Κατά 1,7 φορές αυξήθηκε η παγκόσμια κατανάλωση ελαιολάδου μεταξύ των καλλιεργητικών ετών 1990/91 και 2014/15 ενώ στις ελαιοπαραγωγικές χώρες μέλη της Ε.Ε., όπως η Ελλάδα, τα τελευταία χρόνια έχει αρχίσει να εμφανίζει πτωτικά σημάδια, γεγονός που από τους ειδικούς χρεώνεται στην οικονομική κρίση.
Αναλυτικότερα, όπως αναφέρει το τελευταίο ενημερωτικό δελτίο του Διεθνούς Συμβουλίου Ελαιολάδου (ΔΣΕ) και αποκαλύπτει το paseges.gr το εντυπωσιακότερο στοιχείο της αυξητικής τάσης στην κατανάλωση είναι η τακτική αύξηση της κατανάλωσης στις χώρες μη-μέλη του ΔΣΕ των οποίων το μερίδιο της παγκόσμιας κατανάλωσης αυξήθηκε από 11% σε 24% μεταξύ τους έναρξης και της λήξης της προαναφερθείσας περιόδου αναφοράς. Κατά το ίδιο χρονικό διάστημα η κατανάλωση ελαιολάδου στην ΕΕ κορυφώθηκε στους 2.000.000 τόνους κατά την περίοδο 2004/05, ενώ στην συνέχεια μειώθηκε περίπου στα επίπεδα του 1996 με 1997 (1.600.000 τόνοι). Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΔΣΕ, η κατανάλωση στην Ε.Ε. είναι συγκεντρωμένη στις χώρες παραγωγής:
-Η Ιταλία ήταν πάντα ο μεγαλύτερος καταναλωτής σε όγκο, αλλά το 2006/07 η κατανάλωση της άρχισε να μειώνεται έως ότου έπεσε στους 520.000 τόνους το 2014/15, το χαμηλότερο επίπεδο της περιόδου αναφοράς και στο ίδιο επίπεδο με τα στοιχεία κατανάλωσης της Ισπανίας.
-Η κατανάλωση έχει επίσης βυθιστεί στην Ελλάδα, κατά την διάρκεια των ετών που συμπίπτουν με τα χρόνια της οικονομικής κρίσης. Κατά την τρέχουσα περίοδο 2014/15 είναι στους 160.000 τόνους, παρουσιάζοντας μείωση 22% για πάνω από δύο δεκαετίες.
-Στην περίπτωση της Ισπανίας, η καμπύλη της κατανάλωσης είναι πιο ασταθής, αν και φαίνεται να έχει σταθεροποιηθεί σε πάνω από 500.000 τόνους, δηλαδή στο ίδιο επίπεδο όπως στην Ιταλία.
-Αν και η κατανάλωση συγκεντρώνεται σε αυτές τις τρεις χώρες της ΕΕ, για τα υπόλοιπα κράτη μέλη είναι αξιοσημείωτο το γεγονός της τακτικής αύξησης της κατανάλωσης μέχρι το 2010/2011, δεδομένου ότι φαίνεται να έχει σταθεροποιηθεί σε περίπου 300.000 τόνους.
Κρατά στην Ελλάδα η ετήσια κατά κεφαλήν κατανάλωση
Όσον αφορά ετήσια κατά κεφαλήν κατανάλωση ελαιολάδου στις χώρες της ΕΕ., παρά τη μείωση στο σύνολο της ελληνικής κατανάλωσης, η Ελλάδα συνεχίζει να ηγείται της κατάταξης με 16,3 kg, ακολουθούμενη από την Ισπανία (10,4 κιλά), τη Ιταλία (9,2 kg) και την Πορτογαλία (7,1 kg) και στις επόμενες θέσεις η Κύπρος και το Λουξεμβούργο, με 5,5 και 5,3 kg αντίστοιχα. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός πως στην περίπτωση του Λουξεμβούργου υπάρχουν περισσότεροι καταναλωτές από τους κατοίκους του, λόγω αγορών στα σούπερ μάρκετ του από κατοίκους γειτονικών χωρών. Η Γαλλία ακολουθεί σε μεγάλη απόσταση, μαζί με τη Μάλτα, την Κροατία, την Ιρλανδία και το Βέλγιο, με τα επίπεδα της κατανάλωσης να κυμαίνονται από 1,2 έως 1,7 κιλά. Τα υπόλοιπα κράτη μέλη της ΕΕ ομαδοποιούνται ανάμεσα σε χώρες όπου η κατά κεφαλήν κατανάλωση κυμαίνεται μεταξύ 0,5 και 1 kg ανά έτος (κατά φθίνουσα σειρά: Φινλανδία Λετονία, Γερμανία, Ολλανδία, Σουηδία, Σλοβενία, Αυστρία, Ηνωμένο Βασίλειο και Δανία) και εκείνες όπου είναι κάτω από 0,4 kg (Ρουμανία, Πολωνία, Ουγγαρία, Βουλγαρία, Σλοβακία, Εσθονία και Τσεχική Δημοκρατία).
Η κατά κεφαλήν κατανάλωση στον υπόλοιπο πλανήτη
Όσον αφορά τα άλλα κράτη μέλη του ΔΣΕ, η αύξηση της κατανάλωσης τα τελευταία 25 χρόνια ήταν ισχυρότερη στην Τουρκία και το Μαρόκο, όπου η παραγωγή έχει επίσης αυξηθεί, καθώς επίσης και στις ομάδες άλλων χωρών. Στην Συρία η κατανάλωση αυξήθηκε απότομα μετά από μια απότομη μείωση τις τελευταίες δύο εποχές. Η κατανάλωση στην Αλγερία έχει κερδίσει ενώ στην Τυνησία έχει μειωθεί. Το 2013, η κατά κεφαλήν κατανάλωση σε αυτό το σύνολο των χωρών ήταν χαμηλότερη από ό, τι στην ΕΕ. Μόνο η κατανάλωση της Συρίας είναι στο ίδιο επίπεδο με την Πορτογαλία (7,0 kg), ενώ οι υπόλοιπες καταγράφονται χαμηλότερα επίπεδα: Αλβανία (4,7 κιλά), Λίβανος (4,5 κιλά), Μαρόκο (3,9 κιλά), Τυνησία (3,7 κιλά), Ιορδανία (3,1 kg), Το Ισραήλ και η Λιβύη (2,4 κιλά το καθένα) και η Τουρκία (2,0 κιλά). Η κατανάλωση της Αλγερίας είναι σχεδόν το ίδιο επίπεδο όπως και στην Κροατία, ενώ το Μαυροβούνιο δεν βρίσκεται στο ίδιο επίπεδο με τη Γερμανία. Όσο για την Αργεντινή, την Αίγυπτο, το Ιράν και το Ιράκ, η κατανάλωση τους βρίσκεται γύρω από τα επίπεδα της Ουγγαρίας, της Πολωνίας και της Ρουμανίας.
Μεταξύ των κρατών μη-μελών του ΔΣΕ, οι Ηνωμένες Πολιτείες εμφανίζουν την πιο θεαματική αύξηση της κατανάλωσης κατά τη διάρκεια των τελευταίων 25 ετών, αν και η κατά κεφαλήν κατανάλωση στις ΗΠΑ το 2013 ήταν μόνο 0,9 κιλά, συγκρίσιμα με τα επίπεδα στο Ηνωμένο Βασίλειο και τη Γερμανία. Κατά την περίοδο αναφοράς, η συνολική κατανάλωση αυξήθηκε επίσης και στα άλλα κράτη μη-μέλη του ΔΣΕ, έστω και σε πολύ μικρότερη κλίμακα, με την Παλαιστίνη να ξεχωρίζει με 3,2 κιλά. Στη ζώνη μεταξύ 1,7 και 1,1 kg βρίσκεται η Ελβετία με 1,7 κιλά, η Αυστραλία με 1,6 kg και ο Καναδάς με 1,1 kg. Λίγο πιο κάτω από αυτή τη γραμμή είναι η Σαουδική Αραβία και η Νορβηγία, η καθεμία με 0,7 κιλά, και οι υπόλοιπες από τις χώρες με χαμηλότερα ποσοστά.
Περιθώρια αύξησης στις κορυφαίες εισαγωγείς χώρες
Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΔΣΕ φαίνεται πως υπάρχει περιθώριο για αύξηση της κατανάλωσης στις κορυφαίες χώρες εισαγωγής, όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Βραζιλία και η Ιαπωνία. Η κατά κεφαλήν κατανάλωση στην Κίνα βρίσκεται στο κάτω μέρος του πίνακα κατάταξης, αλλά σχετικά με το μέλλον η κατανάλωση ελαιολάδου στην Κίνα φαίνεται να είναι περισσότερο εξαρτημένη από τους εθνικούς κανονισμούς από οτιδήποτε άλλο.