Διευκρινιστικές απαντήσεις σε ερωτήματα που αφορούν επιμέρους ζητήματα γύρω από τη φορολογία που διέπει το αγροτικό εισόδημα και τις αγροτικές δραστηριότητες, περιλαμβάνονται στο πρόσφατο εγχειρίδιο ερωτήσεων-απαντήσεων που εξέδωσε η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων. Η «ΥΧ» ξεχώρισε και παρουσιάζει συγκεντρωμένα τα επίμαχα αποσπάσματα:
Τα γεωργικά εισοδήματα συμπληρώνονται και στο Ε3;
Από το φορολογικό έτος 2014 και μετά, κατά την υποβολή των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος, για όσους δηλώσουν εισόδημα από αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα, είναι απαραίτητη η συμπλήρωση του εντύπου Ε3 (Πίνακας ΣΤ), ανεξάρτητα από το αν υπάρχει απαλλαγή ή όχι από την τήρηση βιβλίων των ΕΛΠ και την ένταξή τους ή όχι στο ειδικό ή στο κανονικό καθεστώς ΦΠΑ. Το αποτέλεσμα του καθαρού εισοδήματος από άσκηση ατομικής αγροτικής δραστηριότητας, όπως αυτό προκύπτει στο έντυπο Ε3, μεταφέρεται στο έντυπο Ε1, στον Πίνακα Γ1 «Εισόδημα από Αγροτική Επιχειρηματική Δραστηριότητα». Διευκρινίζεται ότι οι κωδικοί 595-596 του εντύπου Ε3, συμπληρώνονται για τις αγροτικές επιχειρήσεις τις υπαγόμενες στο κανονικό καθεστώς ΦΠΑ και στο ειδικό καθεστώς ΦΠΑ (άρθρο 41 του ν. 2859/2000 – Α’ 248). Όσοι δεν υπάγονται ούτε στο κανονικό καθεστώς, ούτε στο ειδικό καθεστώς ΦΠΑ, θα μπορούν να δηλώνουν εισόδημα από αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα, εφόσον συμπληρώνουν στην πρώτη σελίδα του εντύπου Ε3 τον κωδικό 598 (αφανές καθεστώς αγροτών).
Πού δηλώνονται οι αγροτικές επιδοτήσεις, επιχορηγήσεις και αποζημιώσεις στο έντυπο Ε3;
Κάθε περίπτωση αγροτικής επιδότησης/ενίσχυσης φέρει υποχρέωση αναγραφής στην πρώτη σελίδα του εντύπου Ε3, αρχικά, για πληροφοριακούς σκοπούς (Πίνακας Ε’, κωδικοί 901, 902, 903, 907, 908, 910, 911, 912, 913 και 914). Οι τρεις περιπτώσεις που λαμβάνονται υπόψη στον προσδιορισμό του κέρδους, δηλαδή η βασική ενίσχυση (κ. 901) και οι πράσινες συν συνδεδεμένες (κ. 902+903) για το μέρος άνω των 12.000 ευρώ, μεταφέρονται στη δεύτερη σελίδα του εντύπου για να προσμετρηθούν στη διαμόρφωση του κέρδους από αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα (Πίνακας ΣΤ’, κωδικός 644). Σημειώνεται ότι οι τρεις αυτές κατηγορίες αποτελούν εισοδηματικές ενισχύσεις, ενώ όλες οι περιπτώσεις των επενδυτικών επιδοτήσεων (κ. 907, 910 και 913), καθώς και οι λοιπές περιπτώσεις των εισοδηματικών ενισχύσεων (κ. 908, 911 και 914) δεν λαμβάνονται υπόψη στον προσδιορισμό του κέρδους από αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα. Οι αγροτικές αποζημιώσεις αναγράφονται στον κωδ. 909 (δεν λαμβάνονται υπόψη στον προσδιορισμό του κέρδους).
Οι αγροτικές επιδοτήσεις καλύπτουν τεκμήρια;
Οι υπόλοιπες κατηγορίες των εισοδηματικών αγροτικών επιδοτήσεων (λοιπές περιπτώσεις επιδοτήσεων/ενισχύσεων, κωδ. 908, 911 και 914), καθώς και το μέρος των πράσινων και συνδεδεμένων που δεν λήφθηκε υπόψη κατά τον προσδιορισμό του κέρδους από ατομική αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα (αθροιζόμενες, δηλαδή, μέχρι τα 12.000 ευρώ), δύνανται να καλύπτουν τεκμήρια, κατ’ εφαρμογή της αριθ. ΠΟΛ 1116/2015 εγκυκλίου της Γενικής Γραμματέως Δημοσίων Εσόδων. Γι’ αυτό τον λόγο, τα ποσά αυτά αναγράφονται στους κωδ. 659/660 του Εντύπου Ε1 της δήλωσης φόρου εισοδήματος. Τα ανωτέρω δεν ισχύουν για όλες τις περιπτώσεις των επενδυτικών ενισχύσεων/επιδοτήσεων (κωδ. 907, 910 και 913). Η κατηγορία της πρόωρης συνταξιοδότησης (κωδ. 912), αν και δεν προσμετράται στον προσδιορισμό του κέρδους, αντιμετωπίζεται φορολογικά όπως οι εισοδηματικές ενισχύσεις/επιδοτήσεις, δύναται, δηλαδή, να καλύπτει τεκμήρια.
Προσδιορισμός του φόρου για εισοδήματα από ατομική άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας
Τα κέρδη από επιχειρηματική δραστηριότητα φορολογούνται με την κλίμακα του εισοδήματος από μισθωτή εργασία και συντάξεις, αφού προστεθούν σε τυχόν εισοδήματα από μισθούς και συντάξεις. Για τα κέρδη από επιχειρηματική δραστηριότητα δεν εφαρμόζονται οι μειώσεις του άρθρου 16. Ειδικότερα, τα κέρδη από ατομική αγροτική επιχείρηση φορολογούνται αυτοτελώς, με την κλίμακα του εισοδήματος από μισθωτή εργασία και συντάξεις. Ο φόρος που προκύπτει για το εισόδημα από ατομική αγροτική επιχείρηση μειώνεται κατά το ποσό που προβλέπεται στο άρθρο 16. Η μείωση του φόρου εφαρμόζεται μόνο για τους κατ’ επάγγελμα αγρότες, όπως αυτοί ορίζονται στην κείμενη νομοθεσία, εφόσον τουλάχιστον το 50% του εισοδήματός τους προέρχεται από αγροτική δραστηριότητα. Επισημαίνεται ότι για τις νέες ατομικές επιχειρήσεις, με πρώτη δήλωση έναρξης επιτηδεύματος από 1η Ιανουαρίου 2013 και για τα τρία (3) πρώτα έτη άσκησης της δραστηριότητάς τους, ο φορολογικός συντελεστής του πρώτου κλιμακίου μειώνεται κατά πενήντα τοις εκατό (50%), εφόσον το εισόδημα της κατηγορίας αυτής (από επιχειρηματική δραστηριότητα) δεν υπερβαίνει τα δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ (παρ. 2 του άρθρου 29 του ν. 4172/2013
Τι υποχρεώσεις έχουν οι αγρότες, ως προς την τήρηση βιβλίων και έκδοση στοιχείων, για τις πωλήσεις που πραγματοποιούν στις λαϊκές αγορές;
Οι αγρότες που πωλούν αγαθά σε λαϊκές αγορές εκδίδουν υποχρεωτικά αποδείξεις με τη χρήση ΦΗΜ (αριθ. ΠΟΛ.1002/2014 απόφαση της Γενικής Γραμματέως Δημοσίων Εσόδων), εκτός από την περίπτωση που τυχόν απαλλάσσονται από τον ΦΠΑ, λόγω ύψους ακαθάριστων εσόδων, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 39 του ν. 2859/2000, οπότε απαλλάσσονται από την ενημέρωση των βιβλίων τους και από τη χρήση ΦΗΜ.
Οι αγρότες του ειδικού καθεστώτος ΦΠΑ υποχρεούνται στην έκδοση παραστατικού διακίνησης, όταν διακινούν αγροτικά προϊόντα;
Οι αγρότες του ειδικού καθεστώτος ΦΠΑ, δεδομένου ότι δεν υπόκεινται στις ρυθμίσεις του ν. 4308/2014, δεν υποχρεούνται στην παρακολούθηση (διακίνηση, παράδοση, αποστολή) των αποθεμάτων τους (περ. 5.8.4ζ΄ της παρ. 8 του άρθρου 5 του Κεφαλαίου 2 της αριθ.ΠΟΛ.1003/2014 – ΑΔΑ: 7ΝΑΩΗ-96Σ εγκυκλίου της Γενικής Γραμματέως Δημοσίων Εσόδων).
Ποιες απαλλαγές παρέχονται στους αγρότες;
Με τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθ. 8 του ν. 3220/2004 (Α’ 15), παρέχεται πλήρης απαλλαγή από τον φόρο μεταβίβασης κατά την αγορά ή ανταλλαγή γεωργικών ή κτηνοτροφικών εκτάσεων, μαζί με τις εγκαταστάσεις τους, που εξυπηρετούν αποκλειστικά την εκμετάλλευσή τους, σε όλους τους αγρότες (νέους, νεοεισερχόμενους ή άνω των 40 ετών), είτε με τις διατάξεις του ν. 634/1977 (Α’ 186), είτε με εκείνες του ν. 2520/1997 (Α’ 173), χωρίς κανέναν περιορισμό (ανώτατο όριο) ως προς την αξία ή την έκταση των αγροτικών ακινήτων.
Οι υπόχρεοι που πραγματοποιούν αποκλειστικά απαλλασσόμενες πράξεις χωρίς δικαίωμα έκπτωσης του φόρου των εισροών τους, οι αγρότες του ειδικού καθεστώτος και τα μη υποκείμενα στον φόρο νομικά πρόσωπα, έχουν υποχρέωση υποβολής «έκτακτης» δήλωσης ΦΠΑ μόνο για τις φορολογικές περιόδους που πραγματοποιούν ενδοκοινοτικές αποκτήσεις ή λήψεις αγαθών ή υπηρεσιών, για τις οποίες είναι οι ίδιοι υπόχρεοι για την καταβολή του φόρου (σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 13, 14 και 35 του Κώδικα ΦΠΑ), μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του επόμενου μήνα από τη λήξη της φορολογικής περιόδου στην οποία αφορούν οι ανωτέρω πράξεις.
Πώς αποδίδεται ο ΦΠΑ για ενδοκοινοτική απόκτηση αγαθών ή ενδοκοινοτική λήψη υπηρεσιών, για την οποία πρέπει να αποδοθεί φόρος από πρόσωπα που στερούνται του δικαιώματος έκπτωσης του φόρου;
Τα μη υποκείμενα στον φόρο νομικά πρόσωπα, τα πρόσωπα που ενεργούν αποκλειστικά πράξεις για τις οποίες δεν παρέχεται δικαίωμα έκπτωσης του φόρου των εισροών τους, οι απαλλασσόμενες μικρές επιχειρήσεις και οι αγρότες του ειδικού καθεστώτος καθίστανται υπόχρεοι για την καταβολή ΦΠΑ για την ενδοκοινοτική απόκτηση αγαθών, καθώς και για την ενδοκοινοτική λήψη υπηρεσιών που πραγματοποιούν. Ο φόρος αποδίδεται με «έκτακτη δήλωση ΦΠΑ» που υποβάλλεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του επόμενου μήνα από τη λήξη της φορολογικής περιόδου και μόνο για τις φορολογικές περιόδους που πραγματοποιούνται τέτοιες συναλλαγές.
Επιστροφή ΦΠΑ στους αγρότες του ειδικού καθεστώτος
Οι αγρότες του ειδικού καθεστώτος του άρθρου 41 δικαιούνται επιστροφή του ΦΠΑ που επιβάρυνε τις εισροές τους. Βάση, επί της οποίας υπολογίζεται η επιστροφή, με τον κατ’ αποκοπή συντελεστή (6%), αποτελεί το συνολικό ποσό που προέρχεται από παράδοση αγροτικών προϊόντων από δική τους αγροτική εκμετάλλευση ή παροχή αγροτικών υπηρεσιών, στο πλαίσιο της αγροτικής τους εκμετάλλευσης, που πραγματοποιούν προς άλλο υποκείμενο στον φόρο, εκτός των αγροτών του ειδικού καθεστώτος, καθώς και από απόσυρση αγροτικών προϊόντων. Η επιστροφή του ΦΠΑ των εισροών στους αγρότες του ειδικού καθεστώτος πραγματοποιείται με την υποβολή Αίτησης Επιστροφής από τον δικαιούχο. Η αίτηση αυτή υποβάλλεται εντός ανατρεπτικής προθεσμίας από την 1η Μαρτίου μέχρι την 31η Οκτωβρίου κάθε έτους. Με την αίτηση αυτή συνυποβάλλονται τα στοιχεία από τα οποία προκύπτει η αξία της παράδοσης των αγροτικών προϊόντων και της παροχής των αγροτικών υπηρεσιών, βάσει των οποίων θα γίνει η επιστροφή του φόρου.
Εν συντομία, οι βασικές αλλαγές που επέρχονται στο ειδικό καθεστώς των αγροτών είναι οι ακόλουθες:
Ως προς τον προσδιορισμό των ορίων που αποτελούν τα κριτήρια για την παραμονή στο ειδικό καθεστώς ή για τη μετάταξη στο κανονικό καθεστώς, με σαφήνεια ορίζεται ότι στις 15.000 ευρώ περιλαμβάνεται η αξία όλων των παραδόσεων αγροτικών προϊόντων ιδίας παραγωγής και των παροχών αγροτικών υπηρεσιών προς κάθε πρόσωπο, που πραγματοποιήθηκαν στο προηγούμενο φορολογικό έτος, και στις 5.000 ευρώ περιλαμβάνεται κάθε είδους επιδότηση που έλαβαν οι αγρότες.
Προβλέπεται η υποχρέωση έκδοσης ειδικού στοιχείου από τους αγρότες του ειδικού καθεστώτος για παραδόσεις των προϊόντων τους ή παροχές αγροτικών υπηρεσιών προς άλλους αγρότες του ειδικού καθεστώτος ή προς πρόσωπα μη υποκείμενα στον φόρο και η υποχρεωτική εγγραφή των εν λόγω αγροτών στο ειδικό καθεστώς, ακόμη και στην περίπτωση που αποκλειστικά πραγματοποιούν αυτές τις πράξεις.
Ορίζεται η υποχρεωτική υπαγωγή της αγροτικής εκμετάλλευσης στο κανονικό καθεστώς ΦΠΑ, στις περιπτώσεις που οι αγρότες παράλληλα ασκούν και άλλη δραστηριότητα για την οποία υποχρεούνται σε τήρηση βιβλίων και έκδοση στοιχείων, περιλαμβανομένων των περιπτώσεων που πωλούν τα προϊόντα τους στις λαϊκές αγορές ή από δικό τους κατάστημα ή τα εξάγουν ή τα παραδίδουν ενδοκοινοτικά ή διαχειρίζονται ανανεώσιμες πηγές ενέργειας ή λειτουργούν αγροτοτουριστικές μονάδες.
Επακόλουθα, καταργείται η επιστροφή ΦΠΑ με τον κατ’ αποκοπή συντελεστή 3% στους αγρότες του ειδικού καθεστώτος που δικαιούνταν της επιστροφής αυτής.
Σε περίπτωση προαιρετικής μετάταξης από το ειδικό καθεστώς αγροτών στο κανονικό καθεστώς, η υποχρεωτική παραμονή σε αυτό είναι πλέον τριετής αντί πενταετής.
Η προαιρετική μετάταξη από το ειδικό στο κανονικό καθεστώς πραγματοποιείται είτε από την έναρξη του φορολογικού έτους με την υποβολή δήλωσης μεταβολών εντός ανατρεπτικής προθεσμίας τριάντα (30) ημερών, κατά τα ανωτέρω, ή κατά τη διάρκεια του φορολογικού έτους με την υποβολή δήλωσης μεταβολών και ισχύει από την ημερομηνία υποβολής της εν λόγω δήλωσης. Σημειώνεται ότι στην περίπτωση της προαιρετικής μετάταξης από το ειδικό στο κανονικό καθεστώς, οι αγρότες υποχρεούνται να παραμείνουν σε αυτό για μια τριετία.
Για τους νέους αγρότες, δηλαδή για τους αγρότες που για πρώτη φορά αρχίζουν να ασκούν αγροτική εκμετάλλευση, δεν εφαρμόζεται η προϋπόθεση της παρ. 1 του άρθρου 41 για την ένταξη στο ειδικό καθεστώς. Σε κάθε περίπτωση, μπορούν να επιλέξουν την ένταξή τους στο κανονικό καθεστώς ΦΠΑ.
Αναστολή καταβολής του φόρου στην αγορά ή εισαγωγή καινούργιου μηχανολογικού εξοπλισμού (ΚΥΑ Π.2869/1987)
Επιχειρήσεις που υπάγονται: Οι διατάξεις της ανωτέρω ΚΥΑ Π.2869/1987 καταλαμβάνουν περιοριστικά, μόνον, έξι (6) συγκεκριμένες κατηγορίες επιχειρήσεων, ήτοι βιομηχανικές, βιοτεχνικές, μεταλλευτικές, λατομικές, ξενοδοχειακές και αγροτικές επιχειρήσεις που έχουν ενταχθεί (υποχρεωτικά ή προαιρετικά) στο κανονικό καθεστώς ΦΠΑ. Σημειώνεται, ότι στην ανωτέρω υπουργική απόφαση δεν υπάγονται οι εμπορικές επιχειρήσεις και οι επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών.