Κατέθεσα ερώτηση στον Υπουργό Οικονομικών κ. Κ.Χατζηδάκη για τα εξωφρενικά κέρδη των Τραπεζών εις βάρος των δανειοληπτών. Η ραγδαία αύξηση της κερδοφορίας των τραπεζών, από τόκους αλλά και από προμήθειες, που σημειώθηκε το 2022 συνεχίζεται και το 2023, σύμφωνα με τα αποτελέσματα του α΄ εξαμήνου που ανακοίνωσαν τις προηγούμενες μέρες 3 από τις 4 συστημικές τράπεζες. Επειδή η σχέση των διοικήσεων των τραπεζών και των μετόχων τους με τους φορολογούμενους πολίτες δεν μπορεί να βασίζεται στη λογική «μαζί στις ζημίες αλλά μόνοι μας στα κέρδη», ζητώ από τον Υπουργό να μας ενημερώσει:
1. Ποιος είναι ο αριθμός και το ύψος των ποσών των δανείων που είχαν υπαχθεί έως τις 31 Ιουλίου στο πάγωμα των επιτοκίων για στεγαστικά δάνεια συνεπών νοικοκυριών και πόσα στο πρόγραμμα «Γέφυρα ΙΙΙ» ανά συστημική τράπεζα, ανά μη συστημική τράπεζα και διαχειριστή δανείων και απαιτήσεων;
2. Θεωρείτε ότι είναι επαρκής η προστασία των δανειοληπτών με στεγαστικά δάνεια με παγωμένα επιτόκια διπλάσια από αυτά του 2022;
3. Θα υπάρξει μια πιο ορθά στοχευμένη και μόνιμη παρέμβαση για τα ευάλωτα νοικοκυριά με στεγαστικά δάνεια μετά το φιάσκο και της Γέφυρας ΙΙΙ;
4. Θα συνεχίσει να επιτρέπει την επιβάρυνση από την αύξηση των επιτοκίων των δανείων των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, ελεύθερων επαγγελματιών, αγροτών και ατομικών επιχειρήσεων τη στιγμή που οι μεγάλες επιχειρήσεις έχουν προνομιακή πρόσβαση στα εξαιρετικά χαμηλότοκα δάνεια ύψους 12,7 δισ. ευρώ του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας;
5. Θα συνεχίσει να αγνοεί, όπως ο προκάτοχος του, την πρόταση του ΠΑΣΟΚ – Κινήματος Αλλαγής για φορολόγηση των υπερκερδών των τραπεζών με στόχο την αναδιανομή των ποσών για την προστασία των ευάλωτων και μικρομεσαίων νοικοκυριών;
6. Θα συνεχίσει να ανέχεται την κατάφορη αδικία με τους τόκους των καταθέσεων;
7. Θα συνεχίσει να επιτρέπει τη ραγδαία αύξηση της κεδροφορίας από τραπεζικές προμήθειες τις οποίες το ίδιο το κράτος επιδοτεί έμμεσα μέσα από τα κίνητρα αλλά και υποχρεώσεων που έχει θεσμοθετήσει σχετικά με τις ηλεκτρονικές συναλλαγές;
Ακολουθεί η ερώτηση:
ΕΡΩΤΗΣΗ
Αθήνα, 7 Αυγούστου 2023
Προς: Τον Υπουργό Οικονομικών, κ. Κ. Χατζηδάκη
ΘΕΜΑ: Εξωφρενικά κέρδη τραπεζών εις βάρος των δανειοληπτών
Η ραγδαία αύξηση της κερδοφορίας των τραπεζών, από τόκους αλλά και από προμήθειες, που σημειώθηκε το 2022 συνεχίζεται και το 2023, σύμφωνα με τα αποτελέσματα του α΄ εξαμήνου που ανακοίνωσαν τις προηγούμενες μέρες 3 από τις 4 συστημικές τράπεζες.
Ενδεικτικά τα ανακοινωθέντα καθαρά κέρδη μετά από φόρους της Τράπεζα Πειραιώς ήταν 442 εκ. ευρώ για το α΄ εξαμήνο 2023 έναντι 224 εκ. ευρώ του α΄ εξαμήνου 2022, της Εθνικής Τράπεζας ήταν 508 εκ. ευρώ για το α΄ εξαμήνο 2023 έναντι 142 εκ. ευρώ του α΄ εξαμήνου 2022 και της Eurobank ήταν 673 εκ. ευρώ για το α΄ εξαμήνο 2023 έναντι 941 εκ. ευρώ του α΄ εξαμήνου 2022.
Σημειώνεται ότι σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος η διαφορά μέσου επιτοκίου δανείων και καταθέσεων (περιθώριο επιτοκίου) το α΄ εξάμηνου το 2023 έσπασε το ιστορικό ρεκόρ εικοσαετίας αγγίζοντας τον Ιούνιο το 5,77%. Με βάσει τα τελευταία διαθέσιμα συγκριτικά στοιχεία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας το περιθώριο επιτοκίου για δάνεια των ελληνικών τραπεζών προς (μη χρηματοπιστωτικές) επιχειρήσεις είναι το 2ο υψηλότερο στην Ευρωπαϊκή Ένωση!
Ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος σε συνέντευξη του στις 28.7.2023 σημείωσε ότι οι μεγάλες αυξήσεις των τραπεζικών κερδών προκαλούνται βραχυπρόθεσμα από την αύξηση των επιτοκίων, αλλά απέδωσε τη διαρκώς αυξανόμενη αύξηση της διαφοράς μέσου επιτοκίου δανείων και καταθέσεων στην Ελλάδα, εκτός από τα σχετικά υψηλό αριθμό των μη εξυπηρετούμενων δανείων, στον χαμηλό ανταγωνισμό που προκαλεί η διάρθρωση της ελληνικής τραπεζικής αγοράς όπου οι «[τ]έσσερις συστημικές τράπεζες ελέγχουν πάνω από το 95% του ισολογισμού του συνολικού του τραπεζικού συστήματος στη χώρα».
Ο χαμηλός ανταγωνισμός ανάμεσα στις τράπεζες τους επιτρέπει να εισπράττουν αρκετά υψηλές προμήθειες οι οποίες σημειώνουν με τα κέρδη από προμήθειες τραπεζικών συναλλαγών να φαίνεται ότι θα σημειώσουν αύξηση το 2023 πλέον του 40% σε σχέση με το έτος 2019.
Ωστόσο, η σταθερότητα του τραπεζικού συστήματος και η δυνατότητα του να εξασφαλίζει τεράστια πλέον κέρδη οφείλεται σε πολύ μεγάλο βαθμό στις κρατικές ενισχύσεις που έχει λάβει μετά και από τρεις ανακεφαλαιοποιήσεις της προηγούμενης δεκαετίας.
Όπως καταγράφηκε στην Έκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας που δημοσιεύτηκε τον Μάιο του 2023 αθροιστικά οι κάθε τύπου αναβαλλόμενες φορολογικές απαιτήσεις τον Δεκέμβριο του 2022 ανέρχονταν σε 16 δισεκ. ευρώ, αντιπροσωπεύοντας το 65% των συνολικών εποπτικών ιδίων κεφαλαίων. Επιπλέον σύμφωνα με τα στοιχεία του Υπουργείου Οικονομικών οι κρατικές εγγυήσεις που έχουν παρασχεθεί στο πλαίσιο του ν.4649/2019 (πρόγραμμα «ΗΡΑΚΛΗΣ») ανήλθαν σε 18,67 δισ. ευρώ και το ανεξόφλητο εγγυημένο υπόλοιπο τους στα τέλη Μαρτίου ήταν 17,67 δισ. ευρώ.
Επιπρόσθετα, η χορήγηση τραπεζικής χρηματοδότησης προς μεγάλες επιχειρήσεις εξακολουθεί να στηρίζεται από τα προγράμματα του ομίλου της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΤΕπ), της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας και κυρίως μέσω του δανειακού σκέλους του Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRF) από το οποίο προβλέπεται η διάθεση προς τις επιχειρήσεις, με τη διαμεσολάβηση αλλά και τη συγχρηματοδότηση των τραπεζών, δημόσιων δανειακών πόρων ύψους 12,7 δισ. ευρώ.
Παρόλη τη στήριξη που έχει λάβει το τραπεζικό σύστημα και παρά την δομή του που δεν ευνοεί τον ανταγωνισμό προς όφελος των δανειοληπτών και των καταθετών, όπως ανέφερε το Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, η Κυβέρνηση συνεχίζει να αντιμετωπίζει τα υπερκέρδη του τραπεζικού συστήματος ως ιερό τοτέμ, όπως άλλωστε έκανε για μεγάλο χρονικό διάστημα και για τα υπερκέρδη του ενεργειακού κλάδου.
Μάλιστα ενώ η αύξηση των επιτοκίων των δανείων σταθερά από τον Μάιο του 2022 η Κυβέρνηση ανακοίνωσε, μετά από ένα χρόνο, προφανώς όχι τυχαία λίγες μέρες πριν από τις εκλογές του Μαΐου, σε συνεννόηση με το τραπεζικό σύστημα και τους διαχειριστές δανείων και απαιτήσεων, το πάγωμα των επιτοκίων για στεγαστικά δάνεια συνεπών νοικοκυριών από μελλοντικές αυξήσεις επιτοκίων, αφού όμως τα επιτόκια των στεγαστικών δανείων είχαν ήδη διπλασιαστεί προσθέτοντας βάρος στα νοικοκυριά που μεσοσταθμικά ξεπερνάει το ποσό δύο μηνιαίες δόσεις των δανείων που πλήρωναν το 2022.
Επιπλέον το πρόγραμμα Επιδότησης Δόσης λόγω Αύξησης Επιτοκίων – Γέφυρα ΙΙΙ, για στεγαστικά δάνεια ή και δάνεια μικρών επιχειρήσεων ενήμερων ευάλωτων δανειοληπτών, με εμπράγματη ασφάλεια στην πρώτη κατοικία, παρά και την εκ των υστέρων διεύρυνση των εισοδηματικών και περιουσιακών στοιχείων κατά 30%, που έληξε στις 31.7.2023 φαίνεται ότι τελικά δεν ωφέλησε παρά ένα πολύ μικρό αριθμό δικαιούχων, διαψεύδοντας πλήρως την πρόβλεψη του πρώην Υπουργού Οικονομικών για 50.000 δικαιούχους στη συζήτηση στις 10.4.2023 της επίκαιρης ερώτησης του Ε΄ Αντιπροέδρου της Βουλής και Βουλευτή Αρκαδίας του Κινήματος Αλλαγής κ. Οδυσσέα Κωνσταντινόπουλου.
Πιθανώς ο συνδυασμός των ανωτέρω δεδομένων δικαιολογεί την καταγραφή στην Έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος για τη Νομισματική Πολιτική που δημοσιεύτηκε τον Ιούνιο του 2023 ως υπαρκτός ο κίνδυνος η περαιτέρω άνοδος των επιτοκίων «να επιβραδύνει την ανάπτυξη και να οδηγήσει σε μια νέα γενιά μη εξυπηρετούμενων δανείων».
Πέραν όλων των ανωτέρω συνεχίζουν τα επιτόκια των καταθέσεων ακόμα και των καταθέσεων με συμφωνημένη διάρκεια να παραμένουν εξαιρετικά χαμηλά και πολύ κάτω από τα τρέχοντα επίπεδα του πληθωρισμού μειώνοντας την αγοραστική δύναμη των καταθετών που υποβαθμίστηκε ήδη από τον πολύ υψηλό πληθωρισμό των τελευταίων δύο ετών.
Επειδή η σχέση των διοικήσεων των τραπεζών και των μετόχων τους με τους φορολογούμενους πολίτες δεν μπορεί να βασίζεται στη λογική «μαζί στις ζημίες αλλά μόνοι μας στα κέρδη» ερωτάται ο κ. Υπουργός Οικονομικών.
1. Ποιος είναι ο αριθμός και το ύψος των ποσών των δανείων που είχαν υπαχθεί έως τις 31 Ιουλίου στο πάγωμα των επιτοκίων για στεγαστικά δάνεια συνεπών νοικοκυριών και πόσα στο πρόγραμμα «Γέφυρα ΙΙΙ» ανά συστημική τράπεζα, ανά μη συστημική τράπεζα και διαχειριστή δανείων και απαιτήσεων;
2. Θεωρείτε ότι είναι επαρκής η προστασία των δανειοληπτών με στεγαστικά δάνεια με παγωμένα επιτόκια διπλάσια από αυτά του 2022;
3. Θα υπάρξει μια πιο ορθά στοχευμένη και μόνιμη παρέμβαση για τα ευάλωτα νοικοκυριά με στεγαστικά δάνεια μετά το φιάσκο και της Γέφυρας ΙΙΙ;
4. Θα συνεχίσει να επιτρέπει την επιβάρυνση από την αύξηση των επιτοκίων των δανείων των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, ελεύθερων επαγγελματιών, αγροτών και ατομικών επιχειρήσεων τη στιγμή που οι μεγάλες επιχειρήσεις έχουν προνομιακή πρόσβαση στα εξαιρετικά χαμηλότοκα δάνεια ύψους 12,7 δισ. ευρώ του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας;
5. Θα συνεχίσει να αγνοεί, όπως ο προκάτοχος του, την πρόταση του ΠΑΣΟΚ – Κινήματος Αλλαγής για φορολόγηση των υπερκερδών των τραπεζών με στόχο την αναδιανομή των ποσών για την προστασία των ευάλωτων και μικρομεσαίων νοικοκυριών;
6. Θα συνεχίσει να ανέχεται την κατάφορη αδικία με τους τόκους των καταθέσεων;
7. Θα συνεχίσει να επιτρέπει τη ραγδαία αύξηση της κεδροφορίας από τραπεζικές προμήθειες τις οποίες το ίδιο το κράτος επιδοτεί έμμεσα μέσα από τα κίνητρα αλλά και υποχρεώσεων που έχει θεσμοθετήσει σχετικά με τις ηλεκτρονικές συναλλαγές;