Με αφορμή την παρουσίαση του βιβλίου της, Μαγικοί Καθρέφτες, το Σάββατο 4 Μαρτίου, στις 6.00, στο Ισόγειο της Βιβλιοθήκης Σπάρτης, η Νατάσα Κονιδιτσιώτη μίλησε για τον εαυτό της, τη συγγραφή, το παραμύθι, αλλά και τα μελλοντικά της σχέδια.
Ψυχολογία, Παραμύθι Νεότητα … Ιδιόμορφο κράμα φαντάζει η Νατάσα Κονιδιτσιώτη. Ας ξεκινήσουμε από τα βασικά, λοιπόν … Τι είναι αυτό που σε οδήγησε σε αυτήν τη μορφή έκφρασης;
– Το παραμύθι υπήρχε στη ζωή μου από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου. Είχα την τύχη να μεγαλώσω με έναν υπέροχο παππού και μια γελαστή γιαγιά που μου έλεγαν παραμύθια. Στο σπίτι το παραμύθι δεν το είχαμε για καληνύχτα. Ήταν το παιχνίδι μας. Με τους γονείς μου δραματοποιούσαμε τα παραμύθια. Έχω εικόνες από τη μαμά μου να πλένει το μήλο της Χιονάτης, ή τον μπαμπά μου να προσπαθεί να στερεώσει το γοβάκι της Σταχτοπούτας πάνω σε ένα μαξιλάρι κι εγώ να σκέφτομαι «Ευτυχώς που δεν είναι γυάλινο! Πρέπει όμως να ζητήσω από τον Άγιο Βασίλη τακούνια στο νούμερό μου, δεν κάνουμε δουλειά έτσι»!
Είχα μεγάλη λαχτάρα να μάθω να διαβάζω και να γράφω, δεν μπορούσα να περιμένω μέχρι να πάω σχολείο. Έτσι έμαθα ανάγνωση φωτογραφίζοντας τις λέξεις από το βιβλίο της Κοκκινοσκουφίτσας. Ε πέρασαν τα χρόνια… βρίσκω πια τακούνια στο νούμερό μου, διαβάζω, γράφω και ως ψυχολόγος βλέπω ότι το λαϊκό παραμύθι σχετίζεται άμεσα με την επιστήμη μου, οπότε μετά από όλα αυτά… πώς να μην διαλέξω αυτή τη μορφή έκφρασης;
Λένε ότι τα παραμύθια δεν είναι αλήθεια, αλλά σίγουρα δεν είναι και ψέματα! Εσύ θεωρείς ότι τελικά είναι ένας τρόπος μεγέθυνσης της ζωής;
– Τα λαϊκά παραμύθια είναι ο καθρέφτης της ψυχής μας! Είναι η ίδια η ζωή. Και στη ζωή υπάρχουν όλα και το όμορφο και το άσχημο και η αλήθεια και το ψέμα. Με τη διαφορά ότι τα «ψέματα» των παραμυθιών είναι τόσο μεγάλα και τόσο φανερά ακριβώς για να γίνονται αντιληπτά από όλους. Το παραμύθι σε καλεί να μπεις σε έναν φανταστικό κόσμο. Άλλο ψεύτικος κόσμος και άλλο φανταστικός. Όταν λοιπόν δέχεσαι αυτόν τον παραμυθιακό κώδικα, τότε το «ψέμα» αμέσως παίρνει τη μορφή «συμφωνίας». Το παραμύθι δεν έχει στόχο να παραπλανήσει ή να μικρύνει το παιδί, ίσα ίσα θέλει να το μεγαλώσει. Και αν παρατηρήσεις θα δεις ότι στα λαϊκά παραμύθια δεν υπάρχουν ανακρίβειες. Για παράδειγμα μπορώ να πω ότι ένας γίγαντας είχε το ένα πόδι στην Ανατολή και το άλλο στη Δύση, αλλά δεν μπορώ να πω ότι ένα ψάρι ζούσε στο δάσος.
Από την άλλη αυτό που κρύβει ο καθένας μέσα στην ψυχή του, έχει πάντα υποκειμενικό μέγεθος. Το ζήτημα που απασχολεί κάποιον μπορεί εσένα να σου φαίνεται σαν μια σαυρούλα, αλλά για εκείνον να μοιάζει με πελώριο δράκο! Είναι η δική του αλήθεια απέναντι στη δική σου. Σίγουρα κανείς από τους δύο δεν είναι ψεύτης.
Κάθε παραμύθι τοποθετείται σ’ ένα άχρονο πλαίσιο … Να υποθέσω ότι δεν έχεις καλή σχέση με το χρόνο ή μήπως η συγγραφή είναι ένας τρόπος να τον παρακάμπτεις, να τον εξαπατάς και να τον παροπλίζεις;
– Ο Jung έλεγε ότι τα λαϊκά παραμύθια είναι μέρος του «συλλογικού ασυνείδητου», δηλαδή των αρχέτυπων ιδεών που έχουν αποτυπωθεί από γενιά σε γενιά και έχουν εγγραφεί ανεξαιρέτως χρόνου και τόπου μέσα μας. Για αυτό και εξελίσσονται στον τόπο και το χρόνο που είμαστε όλοι ίδιοι. Πάνω στην αοριστία του «Μια φορά κι έναν καιρό», με πρωταγωνιστές κάποιους που δεν αναφέρεται καν το όνομά τους, μπορούμε να προβάλλουμε τον εαυτό μας, να ταυτιστούμε με την καλή και κυρίως την κακή μας πλευρά. Γιατί οι ήρωες των παραμυθιών είμαστε εμείς.
Τώρα εγώ προσπαθώ να τα έχω καλά με τον χρόνο. Καλύτερα σύμμαχος, παρά εχθρός! Αλλά ο Χρόνος έχει μια γυναίκα που τη λένε Ώρα και πολλές κόρες, τις Στιγμές. Ε αυτές είναι περίεργες ώρες-ώρες και ανυπόμονες! Οπότε ναι, άμα τα βάζω με την κυρα- Ώρα ή με καμία από τις Στιγμές, τότε γράφω για να νιώσω καλύτερα και να μη μαλώσουμε! Όχι τίποτα άλλο τις βρίσκεις συνέχεια μπροστά σου μετά!
Ευτυχισμένο Τέλος | Συχνά το γυρεύουμε μέσα στις ιστορίες. Το θεωρείς νομοτέλεια για την κατάληξη ενός παραμυθιού;
– Ιστορίες και λαϊκό παραμύθι είναι διαφορετικά πράγματα. Θα ήθελα να το αναφέρω αυτό με την ευκαιρία γιατί η αλήθεια είναι ότι σήμερα χρησιμοποιούμε τον όρο παραμύθι καταχρηστικά. Κάθε ιστορία ή κάθε κείμενο φορτωμένο με υποκοριστικά-γλωσσοδέτες, με φανταχτερά χρώματα και μια νεράιδα μέσα, έτσι για το καλό, δεν αποτελεί παραμύθι μόνο και μόνο επειδή απευθύνεται σε παιδιά. Το λαϊκό παραμύθι είναι ένα πολύ συγκεκριμένο λογοτεχνικό είδος με τους δικούς του κανόνες και ύφος.
Για να επιστρέψω στην ερώτησή σου, ναι το λαϊκό παραμύθι νομοτελειακά θέλει το καλό και το δίκαιο. Και συνήθως αφού ο ήρωας θα έχει δοκιμαστεί για το θέλω του, το δίκαιο θα είναι να έχει αίσιο τέλος η περιπέτειά του. Είναι η ανταμοιβή του που δεν λιποψύχησε. Το βασίλειο συμβολίζει τη λύτρωση και την αυτοπραγμάτωση. Οι ήρωες ζουν καλά για να ζήσουμε εμείς καλύτερα, για να βρούμε κι εμείς το δικό μας «βασίλειο».
Ποιά είναι τα επόμενα βήματα; Θα σε δούμε να δοκιμάζεις ποίηση, μυθιστόρημα ή άλλες μορφές συγγραφής;
– Την ποίηση τη δοκιμάζω -κι αυτή με τη σειρά της «με τρώει»- εδώ και χρόνια. Μπορεί να είναι άλλο είδος, αλλά η ουσία της είναι πιο κοντά από ότι φανταζόμαστε με το παραμύθι. Πέρα από τα καθαρά ποιητικά μέρη κυρίως σε δεκαπεντασύλλαβο που συναντάμε στα λαϊκά παραμύθια, υπάρχει ο ρυθμός και κυρίως οι εικόνες. Η ποίηση φυσικά δεν είναι μόνο έμμετρη, είναι όμως «εικονοφόρα» και χρειάζεται έστω έναν εσωτερικό ρυθμό ακόμα και στην ελεύθερη μορφή της. Ναι το επόμενο βήμα σκοπεύω να είναι στο δρόμο της ποίησης, αρκεί να τα έχω καλά με τον Χρόνο, την Ώρα και τις Στιγμές…