Είναι οι αρχαίοι Σπαρτιάτες οι εφευρέτες του πρώτου σιδηροδρομου;

Γράφει ο Νίκος Μπακής

Μπορεί να ακούγεται παράξενος ως τίτλος αλλά θα σας εξηγήσω παρακάτω τι εννοώ. Σιδηρόδρομος με την σημερινή του μορφή σαφώς και δεν υπήρξε στην αρχαιότητα.

Όμως οι ρίζες του σιδηρόδρομου ανάγονται από αρχαιοτάτων χρόνων. Πρώτα οι Σουμέριοι και στη συνέχεια οι Βαβυλώνιοι αντιλήφθηκαν πως οι τροχοί κινούμενοι πάνω σε λείες επιφάνειες, έχουν την δυνατότητα μεταφοράς πολλαπλάσιου βάρους από αυτό που μετακινούσαν. Αυτοί όμως που το πέρασαν αποτελεσματικά από θεωρία στην πράξη ήταν οι αρχαίοι Έλληνες.

Η Ελληνική αυθεντία κατάφερε να δημιουργήσει και να αναπτύξει ένα πυκνότατο οδικό δίκτυο, τελείως ιδιότυπο και ρηξικέλευθο, εξασφαλίζοντας έτσι την απρόσκοπτη αμαξήλατη επικοινωνία σε όλο σχεδόν τον ελλαδικό χώρο.
Οι δρόμοι που διέσχιζαν την ελληνική ύπαιθρο ήταν δύο ειδών:

1.Αυτός που προοριζόταν μόνο για πεζοπόρους και υποζύγια, που επρόκειτο συνήθως για ένα στενό, πολυπατημένο μονοπάτι.

2.Αυτός που είχε κατασκευασθεί για άμαξες (αμαξήλατη ή αμαξιτή οδός).
Η πρώτη κατηγορία δεν είχε ιδιαίτερο ενδιαφέρον από τεχνικής απόψεως, διότι το μονοπάτι ως κατασκευή είναι πάνω κάτω η ίδια σε όλες τις εποχές. Τα μονοπάτια άλλωστε έχουν μια διαχρονική και συνεχή παρουσία που καθιστά ιδιαίτερα δύσκολη τη χρονολόγησή τους. Αντίθετα οι αμαξήλατοι ή αμαξιτοί οδοί παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον από πλευράς κατασκευής, και παράλληλα μπορούν να χρονολογηθούν με ασφάλεια.
 
Το οδικό σύστημα των αρχαίων Ελλήνων χρονολογείται τουλάχιστον από τον 7ο και 6ο αιώνα π.Χ. Το πιο πυκνό δίκτυο βρίσκεται στην Πελοπόννησο Λακωνία, Αρκαδία, Αργολιδοκορινθία και είναι έργο της Σπάρτης.
 
Υπάρχουν κάποιες ενδείξεις ότι και στα προϊστορικά χρόνια οι Μυκηναίοι, διέθεταν ένα παρόμοιο αμαξήλατο δίκτυο, από το οποίο πιθανόν να κληρονόμησαν τη τεχνογνωσία  οι επερχόμενοι. Ο Μυκηναϊκός πολιτισμός ανέπτυξε ένα από τα πρώτα οδικά δίκτυα στην Ευρώπη. Τον 14ο αιώνα π.Χ. οι μυκηναϊκές άμαξες ταξίδευαν σε δρόμους πλάτους μέχρι 5 μέτρων, περνώντας πάνω από κατασκευασμένες γέφυρες όπου ο χώρος το απαιτούσε.
 
Μαρτυρίες για τα πρώτα μέσα μαζικής μεταφοράς στα προϊστορικά χρόνια έχουμε  από τα Ομηρικά Έπη. Ο Όμηρο μάς αναφέρει ξεκάθαρα ότι, όταν ο Τηλέμαχος ξεκίνησε από την Ιθάκη για να μεταβεί στην Λακεδαίμονα καβάλα πάνω στο άρμα του, αναζητώντας πληροφορίες για τον Οδυσσέα, κάνει μια στάση στο παλάτι του Νέστορα στην Πύλο. Την επόμενη μέρα συνεχίζοντας το ταξίδι, παίρνει μαζί του και τον ξάδερφό του τον Πεισίστρατο, όπου το βράδυ διανυχτερεύουν στις Φηρές (σημερινή Καλαμάτα) στο εξοχικό του Διοκλή: «αν δ’ άρα Τηλέμαχος περικαλλέα βήσετο δίφρον· παρ δ’ άρα Νεστορίδης Πεισίστρατος, όρχαμος ανδρών, ες δίφρον τ’ ανέβαινε και ηνία λάζετο χερσί, μάστιξεν δ’ ελάαν, τω δ’ ουκ αέκοντε πετέσθην ες πεδίον, λιπέτην δε Πύλου αιπύ πτολίεθρον. οι δε πανημέριοι σείον ζυγόν αμφίς έχοντες. δύσετό τα’ ηέλιος σκιόωντό τε πάσαι αγυιαί, ες Φηράς δ’ ίκοντο Διοκλήος ποτί δώμα…» (ΟΔΥΣΣΕΙΑ ραψωδία Γ’ στοίχ. 481 ~ 488).
 
Στη συνέχεια με το που χαράζει, τα δυο ξαδέρφια έχουν ήδη αναχωρήσει για τα ανάκτορα της Λακεδαίμονος (σημερινή Πελλάνα), όπου ο βασιλιάς Μενέλαος πάντρευε το γιό του τον Μεγαπένθη με τη κόρη του Αλέκτορος από την Σπάρτη: «Οι δ’ ίξον κοίλην Λακεδαίμονα κητώεσσααν, προς δ’ άρα δώματ’ έλων Μενελάου κυδαλίμοιο. τον δ’ εύρον δαινύντα γάμον πολλοίσιν έτησιν υιέος ηδέ θυγατρός αμύμονος, ω ενί οίκω. την μεν Αχιλλήος ρηξήνορος υιέι πέμπεν· εν Τροίη γαρ πρώτον υπέσχετο και κατένευσε δωσέμεναι, τοίσιν δε θεοί γάμον εξετέλειον. την γαρ ο γ’ ενθ’ ίπποισι και άρμασι πέμπε νέεσθαι Μυρμιδόνων προτί άστυ περικλυτόν, οίσιν άνασσεν. υιέι δε Σπάρτηθεν Αλέκτορος ήγετο κούρην, ος οι τηλύγετος γένετο κρατερός Μεγαπένθης εκ δούλης·» (ΟΔΥΣΣΕΙΑ ραψωδία Δ’ στοίχ. 1 ~ 12). Το ίδιο ακριβώς οδικό δίκτυο χρησιμοποιούμε και στις μέρες μας.
 
Οι αρχαίοι Έλληνες είχαν δημιουργήσει ένα μοναδικό σύστημα αμαξήλατης επικοινωνίας. Χάραζαν στα βραχώδη μέρη αυλάκια παντού και πάντοτε με σταθερό μετατρόχιο 1.40μ. (σήμερα ο διεθνής σιδηρόδρομος έχει μετατρόχιο 1.40μ. – Τυχαίο; Δεν νομίζω), μέσα στα οποία εκινείτο η δίτροχη ή τετράτροχη άμαξα. Οι αρχαίοι ονόμαζαν αυτά τα αυλάκια αρματροχιές ή αμαξοτροχιές. Η άμαξα είχε προκαθορισμένη διαδρομή και κινούταν με τους τροχούς της μέσα στις αρματροχιές, χωρίς να μπορεί να λοξοδρομήσει. Τα αυλάκια αυτά είχαν πλάτος από 0.05 έως 0.15μ. και βάθος από 0.01 έως 0.30μ. ή και περισσότερο, ανάλογα με το είδος του πετρώματος. Οι αρματροχιές σώζονται μόνο στα βραχώδη μέρη, αφού προφανώς στα πεδινά εδάφη δεν ήταν εφικτή η διατήρησή τους. Έχουν βρεθεί όμως και αρματροχιές σε χώμα, κατά την ανασκαφή οδών, όπως είναι η υπό κατασκευή Εθνική Οδός Λεύκτρου – Σπάρτης. Σήμερα, αναζητώντας σε κάθε τόπο τις αρματροχιές, μπορούμε να σχεδιάσουμε στο χάρτη επακριβώς τη διαδρομή μιας αρχαίας οδού.
 
Το δίκτυο της Πελοποννήσου υπήρξε έργο της συγκεντρωτικής εξουσίας που ασκούνταν κατά την διάρκεια της Πελοποννησιακής Συμμαχίας, με κινητήρια δύναμη την Σπάρτη. Τότε (6ος αιώνας π.Χ.) το δίκτυο ανασχεδιάστηκε, έγινε πυκνότερο και απέκτησε συστηματική συντήρηση. Μοναδικό οδικό έργο αποτελεί η τεχνητή οδός, η λαξευμένη στην κορυφογραμμή του Λυρκείου για τη διέλευση της οδού Σπάρτης / Μαντίνειας – Άργους / Κορίνθου, σήμερα 300μ. ψηλότερα από τη Σήραγγα του Αρτεμισίου. Τα εμφανή προτερήματα του Πελοποννησιακού δικτύου στον τομέα των χερσαίων μεταφορών και επικοινωνίας, ειδικά σε ότι είχε να κάνει με στρατιωτικές επιχειρήσεις, επέβαλαν προοδευτικά την εξάπλωσή του και στον υπόλοιπο ελλαδικό χώρο. Χαρακτηριστική ήταν η τόλμη και η δεξιοτεχνία των Ελλήνων οδοποιών, που ήταν σε θέση να χαράσσουν διαδρομές σε απότομες πλαγιές, συχνά με κλίσεις μεγαλύτερες του 15%, ή ακόμα και στην αλπική ζώνη σε υψόμετρο μέχρι και 1.600μ. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η οδός κατά μήκος της κορυφογραμμής του βορείου Ταϋγέτου, όπου κοντά στο χωριό Γεωργίτσι έχουν βρεθεί λείψανα ενός αρχαίου ορυχείου.
 
Οι Λακεδαιμόνιοι κατά τις πορείες τους ως εκστρατευτικό σώμα χρησιμοποιούσαν ένα άριστο και πρωτοπόρο για την εποχή οδικό δίκτυο. Οι αποσκευές τους μεταφέρονταν σε άμαξες ή σε υποζύγια που ήταν κατάλληλες για μεταφορές. Εκτός από τον στρατιωτικό τους εξοπλισμό και τα τρόφιμα, μεταφέρονταν τα εργαλεία των τεχνιτών ως επί το πλείστον, από είλωτες που ενδεχομένως επιβλέπονταν από περίοικους. Το άγημά τους αποτελούσε την επιμελητεία και συμπεριελάμβανε τις ειδικότητες των ξυλουργών, των σιδηρουργών, των τεχνιτών δέρματος, το αντίστοιχο μηχανικό της εποχής, που είχε την εποπτεία του την διάνοιξη των οδών από κατολισθήσεις του εδάφους ή άλλες φθορές, στο οποίο εντάσσονταν πολλές ειδικότητες. Όλοι οι προαναφερθέντες αποτελούσαν τον «πληθυσμό των αμάχων» της επιμελητείας, αν και συνήθως έπαιρναν μέρος στη μάχη κάποιοι από αυτούς ως ψιλοί ή αναλάμβαναν την φύλαξη του στρατοπέδου. Στο εκστρατευτικό σώμα των Λακεδαιμονίων δεν συνηθιζόταν, όπως συνέβαινε με στρατούς των άλλων πόλεων κρατών το να ακολουθούν έμποροι, διασκεδαστές θαυματοποιοί, εταίρες και αργόσχολοι. Δεν πρέπει να παραλείψουμε πως τον ελεύθερο χρόνο τους κατά τις εκστρατείες γυμνάζονταν, όπως όριζαν οι ρήτρες (Ξενοφώντας Ελληνικά Γ’ 4. 16).
 
Τα ελκτικά ζώα δεν είναι άλλα από τα διάφορα ιπποειδή και βοοειδή (οι Alco της εποχής), ενώ θα πρέπει επίσης να αναφέρουμε ότι οι αρχαίοι Έλληνες, σε αντίθεση με τους Ρωμαίους, δεν λιθόστρωναν τις οδούς τους. Μοναδική εξαίρεση αποτελούσε η Διολκός της Κορίνθου, η οποία στην πραγματικότητα δεν ήταν τίποτε άλλο από μία λιθόστρωτη αμαξήλατη οδός με 1.50μ. μετατρόχιο. Η Διολκός ήταν ένα λιθόκτιστο μονοπάτι που συνέδεε τις δύο άκρες του Ισθμού της Κορίνθου, και πάνω στο οποίο οι αρχαίοι Κορίνθιοι περνούσαν τα πλοία από τον Σαρωνικό στον Κορινθιακό και αντίστροφα, σέρνοντάς τα με την συνδρομή δούλων (!!!) , πάνω σε κυλινδρικούς κορμούς δένδρων. Ένας πρωτόγονος Σιδηρόδρομος, που κατά κάποιο τρόπο αποτελεί πρόδρομο του σημερινού.
 
Πρόσφατα στις 5 Απριλίου 2014 πραγματοποιήθηκε στο Καστόρι μια Ημερίδα με τον τίτλο «Το αρχαιολογικό έργο της Ε’ ΕΠΚΑ στο πλαίσιο του νέου αυτοκινητόδρομου Λεύκτρου – Σπάρτης», με ομιλητές τους Αρχαιολόγους Λεωνίδα Σουχλέρη και Αφροδίτη Μαλτέζου. Το αντικείμενο της συζήτησης ήταν η αποκάλυψη των θησαυρών που έφερε στο φως η αρχαιολογική σκαπάνη κατά μήκος του Ευρώτα και τα πορίσματα των σωστικών ανασκαφών, τα οποία έλαβαν χώρα τα τελευταία τέσσερα χρόνια (2010 – 2013). Πολλά από τα αρχαιολογικά ευρήματα από πρώτη άποψη, μαρτυρούν πως δίπλα και από κάτω από το νέο δρόμο, υπήρχε ένας αρχαίος δρόμος πολύ πιθανόν πλάτους 5 μέτρων, ενώ κάποια τεχνικά του σημερινού εργολάβου, συμπίπτουν με τα τεχνικά των εργολάβων που δραστηριοποιούνταν στην περιοχή πριν από περίπου 2.500 χρόνια στην Ελληνιστική Περίοδο και πιο πριν, δηλαδή περίπου στα χρόνια της δόξας του βασιλιά Λεωνίδα.
 
Το αξιοσημείωτο των ευρημάτων αυτών είναι ότι στην τοποθεσία «εκκλησιές» στον Καραβά και κοντά στο φημολογούμενο ναό του Θόρνακα Απόλλωνα, ανασκάφθηκε τμήμα ενός αρχαίου δρόμου που φέρει σημάδια από αυλακώσεις δηλαδή αρματροχιές. Ο δρόμος αυτός έχει την εξής ιδιαιτερότητα, διακόπτεται απότομα και στη θέση του συνεχίζει ένα πέτρινο μονοπάτι, όπου ανά 10 μέτρα περίπου έχουν τοποθετηθεί λίθοι που μοιάζουν με δέστρες. Παραπλεύρως του δρόμου βρέθηκε ένας πέτρινος ληνός, όπου πιστεύεται ότι πατούσαν πάνω του τα σταφύλια. Επίσης βρέθηκαν τεράστιες πήλινες λαήνες θαμμένες μέσα στο έδαφος, οι οποίες χρησίμευαν ως αποθηκευτικοί χώροι, για να διατηρούνται, όλο το χρόνο, αναλλοίωτα και σε σταθερή θερμοκρασία ο μούστος, το κρασί, το λάδι κοκ.
 
Αυτοί οι ανεκτίμητοι Θησαυροί θα πρέπει κάποια στιγμή να δουν το φως της δημοσιότητας και να αξιοποιηθούν αναλόγως. Μπορεί αυτό που θα πω ν’ ακούγεται κουφό, αλλά οι ανασκαφές βγάζουν μάτια και μας βάζουν να αναρωτηθούμε. Μήπως στα αρχαία χρόνια η περιοχή εκείνη ήταν ένα πολυσύχναστο λιμάνι; [εξ ου και η λέξη Καραβάς από το καραβοστάσι]. Μήπως το μονοπάτι αυτό λειτουργούσε ως προβλήτα εμπορικού κέντρου και συνδεότανε μ’ ένα οργανωμένο δίκτυο καναλιών μέσα στην κοίτη του ποταμού Ευρώτα; Μήπως οι συγκοινωνίες και οι εμπορικές συναλλαγές στην αρχαία Σπάρτη γινόντουσαν με βάρκες; Ενώ η αλιεία προφανώς να ήταν μία από τις βασικές ενασχολήσεις στην καθημερινότητά τους.
 
Ο Παυσανίας μετά από αιώνες αμφισβητήσεων, φαίνεται πλέον πως τα «Λακωνικά» του τον δικαιώνουν απόλυτα, χάρη στην εγκυρότητα και στην πιστότητα της περιγραφής των γεγονότων. Οι οποίες περιγραφές θέλουν τις παρόχθιες κατοικίες της Σπάρτης να φθάνουν μέχρι την Πελλάνα, μέσω της γνωστής ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΗΣ ΛΕΩΦΟΡΟΥ. Αν όντως ισχυριστούμε ότι η Σπάρτη υπήρξε πλωτή πολιτεία στην αρχαιότητα, όπως είναι οι σύγχρονες παραποτάμιες Ευρωπαϊκές πόλεις (βλ. Παρίσι, Λονδίνο, Άμστερνταμ κ.ά.). Τότε τύφλα να’ χουν οι περίφημες γόνδολες και οι γονδολιέρηδες της Βενετίας. Όσοι λαοί κι αν προσπάθησαν να μιμηθούν την Σπάρτη, το μόνο που κατάφεραν τελικά ήταν να κλέψουν λίγη αίγλη από την Ιστορία της.
        
Πηγές:

-Αρκετά από τα στοιχεία που παρουσιάζονται, τα οφείλουμε στο ερευνητικό έργο του αρχαιολόγου και αναπληρωτή καθηγητή Αρχαίας Ελληνικής Ιστορίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας (ΙΑΚΑ) Γιάννη Αντ. Πίκουλα.

-Δημήτριος Κατσούλης [Η ΔΟΜΗ ΤΟΥ ΣΤΡΑΤΟΥ ΤΩΝ ΛΑΚΕΔΑΙΜΟΝΙΩΝ]
         
{gallery}mpakis{/gallery}