«Οι τελευταίες εξελίξεις στο χώρο των ΑΠΕ, κυρίως στα φωτοβολταϊκά, έρχονται να επιβεβαιώσουν τις ενστάσεις που ως ΣΥΡΙΖΑ είχαμε εγκαίρως καταθέσει σχετικά με την ανάπτυξη του κλάδου στη χώρα μας.
Εμείς, όπως είναι γνωστό, υποστηρίζαμε και υποστηρίζουμε ότι η ενέργεια δεν είναι εμπόρευμα, αλλά δημόσιο κοινωνικό αγαθό και συνεπώς δηλώναμε την αντίθεσή μας με την «απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας.
Επίσης, για πολύ συγκεκριμένους λόγους, ήμασταν αντίθετοι στον Νόμο 3851του 2010 για τις ΑΠΕ που απέκλειε την Δ.Ε.Η. από τις Α.Π.Ε. και την υποχρέωνε να αγοράζει από τους ιδιώτες σε τιμή πολλαπλάσια από την τιμή που εισέπραττε από τους καταναλωτές. Αντίθετα προέκρινε την ανάπτυξη των Α.Π.Ε ως ένα νέο επενδυτικό “Eldorado” για το ιδιωτικό κεφάλαιο, ως μια από τις πλέον κερδοφόρες επενδυτικές δραστηριότητες πέραν οποιωνδήποτε άλλων κοινωνικών αναγκών και περιβαλλοντικής προστασίας, απουσία αξιόπιστου Μακροχρόνιου Ενεργειακού Σχεδιασμού. Αγνοήθηκαν τότε τα εγκεκριμένα περιφερειακά πλαίσια χωροταξικού σχεδιασμού, τα ρυθμιστικά σχέδια, άλλα σχέδια χρήσεων γης κ.λ.π., όπως επίσης και η προστασία των δασών, των προστατευόμενων περιοχών, ευαίσθητων οικοσυστημάτων (π.χ. ποτάμιων), της γης υψηλής παραγωγικότητας κ.λ.π.
Με τον μανδύα της «πράσινης ανάπτυξης», υιοθετήθηκε η νεοφιλελεύθερη προώθηση των Α.Π.Ε. ως ένας από τους τομείς που θα αναλάμβανε να αναζωογονήσει την κερδοφορία μερίδων του κεφαλαίου (όπως επίσης επιχειρείται με τη διαχείριση απορριμμάτων) γεγονός που αποδεικνύεται από την ταχύτητα και το εύρος της δραστηριότητας μεγάλων ομίλων γύρω από αυτόν τον κλάδο.
Επί της ουσίας, πρόκειται για την εμπορευματοποίηση ενός ζωτικού δημόσιου αγαθού, κρίσιμου για τη διαβίωση, με ταυτόχρονη εκποίηση δημόσιας γης, άρση της περιβαλλοντικής νομοθεσίας και οποιουδήποτε περιοριστικού, κανονιστικού θεσμικού πλαισίου.
Συνεπώς, η διείσδυση των Α.Π.Ε. αντί να στοχεύει στην ανάσχεση της κλιματικής αλλαγής, στην προστασία του περιβάλλοντος, στην υποκατάσταση παραγωγής ενέργειας από τα καύσιμα, στην αποκέντρωση της παραγωγής, στην ανάπτυξη της κοινωνικής οικονομίας και παραγωγής και στο σεβασμό της φέρουσας ικανότητας των οικοσυστημάτων, της αισθητικής του τοπίου και των άλλων τοπικών παραγωγικών δραστηριοτήτων, μετατράπηκε σε μια διαδικασία ολοκλήρωσης της νεοφιλελεύθερου χαρακτήρα «απελευθέρωσης της αγοράς ενέργειας».
Τα αποτελέσματα αυτής της πολιτικής είναι:
α) Τα προβλήματα βιωσιμότητας του ΛΑΓΗΕ που αποτυπώνουν τα αδιέξοδα της πολιτικής «απελευθέρωσης» της αγοράς, με αποτέλεσμα να παίρνονται μέτρα που να ευνοούν τους μεγάλους ενεργειακούς ομίλους, τόσο των Α.Π.Ε. όσο και αυτούς που παράγουν ηλεκτρική ενέργεια από φυσικό αέριο,
β) η διαρκής και αλματώδης αύξηση των τιμολογίων του ηλεκτρικού ρεύματος και ιδιαίτερα για τις μικρές οικιακές καταναλώσεις (28% μέσα στο 2013),
γ) η εξαπάτηση τμημάτων της κοινωνίας, αφού οι κυβερνήσεις υποσχόμενες τεράστιες αποδώσεις στα φωτοβολταϊκά, οδήγησε μικροεπενδυτές και αγρότες να διαθέσουν το αποταμιευμένο εισόδημά τους και να δανειστούν προκειμένου να επενδύσουν στο «χρυσορυχείο» των Α.Π.Ε.,
δ) η ενίσχυση των κερδών των κρατών εξαγωγής του εξοπλισμού για Α.Π.Ε. όπως είναι η Γερμανία, η Δανία, η Κίνα κ.λπ.
Με τα μέτρα που περιλαμβάνονται στο μεσοπρόθεσμο, η κυβέρνηση επιχειρεί να εκκαθαρίσει τον κλάδο από τους μικρούς επενδυτές και να τους υποχρεώσει να ξεπουλήσουν τις εγκατεστημένες μονάδες τους στους μεγάλους ομίλους, αλλά και να παραδώσει τους μικροεπενδυτές, οι οποίοι κινδυνεύουν ακόμα και με κατασχέσεις, βορά στα χέρια των τραπεζών, αφού επιβάλει άδικα οριζόντια μέτρα τύπου χαρατσιού και μάλιστα επί του τζίρου!!!
Η οριζόντια έκτακτη εισφορά επί του τζίρου, χωρίς τη χρήση συγκεκριμένων κριτηρίων (μεγέθους, κόστους και χρόνου υλοποίησης και παραγωγής των έργων) που θα κατένειμαν αναλογικότερα τα φορολογικά βάρη, καταστρέφει τους μικροεπενδυτές και τους αγρότες αφού κάνει αντίστροφη αναδιανομή του πλούτου προς το μεγάλο κεφάλαιο, υφαρπάζοντας αποταμιεύσεις, εισοδήματα και περιουσίες εργαζομένων, αγροτών και μικρομεσαίων στρωμάτων.
Θα πρέπει επιπλέον, να τονίσουμε ότι την ίδια ώρα που επιβάλλονται αυτά τα άδικα και καταστροφικά, για χιλιάδες μικροεπενδυτές, μέτρα, βλέπουμε άλλες κατηγορίες ιδιωτών μεγαλοπαραγωγών ενέργειας να απολαμβάνουν πρωτοφανούς ασυλίας και να απολαμβάνουν ευεργετικών επιδοτήσεων μέσω του Μηχανισμού Ανάκτησης Μεταβλητού Κόστους (ΜΑΜΚ). Οι υπολογισμοί μας δείχνουν ότι η ημερήσια επιβάρυνση μόνο από τον ΜΑΜΚ ανέρχεται σε ποσά της τάξης των 700.000 ευρώ/ημέρα!
Κατόπιν των παραπάνω, ερωτώνται οι κ.κ. Υπουργοί:
• Γιατί επιλέγεται οριζόντια φορολόγηση και μάλιστα επί του τζίρου μιας επιχείρησης με αποτέλεσμα να μεθοδεύεται το ξεπούλημα όλων των μικροεπενδυτών σε μεγαλοεπενδυτές και μάλιστα σε τίμημα μικρότερο της αρχικής επένδυσης;
• Με την έκτακτη εισφορά που επιβάλλεται α) πόσα αναμένονται να είναι τα έσοδα, β) πώς θα διανεμηθούν τα έσοδα αυτά και γ) έως πότε θα διασφαλιστεί η χρηματοδότηση του ΛΑΓΗΕ δεδομένου του έκτακτου χαρακτήρα της εισφοράς;
• Έχει πραγματοποιηθεί μελέτη επιπτώσεων από τα μέτρα που περιλαμβάνονται στο μεσοπρόθεσμο, τόσο ως προς την μελλοντική ανάπτυξη του τομέα των ΑΠΕ όσο και ως προς την επίτευξη των προβλεπόμενων στόχων διείσδυσης των ΑΠΕ στο ενεργειακό μείγμα σύμφωνα με τις διεθνείς δεσμεύσεις της χώρας;
• Σχεδιάζει η κυβέρνηση την επιβολή αντίστοιχης έκτακτης εισφοράς στους ιδιώτες παραγωγούς ηλεκτρικής ενέργειας από Φυσικό Αέριο;
• Πώς θα αντιμετωπίσει η κυβέρνηση μικροεπενδυτές που ενώ είχαν υπογράψει συμβάσεις με την ΔΕΗ και έχουν καταθέσει εγγυητική επιστολή δεν θα προχωρήσουν στην υλοποίηση της επένδυσης λόγω χαμηλής ή αρνητικής απόδοσης της επένδυσης (εξαιτίας της έκτακτης εισφοράς);
Οι ερωτώντες Βουλευτές
Πετράκος Αθανάσιος
Ουζουνίδου Ευγενία
Αλεξόπουλος Απόστολος
Γάκης Δημήτριος
Διώτη Ηρώ
Ζερδελής Ιωάννης
Θεοπεφτάτου Αφροδίτη
Ιγγλέζη Αικατερίνη
Καφαντάρη Χαρά
Κριτσωτάκης Μιχάλης
Μιχαλάκης Νίκος