Την τελευταία εβδομάδα μόνο, έχουν καεί πάνω από 350.000 χιλ. στρέμματα. Και είμαστε ακόμα στη μέση μιας δύσκολης αντιπυρικής περιόδου.
Αυτή η ευλογημένη χώρα έχει βουνά, λαγκάδια, έντονο ανάγλυφο, δάση, μελτέμια και ζεστά καλοκαίρια. Έχει φυσικά και μεγάλες δασικές πυρκαγιές εδώ και 50 χρόνια. Πυρκαγιές οι οποίες, με βάση και τα επιστημονικά δεδομένα για την επίδραση της κλιματικής κρίσης, θα γίνονται ολοένα δριμύτερες. Πολύ μελάνι έχει χυθεί τα τελευταία χρόνια για τα κενά στον μηχανισμό δασοπροστασίας και τον συντονισμό, την ανισοκατανομή σε πόρους, μέσα και ανθρώπινο δυναμικό μεταξύ πρόληψης και καταστολής, τις πολιτικές αποφάσεις που οδήγησαν στην παντελή έλλειψη διαχείρισης των μεσογειακών οικοσυστημάτων και την ανεπαρκή ενημέρωση και εκπαίδευση των πολιτών. Έχει επίσης, επισημανθεί ότι περίπου το 95% των 10.000 περιστατικών πυρκαγιών υπαίθρου που ξεσπούν κάθε χρόνο στη χώρα μας, προκαλείται από ανθρωπογενή αίτια με κυρίαρχη την αμέλεια.
Τα παραπάνω είναι κοινώς παραδεκτές διαπιστώσεις που γνωρίζουμε εδώ και χρόνια. Όπως γνωρίζουμε και ότι χρειάζεται να εργαστούμε και να σχεδιάσουμε για το μέλλον, όχι με στόχο την εξάλειψη των δασικών πυρκαγιών, αλλά με στόχο τη μείωση των αρνητικών τους συνεπειών στα δασικά οικοσυστήματα και τελικά στις ζωές μας. Αντί αυτού, ωστόσο, κάθε χρόνο, ακούμε χωρίς την απαραίτητη τεκμηρίωση, πως οι συνθήκες στις πυρκαγιές είχαν κάτι το νέο, κάτι το ασυνήθιστο, το πρωτόγνωρο. Φαίνεται σαν να μην έχουμε μάθει τίποτα από τις πυρκαγιές του πρόσφατου παρελθόντος, του 2007, του 2018 και του 2021.
Σε όλα αυτά, προστίθεται ένας ακόμα παράγοντας, αυτός της κλιματικής κρίσης, οι συνέπειες της οποίας στα δασικά οικοσυστήματα γίνονται όλο και πιο εμφανείς, με μεγαλύτερης έντασης και συχνότητας πυρκαγιές. Κανείς δεν αμφιβάλλει ότι η κλιματική κρίση είναι εδώ και δυσχεραίνει την αντιμετώπιση των δασικών πυρκαγιών. Το θέμα είναι ότι η κλιματική κρίση είναι εδώ πολλά χρόνια τώρα, με τους επιστήμονες να κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου όχι μόνο στην Ελλάδα και τη Μεσόγειο, αλλά και σε παγκόσμιο επίπεδο. Αλλά η κλιματική κρίση δεν είναι αυτή που βάζει φωτιές στα δάση. Την ίδια στιγμή που η κλιματική κρίση κάνει τα δάση μας πιο ευάλωτα, τα κάνει και πιο πολύτιμα στον αγώνα μας ενάντια στην ίδια κρίση και αυτό είναι κάτι που πρέπει να βρίσκεται σε κεντρικό σημείο στην μελλοντική εθνική στρατηγική μας για τη δασοπυροπροστασία.
Στην Ελλάδα, τα τελευταία τουλάχιστον 25 χρόνια, οι πυρκαγιές αντιμετωπίζονται με μονομερή προσήλωση στην καταστολή, με αποσπασματικά μέτρα και πολιτικές που στοχεύουν σε μια πρόσκαιρη και κατά κάποιον τρόπο «σημειακή» αντιμετώπιση του ζητήματος. Οι σχετικές αποφάσεις φαίνεται να λαμβάνονται χωρίς ανάλυση των δεδομένων από τους αρμόδιους φορείς, χωρίς αξιολόγηση, χωρίς δημόσιο διάλογο για το τι επιδέχεται βελτίωσης, πιθανά εξαιτίας του φόβου επίρριψης ευθυνών, κυρώσεων ή της δημόσιας κριτικής.
Μέσα στην δύσκολη αντιπυρική περίοδο που ήδη διανύουμε, ελάχιστα μπορούν να γίνουν πέρα από ό,τι έχει ήδη αποφασιστεί και σχεδιαστεί. Αλλά με το τέλος αυτής πρέπει επιτέλους για πρώτη φορά ως χώρα να αναρωτηθούμε πού θέλουμε να πάμε. Θα σηκώσουμε τα χέρια ψηλά και θα παραδοθούμε στις δασικές πυρκαγιές ή θα ανοίξουμε τον απαραίτητο διάλογο για το μέλλον της ολοκληρωμένης διαχείρισης των δασικών πυρκαγιών;
Και σε αυτό τον διάλογο δεν θα πρέπει να περισσεύει κανείς. Θα πρέπει το ελληνικό κράτος να ζητήσει την άποψη όλων των εμπλεκομένων: των έμπειρων αξιωματικών του Πυροσβεστικού Σώματος, των στελεχών της δασικής υπηρεσίας, των ερευνητικών ινστιτούτων, των εξειδικευμένων επιστημόνων, των συλλογικών φορέων της κοινωνίας των πολιτών και των εθελοντών, της τοπικής αυτοδιοίκησης. Τί χρειάζεται, τί θέλουν, ποιες συνθέσεις είναι αναγκαίες να γίνουν; Αλλά ο διάλογος πρέπει να γίνει άμεσα με το πέρας της αντιπυρικής, δημόσια, με ειλικρίνεια, αξιοκρατία, καλή πίστη, χωρίς παρωπίδες, χωρίς γκρίνια, στείρες πολιτικές αντιπαραθέσεις και άσκοπους ανταγωνισμούς, χωρίς να φοβάται κανείς τυχόν επιπτώσεις ή δυσαρέσκειες.
Το WWF Ελλάς έχει ήδη καταθέσει τις προτάσεις του προς το αρμόδιο υπουργείο, με αφορμή την ανάληψη καθηκόντων της νέας κυβέρνησης. Αυτές επιγραμματικά αφορούν σε:
- Κατάρτιση ενός μακροχρόνιου Εθνικού Σχεδίου Αντιπυρικής Προστασίας με σαφή προληπτικό προσανατολισμό και ενεργή συμμετοχή της κοινωνίας.
- Σύνταξη σχεδίων Αντιπυρικής Προστασίας σε τοπικό επίπεδο
- Ολοκληρωμένη και δημόσια ανάλυση των αιτιών των δασικών πυρκαγιών που θα επιτρέψει την εφαρμογή στοχευμένων και πιο αποτελεσματικών μέτρων πρόληψης και αντιμετώπισης των πυρκαγιών.
- Πλήρη ενεργοποίηση του συστήματος εθελοντισμού πολιτικής προστασίας, με την εφαρμογή του σχετικού νόμου που αν και έχει ψηφιστεί εδώ και τρία χρόνια, παραμένει πρακτικά ανεφάρμοστος.
- Ενίσχυση της διαφάνειας και λογοδοσίας σχετικά με τη χρηματοδότηση και πραγματοποίηση δράσεων για την πρόληψη και καταστολή των δασικών πυρκαγιών.
- Κλιματικά ανθεκτικό χωρικό σχεδιασμό, με κατάργηση της εκτός σχεδίου δόμησης, και άμεση ολοκλήρωση των δασικών χαρτών.
- Εθνική μακροχρόνια εκστρατεία ενημέρωσης και εκπαίδευσης του γενικού πληθυσμού για την πρόληψη πυρκαγιών.
- Υιοθέτηση νέων, καινοτόμων μεθόδων πρόληψης δασικών πυρκαγιών, όπως η προδιαγεγραμμένη καύση.
Ο δρόμος της πρόληψης και του στρατηγικού σχεδιασμού είναι ο δύσκολος δρόμος και χρειάζεται υπομονή και επιμονή, όχι μόνο από τους λήπτες αποφάσεων, αλλά και την ίδια την κοινωνία, που δέχεται τις – συχνά τραγικές- επιπτώσεις των πυρκαγιών και περιμένει επιτέλους να περάσουμε από την εποχή των διαπιστώσεων στην εποχή των λύσεων. Όσο αντιμετωπίζουμε ένα περιβαλλοντικό και κοινωνικό πρόβλημα, όπως οι δασικές πυρκαγιές, με πρακτικές που παραπέμπουν σε πολεμική σύρραξη ή τη νίκη έναντι ενός «εξωτερικού εχθρού», είναι σίγουρο πως θα αποτυγχάνουμε.