τη δημιουργία 10 Νομών και 47 επαρχιών βάσει του Βασιλικού Διατάγματος της 3ης (15ης) Απριλίου 1833 (ΦΕΚ 12/1833) «Περί της διαιρέσεως του βασιλείου και της διοικήσεώς του».

Τον Ιανουάριο του 1834 ο Βασιλιάς Όθωνας προχώρησε στη σύσταση των Δήμων της Ελλάδος, δημιουργώντας Δήμους, μεταξύ των οποίων και ο Δήμος Πελλάνης. Η ονομασία «Δήμος Πελλάνης», προτάθηκε από τους Γεωργιτσιάνους προεστούς της εποχής.

Η Διοικητική Διαίρεση της Ελλάδος του 1912 επί κυβερνήσεως Ελευθερίου Βενιζέλου, κατήργησε τους Δήμους και δημιούργησε αυτόνομες Κοινότητες χωριών.

Έτσι, καταργήθηκε ο Δήμος Πελλάνης και ιδρύθηκε η αυτόνομη κοινότητα των Καλυβίων Γεωργιτσίου και μετέπειτα της Πελλάνας.

Ονομασίες που προτάθηκαν από Γεωργιτσιάνους.

Κατά πολλούς, ο Ελευθέριος Βενιζέλος ανησυχούσε για την πολιτική επιρροή και δύναμη των πανίσχυρων Δημάρχων πανελλαδικά, οι οποίοι σε πολλές περιπτώσεις προσπερνούσαν τους τοπικούς Βουλευτές και είχαν καταστεί παράγοντες. Αυτός ήταν ο λόγος, που κατήργησε τους Δήμους, υποστηρίζουν.

Με το Νόμο ΔΝΖ 1912 «Περί Δήμων και Κοινοτήτων», ορίστηκαν ως Δήμοι οι πρωτεύουσες των Νομών και οι πόλεις με πληθυσμό άνω των 10.000 κατοίκων.

Αντίστοιχα κοινότητες ορίστηκαν,όλοι οι συνοικισμοί με πληθυσμό πάνω από «300 κατοίκους και σχολείο στοιχειώδους εκπαιδεύσεως», ενώ ακόμη και
συνοικισμοί με λιγότερους από 300 κατοίκους με σχολείο στοιχειώδους εκπαίδευσης μπορούσαν να γίνουν αυτόνομες κοινότητες, αρκεί να το ζητούσαν πάνω από το 50% των εκλογέων κατοίκων και ταυτόχρονα να είχαν περιουσία που να απέδιδε πάνω από 2.000 δραχμές εκείνη την εποχή ή αν ήταν ήδη έδρες των καταργούμενων Δήμων.

Αποτέλεσμα της διοικητικής διαίρεσης ήταν η δημιουργία μεγάλου αριθμού δήμων, αλλά και σημαντικότατου αριθμού αυτόνομων κοινοτήτων χωριών.