Αν υπήρχε ένας τίτλος για το νομοσχέδιο του Υπουργείου Ανάπτυξης & Επενδύσεων σχετικά με τον εκσυγχρονισμό της λειτουργίας του υπαίθριου εμπορίου, που ξεκίνησε να συζητείται, χθες, 18 Οκτωβρίου, στην Επιτροπή Παραγωγής και Εμπορίου, θα ήταν: “Το πιο λάθος νομοσχέδιο στην πιο λάθος στιγμή”.
Είναι λάθος στιγμή για τους καταναλωτές, γιατί δεν είναι αυτό που έχουν ανάγκη αυτήν την ώρα, μπροστά στο μεγάλο κύμα ακρίβειας που βρίσκεται προ των πυλών. Δεν είναι επίσης ούτε αυτό που περιμένουν οι παραγωγοί, οι οποίοι μετά την πανδημία και τα πολύ έντονα καιρικά φαινόμενα -το 2021 ήταν μία από τις καταστροφικότερες χρονιές για την παραγωγή- το τελευταίο που περίμεναν ήταν μια σειρά από πρόστιμα, διατάξεις ανάκλησης των αδειών τους και αλλαγές στον ορισμό της άδειας της λαϊκής. Επομένως, για κανέναν το νομοσχέδιο αυτό δεν είναι το αναμενόμενο.
Οι καταναλωτές βλέπουν μία πολύ μεγάλη άνοδο τιμών σε αγροτικά προϊόντα και σε προϊόντα διατροφής στα σουπερμάρκετ και στην καθημερινότητά τους. Επομένως, περιμένουν, ο θεσμός, που τους φέρνει πιο κοντά, πιο αδιαμεσολάβητα, με τους παραγωγούς και που υπηρετούν εδώ και 93 χρόνια οι λαϊκές αγορές, να ενισχυθεί και όχι να δημιουργείται ένα πλαίσιο που τούς απομακρύνει από τη λαϊκή αγορά. Οι παραγωγοί από τη μεριά τους, βλέπουν το κόστος παραγωγής τους να αυξάνεται καθημερινά και υπέρμετρα, από το ηλεκτρικό ρεύμα -τόσο στα αντλιοστάσια όσο και στις αποθήκες, τα μοτέρ ή τις παγολεκάνες και την ψύξη- αλλά και από το πετρέλαιο κίνησης που επίσης το κόστος του έχει φτάσει σε εξωφρενικά επίπεδα. Συνεπακόλουθο όλων των παραπάνω είναι οι αυξήσεις στα αγροτικά εφόδια. Στις ζωοτροφές μάλιστα, οι ανατιμήσεις έχουν ξεπεράσει το 60%.
Με την ακρίβεια που υπάρχει και με τη διάλυση των λαϊκών αγορών, που είναι εξ ορισμού ο χώρος όπου έρχονται αδιαμεσολάβητα κοντά οι παραγωγοί με τους καταναλωτές, υπάρχει ο κίνδυνος εισαγωγών προϊόντων διατροφής από τρίτες χώρες, με χαμηλότερες τιμές ή με υπολείμματα, καθώς προέρχονται από τρίτες χώρες και τα εργαστήρια τα οποία έχουν αποστελεχωθεί, δεν προλαβαίνουν να κάνουν σωστό φυτοϋγειονομικό έλεγχο και επομένως ανακύπτουν άλλοι
κίνδυνοι. Ως εκ τούτου, οι καταναλωτές ωθούνται στα μεγάλα σημεία χονδρικής πώλησης χωρίς να προστατεύονται εντέλει ούτε οι ίδιοι, ούτε οι παραγωγοί.
“Το ερώτημα, λοιπόν, που γεννάται είναι, γιατί συμβαίνει τώρα αυτή η μεγάλη, εκ βάθρων αλλαγή στο θεσμικό πλαίσιο για τις λαϊκές αγορές, έναν θεσμό που σύμφωνα με έρευνα του ΙΝ.ΚΑ, τον εμπιστεύεται ένα συντριπτικά μεγάλο ποσοστό των καταναλωτών. Αντί να ενισχύσετε, τώρα, ακόμα περισσότερο, αυτή την αδειαμεσολάβητη σχέση και να ενδυναμώσετε το θεσμό όπου χρειάζεται, μέσα από μια σειρά ιδεοληψιών που είναι ξεκάθαρες μέσα στα άρθρα αλλά και σε διατάξεις που βρίσκονται στο όριο της συνταγματικότητας σε μια λογική Πισσαρίδη, τον διαλύετε”, υπογράμμισε ο Τομεάρχης Αγροτ. Ανάπτυξης του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ Στ. Αραχωβίτης, που ήταν και εισηγητής στο συγκεκριμένο νομοσχέδιο.
Και πρόσθεσε: “Όλα τα μέτρα και οι προβλέψεις σε μια σειρά από διατάξεις ανάγονται σε φορολογικές και διοικητικές παραβάσεις. Δεν υπάρχει καμία αναφορά στην ασφάλεια των τροφίμων. Αυτό αποδεικνύει ότι δεν σας ενδιαφέρει η ποιότητα των τροφίμων που πωλούνται στις λαϊκές αγορές, αλλά η στόχευση είναι αλλού”.
Επί της ουσίας, εγκαταλείπεται η έννοια «άδεια λαϊκής» αφού στην πραγματικότητα συνδέεται με τη «θέση». Χάνεται επομένως αυτό που είχε ο παραγωγός, δηλαδή άδεια λαϊκής και μπορούσε να ζητήσει θέση σε οποιοδήποτε σημείο της Ελλάδας. Στο εξής, αυτό θα γίνεται μέσα από μία προκήρυξη, έναν διαγωνισμό με όρους, που στην πραγματικότητα τούς συνδέει με μία συναλλαγή που προκύπτει από την προκήρυξη της θέσης με τον φορέα συντονισμού. Προσοχή όμως! Η προκήρυξη που βγάζει ο αρμόδιος φορέας μπορεί να έχει διαφορετικούς όρους σε κάθε λαϊκή, ακόμα και διαφορετικά προϊόντα. Δηλαδή, σε κάθε προκήρυξη ο κάθε φορέας μπορεί να επιτρέπει τι θα πωλείται και τι δεν θα πωλείται στη λαϊκή του;
Για να παρακολουθήσετε την Ομιλία στην Επιτροπή, πατήστε εδώ: