Ευχαριστώ πολύ κύριε Πρόεδρε. Συμμερίζομαι τη σκέψη σας και ερχόμενος στο Κοινοβούλιο άκουσα έναν γνωστό ραδιοφωνικό σχολιαστή να προεξοφλεί ότι σήμερα η Βουλή θα προσομοιάζει με κερκίδα ποδοσφαιρικού αγώνα Τρίτης Εθνικής. Είναι στο χέρι όλων μας αυτό να μην το επιτρέψουμε.
Θα πούμε σκληρές αλήθειες σήμερα αλλά οφείλουμε να διαφυλάξουμε το επίπεδο του κοινοβουλευτικού διαλόγου, να μιλήσουμε με στοιχεία και με τεκμήρια και εύχομαι -και ελπίζω- στο τέλος της συζήτησης να μπορούμε να καταλήξουμε αν μη τι άλλο στην κοινή μας γραμμή για την αντιμετώπιση της ουσίας του προβλήματος, το οποίο απασχολεί την κοινή γνώμη τον τελευταίο μήνα.
Και προκάλεσα, λοιπόν, αυτή τη συζήτηση για να εξετάσουμε από κοινού πώς το θεσμικό μας πλαίσιο θα αντιμετωπίσει πιο αποτελεσματικά τα φαινόμενα εξουσιαστικής και σεξουαλικής κακοποίησης που εκδηλώνονται, δυστυχώς, και στη χώρα μας. Ένα κύμα αποκαλύψεων το οποίο σηκώθηκε μετά τις καταγγελίες της Σοφίας Μπεκατώρου στο χώρο του αθλητισμού. Ήδη απλώνεται στο χώρο της τέχνης, αλλά και οριζόντια σε ολόκληρη την ελληνική κοινωνία.
Και δεύτερον, προκάλεσα αυτή τη συζήτηση γιατί, όπως είπε και ο Πρόεδρος της Βουλής, αυτή η διαδικασία εξυγίανσης κινδυνεύει σήμερα να χάσει το στόχο της. Να μετατραπεί σε ένα ακόμα πεδίο φτηνής κομματικής αντιπαράθεσης και να βυθιστεί στο βούρκο του λαϊκισμού. Λες και το έγκλημα έχει χρώμα και η ντροπή ιδεολογία.
Καθώς και η πατρίδα μας εισέρχεται στον παγκόσμιο κύκλο του κινήματος που ονομάστηκε #MeToo, διαμορφώνεται η ανάγκη για περισσότερη αλήθεια και δικαιοσύνη, για περισσότερη τόλμη, για περισσότερη ωριμότητα. Τα φαινόμενα παρενόχλησης και βίας εναντίον των πιο αδύναμων ξεπερνούν σύνορα, τάξεις, θρησκείες, επαγγέλματα, διαπερνούν τον πολιτισμό και την εποχή μας. Συνεπώς, η αντιμετώπισή τους προϋποθέτει τη συστράτευση πολιτείας και πολιτών, τη δράση του κράτους δικαίου αλλά και την αντίδραση μιας κοινωνίας δικαίου.
Γιατί ένα πρόβλημα όλων απαιτεί τη λύση από όλους. Δεν είναι τυχαίο, όπως είπα, ότι στη χώρα μας όλα αυτά ξεκίνησαν από τη μαρτυρία της Σοφία Μπεκατώρου στις 16 Ιανουαρίου, θέλω να θυμίσω σε μία εκδήλωση που διοργάνωσε ειδικά για το θέμα αυτό η Γενική Γραμματεία Αθλητισμού. Ήταν μία πρωτοβουλία την οποία χαιρέτησα αμέσως προσωπικά. Μάλιστα επικοινώνησα με τη Σοφία Μπεκατώρου, χαρακτηρίζοντάς την «Ολυμπιονίκη της ευθύνης», που έσπασε την αλυσίδα της σιωπής ώστε το στίγμα της ενοχής να περάσει από το θύμα στο θύτη. Αντίστοιχα όλα τα κόμματα, όλοι οι πολιτικοί αρχηγοί, χαιρέτησαν αυτή τη γενναία πράξη της Σοφίας Μπεκατώρου. Έκλεινα το μήνυμά μου με τρεις λέξεις: Μιλάμε, καταγγέλλουμε, αποκαλύπτουμε.
Αυτούς τους τρεις παράλληλους δρόμους επιχειρεί, όμως, να κλείσει ο εκτροχιασμός και ο υποβιβασμός της δημόσιας συζήτησης γύρω από το θέμα αυτό. Οι αποκαλύψεις που ακολούθησαν κατέδειξαν ότι το πρόβλημα υπάρχει, καραδοκεί, αφήνει πληγές παντού. Ταυτόχρονα, όμως, απέδειξαν ότι στον τόπο μας έχει διαμορφωθεί πια ένα πλαίσιο, ένα περιβάλλον ελευθερίας και ασφάλειας που μπορεί να οδηγήσει στην κάθαρση και την αυτοκάθαρση. Κάτι που προφανώς δεν ήταν αυτονόητο μέχρι και πριν από λίγα χρόνια, όταν ανάλογα περιστατικά, τα οποία συνέβαιναν, τα σκέπαζε η αδιαφορία.
Το κίνημα #MeToo ξεκίνησε πριν από τέσσερα χρόνια στην Αμερική και εκδηλώθηκε αμέσως στην υπόλοιπη Ευρώπη. Εκδηλώθηκε τώρα, το 2021, στην πατρίδα μας. Σήμερα, λοιπόν, η φωνή έσπασε τη σιωπή και είναι η σειρά της πράξης να σπάσει την αδράνεια. Το #MeToo είναι στον πυρήνα του ένα κίνημα υγιές. Αφορά όλες τις πτυχές της κοινωνικής ζωής: Την εργασία, το σπίτι, τον αθλητισμό, την τέχνη, τις καθημερινές μας συμπεριφορές. Πολύ περισσότερο όταν αγγίζει την απεχθέστερη εκδοχή του προβλήματος: Τη βία, τη σεξουαλική κακοποίηση κατά ανηλίκων.
Ακριβώς γι’ αυτό οφείλει και το κίνημα #MeToo να μην είναι τυφλό αλλά συγκεκριμένο, ώστε να αποβαίνει και αποτελεσματικό. Να μην χάνεται στις φήμες ώστε να μην ακυρώνεται. Και κυρίως να μην παίρνει τη μορφή χυδαίας πολιτικής εκμετάλλευσης που με τεχνητούς διαχωρισμούς τι πετυχαίνει τελικά; Να φιμώνει τα θύματα. Γιατί η σύγχυση είναι τελικά η άλλη όψη της συγκάλυψης.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, εδώ και ένα μήνα η ελληνική κοινωνία υπέστη ένα σκληρό σοκ όταν άρχισε να μαθαίνει για κρυφές της όψεις. Μία αλυσίδα γεγονότων τα οποία θα μπορούσαν και μπορούν ακόμα να μετατραπούν σε δεσμούς ενότητας και συναντίληψης. Γιατί η κοινή άμυνα σε μία τέτοια απειλή είναι μία κίνηση απελευθέρωσης. Με άλλα λόγια, είναι μία πρόκληση να αναδείξουμε τελικά τα καλύτερα στοιχεία μας, αυτά που μας ενώνουν, όχι αυτά που μας διχάζουν.
Κι όμως, δυστυχώς, τις τελευταίες ημέρες τα πράγματα έχουν πάρει άλλη τροπή. Πρωταγωνιστές δεν είναι πλέον τα θύματα, οι γραμματείς που παρενοχλούνται στη δουλειά τους από τα αφεντικά τους, οι γυναίκες που ξυλοκοπούνται μέσα στο ίδιο τους το σπίτι, οι έφηβοι και τα παιδιά που απειλούνται από ενήλικες -συχνά και από συγγενείς τους- τους οποίους εμπιστεύονται και θαυμάζουν στο γήπεδο, στο σχολείο, στις παιδικές χαρές της γειτονιάς τους. Δεν είναι αυτοί οι πρωταγωνιστές των τελευταίων ημερών. Και έτσι αυτή η ευκαιρία της συλλογικής αφύπνισης κινδυνεύει να γίνει αρένα κομματικών μονομαχιών.
Την επικαιρότητα, δυστυχώς, πλημμυρίζουν χυδαία σχόλια, καθώς κάποιοι θέλησαν να πετάξουν στο βρώμικο καλάθι των δικών τους σκοπιμοτήτων ένα ζήτημα που συγκλονίζει κάθε ελληνική οικογένεια. Ένα καινούργιο κύμα λαϊκισμού και θολών κατηγοριών διακινείται με μόνο στόχο να σπιλωθούν πρόσωπα και κόμματα. Σαν οι βιαστές να χωρίζονται τάχα σε αριστερούς ή δεξιούς και σαν εκείνοι που υφίστανται την βία να έχουν τη δική τους ξεχωριστή ιδεολογία.
Ο κατήφορος αυτός ξεστρατίζει την υπόθεση του ελληνικού #MeToo, την απαξιώνει. Και μάλιστα αυτό γίνεται με κύρια ευθύνη των δυνάμεων που υποτίθεται ότι την παρουσίαζαν ως μέσο κοινωνικής χειραφέτησης. Η στάση τους όμως σήμερα την εγκλωβίζει στα υπόγεια των θυμών και των διαβολών. Η λάσπη που εκτινάσσεται κρύβει τελικά τους ενόχους από το βλέμμα της κοινωνίας και της Δικαιοσύνης, γεννώντας ψεύτικους διχασμούς και εμποδίζοντας τελικά τα μεγάλα ζητούμενα. Το μεγάλο ζητούμενο είναι τα θύματα να μιλήσουν επιτέλους ελεύθερα, το κράτος δικαίου να λειτουργήσει και οι πολίτες στο σύνολό τους να αφυπνιστούν.
Οι ενορχηστρωτές της αθλιότητας που περιγράφω πρέπει να βγουν κάποια στιγμή από τον υπόνομο και να βάλουν την υπογραφή τους σε αυτό το θλιβερό έργο. Όχι μόνο γιατί εκτρέπουν μία σοβαρή προσπάθεια σε άλλα μονοπάτια αλλά και γιατί η τοξικότητα που εισάγουν με αυτή την αφορμή δηλητηριάζει, ακόμα μια φορά, την πολιτική ζωή. Υπονομεύει την ενότητα, την κοινωνική συνοχή, τη νηφαλιότητα που απαιτούν οι στιγμές. Και ναρκοθετώντας με αισχρότητες τον πολιτικό διάλογο, δυσχεραίνουν τελικά, κύριε Πρόεδρε, την ίδια τη λειτουργία της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας.
Είμαι εδώ, λοιπόν, για καθαρές κουβέντες και για καθαρές εξηγήσεις. Γι’ αυτό και σας κοιτώ στα μάτια και σας ερωτώ ανοιχτά, πριν ο κατήφορος ολοκληρωθεί: Κατηγορείτε την Κυβέρνηση ότι καλύπτει παιδεραστές και ότι η Νέα Δημοκρατία διακινεί κύκλωμα ανηλίκων;
Ποιος κρύβεται, τελικά, πίσω από το hashtag ΝΔ_παιδεραστές και τον νεοαυριανισμό του διαδικτύου; Πώς τολμά βουλευτής σας, η κα Ελευθεριάδου, να διαλαλεί ότι «ψωνίζονται» ανήλικα από μη κυβερνητικές οργανώσεις; Και με ποιο θράσος βουλευτής σας, ο κ. Πολάκης, χθες, μια μέρα πριν από τη συζήτηση, κάνει χυδαίες αναρτήσεις αφήνοντας υπονοούμενα για ασυνόδευτα προσφυγόπουλα και για την τάχα ευθύνη του Μαξίμου;
Κύριε Τσίπρα, σας ζητώ να απαντήσετε όχι ως τέως Πρωθυπουργός, όχι ως Αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης στον Πρωθυπουργό της χώρας, σας καλώ να απαντήσετε ως Αλέξης Τσίπρας, πατέρας δύο παιδιών, στον Κυριάκο Μητσοτάκη πατέρα τριών παιδιών.
Ας ξεκαθαρίσουμε, λοιπόν, μια και καλή το θέμα των ασυνόδευτων ανηλίκων πάνω στο οποίο τόση σπέκουλα χτίστηκε από τα troll του διαδικτύου, των οποίων γνωρίζουμε την κομματική προέλευση. Το 2019, όταν εισήλθα στο πρωθυπουργικό γραφείο, τρεις μήνες μετά, κάποιοι εκπρόσωποι της Κοινωνίας των Πολιτών με ευαισθητοποίησαν για το δράμα των ασυνόδευτων προσφυγόπουλων. Για την άθλια κατάσταση στην οποία είχαν περιέλθει. Μου έδειξαν αυτή τη μελέτη του Κέντρου Υγείας και Κοινωνικών Δικαιωμάτων του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ, «The growing epidemic of sexual exploitation and abuse of migrant children in Greece».
Μου περιέγραψαν μια κατάσταση με 2.000 ασυνόδευτα παιδιά τα οποία βρισκόντουσαν στο κολαστήριο της Μόριας και της Σάμου. Χίλια παιδιά τα οποία ήταν εκτεθειμένα στην έρημο των πόλεων, εκδιδόμενα πολύ συχνά για 5 και 10 ευρώ. Διακόσια παιδιά τα οποία κρατούνταν ακόμα σε κρατητήρια της Αστυνομίας, φυλακισμένα χωρίς να έχουν διαπράξει το παραμικρό αδίκημα.
Και ναι, κ. Τσίπρα, είπα θα ασχοληθώ προσωπικά με το θέμα αυτό για να μπορέσω να το λύσω. Και ανέθεσα και δημιούργησα μια ειδική γραμματεία, προϊστάμενη της οποίας είναι η κα Αγαπηδάκη, οι πιο πολλοί από εσάς δεν την γνωρίζετε, κάθεται εδώ στα κυβερνητικά έδρανα, η οποία έσκυψε πάνω στο πρόβλημα και το έλυσε.
Εγώ δεν θα σας καταλογίσω πρόθεση γιατί δεν το λύσατε εσείς το πρόβλημα, ούτε προφανώς μπορώ να διανοηθώ να αφήσω οποιοδήποτε χυδαίο υπονοούμενο όπως αυτά τα οποία διακινούνται από διάφορα troll τα οποία πρόσκεινται στον πολιτικό σας χώρο. Θα πω μόνο ότι δεν το λύσατε το πρόβλημα. Δεν το λύσατε και ήρθε αυτή η Κυβέρνηση και το έλυσε. Το έλυσε.
Και έχω εδώ ένα email από τη Γενική Διεύθυνση DG HOME: «Congratulations – Dear Irini, Ι’m just writing to congratulate you for the big success of having no unaccompanied minors anymore -στα κέντρα υποδοχής- on the Greek islands. A huge step forward -ακούστε- considering where we come from and largely owing to your -για την κα Αγαπηδάκη αναφέρεται- relentless efforts, delivering where others failed». Τα καταθέτω στα πρακτικά.
Και για αυτή την κυρία ο κ. Πολάκης ανεβάζει ανάρτηση «Αγαπηδάκη το τρολάκι της Νέας Δημοκρατίας». Περιμένω σήμερα, αν μη τι άλλο, αυτή τη συμπεριφορά να την καταδικάσετε ανοιχτά, απερίφραστα και κάποια στιγμή να διαγράψετε, επιτέλους, και ένα στέλεχός σας γι’ αυτά τα απίστευτα πράγματα τα οποία λέγονται. Γι’ αυτά τα χυδαία υπονοούμενα, ότι τάχα είναι δυνατόν να υπάρχει ανάμειξη κυβερνητική σε κύκλωμα διακίνησης προσφυγόπουλων. Κρατήστε και την ανάρτηση της άλλης βουλευτού σας, εδώ για να τα βλέπετε.
Ίσως, όμως, αυτή να είναι η διαφορά μας. Εμείς έχουμε την κα Αγαπηδάκη και εσείς έχετε τον κ. Πολάκη. Ίσως τελικά αυτό να τα λέει όλα και να μην χρειάζεται να πούμε τίποτα παραπάνω.
Σας ρωτώ λοιπόν και πάλι, και περιμένω σήμερα καθαρές απαντήσεις, αν σας εκφράζουν και οι χυδαιότητες του κ. Βαξεβάνη ή μήπως προτιμάτε την «Αυγή», το κομματικό σας έντυπο, που στο πρωτοσέλιδο του, στο κύριο άρθρο του, υποστηρίζει τα ακριβώς αντίθετα. Ότι, δηλαδή -έγραφε η Αυγή- η τάση να κολλήσουν παιδεραστία στον Μητσοτάκη από το τίποτα είναι εμετικός κιτρινισμός. Αναρωτιέμαι και πώς τοποθετούνται στο θέμα αυτό και τα υπόλοιπα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ. Και όπως γράφει η «Αυγή», δεν γίνεται πολιτική εκτοξεύοντας ξερατά στον αντίπαλο. Θα συμφωνήσω απόλυτα.
Απαντήστε, λοιπόν, ως πολιτικός σε έναν πολιτικό, όπως σας ζητώ επίμονα.
Αν, όμως, τελικά είστε με την επίσημη εφημερίδα σας, τότε πώς εξηγείτε ότι μία μέρα πριν γράψει αυτά η «Αυγή», ο διευθυντής της, ο ίδιος που τα έγραφε αυτά, έλεγε σχολιάζοντας ειρωνικά και ταυτιζόμενος απόλυτα με τον κ. Βαξεβάνη και το «Documento» ότι υπάρχουν «παιδέρες» που βρίσκονται στο περιβάλλον του Πρωθυπουργού;
Απαντήστε και ως απλός παρατηρητής. Πόσα πρόσωπα έχει αλήθεια το επιτελείο σας; Πόσες γραμμές έχει το κόμμα σας; Πόση ευκαμψία έχει τελικά η ηθική σας; Εκτός αν είστε της τρίτης σχολής, αυτή που θεωρεί την υπόθεση -τα ακούσαμε και αυτά- ότι το #MeΤoo είναι ένα φιάσκο. Γιατί όπως λέει ο διευθυντής του κ. Φίλη -δεν τον βλέπω σήμερα στην αίθουσα- ο κ. Κατσαρός, μια ήταν η μόνη αποστολή για την οποία επιλέχθηκε ο κ. Λιγνάδης: Να μετονομάσει την αίθουσα Ρεξ του Εθνικού σε αίθουσα Ελένη Παπαδάκη. Με το όνομα της μεγάλης ηθοποιού που δολοφονήθηκε το 1944, στην ταραγμένη εποχή των Δεκεμβριανών.
Θα ήθελα να απαντήσω ως απλός πολίτης που ζει στον 21ο αιώνα. Μίλησα, λοιπόν, για όλα αυτά. Για τις Βαξεβάνειες εμετικές ριπές. Για τις δημοσιεύσεις των βουλευτών σας, γιατί μπορεί να μου πείτε ότι δεν είστε υπόλογος για το τι γράφει ο κάθε δημοσιογράφος όσο κατευθυνόμενος και αν εγώ προσωπικά θεωρώ ότι είναι. Είστε υπόλογος, όμως, για τους βουλευτές σας. Να πάρετε θέση για τις αντιφατικές γραμμές του διευθυντή της «Αυγής». Στο κάτω-κάτω κομματικό όργανο είναι η εφημερίδα. Και να πάρετε επιτέλους θέση για αυτή τη λάσπη την οποία εκτοξεύετε προς μια ολόκληρη παράταξη, τη μεγαλύτερη της χώρας, που γεννήθηκε για να υπάρχει και να υπηρετεί την πατρίδα και όχι για να τη διασύρουν τα τρολ της Κουμουνδούρου.
Υπό κανονικές συνθήκες, βέβαια, το αντικείμενο της σημερινής συζήτησης, όπως είπα, θα ήταν ασφαλώς διαφορετικό. Είπα άλλωστε και στην αρχή πως μια τέτοια αντιπαράθεση δεν ταιριάζει ούτε στη συγκυρία, ούτε αξίζει σε αυτό το οποίο τελικά ζητάει η κοινωνία. Όμως γίνεται, κύριε Πρόεδρε, για να υπάρξει επιτέλους μία κάθαρση του πολιτικού κλίματος. Για να ακολουθήσει και η κάθαρση της καθημερινότητος. Να τοποθετηθούν επιτέλους όλοι ανοιχτά.
Μακάρι, το εύχομαι ειλικρινά να αποκηρύξετε επιτέλους ανοιχτά, δημόσια, κατηγορηματικά αυτές τις απαράδεκτες συμπεριφορές. Να ακούσουμε σήμερα καθαρές κουβέντες που οδηγούν σε μια καθαρή ατμόσφαιρα. Αλλά δεν ήταν αυτή η στρατηγική σας. Επιλέξατε να μετατρέψετε ένα κοινωνικό θέμα εθνικών διαστάσεων σε ένα ύπουλο αντικυβερνητικό χτύπημα, αλλά και σε ένα πλήγμα, υποτίθεται, στο προσωπικό μου κύρος.
Προσπαθήσατε να μας απαξιώσετε διαδοχικά στα μέτωπα του μεταναστευτικού, των εθνικών χειρισμών, της πανδημίας, της οικονομίας. Αποτύχατε πολύ απλά γιατί εμείς πετύχαμε και τώρα αποφασίσατε να επενδύσετε στην επίπλαστη ηθικολογία γύρω από ένα ζήτημα δημόσιας ηθικής. Επιλέξατε να επενδύσετε στην υπόθεση Λιγνάδη, ποντάροντας σε ένα θέμα το οποίο γνωρίζετε καλά, το λαϊκισμό, τον αχαλίνωτο λαϊκισμό, που θα μεταμορφώσει τους «γερμανοτσολιάδες» του 2011 στους «παιδεραστές» του 2021.
Αργήσατε 10 χρόνια, αλλά η απάντηση που θα πάρετε θα είναι η ίδια. Γιατί και εδώ τα γεγονότα είναι σαφή, παρά τα όσα εσείς τώρα -απευθύνομαι σε εσάς προσωπικά- ισχυριστήκατε όταν είπατε επανειλημμένως ότι τάχα ο κύριος Λιγνάδης είναι φίλος μου, το είπατε δύο φορές σε συνέντευξή σας και ζήτημα είναι αν τον είχα δει μία ή δύο φορές ως ηθοποιό. Δεν τον ήξερα προσωπικά. Τοποθετήθηκε από την Υπουργό Πολιτισμού και όταν τοποθετήθηκε ουδείς ανέφερε οτιδήποτε εναντίον του. Όλοι αναγνώριζαν την καλλιτεχνική του αξία. Και αν κάποιος από όσους μιλούν πολύ σήμερα γνώριζε κάτι τότε, όφειλε να το είχε πει εξ αρχής. Γιατί διαφορετικά αυτό σημαίνει ότι ήξερε και συγκάλυπτε.
Και από τη στιγμή που άρχισαν να διακινούνται οι πρώτες φήμες γύρω από το πρόσωπό του, ασφαλώς και το Υπουργείο δεν μπορούσε να γίνει δικαστής, του ζητήθηκαν εξηγήσεις. Ο ίδιος διαβεβαίωσε ότι δεν είχε καμία εμπλοκή. Ταυτόχρονα με την πρώτη καταγγελία, την ίδια μέρα -καταγγελία που θυμίζω ήταν ανώνυμη, χωρίς να κατονομάζει τον κ. Λιγνάδη, τον περιέγραφε όμως με πολύ μεγάλη σαφήνεια- οδηγήθηκε ο κ. Λιγνάδης σε παραίτηση και η παραίτησή του έγινε αμέσως δεκτή. Εκεί κλείνει στο κράτος δικαίου η κυβερνητική αρμοδιότητα, και με την πρώτη μήνυση η υπόθεση έφτασε ταχύτατα στα χέρια της Δικαιοσύνης.
Πώς απαντάτε λοιπόν σε όλα αυτά; Με ένα πράγμα το οποίο ξέρετε να κάνετε καλά, πολύ καλά και αυτό είναι το ψέμα. Μιλήσατε για συγκάλυψη. Ποια συγκάλυψη; Ποια συγκάλυψη; Ο κ. Λιγνάδης απομακρύνθηκε πέντε ώρες, όχι μέρες, πέντε ώρες από τη δημοσίευση της πρώτης καταγγελίας, που επαναλαμβάνω ήταν ανώνυμη αλλά τον φωτογράφιζε με απόλυτη σαφήνεια. Είναι κάτι το οποίο παραδέχθηκε εξάλλου άθελά του ο εκπρόσωπός σας, όταν έκανε την αναδρομή στις ημερομηνίες. Και βεβαίως συνελήφθη αμέσως μετά την πρώτη μήνυση, κάτι που αναγνώρισαν και οι ίδιοι οι δικηγόροι των θυμάτων, ένας μάλιστα εκ των οποίων ήταν και υποψήφιος βουλευτής του ΜέΡΑ25.
Ζητήσατε, λοιπόν, κ. Τσίπρα την παραίτηση της Υπουργού, γιατί; Γιατί έπρεπε να ξέρει. Αλλά να ξέρει τι για τις σκοτεινές πλευρές ενός ανθρώπου; Αυτές που γνωρίζατε εσείς ως Πρωθυπουργός όταν είχατε το ίδιο πρόσωπο Διευθυντή της Νέας Σκηνής του Εθνικού; Αυτές τις σκοτεινές πλευρές που γνώριζαν οι ευρωβουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ όταν τον καλούσαν στις Βρυξέλλες σε ειδική ημερίδα για να μιλήσει για τη βιωματική εκπαίδευση του θεάτρου; Ή μήπως αυτές τις σκοτεινές πλευρές που συνάδελφοί του λένε τώρα, εκ των υστέρων, ότι ήξεραν, αλλά τις κάλυπτε η ομερτά του επαγγέλματος.
Είπατε, επίσης, ότι για το συγκεκριμένο διορισμό δεν έγινε προκήρυξη. Γιατί εσείς τον κ. Λιβαθινό με προκήρυξη τον διορίσατε; Τον προηγούμενο Διευθυντή που διαδέχθηκε ο κ. Λιγνάδης; Στην τελετή παράδοσης-παραλαβής ο ίδιος ο κ. Λιβαθινός εξήρε τις δυνατότητες και το βιογραφικό του κ. Λιγνάδη.
Και κάτι ακόμα το οποίο δεν μπορώ να μην το αφήσω ασχολίαστο. Είναι μία φωτογραφία την οποία δημοσίευσε το κομματικό σας έντυπο, από μία παράσταση στην οποία πήγα, τη μόνη παράσταση την οποία έχω δει την οποία σκηνοθέτησε ο κ. Λιγνάδης, το καλοκαίρι. «Πέρσες» στην Επίδαυρο. Και κατατέθηκε μία πολύ ενδιαφέρουσα φωτογραφία η οποία μάλιστα μπήκε και πρωτοσέλιδο στο site της «Αυγής». Μόνο που, κ. Τσίπρα, κάτι έλειπε από την φωτογραφία, κάτι έλειπε. Έλειπε η κα Κονιόρδου, η οποία ήταν δίπλα μου, η τέως Υπουργός Πολιτισμού.
Αυτή είναι η φωτογραφία που δημοσιεύσατε, αυτή είναι η φωτογραφία η πραγματική. Η κα Κονιόρδου εξαφανίστηκε. Και από κάτω θεώρησα χρήσιμο να βάλω μία άλλη εξαφανισμένη φωτογραφία από τις εποχές του Στάλιν και του Νικολάι Γιέζοφ, ο οποίος με μαγικό τρόπο είχε λογοκριθεί και είχε απομακρυνθεί όταν το καθεστώς ήθελε να τον εξουδετερώσει. Δεν λέω ότι θα κάνετε τα ίδια στην κα Κονιόρδου, αλλά αυτές είναι σταλινικές πρακτικές, κ. Τσίπρα. Δεν γίνονται σε σοβαρές χώρες τέτοια πράγματα. Ορίστε, για να διανθίσουμε και λίγο τη συζήτηση, αν και τα θέματα αυτά είναι πολύ σοβαρά.
Λοιπόν, κοιτάξτε να δείτε, εγώ κατανοώ απόλυτα να ζητήσετε παραίτηση της Υπουργού. Είναι δικαίωμά σας. Εξάλλου έχετε ζητήσει την παραίτηση της μισής κυβέρνησης. Είναι απολύτως θεμιτό αυτό να το κάνετε. Ο βάλτος όμως στον οποίο έχετε σύρει την αντιπαράθεση δεν είναι δικαίωμά σας.
Αυτό το οποίο έχετε κάνει είναι αριστερόχρωμος τραμπισμός, έτσι θα το περιέγραφα. Αυτές είναι οι πρακτικές οι οποίες καταδικάστηκαν τελικά στις Ηνωμένες Πολιτείες. Διότι γνωρίζετε πολύ καλά ότι και σε άλλα μέρη του κόσμου, και στις Ηνωμένες Πολιτείες, διακινήθηκαν περιβόητες θεωρίες περί παιδόφιλων οι οποίοι κυβερνούσαν τη χώρα και βρήκαν πολιτική κάλυψη.
Η δική μας δουλειά, λοιπόν, είναι η συνοχή και η σωστή αξιολόγηση του έργου της κυβέρνησης και του έργου της κας Μενδώνη. Και ναι η πολιτική ευθύνη, προφανώς, βαραίνει εμένα. Επιλέγω τα μέλη του Υπουργικού Συμβουλίου βάσει του Συντάγματος. Και θεωρώ ότι η κα Μενδώνη είναι μία αποτελεσματική Υπουργός.
Χάρις σε αυτήν προχωρούν πολύ μεγάλα έργα τα οποία ενόχλησαν ενδεχομένως, όπως το Ελληνικό, όπως το Μετρό της Θεσσαλονίκης. Σε ένα μήνα τώρα θα βρεθούμε μαζί να εγκαινιάσουμε τη νέα Εθνική Πινακοθήκη. Κόσμημα. Βαλτωμένο έργο επί 10 χρόνια τουλάχιστον. Επί ημερών της κας Μενδώνη λειτούργησε το Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, εκκρεμότητα δεκαετίας και αυτό. Η Ακρόπολη ξαναέγινε προσιτή σε άτομα με ειδικές ανάγκες και φωτίστηκε. Το Τατόι αναβιώνει με όλο το ιστορικό, πολιτιστικό και οικολογικό του φορτίο.
Και, ναι, στη διάρκεια της πανδημίας οι εργαζόμενοι στον Πολιτισμό απέκτησαν για πρώτη φορά μητρώο βάσει του οποίου αποζημιώνονται. Τα μουσεία εκσυγχρονίζονται και αποκτούν, ναι, δικούς τους πόρους για να μπορούν να αναπτυχθούν. Και πάνω από όλα βρήκε λύση -και μάλιστα συναινετική- οριστικά λύθηκε το πρόβλημα των πνευματικών δικαιωμάτων. Ένα θέμα δεκαετιών το οποίο αποτελούσε αίτημα όλων των δημιουργών.
Συνεπώς, ναι, η κα Μενδώνη είναι μία καλή Υπουργός και ας έχει αναστατώσει αρκετά μερικές από τις συντεχνίες της ακινησίας. Βεβαίως δεν είναι επαγγελματίας πολιτικός. Ίσως γι’ αυτό και κάπου να αστόχησε επικοινωνιακά. Φορτισμένη συναισθηματικά χαρακτήρισε τον κ. Λιγνάδη «επικίνδυνο». Λάθος. Το λέω πρώτος, μεγάλο λάθος. Αλλά αυτό δεν ισοσκελίζει το βάρος του έργου της. Είναι μία επιστήμων επιφανής. Γνωρίζει τον χώρο του Πολιτισμού. Τη στηρίζω. Όπως ξέρετε δεν προέρχεται από τη δική μου παράταξη, δεν έχει καμία πρόθεση να πολιτευτεί.
Δεν τη στηρίζω όμως μόνο εγώ, τη στηρίζουν και πολλοί άνθρωποι της τέχνης, της επιστήμης. Γιατί, ξέρετε, φωνή δεν έχουν μόνο κάποιοι ηθοποιοί οι οποίοι μαζεύονται κάτω από το Υπουργείο, αλλά και δεκάδες επιφανείς άνθρωποι του Πολιτισμού και της Τέχνης που υπογράφουν ένα πρόσφατο κείμενο συμπαράστασης.
Διαβάζω: «Μπορεί με την πολιτική της καθένας να συμφωνεί ή όχι, κανείς όμως δεν αμφισβητεί την επιστημονική της επάρκεια στις δεκαετίες που υπηρετεί τον Πολιτισμό, όπως και το έργο της και το προσωπικό της ήθος». Οι τελευταίες εξελίξεις, γράφουν 56 κατά τεκμήριο πολύ σοβαροί άνθρωποι του Πολιτισμού, «πρέπει να γίνουν αφορμές αναστοχασμού και όχι αιτίες διχασμού». Και το #MeToo «να μετατρέψει αυτή τη δοκιμασία σε αληθινή αναγέννηση». Το ίδιο πιστεύω και εγώ και γι’ αυτό και καταθέτω την επιστολή τους.
Κυρίες και κύριοι βουλευτές, όλα τα παραπάνω, προφανώς, αφορούν το ΣΥΡΙΖΑ, την πολιτική φυσιογνωμία και το ήθος του. Δεν θα μας ενδιέφερε και δεν θα με ενδιέφερε ιδιαίτερα αν δεν προέκυπταν σε αυτό το ξεκίνημα της κοινωνίας να κάνει ένα σημαντικό βήμα μπροστά. Γιατί, όπως είπα, προκαλούν μια νέα καταιγίδα λαϊκισμού που φέρνει την αληθινή συγκάλυψη και τον πραγματικό αποπροσανατολισμό, γιατί οι ψεύτικες κραυγές μπορεί να σκεπάσουν τις καθαρές φωνές. Αντί για νέους θεσμούς, κινδυνεύουμε ξανά από αυτόκλητους τιμωρούς, ενώ το δηλητήριο της δημαγωγίας διαχέεται και πάλι στα σπλάχνα της κοινωνίας.
Την περιπέτεια αυτή η Ελλάδα την έζησε και την πλήρωσε ακριβά πριν από χρόνια, με αιχμή την οικονομική κρίση. Δεν πρέπει να την ξαναζήσει με αφορμή ένα θέμα που τελικά αφορά την κάθε οικογένεια της πατρίδας μας. Το οφείλουμε, το οφείλουμε στις γυναίκες, στα παιδιά, σε κάθε συμπολίτη μας που μπορεί κάποια στιγμή να βρεθεί σε μία αδύναμη θέση. Γιατί η πρόοδος της κοινωνίας είναι υπόθεση πολύ μεγαλύτερη από οποιονδήποτε στόχο, οποιουδήποτε κόμματος. Η απαλλαγή της από την κακοποίηση και από τη βία είναι υπόθεση εθνική.
Το κίνημα αυτό, λοιπόν, είναι ένα εφαλτήριο για να ενώσουμε την κοινωνία, να την κάνουμε πιο δίκαιη, με περισσότερες ευκαιρίες, αξιοκρατία, σεβασμό προς όλες και προς όλους. Όπως έχει συμβεί πλέον παντού συμβαίνει και στην Ελλάδα, το #MeToo προκαλεί, λειτουργεί σαν μια τομή στο χρόνο. Ο κόσμος της εργασίας και οι κανόνες που τον διέπουν θα αλλάξουν ουσιαστικά εξαιτίας του.
Τα στόματα που πια ανοίγουν, οι φωνές που τώρα ακούγονται απαιτούν από εμάς ένα πράγμα: Να ακούσουμε και να αλλάξουμε. Να αναγνωρίσουμε ότι, ναι, υπήρχε -και υπάρχει- ανισότητα μεταξύ ανδρών και γυναικών. Αρκεί και μια ματιά στο κοινοβούλιο για να το διαπιστώσουμε αυτό. Ότι ναι, έχουμε ακόμα δρόμο για να φτάσουμε στην πραγματική ισονομία. Και ότι είναι επιτέλους θετικό ότι οι ίδιες οι γυναίκες αλλά και οι άντρες που έχουν δεχθεί κακοποιητικές συμπεριφορές αισθάνονται επιτέλους ασφαλείς να μιλήσουν.
Αυτή η κουλτούρα της σιωπής έχει σπάσει. Και δεν είναι τυχαίο ότι αυτή η κυβέρνηση διαμόρφωσε το πλαίσιο ώστε τα θύματα να καταγγείλουν τις πράξεις αυτές στη Δικαιοσύνη και η Δικαιοσύνη να δράσει.
Χαίρομαι ιδιαίτερα που πολλοί κλάδοι ήδη κινητοποιούνται και αυτενεργούν με κώδικες δεοντολογίας, γιατί κανείς δεν φταίει αν δεν ήξερε χθες, θα φταίει όμως αν μάθει σήμερα και δεν αντιδράσει αύριο. Στην κατεύθυνση αυτή κινούνται και οι πρωτοβουλίες τις οποίες σήμερα ανακοινώνω και ελπίζω ότι θα βρουν διακομματική στήριξη σήμερα στην Ολομέλεια.
Είναι πρωτοβουλίες που έχουν ένα διπλό στόχο: Πρώτον, να ενισχυθεί ακόμα περισσότερο το νομικό μας οπλοστάσιο για τη δίκαιη τιμωρία των ενόχων του παρελθόντος και του παρόντος. Αλλά κυρίως να αποτραπούν τα εγκλήματα του μέλλοντος, δημιουργώντας ένα πλαίσιο ασφάλειας και εμπιστοσύνης σε κάθε πολίτη.
Στο πλαίσιο αυτό, λοιπόν, αλλάζει ο Ποινικός Κώδικας. Αυστηροποιούνται οι ποινές για τα αδικήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας. Σε ό,τι δε αφορά τους ανήλικους, η παραγραφή αναστέλλεται μέχρι την ενηλικίωση του θύματος, με νέα ηλικιακά όρια. Ενώ συγκεκριμένες υποθέσεις θα εκδικάζονται πια κατά προτεραιότητα.
Εγκαινιάζεται επίσης μία κεντρική διαδικτυακή πύλη, metoo.gov.gr, όπου θα συγκεντρώνονται όλες οι πληροφορίες και όλες οι πολιτικές μας γύρω από αυτό το θέμα. Αλλά κυρίως θα μπορούν να υποβάλλονται και καταγγελίες μέσω chat σε πραγματικό χρόνο.
Θεσπίζουμε -και το θεωρώ αυτό εξαιρετικά σημαντικό- ένα ειδικό μητρώο για όλους τους επαγγελματίες οι οποίοι έρχονται σε επαφή με παιδιά και με εφήβους, με αυστηρές προϋποθέσεις εγγραφής. Για παράδειγμα, προπονητές, εργαζόμενοι σε κατασκηνώσεις, εργαζόμενοι σε προσφυγικές δομές. Το μητρώο αυτό το οποίο, το έχουν όλες οι σοβαρές χώρες που θέτουν προϋποθέσεις για όποιον δουλεύει με παιδιά -και προφανώς δεν αναφέρομαι στον χώρο της εκπαίδευσης- θα πρέπει να λειτουργεί σε συνεργασία με το Υπουργείο Δικαιοσύνης, την ΕΛ.ΑΣ, τις αστυνομικές αρχές.
Συγκροτείται κεντρική δομή στη Γενική Γραμματεία Οικογενειακής Πολιτικής και Ισότητας των Φύλων για την αξιολόγηση αλλά κυρίως και για την εξωδικαστική επίλυση αυτής της κατηγορίας. Ενώ σύντομα θα έρθει προς κύρωση στη Βουλή η σύμβαση 190 της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας, του ILO, για την εξάλειψη της βίας και της παρενόχλησης.
Και, σε συμφωνία με τους κοινωνικούς εταίρους, θεσπίζονται υποχρεωτικοί κώδικες δεοντολογίας σε κάθε επιχείρηση, με προβλέψεις για τη συμπεριφορά και κυρώσεις σε όσους δεν τις τηρούν. Ένα παράδειγμα να αναφέρω μόνο, πολλές χώρες στον κόσμο έχουν θεσπίσει πολιτικές, τις λεγόμενες «open door». Ένας υφιστάμενος μπαίνει στο γραφείο ενός προϊσταμένου και η πόρτα πρέπει να είναι ανοιχτή, για λόγους ευνόητους. Δεν είναι δύσκολες παρεμβάσεις αυτές. Είναι παρεμβάσεις που με συνεννόηση με τους κοινωνικούς εταίρους μπορούμε εύκολα να τις εισάγουμε στον τρόπο με τον οποίο εργαζόμαστε, στον χώρο της εργασίας.
Και βέβαια θεσπίζουμε και τη δυνατότητα της υποχρεωτικής διαθεσιμότητας του φερόμενου, το τονίζω αυτό, φερόμενου ως θύτη με αναστολή αποζημίωσης μέχρι τη διαλεύκανση της συγκεκριμένης υπόθεσης. Γιατί σε ένα κράτος δικαίου κανείς δεν είναι ένοχος μέχρι να καταδικαστεί από τη Δικαιοσύνη.
Οι παρεμβάσεις αυτές, τις οποίες ανακοινώνω σήμερα, δεν εξαντλούνται μόνο στον ιδιωτικό τομέα. Γι’ αυτό και στο πειθαρχικό δίκαιο και των δημοσίων υπαλλήλων, των γιατρών του ΕΣΥ, των Σωμάτων Ασφαλείας, θεσπίζεται ειδικό πειθαρχικό παράπτωμα παρενόχλησης στο χώρο εργασίας.
Τέλος, και το θεωρώ πολύ σημαντικό αυτό, επεκτείνουμε σε όλα τα σχολεία πια, από το Σεπτέμβριο, το πρόγραμμα της σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης το οποίο εφαρμόστηκε πιλοτικά κατά τη φετινή χρονιά. Γιατί ο σεβασμός, όχι μόνο στο άλλο φύλο αλλά και στη διαφορετικότητα, πρέπει να διδάσκεται από νωρίς.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, έχει λεχθεί ότι η πολιτική δεν έχει ηθική. Διαφωνώ. Οφείλει να έχει τη δική της ηθική. Αυτήν που απέχει από την απλοϊκή ηθικολογία, γιατί στηρίζεται σε αρχές τις οποίες και καθορίζει ένα και μόνο κριτήριο: Η εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος αλλά και η αξιοπρέπεια του κάθε πολίτη ξεχωριστά. Σε αυτήν ακριβώς κατατείνουν και οι προτάσεις για τις οποίες μόλις σας μίλησα.
Με αφορμή το ελληνικό #MeToo απλώνεται μπροστά μας μια ευκαιρία να γίνουμε όλοι καλύτεροι. Η κοινωνία μας να συγχρονίσει το βηματισμό της με την εποχή των δικαιωμάτων και της ώριμης αντιμετώπισης σύνθετων προβλημάτων. Για να συμβεί, όμως, αυτό πρέπει η συζήτηση γύρω από το πρόβλημα της εξουσιαστικής βίας να επανέλθει στην αφετηρία της, να επανέλθει στο πεδίο της αλήθειας και της ευθύνης. Μακριά από το φτηνό κομματικό ανταγωνισμό και τις εύκολες εντυπώσεις.
Γιατί η φιλελεύθερη κοινοβουλευτική δημοκρατία, κύριε Πρόεδρε, και τελειώνω με αυτό, δεν διστάζει να κοιτάξει στα μάτια κανένα πρόβλημα. Και να αντιμετωπίσει με τους κανόνες του κράτους δικαίου την πραγματικότητα, διαμορφώνοντας έτσι και μία κοινωνία δικαίου. Στο χέρι μας είναι να αποδείξουμε όλοι μαζί ότι μπορούμε να το κάνουμε.
Σας ευχαριστώ.