Η χώρα εισέρχεται σε μια εξαιρετικά κρίσιμη πολιτική περίοδο. Το επόμενο οκτάμηνο θα είναι καθοριστικό ως προς τις δυνατότητές της να σταθεροποιηθεί σε τροχιά ανάκαμψης.Στην πραγματικότητα, θα κριθούν όλα. Τώρα θα φανεί αν η δημοσιονομική εξυγίανση
θα μπορεί να συνδυαστεί με μεγάλες αλλαγές στην οικονομία, στη διοίκηση, στην αυτοδιοίκηση. Τώρα θα αποδειχθεί πόσο ισχυρή είναι η συνοχή και η ανθεκτικότητα της δικομματικής κυβέρνησης.
Γεγονός είναι ότι η πολιτική που ακολουθούσαμε μέχρι σήμερα ήταν μονοδιάστατη, περιορίστηκε στη μείωση των δαπανών και στις οριζόντιες περικοπές. Τα αποτελέσματα είναι γνωστά. Πετύχαμε για πρώτη φορά πρωτογενές πλεόνασμα, όμως η πραγματική οικονομία βρίσκεται σε φάση απονέκρωσης. Οι δυσμενείς επιπτώσεις της κρίσης είναι πολλαπλές. Η ύπαρξη ενάμιση εκατομμυρίου ανέργων είναι ο δείκτης που μας υποδεικνύει με τον καλύτερο τρόπο τη συσσώρευση των τραγικών αδιεξόδων στα οποία οδηγήθηκε η Ελλάδα. Στους επόμενους μήνες δεν θα κριθεί μόνο η βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους, αλλά και η βιωσιμότητα της ίδιας της κοινωνίας.
Αν πρέπει να κρατήσουμε κάτι ως κεντρικό συμπέρασμα για την πολιτική που εφαρμόσαμε τους τελευταίους δεκατέσσερις μήνες, αυτό είναι η βέβαιη αναστροφή της καθοδικής πορείας που ακολουθούσαμε τα προηγούμενα χρόνια. Το κεκτημένο αυτό έχει πολλαπλή σημασία για τις περαιτέρω προσπάθειες που πρέπει να καταβάλουμε. Οφείλουμε να το προστατεύσουμε, γιατί συνιστά την αναγκαία προϋπόθεση προκειμένου να επιτύχουμε τις απαραίτητες διαρθρωτικές αλλαγές και μεταρρυθμίσεις που θα δώσουν ώθηση στη χειμαζόμενη ελληνική οικονομία.
Οι πολίτες φαίνεται να αντιλαμβάνονται ότι η πολιτική που ακολουθήσαμε, αν και σκληρή, είναι η μόνη που μπορεί να μας βγάλει από την κρίση. Οι δυνάμεις της αντιπολίτευσης, με πρωταγωνιστή τον ΣΥΡΙΖΑ, το μόνο που υπόσχονται είναι η αναβίωση της πολιτικής των ελλειμμάτων, όπως εύστοχα τις χαρακτήρισε ο αντιπρόεδρος της Βουλής και κορυφαίο στέλεχος του κόμματος, Γιάννης Δραγασάκης. Τις συνέπειες αυτών των πολιτικών τις γνωρίζουμε όλοι. Αυτές μας οδήγησαν στα σημερινά οικονομικά και κοινωνικά αδιέξοδα.
Ως εκ τούτου, ο συνδυασμός της δημοσιονομικής εξυγίανσης με τις αλλαγές στις δομές του κράτους και της διοίκησης, είναι μονόδρομος. Υλοποιώντας μια τέτοια στρατηγική μπορούμε να δημιουργήσουμε ένα νέο οικονομικό και διοικητικό περιβάλλον, που δεν θα εξυπηρετεί κρατικοδίαιτες πολιτικές, αλλά θα αξιοποιεί τα συγκριτικά πλεονεκτήματα που διαθέτει η χώρα. Στηριζόμενη σε ένα νέο παραγωγικό και αναπτυξιακό μοντέλο, η Ελλάδα θα μπορέσει να αντιμετωπίσει τις εκκρεμότητες του παρελθόντος, αλλά και να ανταποκριθεί αποτελεσματικά στις νέες ανάγκες και απαιτήσεις.
Αν δεν παλινδρομήσουμε στις γνωστές πρακτικές του λαϊκισμού, έχουμε όλα τα εχέγγυα να δημιουργήσουμε τις προϋποθέσεις αναμόρφωσης της οικονομίας και της χώρας. Δεν υποσχόμαστε εύκολες και ανώδυνες πολιτικές, ούτε πλειοδοτούμε κατ’ επίφαση φιλολαϊκές λύσεις, οι οποίες το μόνο που επιτυγχάνουν είναι η ανακύκλωση αδιέξοδων συνταγών.
Η δικομματική κυβέρνηση, χωρίς ταλαντεύσεις και αναστολές, έχει θέσει στο επίκεντρο της προγραμματικής της ατζέντας εκείνες τις πολιτικές που την προηγούμενη περίοδο αρνηθήκαμε, αλλά και φοβηθήκαμε να προωθήσουμε. Μάλιστα, δείχνει μεγαλύτερη συνοχή, αποφασιστικότητα και αποτελεσματικότητα ως προς την υλοποίησή τους. Το έργο που έχει αναλάβει είναι πράγματι τιτάνιο, γιατί μεταξύ άλλων είναι αναγκασμένη να αναμετρηθεί με τις δυνάμεις της αδράνειας, της αναβλητικότητας και της ακινησίας.
Οι δυνάμεις αυτές είναι διάσπαρτες παντού, δημιουργώντας προσχώματα στην οποιαδήποτε μεταρρυθμιστική και εκσυγχρονιστική πολιτική που πρέπει να υλοποιήσουμε. Μοναδικό τους μέλημα είναι να μην αλλάξει τίποτα και η χώρα να συνεχίσει να συντηρεί ένα κρατικοδίαιτο, σπάταλο, ακόμη και παρασιτικό μοντέλο οργάνωσης και διοίκησης. Το στοίχημα που καλούμαστε να κερδίσουμε ως κυβέρνηση συνεργασίας Νέας Δημοκρατίας και ΠΑΣΟΚ είναι να δείξουμε ότι έχουμε διδαχτεί από τα λάθη μας, αλλά και ότι προτάσσουμε το εθνικό συμφέρον και όχι το κομματικό. Η Ελλάδα πάνω από όλα.