Πολιτική απαξίωση
Τον Σεπτέμβριο του 2015 ο Αλέξης Τσίπρας κέρδισε για δεύτερη φορά τις εκλογές υποσχόμενος «παράλληλο πρόγραμμα» και «ισοδύναμα», αλλά έχοντας στην πραγματικότητα παραδοθεί άνευ όρων στους δανειστές. Οι πανηγυρισμοί του μνημονιακού στρατοπέδου ήταν μεγάλοι. Η Ελλάδα συνέχιζε στην πορεία των μνημονίων και το πολιτικό σύστημα είχε πλέον απαλλαγεί από τα εντός του ΣΥΡΙΖΑ «βαρίδια». Κανένα από τα κόμματα της νέας Βουλής δεν αποτελούσε κίνδυνο για την πολιτική και κοινωνική εξουσία στην Ελλάδα.
Η σύγκριση με τον Ιανουάριο του 2017 είναι καταλυτική. Ο μεν ΣΥΡΙΖΑ δεν υφίσταται ως αριστερό πολιτικό κόμμα και αγωνίζεται να μετατραπεί σε μηχανισμό νομής της εξουσίας. Ο Τσίπρας, το «γελαστό παιδί», είναι πιο συχνά ένας συνοφρυωμένος άνδρας, αντιπαθής πλέον σε ευρύτατα στρώματα της ελληνικής κοινωνίας. Η δε ΝΔ ανακάμπτει, αλλά χωρίς ορμή. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, όσο κι αν προσπαθούν να του φιλοτεχνήσουν την εικόνα οι επαγγελματίες της επικοινωνίας, είναι εμφανώς κάτω του μετρίου.
Εντονότατη αναδύεται η οσμή της σήψης και της αποδιοργάνωσης. Η κυβέρνηση είναι τελείως αναξιόπιστη όταν λέει ότι αποδέχθηκε το νέο μνημόνιο για να σώσει τη χώρα, ή ότι το διαχειρίζεται υπέρ των λαϊκών στρωμάτων και με κάποιο μαγικό τρόπο θα το μετατρέψει σε μηχανισμό κοινωνικής προόδου. Το ίδιο αναξιόπιστη είναι και η ΝΔ λέγοντας ότι για όλα φταίει ο δημόσιος τομέας, ή ότι μπορεί μέσα στο πλαίσιο των μνημονίων να περικόψει τη φορολογία και έχει πακέτο «μεταρρυθμίσεων» που θα φέρουν ανάπτυξη. Ολόκληρο το πολιτικό σύστημα είναι απαξιωμένο στα μάτια της πλειοψηφίας.
Κοινωνική και οικονομική καθίζηση
Το πολιτικό βούλιαγμα αντανακλά την εξαιρετικά δύσκολη κατάσταση της κοινωνίας. Μισθωτοί, μικρομεσαίοι και αγρότες πνίγονται από την αμείλικτη καθημερινότητα της ανεργίας, των φόρων, των χαμηλών μισθών. Απορρίπτουν πλήρως το αδιέξοδο της μνημονιακής πορείας, όπως δείχνουν πεντακάθαρα όλες οι δημοσκοπήσεις. Διαπιστώνουν όμως ότι κανένα κόμμα της Βουλής δεν τους προσφέρει κάτι άλλο. Προσπαθούν να επιβιώσουν και φτιάχνουν μηχανισμούς αλληλοβοήθειας, κοινωνικής στήριξης και αλληλεγγύης.
Αδιέξοδο υπάρχει και στα κυρίαρχα στρώματα. Όταν ξέσπασε η κρίση, τάχθηκαν ολόψυχα με τη συνταγή της τρόικα: λιτότητα, περικοπές μισθών, απορρύθμιση αγορών, ιδιωτικοποιήσεις και τα λοιπά. Οποιαδήποτε άλλη πορεία θα δημιουργούσε τεράστιους κινδύνους για τους εγχώριους μηχανισμούς εξουσίας και τις γεωπολιτικές τους συμμαχίες. Πειθήνια επιχείρησαν να εφαρμόσουν τα μνημόνια, να ελέγξουν τις κοινωνικές αντιδράσεις και σιγά-σιγά, υποτίθεται, να βγάλουν τη χώρα από το τούνελ. Ήταν ο δρόμος της σωφροσύνης, όπως διαλαλούσε μια στρατιά πανεπιστημιακών, δημοσιογράφων και άλλων.
Λίγα στοιχεία ψύχραιμης οικονομικής ανάλυσης αρκούσαν για να δείξουν ότι ήταν ο δρόμος της καταστροφής και όχι της σωφροσύνης. Το 2010 η Ελλάδα κλήθηκε να κάνει μια γιγαντιαία προσαρμογή του εξωτερικού και του δημοσίου της ελλείμματος ακολουθώντας τη συνταγή της τρόικα, αλλά χωρίς υποτίμηση του νομίσματος και συνεχίζοντας να εξυπηρετεί ένα υπέρογκο χρέος. Δεν υπήρχε αμφιβολία ότι το αποτέλεσμα θα ήταν συντριπτική συρρίκνωση της οικονομίας με τραγικά κοινωνικά επακόλουθα. Ακόμη χειρότερα, μετά την προσαρμογή, δεν υπήρχε περίπτωση να ακολουθήσει ταχύρρυθμη ανάπτυξη. Ήταν απολύτως προβλέψιμο – και προβλέφθηκε – ότι με τα μνημόνια η χώρα κατευθυνόταν προς την οικονομική καταρράκωση και τη γεωπολιτική ασημαντότητα.
Σήμερα η Ελλάδα έχει πετύχει ένα βαθμό σταθεροποίησης, συντρίβοντας την οικονομία της. Η ανεργία είναι τεράστια, η παραγωγικότητα της εργασίας δεν εξελίσσεται θετικά, η εκπαιδευμένη νεολαία μεταναστεύει. Η κατανάλωση είναι αδύναμη και θα γίνει χειρότερη με τους νέους φόρους και περικοπές. Οι επενδύσεις πρέπει να καλύψουν ένα τεράστιο κενό και δεν έχουν δυναμισμό. Οι εξαγωγές δε μπορούν να λειτουργήσουν ως ατμομηχανή της οικονομίας. Το τραπεζικό σύστημα δεν έχει καμία δυνατότητα να διευρύνει τις πιστώσεις. Η εθνική αποταμίευση παραμένει ουσιαστικά ανύπαρκτη. Το κράτος πρόνοιας τελεί υπό διάλυση και η κρατική μηχανή παρουσιάζει φαινόμενα απορρύθμισης. Ο κατάλογος είναι μακρύς και εύκολα θα μπορούσα να συνεχίσω.
Μισθωτοί και μικρομεσαίοι συνειδητοποιούν ότι μετά από εφτά χρόνια «σωτηρίας», ο σκληρός πυρήνας της οικονομικής και κοινωνικής εξουσίας έχει γίνει σκληρότερος, η φτώχεια γιγαντώθηκε, η φοροδιαφυγή παραμένει τεράστια και η διαφθορά έχει μεγαλώσει. Οι περιβόητες «μεταρρυθμίσεις» των μνημονιακών μόνο ανησυχία και φόβο δημιουργούν. Η Ελλάδα έχει αλλάξει, αλλά προς το χειρότερο, και το μέλλον διαγράφεται ζοφερό. Τα μνημόνια μετέτρεψαν τη χώρα για τα καλά σε βαλκανική οντότητα με αμελητέα προβολή ισχύος, όπως φάνηκε στο προσφυγικό.
Η έξοδος από την ΟΝΕ
Στο πλαίσιο αυτό για μια ακόμη φορά επανέρχεται ορμητικά το θέμα της εξόδου από την ΟΝΕ. Αν η κατάσταση της χώρας δεν ήταν τόσο τραγική, θα διασκέδαζε κανείς με τους αμετανόητους μνημονιακούς που όλο νομίζουν ότι ξεμπέρδεψαν με το θηρίο της εξόδου, αλλά αυτό συνεχώς επανεμφανίζεται. Δυσκολεύονται, βλέπετε, να κατανοήσουν ότι οι ίδιοι το τρέφουν με τα μνημόνια.
Τη φορά αυτή μάλιστα το θέμα της εξόδου δεν επανέρχεται μόνο στα λαϊκά στρώματα, από όπου δεν έφυγε ποτέ, αλλά και σε ισχυρούς κύκλους. Κάποιοι θύλακες ισχύος έχουν αρχίσει να αντιλαμβάνονται ότι ο μονόδρομος παρακμής στον οποίο έχουν βάλει τη χώρα θα έχει αρνητικές επιπτώσεις και στα δικά τους συμφέροντα. Φαίνεται να ανοίγει μια συζήτηση για το λεγόμενο «βελούδινο Grexit».
Θέλω λοιπόν να ξεκαθαρίσω ότι το λεγόμενο «βελούδινο Grexit», ή «η συντηρητική έξοδος», όπως την είχαμε χαρακτηρίσει ήδη από το 2010 γιατί ήταν φανερό ότι κάποτε θα εμφανιζόταν, δεν είναι προς το συμφέρον ούτε του λαού, ούτε της χώρας. Πρόκειται στην ουσία για συνέχιση των μνημονιακών πολιτικών από εγχώριες δυνάμεις, χωρίς πραγματική ελάφρυνση του χρέους και με τις επιπτώσεις της υποτίμησης να βαραίνουν τα λαϊκά στρώματα. Το λεγόμενο «βελούδινο Grexit» είναι επιλογή των προνομιούχων στρωμάτων που, αφού πρώτα διέλυσαν τη χώρα με τον παραλογισμό της «διάσωσης», επιχειρούν να βρουν διέξοδο που θα διατηρεί τα προνόμια και την ισχύ τους.
Θέλω επίσης να ξεκαθαρίσω ότι στην πορεία των εφτά αυτών χρόνων, ιδίως με την κυβέρνηση Τσίπρα στα πράγματα, έχει φανεί ότι υπάρχει και μια ακόμη εκδοχή που θα μπορούσαμε να την ονομάσουμε το «χαοτικό Grexit». Πρόκειται για Grexit κάτω από την αδήριτη πίεση της οικονομικής και κοινωνικής πραγματικότητας, με απώλεια ελέγχου και πολιτικάντικες κινήσεις τακτικής για να γαντζωθούν κάποιοι στις καρέκλες της εξουσίας. Αυτή ίσως να είναι και η χειρότερη εκδοχή.
Η Ελλάδα χρειάζεται συντεταγμένη και προοδευτική έξοδο. Δηλαδή έξοδο με σχέδιο και προετοιμασία που φυσικά θα απαιτεί ρήξη με τους δανειστές και την ΕΕ, αλλά στη βάση της ανάκτησης της λαϊκής και εθνικής κυριαρχίας. Έξοδο που θα φέρει δυναμισμό στην ελληνική οικονομία, θα αλλάξει την κοινωνική ισορροπία υπέρ των φτωχότερων στρωμάτων και θα ξαναδώσει εθνική αξιοπρέπεια στη χώρα. Αυτή η έξοδος είναι απολύτως εφικτή, αλλά μπορεί να γίνει μόνο αν τα λαϊκά στρώματα βάλουν πλάτη και παίξουν ηγετικό ρόλο.
Το οικονομικό πρόγραμμα στον πυρήνα της προοδευτικής εξόδου είναι γνωστό. Περιλαμβάνει παύση πληρωμών στο δημόσιο χρέος και διαπραγματεύσεις για τη διευθέτησή του. Περιλαμβάνει επίσης άμεση ανάκτηση της νομισματικής κυριαρχίας, με δημόσιο έλεγχο και ιδιοκτησία στις τράπεζες, ώστε να υπάρξει πολιτική τόνωσης της ζήτησης με δημόσιες επενδύσεις και μείωση της φορολογίας. Στη βάση αυτή η χώρα θα μπορέσει να υιοθετήσει μεσοπρόθεσμη αγροτική και βιομηχανική πολιτική για την εξυγίανση της οικονομίας της. Το πρόγραμμα βασίζεται σε δράσεις που έχουν δοκιμαστεί σε άλλες χώρες. Απαιτεί όμως στοιχειώδη προετοιμασία και κοινωνική συσπείρωση.
Το 2016 ήρθε το τέλος των ψευδαισθήσεων. Μέσα στα μνημόνια δεν υπάρχει ούτε το «παράλληλο πρόγραμμα» του Αλέξη Τσίπρα, ούτε οι «παράλληλες μεταρρυθμίσεις» του Κυριάκου Μητσοτάκη. Υπάρχει μόνο η άτεγκτη πραγματικότητα του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε. Υπάρχει επίσης το τέλος εποχής για την παγκοσμιοποίηση, η εκλογή του Τραμπ, το Brexit, η συνολική αποτυχία της ΟΝΕ και η αποσάθρωση της ΕΕ. Για να επιβιώσει η χώρα μέσα στις τεκτονικές αυτές αλλαγές χρειάζεται επειγόντως ολική αλλαγή πολιτικής. Πρέπει επίσης να απαλλαγεί από το ανεπαρκέστατο πολιτικό προσωπικό που την οδήγησε σε αυτό το σημείο, συμπεριλαμβανομένης της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ.
Τους μήνες που πέρασαν το ΕΔΕΚΟΠ ετοίμασε το περίγραμμα της πρότασης εναλλακτικής πολιτικής. Είναι ό,τι σοβαρότερο και τεχνικά αρτιότερο υπάρχει τη στιγμή αυτή στην Ελλάδα και στην Ευρώπη. Στα μέσα Φεβρουαρίου θα την παρουσιάσουμε δημόσια στην Αθήνα. Οι προοπτική της ρήξης για κοινωνική και εθνική ανασύνταξη είναι εδώ. Καλή χρονιά.
Κώστας Λαπαβίτσας