Η ηγεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης επιθυμεί την συνδυαστική χρήση μέσων και χωρίζει τα μέσα, ανάλογα με την απόσταση. Άλλωστε στην κεντρική και Δυτική Ευρώπη, η χρήση γρήγορων τρένων για τη μετακίνηση σε αποστάσεις έως και 500 – 600 χλμ είναι ήδη διαδεδομένη και χώρες όπως το Βέλγιο, η Ολλανδία και η Γερμανία συνδέονται με εκατοντάδες σιδηροδρομικά δρομολόγια καθημερινά. Λόγω του ότι, το τρένο θεωρείται πράσινο μεταφορικό μέσο, φιλικό προς το περιβάλλον, η ευρωπαϊκή ένωση διαθέτει πρόγραμμα χρηματοδότησης, με σκοπό την επέκταση των σιδηροδρόμων και την συχνότερη χρήση του τρένου. Δηλαδή, πέρα από το ελληνικό ταμείο ανάκαμψης, υφίσταται και ευρωπαϊκό πρόγραμμα χρηματοδότησης και η συγκυρία της ευρωπαϊκής τάσης προς το τρένο, ως ιδιαίτερα φιλικό προς το περιβάλλον και τάχιστο μεταφορικό μέσο. Η Σπάρτη “αδικήθηκε” από τις κυβερνήσεις του παρελθόντος και αποτέλεσε την μοναδική πόλη που δεν διαθέτει τρένο (σε σχέση με τους γειτονικούς Νομούς). Πρόκειται για μία κατάφορη αδικία, αφού η ιστορία της Σπάρτης διδάσκεται παγκοσμίως και η δημιουργία τρένου θα χρησίμευε στην μετακίνηση τουριστών, επισκεπτών, φοιτητών, αγροτικών προϊόντων κ.α.. Εκτός από την χρησιμότητα του τρένου ως γρήγορου μεταφορικού μέσου, τίθεται και θέμα τοπικιστικής “τιμής”, αφού όλοι οι γειτονικές περιφερειακές ενότητες, διαθέτουν σιδηρόδρομο εξαρχής (έστω και εάν δεν λειτουργεί προσωρινά), ενώ η ιστορική Σπάρτη όχι. Εάν η ιστορική Σπάρτη, αποκτήσει σιδηροδρομικό σταθμό (από το ευρωπαϊκό πρόγραμμα χρηματοδότησης ή από το ταμείο ανάκαμψης), τότε θα ζητήσουμε όλοι μαζί, την μεταγενέστερη επέκταση μέχρι το λιμάνι του Γυθείου.
Στις 13 Οκτωβρίου του 1925 ,σε δημοσίευμα της εφημερίδας “Σημαία” της Καλαμάτας, αναγράφεται αίτημα κατασκευής σιδηροδρομικής γραμμής από το Λεοντάρι προς την Σπάρτη μέσω Πελλάνας, τονίζοντας ότι έχει εξαιρετική σημασία για τον εμπορικό σύλλογο Καλαμάτας ,η σιδηροδρομική σύνδεση των δύο Νομών. Πρωτεργάτες της προσπάθειας αυτής,με βάση το δημοσίευμα, Λάκωνες που διέμεναν στην Καλαμάτα, με καταγωγή από την Πελλάνα και το Καστορι.
Ακόμα, υπάρχουν τα σημάδια σε κοτρώνες, στην περιοχή Μανίνου Γεωργιτσιου , Πελλάνας και Καστορείου Λακωνίας, για την τότε σχεδιαζόμενη σιδηροδρομική γραμμή προς την Σπάρτη. Όμως, τα σχέδια, έμειναν στα χαρτιά, διότι δεν υπήρχε πολιτική βούληση και έτσι ο σιδηρόδρομος πήγε παντού (και μεταγενέστερα), “πλην Λακεδαιμονίων”. Μέχρι και τις μέρες μας, πολλοί ανακοίνωσαν την δημιουργία σιδηροδρομικης γραμμής τρένου μέχρι την Σπάρτη και το Γύθειο, αλλά τα έργα δεν ξεκίνησαν ποτέ και οι ανακοινώσεις έμειναν ανεκπλήρωτες υποσχέσεις. Η σιδηροδρομική γραμμή είχε και έχει καίρια σημασία, καθώς βγάζει την Λακωνία από την απομόνωση (ως Νομός χωρίς σιδηροδρομική γραμμή, ενώ οι γειτονικοί Νομοί έχουν σιδηροδρομική γραμμή, η οποία θα επαναλειτουργήσει κάποια στιγμή, αφού υπάρχει η υποδομή), με κίνηση που πολλαπλασιάζεται κάθε χρόνο, με την ευκολότερη και συντομότερη μετακίνηση τουριστών προς την Σπάρτη, με την μεταφορά αγροτικών προϊόντων, την εύκολη πρόσβαση στους αρχαιολογικούς χώρους, όπως επίσης, με την ευκολότερη πρόσβαση των φοιτητών στις σχολές. Το 1890, η μελέτη του πολιτικού μηχανικού Λουδοβίκου Ρώσσελ , κυρώθηκε από το ελληνικό κοινοβούλιο και κατέστει νόμος του κράτους,με αφετηρία το Λεοντάρι και τερματικό σταθμό την Σπάρτη, μέσω Πελλάνας. Ιστορικά, κατόπιν προσκλήσεως του Εμπορικού Συλλόγου Καλαμάτας , συνήλθαν σε σύσκεψη στην αίθουσα του Εμπορικού Συλλόγου, οι πρόεδροι όλων των σωματείων της Καλαμάτας. Κατά την σύσκεψη αυτή, συζητηθο το ανακινηθέν από την κυβέρνηση ζήτημα της κατασκευής σιδηροδρομικής γραμμής Τριπόλεως – Σπάρτης. Όπως διαπιστώθηκε κατά την διεξαχθείσαν συζήτηση, το κράτος δεν αποφασίζει το πρώτον ήδη να συνδέση διά σιδηροδρομικού δικτύου, την πρωτεύουσαν της Λακεδαίμονος -την Σπάρτην- αλλά το τρίτον ήδη. Το ζήτημα τούτο ανεφάνη το πρώτον εν έτει 1909 και επανελήφθη κατόπιν εν έτει 1915. Και κατά την πρώτην και κατά την δευτέραν φοράν, ο Εμπορικός Σύλλογος Καλαμάτας, έχοντας την σύμφωνη γνώμη και εγκατεστημένων στην Καλαμάτα Λακεδαιμονίων, προέβει σε ενέργειες και υποβολή υπομνημάτων, ώστε να καταδείξει ότι το συμφέρον των Λακεδαιμονίων, είναι να προτιμηθεί η γραμμή Λεονταρίου – Σπάρτης και όχι Τριπόλεως – Σπάρτης. Στα υπομνήματα του εμπορικού συλλόγου Καλαμάτας, προς την κυβέρνηση, ξεδιπλώνονται τα επιχειρήματα, με βάση τα οποία, θα πρέπει να προτιμηθεί η γραμμή Λεοντάρι- Σπάρτη: 1) Το μήκος της γραμμής Λεονταρίου-Σπάρτης είναι 45 χιλιομέτρων και με έδαφος ομαλόν και κλίσεις μικράς, εν ω το της Σπάρτης-Τριπόλεως είναι 75 χιλιόμετρα με έδαφος ανώμαλον και κλίσεις αποτόμους, 2) η υψομετρική διαφορά της μεν γραμμής Λεονταρίου – Σπάρτης είναι 167 μέτρα, της δε γραμμής Τριπόλεως-Σπάρτης 296 μέτρα, 3) ότι οι εκ της γραμμής Λεονταρίου-Σπάρτης εξυπηρετηθησόμενοι θα είναι 1.000 κατά χιλιόμετρον, έναντι 480 της γραμμής Τριπόλεως-Σπάρτης. Και τελευταίον ότι η μεν δαπάνη της γραμμής ανήρχετο εις 3 εκατομμύρια 600 χιλιάδας δραχμάς, η δε της γραμμής Τριπόλεως – Σπάρτης εις 9 εκατομμύρια δραχμάς.
Μετά την σύσκεψη, εξουσιοδοτήθηκε ο πρόεδρος του Εμπορικού Συλλόγου Καλαμάτας, να διορίσει πολυμελή επιτροπή από διάφορες οργανώσεις της πόλης, η οποία θα μεταβεί στην κυβέρνηση στην Αθήνα, ώστε να φροντίσει να μην γίνει η γραμμή Τριπόλεως – Σπάρτης και να προτιμηθεί η γραμμή Λεονταρίου – Σπάρτης” (“Σημαία” 17.11.1925).
Με εντολή του Χαρίλαου Τρικούπη, η μελέτη του ειδικού πολιτικού μηχανικού της γαλλικής αποστολής Λουδοβίκου Ρώσσελ, εισάγεται στην Βουλή των Ελλήνων, κυρώθηκε με τον νόμο ΑΩΜΗ’ στις 30 Μαρτίου 1890 και προβλέπει ως αφετηρία το Λεοντάρι και διέλευση μέσω της δυτικής κοιλάδος του Ευρώτα ποταμού, διότι αύτη πληροί τους επιζητουμένους διά σιδηράς οδούς όρους της συντομωτέρας γραμμής, του στερεωτέρου και ασφαλεστέρου εδάφους, της εξυπηρετήσεως της γονιμωτέρας και πυκνότερον κατοικουμένης εκτάσεως, της μη υποκειμένης εις διακοπήν της συγκοινωνίας και αποκλεισμού κατά την χειμερινήν περίοδον, της γειτνιαζούσης με όσον το δυνατόν περισσοτέρους δήμους εκ των στερουμένων άλλων μέσων συγκοινωνίας και το σπουδαιότερον της κατασκευής και συντηρήσεως του έργου διά της όσον το δυνατόν μικροτέρας δαπάνης.
Επί κυβερνήσεως Ζαΐμη επανήλθε και πάλι του ζήτημα και η εταιρεία των ΣΠΑΠ ανέλαβε την μελέτη του έργου και ακολούθησε την ίδια γραμμή (Λεοντάρι- Σπάρτη), όπως και ο Ρώσσελ , με το Λεοντάρι ως αφετηρία, διότι είναι ο πλησιέστερος προς την Σπάρτη Σιδηροδρομικός Σταθμός, προς το συμφέρον του ελληνικού δημοσίου, από οικονομικής πλευράς και συντομότερης διαδρομής.
Οι σιδηρόδρομοι στην Ελλάδα:
Το 1881 ο Αλέξανδρος Κουμουνδούρος αναθέτει την κατασκευή τμήματος σιδηροδρόμων στην Ελλάδα.
Το 1882 ο Χαρίλαος Τρικούπης αλλάζει τα παλιά σχέδια και αναθέτει την κατασκευή αυτού του μεγάλου έργου στη Γενική Πιστωτική Τράπεζα. Σκοπός του ήταν το κράτος να βάλει λίγα χρήματα και τα υπόλοιπα να μπούνε ιδιωτικά κεφάλαια. Έτσι υπογράφηκαν οι συμβάσεις για τις γραμμές στην Πελοπόννησο, Θεσσαλία και Αττική, συνολικά 700 χιλιόμετρα. Στις 19 Απριλίου 1882 υπογράφεται η πρώτη σύμβαση η οποία αφορούσε την κατασκευή και εκμετάλλευση των σιδηροδρομικών γραμμών Πειραιώς – Ελευσίνας – Κορίνθου – Πατρών, Κορίνθου – Άργους – Ναυπλίου και Άργους – Μύλων, οι οποίες θα είχαν εύρος γραμμής 1 μέτρο.
Την 1 Δεκεμβρίου 1882 ιδρύεται η Ανώνυμη Μετοχική Εταιρεία ΣΠΑΠ που σημάνει «Σιδηρόδρομοι Πειραιώς – Αθηνών – Πελοποννήσου». Πρώτος πρόεδρος ήταν ο Μ. Ρενιέρης, πρόεδρος της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος. Κύριος μέτοχος η Γ.Π.Τ. που παραχωρεί στους ΣΠΑΠ τα δικαιώματα κατασκευής του Πελοποννησιακού δικτύου.
Στις 14 Απριλίου 1887 ο Χαρ. Τρικούπης με νόμο για την κατασκευή από το δημόσιο με μελέτη από την Γαλλική αποστολή την κατασκευή Μύλοι – Καλαμάτα.
Το 1889 ιδρύεται η ΕΜΣΕ «Εταιρεία Μεσημβρινών Σιδηροδρόμων της Ελλάδας» οι γνωστοί Σιδηρόδρομοι Μύλων – Καλαμάτας, γραμμή που ολοκληρώθηκε το1899. Στις 17 Δεκεμβρίου 1891 η ΕΜΣΕ κηρύσσεται έκπτωτος λόγω των οικονομικών δυσκολιών και ο πρωθυπουργός Θ. Δηλιγιάννης παραχωρεί το έργο στους ΣΠΑΠ, με όριο ενός έτους για την αποπεράτωση. Την 1η Φεβρουαρίου 1892 είχε γίνει το πρώτο μέρος της σύνδεσης Μύλων – Τρίπολη, 58,2 χλμ., και συνεχιζόταν για την Καλαμάτα. Στις 11 Δεκεμβρίου 1895 αρχίζει το έργο Τρίπολη – Παραδείσια, τελειώνει στις 10 Σεπτεμβρίου 1897 και αρχίζει η γραμμή Λεύκτρο – Μεγαλόπολη στις 29 Μαΐου 1898.
Την ίδια χρονιά λειτουργεί ο κεντρικό Σταθμός στην Τρίπολη. Πρόκειται για ένα μεγάλο διώροφο πετρόχτιστο κτίριο με πολυγωνική πέτρα, κεραμοσκεπές, με χρώματα το γκρίζο της πέτρας, ώχρα του επιχρίσματος στο όροφο και κεραμίδι στα πλαίσια των παραθύρων. Τα παλιά χρόνια ο πρώτος όροφος ήταν η κατοικία του σταθμάρχη. Ο σταθμός αποτελούταν από εκδοτήριο, σταθμαρχείο, αίθουσα αναμονής, μεγάλη λιθόκτιστη αποθήκη, μηχανοστάσιο, κλειδουχείο, υδατόπυργους, περιστροφική πλάκα, φυλάκιο στην είσοδο και το χαρακτηριστικό ρολόι στη σοφίτα του κτηρίου. Στις 4 Νοεμβρίου 1899 ενσωματώνεται η ΕΜΣΕ στους ΣΠΑΠ. τελειώνει το κομμάτι στην Αρκαδία και συνεχίζει για την Μεσσηνία. Στις 5 Οκτωβρίου 1898 παραδίδεται στην κυκλοφορία το τμήμα Παραδείσια – Χράνοι (5,12 χλμ.) στις 26 Μαΐου 1899 παραδίδεται στην κυκλοφορία Λεύκτρο – Μεγαλόπολη (5,27 χλμ.) στις 4 Νοεμβρίου 1899 παραδίδεται στην κυκλοφορία η γραμμή Χράνοι – Δεσύλλας (15,34 χλμ.). Το ταξίδι από την Αθήνα ως την Τρίπολη διαρκούσε 8 ώρες. Η στροφή της Ευρώπης προς τον Σιδηρόδρομο τα τελευταία χρόνια: Η Ευρωπαϊκή Ένωση τα τελευταία χρόνια, στρέφεται στον σιδηρόδρομο, ως χερσαίο μεταφορικό μέσο, φιλικό στο περιβάλλον. Το νέο πρότζεκτ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το «Connecting Europe Express» στοχεύει να ενισχύσει τα ταξίδια με τον σιδηρόδρομο και να αυξήσει τα δρομολόγια. Το τρένο που διασχίζει όλη την ήπειρο, σταμάτησε στην Αυστρία, μια χώρα πρότυπο για το συγκεκριμένο μέσο μεταφοράς, καθώς έχει το μεγαλύτερο ποσοστό ατόμων που το χρησιμοποιούν στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Οι ευρωπαϊκοί εθνικοί σιδηρόδρομοι έχουν όμως διαφορετικά τεχνικά πρότυπα. Αυτό αποτελεί εμπόδιο στις διασυνοριακές σιδηροδρομικές διαδρομές. Σε κάθε σύνορο, υπάρχουν άλλοι κανονισμοί, άλλο πλαίσιο και τεχνολογικές προκλήσεις.
Το 25% περίπου των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου της Ε.Ε. προέρχεται από τις μεταφορές. Ένα ποσοστό που διαρκώς αυξάνεται. Για να πετύχουν τον στόχο της κλιματικής ουδετερότητας μέχρι το 2050, οι Βρυξέλλες θέλουν να τριπλασιάσουν την κυκλοφορία των τρένων μεγάλης ταχύτητας. Στην Αυστρία κάθε άτομο διανύει με τρένο τον διπλάσιο αριθμό χιλιομέτρων σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Αυτό οφείλεται στις επενδύσεις στις υποδομές και στη συχνότητα των δρομολογίων.
Στην πόλη, είναι πολύ πιο ευχάριστο, γιατί το τρένο είναι γρηγορότερο. Δεν υπάρχει μποτιλιάρισμα. Είναι επίσης πιο φιλικό προς το περιβάλλον, γιατί αν ταξιδέψουμε με το αυτοκίνητό , τότε θα καταναλώσουμε περισσότερο CO2 σε σχέση με το τρένο.
Από το 2019, ο Αυστριακός Οργανισμός Σιδηροδρόμων χρησιμοποιεί ηλεκτρική ενέργεια αποκλειστικά από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Γι’ αυτό το λόγο, η εταιρία έχει οκτώ δικά της υδροηλεκτρικά εργοστάσια και ένα εργοστάσιο ηλιακής ενέργειας. Αυτό είναι το πρώτο εργοστάσιο φωτοβολταϊκών στον κόσμο που παρέχει ενέργεια σε τρένα. Με 7.000 πάνελ, η ηλιακή ενέργεια μετατρέπεται σε ηλεκτρική και τροφοδοτεί το δίκτυο των σιδηροδρόμων από εκεί.
Τα ταξίδια με τρένο, είχαν πάντα μια γοητεία. Θα μπορούσε κανείς να πει ότι είναι ένας συνδυασμός μεταξύ του ρομαντισμού μιας περασμένης εποχής και ενός μυστηρίου. Η τάση αυτή, όπως όλα δείχνουν, επιστρέφει στην Ευρώπη. Στο μέλλον πολλοί ταξιδιώτες θα ζήσουν και πάλι την εμειρία διανυκτέρευσης στο τρένο.
Οι εθνικοί σιδηροδρομικοί φορείς σε τέσσερις χώρες – Γερμανία, Γαλλία, Αυστρία και Ελβετία – ανακοίνωσαν σχέδια αναβίωσης του συγκεκριμένου σιδηροδρομικού δικτύου. Οι διαδρομές από τη Βιέννη προς το Μόναχο και το Παρίσι, και τη Ζυρίχη προς το Άμστερνταμ μέσω της Κολωνίας θα αποκατασταθούν .
Περαιτέρω διαδρομές – που συνδέουν το Βερολίνο, τις Βρυξέλλες, τη Ρώμη και ακόμη και τη Βαρκελώνη – προγραμματίζονται μέσα στα επόμενα χρόνια.
Η αναβίωση αυτού του είδους ταξιδιών, προκλήθηκε από τη ριζική αλλαγή του γερμανικού σιδηροδρομικού φορέα «Deutsche Bahn», ο οποίος είχε αποφασίσει ότι οι υπηρεσίες διανυκτέρευσης δεν ήταν αρκετά δημοφιλείς και κόστιζαν πάρα πολλά χρήματα. Τώρα η διασυνοριακή συνεργασία, θεωρείται ως το κλειδί για να καταστούν οικονομικά βιώσιμες αυτές οι διαδρομές.
Η ενίσχυση των σιδηροδρομικών ταξιδιών θεωρείται όλο και περισσότερο απαραίτητη για τη μείωση των εκπομπών άνθρακα από τον τομέα των μεταφορών.
Τα τρένα μεγάλων αποστάσεων αφήνουν χαμηλότερα ίχνη άνθρακα από τα περισσότερα άλλα μέσα μεταφοράς και εκπέμπουν μικρές ποσότητες άνθρακα ανά χιλιόμετρο σε σύγκριση με τα αεροπορικά ταξίδια.
Ο κύριος λόγος πίσω από την απότομη πτώση των σιδηροδρόμων μεγάλων αποστάσεων, ήταν η ραγδαία άνοδος των οικονομικών αεροπορικών πτήσων σε κοντινές αποστάσεις.
Όμως, η αυξανόμενη περιβαλλοντική ευαισθητοποίηση ,άλλαξε την εξίσωση. Στην αλλαγή αυτή συνέβαλε και η εκστρατεία της Γκρέτα Τούνμπεργκ, «Glight-Shame», η οποία κατάφερε να κερδίσει την παγκόσμια προσοχή όταν η νεαρή ακτιβίστρια, επέλεξε να πάρει το τρένο στην ετήσια συνάντηση του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ στο Νταβός το 2019, αντί να πετάξει με αεροπλάνο.
Πολλοί ευρωπαϊκοί σιδηρόδρομοι αναβιώνουν, με τον αριθμό επιβατών να αυξάνεται και να υιοθετούνται πολιτικές από την Ευρωπαϊκή Ένωση πιο φιλικές προς αυτούς.
Η μετακίνηση με τρένο, θεωρείται ο πιο φιλικος τρόπος ταξιδιού, προς το περιβάλλον. Το φαινόμενο του θερμοκηπίου των εκπομπών αερίων ανά χιλιόμετρο στις σιδηροδρομικές μεταφορές, είναι 80% λιγότερο από τα αυτοκίνητα. Σε μερικές χώρες, λιγότερο από 3% του συνόλου των μεταφορών εκπομπών αερίων προέρχονται από τα τρένα. Οι ινδικοί σιδηρόδρομοι, έθεσαν σε λειτουργία το πρώτο τους τρένο εξοπλισμένο με ηλιακούς συλλέκτες στην οροφή, στην περιοχή του Νέου Δελχί.
Οι ηλιακοί συλλέκτες τροφοδοτούν πλήρως τους ανεμιστήρες, το φωτισμό και τις οθόνες στα βαγόνια.