Η Γεωργία Κακούρου-Χρόνη, η σημαντική Σπαρτιάτισσα για την οποία πρέπει να σεμνύνεται η πόλη της, ευτύχησε να έχει μια βαθιά, πολύχρονη και ειλικρινή σχέση φιλίας, εκτίμησης και αγάπης με τον Νικηφόρο Βρεττάκο, τον μεγάλο μας Ποιητή των Πανανθρώπινων Αξιών, εκείνων της Ανθρωπιάς, της Αγάπης, της Ειρήνης και της κοινωνικής Δικαιοσύνης.
Αυτή η προσωπική της σχέση με τον Ποιητή, ώθησε τηΓεωργία Κακούρου-Χρόνη, να εντάξει μέσα στο πολύπλευρο και υψηλού επιπέδου Πνευματικό, Πολιτιστικό και Παιδαγωγικό έργο της και την διαρκή έγνοια για την Ποίηση και την Προσωπικότητα του Νικηφόρου Βρεττάκου.
Καρπός αυτής της διαρκούς έγνοιας και της αγάπης γιατον Ποιητή αλλά και του Χρέους της Μνήμης («Μην ξεχνάς να θυμάσαι» έγραψε ο Rose Ausländer ) υπήρξε ένα ακόμα βιβλίο της για τον Νικηφόρο Βρεττάκο, με τίτλο:
ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ ΒΡΕΤΤΑΚΟΣ
– ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΙΗΣΗ –
«Αδέλφια τα ’βγαλε ίδια πηγή»
εκδόσεις ΣΤΕΦΑΝΙΔΗ, 2022.
Το βιβλίο δομείται από τα εξής, επί μέρους, κεφάλαια:
Πρόλογος
Εισαγωγή
1.Όταν μιλάνε τα παιδιά
2.Μαρτυρίες από το εξωλογοτεχνικό και το μεταφραστικό έργο του ποιητή
3.Ενδοποιητικές συνομιλίες με τη ζωγραφική
4.Η εικαστική γλώσσα του Νικηφόρου Βρεττάκου
5.Εικονογραφώντας την ποίηση του Νικηφόρου Βρεττάκου
6.«Όπως η ζωγραφική, έτσι και η ποίηση» και «όπως η ποίηση, έτσι και η ζωγραφική»
Εικόνες
Βιβλιογραφία
Για να γραφτεί ένα βιβλίο χρειάζεται, πρώτα απ’ όλα,Όραμα και μετά Έμπνευση. Για τη Γεωργία Κακούρου-Χρόνη το Όραμα για την ανάδειξη της Ποίησης, του Έργου, της Ζωής και της Προσωπικότητας του Νικηφόρου Βρεττάκου είναι διαρκές, γι’ αυτό και η Έμπνευση προέκυψε ως φυσικό επακόλουθο. Από εκεί και πέρα το χάρισμα του Λόγου, το Ήθος, η Γνώση και η ψυχική-πνευματική Καλλιέργεια της Γεωργίας Κακούρου – Χρόνη, δημιούργησαν ένα βιβλίο πραγματικά μοναδικό στο είδος του, μια πνευματική όαση μέσα στους «στεγνούς καιρούς» που ζούμε.
Σχετικά με την «σπίθα» της έμπνευσης και το περιεχόμενο του βιβλίου της, η συγγραφέας, γράφει στον επίλογο τα εξής:
«Στο κλείσιμο του κύκλου, στο μαθητικό τετράδιο του Νικηφόρου Βρεττάκου, απ’ όπου ξεκινήσαμε. Σ’ αυτό το μαθητικό τετράδιο-να ξαναθυμηθούμε- το παιδικό χεράκι, στα πρώτα του, κιόλας ποιητικά σκιρτήματα, διαπιστώνει την «αδελφική» σχέση ζωγραφικής και ποίησης βεβαιώνοντάς μας ότι και οι δυο «αδελφές» αρδεύονται από την ίδια πηγή, ζουν πλάι, αντάμα, με την τέχνη να τους χαρίζει τη δόξα που δεν κερδίζεται στο πεδίο της μάχης, εκεί όπου η όποια πορφύρα βάφεται στο αίμα.
Επιχειρήσαμε, λοιπόν, να δούμε πού και πώς οι δυο αυτές «αδελφές», η ποίηση και η ζωγραφική, όπως πολύπλευρη διαγράφεται η σχέση τους με τους πολλούς συνειρμούς που εγείρει, διασταυρώνονται στο έργο του ποιητή (λογοτεχνικό, εξωλογοτεχνικό, ανέκδοτο): Στο παιδί Νικηφόρος Βρεττάκος που ζωγραφίζει, στον ενήλικα που ενθαρρύνει την κόρη του αλλά και όλα τα παιδιά εκείνα που ζωγραφίζουν κι αναζητούν πρόωρα το νόημα της ζωής. Στις απόψεις του λογοτέχνη Νικηφόρου Βρεττάκου για τη ζωγραφική και τις εικαστικές τέχνες γενικότερα, και τους θεσμούς που θα έπρεπε να τις υπηρετούν. Στη «συνομιλία» του με τους ζωγράφους, ενδοποιητική ή εξωλογοτεχνική και στην εικονογράφηση των βιβλίων του εμμένοντας στις ποιητικές του συλλογές.»
Το σημαντικό, αυτό, πνευματικό έργο της Γεωργίας Κακούρου-Χρόνη φωτίζει πλευρές, εν πολλοίς άγνωστες, της προσωπικότητας, της ζωής και του έργου του Νικηφόρου Βρεττάκου, αλλά, συγχρόνως, έχοντας γερές και στέρεες βάσεις πάνω στις σημαντικές Σπουδές της Συγγραφέως, στην Ευφυία, τη βαθιά Γνώση της για την Τέχνη και στην πολύχρονη, γόνιμη Θητεία της στον χώρο αυτόν, πραγματοποιεί μια βαθιά και αναλυτική διείσδυση στην Ζωγραφική και στις Εικαστικές Τέχνες, στην προσωπικότητα και στο έργο σημαντικών Ελλήνων και Ξένων Καλλιτεχνών, που, με διάφορους τρόπους, συνδέθηκαν με την Ποίηση, το Έργο και τη Ζωή του Νικηφόρου Βρεττάκου.
Με τον τρόπο αυτόν, το βιβλίο: «ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ ΒΡΕΤΤΑΚΟΣ-ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΙΗΣΗ – ΑΔΕΛΦΙΑ ΤΑ ’ΒΓΑΛΕ ΙΔΙΑ ΠΗΓΗ», έχοντας ως κεντρικό πυρήνα, και σημείο αναφοράς, πάντα, τον Ποιητή και το Έργο του, διευρύνει με οξυδέρκεια τους Ορίζοντές του και γίνεται μια Πραγματεία για την Τέχνη, την Τέχνη που δίνει στη Ζωή σχήμα, που ανεβάζει τον Άνθρωπο σε υψηλότερες Σφαίρες και τον βοηθά να επιλέγει Ιδανικά και Αξίες.
Πραγματικά, δεν έχω επιχειρήματα άλλα για να στηρίξω τους χαρακτηρισμούς μου, πέραν ενός αποσπάσματος από τον βιβλίο, που καταδεικνύει με ποιον θαυμαστό κι εσωτερικό προσωπικό τρόπο κατορθώνει η Γεωργία Κακούρου-Χρόνη να συνδέει τον Νικηφόρο Βρεττάκο, τη ζωή και την ποίησή του με την Τέχνη και τους Μεγάλους Δημιουργούς της:
«Νότιες ακτές
Θέλω να γράψω σε μικρές πέτρες μικρά ποιήματα.
Θέλω να φτιάξω μι’ αμμουδιά φώτα. Να περιβάλλουν,
Κάνοντας φωτεινό ολόκληρο τον περίπλου της,
Σαν μια ζώνη της γης – τα μικρά μου ποιήματα.
Όλα τα βότσαλά σου, Θεέ μου, τα’ αγαπώ
Και την αγάπη μου μπορώ αν μ’ αφήσεις να την κάμω
Χρώματα, λάμψη, στολισμό. Μια σκαλωσιά μου λείπει
Και μια Σιξτίνα σαν τον ουρανό.»
Νικηφόρος Βρεττάκος, «Νότιες ακτές», «Παραλειπόμενα», Τα ποιήματα, τομ. Α΄, ό.π., σ. 359
(Με αφορμή το ποίημα αυτό, η Γεωργία Κακούρου-Χρόνη κάνει την παρακάτω ανάλυση-σύνδεση)
Η αφηγηματική φωνή στην Παλαιά Διαθήκη αποκαλύπτει ότι ο δημιουργός του κόσμου είναι η πρώτη αρχή, το προϋπάρχον, που εγκαθιδρύει την τάξη στο χάος (Γένεσις, κεφ. 1, 1-31). Ό,τι εποίησεν ο Θεός – το φως, τη γη, τον ουρανό, τη θάλασσα και τους ενοίκους τους – «είδεν ότι καλόν» και όταν εποίησε τον άνθρωπον είδε ότι όλα ήταν «καλά λίαν». Κατ’ αναλογία της Γένεσης, ο Μιχαήλ Άγγελος, ο «θείος», όπως τον αποκαλούσαν όσο ήταν ακόμη εν ζωή, εποίησε την οροφή της καπέλα Σιξτίνα, με άγγιγμα θείο, ως άλλος Θεός, όπως αντιλαμβανόταν η νεοπλατωνική αισθητική τον καλλιτέχνη (alter deus) κατά την κλασική Αναγέννηση (Cinquecento). Κατά τον ίδιο τρόπο κι ο ποιητής επιθυμεί ν’ ανταποκριθεί στο θείο δημιούργημα και να συνθέσει με ανάλογο τρόπο τα δικά του ποιήματα που θα αναδεικνύουν τα μικρά, τα ταπεινά «βότσαλα» και τη δική τους μεγάλη αλήθεια: «και την αγάπη μου μπορώ αν μ’ αφήσεις να την κάμω / χρώματα, λάμψη, στολισμό».Εδώ αγάπη δεν είναι τόσο το «αγαπάτε αλλήλους», όσο η Αγάπη-Λόγος, το αισθητικό νόημα που υποβάλλεται με το ωραίο και συνιστά την αλήθεια του κόσμου και του ανθρώπου. Τη γέφυρα μεταξύ ανθρώπου και Θεού που δεν μπορεί να θεμελιώσει η λογική, επιχειρεί να θεμελιώσει η τέχνη, η ποίηση και η ζωγραφική. Μόνο που ο ποιητής δεν διαθέτει ούτε τη «σκαλωσιά» ούτε «μια Σιξτίνα σαν τον ουρανό» για να μετουσιώσει την «αγάπη» του με τον τρόπο του Μιχαήλ Αγγέλου.
*Το δέος στο αντίκρισμα της Καπέλα Σιξτίνακατακλύζει κάθε καλλιτέχνη. Ο Μιχαήλ Άγγελος, θα πει ο Βάλιας Σεμερτζίδης, θέλει να δείξει τη μεγαλοσύνη του ανθρώπου και του Θεού και αυτό το βρίσκει μπορετό μόνο αν αναδείξει τον όγκο. Ο Χριστός είναι ένας παλαιστής που κατεβαίνει, δεν είναι ο Χριστός του Γκρέκο που ανεβαίνει στον ουρανό, όχι, εκεί δεν ανεβαίνει, κατεβαίνει στη γη και αντί να του γράψουν ύμνους, του γράφουν ότι δεν ήξερε να ζωγραφίζει. […] Μην τύχει και ξαναπείτε ότι εγώ είμαι ζωγράφος, θα γίνουμε από χίλια χωριά, διότι αποκλείεται. Ύστερα απ’ αυτό που είδα στην Καπέλα Σιξτίνα, μη μου μιλάτε για ζωγραφική.» Βάλιας Σεμερτζίδης, Συνομιλίες με τον Χρίστο Αλεξίου, επιμέλεια Νίκος Χατζηνικολάου, Μουσείο Μπενάκη, Αθήνα 2012, σ. 144.
ΓΕΩΡΓΙΑ ΚΑΚΟΥΡΟΥ-ΧΡΟΝΗ, «ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ ΒΡΕΤΤΑΚΟΣ-ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΙΗΣΗ – ΑΔΕΛΦΙΑ ΤΑ ‘ΒΓΑΛΕ ΙΔΙΑ ΠΗΓΗ, σ.115-116
Σε εποχές μαζικής συγγραφικής παραγωγής, ευκολίας και προχειρότητας σε βάρος της ποιότητας, η Γεωργία Κακούρου-Χρόνη, μας δίνει ένα βιβλίο υψηλού επιπέδου, «δύσκολο» και απαιτητικό, που μέσα του κρύβεται μεγάλη, υπεύθυνη και σοβαρή προσπάθεια,μαζί (προφανώς) και ατέλειωτες, κοπιώδεις ώρες βιβλιογραφικής έρευνας και συγγραφής. Μάρτυρας αδιάψευστος οι εννέα σελίδες παράθεσης της ελληνικής και ξένης βιβλιογραφίας, εκτός των εφημερίδων και των περιοδικών που περιέχονται στις υποσημειώσεις. Και δεν είναι αυτό μόνο: Η Γεωργία Κακούρου-Χρόνη έχει τη δημιουργική ικανότητα γραφής και το χάρισμα, ώστε να μην περιορίζεται σε μιαν απλή συρραφή των στοιχείων που άντλησε από την βιβλιογραφία (όπως γίνεται στην συντριπτική πλειοψηφία τέτοιου είδους έργων), αλλά να εισέρχεται μέσα στο υλικό της, να γίνεται γονιμοποιό στοιχείο του, να συνδιαλέγεται μαζί του, να καταθέτει τιςπροσωπικές της απόψεις, θέσεις, αναλύσεις και συγκερασμούς, με έναν τρόπο δημιουργικό, ευαίσθητο, μοναδικό και αξεπέραστο. Παράλληλα, με συγγραφικό βλέμμα κριτικό και διαπεραστικό, καταθέτει, με ωριμότητα, πράγματα πολύτιμα, υποδεικνύει δρόμους για την αναζήτηση νέων συνδέσεων με την Τέχνη, αναδεικνύει έναν σύγχρονο προβληματισμό για την Τέχνη, τον Πολιτισμό και την Κοινωνία και διαμορφώνειόρους γόνιμου και κριτικού αναστοχασμού, σχετικά με ανοικτά (ακόμα) ζητήματα θεωρίας, αισθητικής και ιδεολογίας.
Σε εποχές «πονηρές», κατά τις οποίες «σκοτεινά» παγκόσμια κέντρα προσπαθούν να απωθήσουν την Τέχνη στο περιθώριο, επειδή γνωρίζουν πως, πέραν της αισθητικής ικανοποίησης, η Τέχνη διαπλάθει νέους τρόπους σκέψης και κατανόησης του κόσμου, το βιβλίο «ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ ΒΡΕΤΤΑΚΟΣ – ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΙΗΣΗ – ΑΔΕΛΦΙΑ ΤΑ ‘ΒΓΑΛΕ ΙΔΙΑ ΠΗΓΗ» της Γεωργίας Κακούρου-Χρόνη, θα μπορούσαμε να πούμε ότι αποτελεί και μια πράξη αντίστασης.
Με το βιβλίο της αυτό, το οποίο έρχεται ως συνέχεια μιας πολύχρονης, συνεπούς και ποιοτικής συγγραφικής δράσης, η Γεωργία Κακούρου-Χρόνη, οδηγεί προς την ολοκλήρωση ένα συνολικό έργο της πολύπλευρο, στέρεο, συμπληρωμένο από κάθε πλευρά, δομημένο σύμφωνα με τους μυστικούς νόμους του οπλισμένου με γνώση και αρετή ταλέντου. Και σίγουρα το ταξίδι δεν τελειώνει με το βιβλίο αυτό. Η Γεωργία Κακούρου-Χρόνη έχει ακόμα να δώσει πολλά και σημαντικά.
Ο συγγραφέας Κώστας Καβανόζης έχει γράψει:
«Η συγγραφή, η τέχνη γενικότερα, οφείλει να προσεγγίζει το μυστικό, το άρρητο. Την ομορφιά και την αλήθεια που δεν μπορούν να στεριώσουν αλλιώς παρά μονάχα αν βιωθούν ως τέτοιες. Αν το έργο τέχνης δεν είναι δρόμος που μας οδηγεί σε ό,τι μας ξεπερνάει, αν δεν μας φέρνει ως το άχρονο και το αχανές, τότε δεν δικαιώνει την ύπαρξή του.»
Κώστας Καβανόζης, συγγραφέας.
Λοιπόν, το βιβλίο : «ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ ΒΡΕΤΤΑΚΟΣ – ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΙΗΣΗ – ΑΔΕΛΦΙΑ ΤΑ ‘ΒΓΑΛΕ ΙΔΙΑ ΠΗΓΗ» της Γεωργίας Κακούρου-Χρόνη (μια εξαιρετική και φροντισμένησκληρόδετη έκδοση του οίκου ΣΤΕΦΑΝΙΔΗ) είναι ένα έργο, το οποίο, πραγματικά, γίνεται «δρόμος που μας οδηγεί σε ό,τι μας ξεπερνάει», «μας φέρνει ως το άχρονο και αχανές» και γι’ αυτό «δικαιώνει την ύπαρξή του».
Είναι ένα βιβλίο, το οποίο μπορεί να χαρακτηρισθεί ως έργο ζωής της συγγραφέως, ένα βιβλίο που το χρειάζονταν οι καιροί μας, ένα βιβλίο που αξίζει και πρέπει να διαβαστεί.
Βιογραφικό Σημείωμα της Γεωργίας Κακούρου – Χρόνη
Η Γεωργία Κακούρου Χρόνη εργάστηκε για μια εικοσαετία ως επιμελήτρια της Εθνικής Πινακοθήκης στο Παράρτημά της –Κουμαντάρειος Πινακοθήκη– στη Σπάρτη, όπου γεννήθηκε και διαμένει. Έχει διδάξει στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου και στο Μεταπτυχιακό Τμήμα «Διοίκηση Πολιτιστικών Μονάδων» του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου.
Σπούδασε και εκπόνησε τη διδακτορική της διατριβή στη Φιλοσοφική Σχολή του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Πραγματοποίησε μεταπτυχιακές σπουδές Μουσειολογίας στο Πανεπιστήμιο του Leicester, Ιστορίας της Τέχνης στο Πανεπιστήμιο του Cambridge, τεχνικές διδασκαλίας της τέχνης για το Δημοτικό Σχολείο στο Πανεπιστήμιο του Missouri Columbia. Την εμπειρία της εμπλούτισε ως υπότροφος του Ιδρύματος Fulbrightστο The Art Institute of Chicago.
Το επιστημονικό της ενδιαφέρον επικεντρώνεται στο «ξεκλείδωμα» του κειμένου-αντικειμένου προς απόλαυση και γνώση ενός εν δυνάμει κοινού από το οποίο δεν αποκλείεται κανείς.
E-mail: georgia.chroni@gmail.com
28-6-2022
Βαγγέλης Μητράκος