ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑΣ ΚΑΙ ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑΣ
ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΛΑΚΩΝΙΑΣ
ΓΡΑΦΕΙΟ ΣΧΟΛΙΚΩΝ ΣΥΜΒΟΥΛΩΝ
ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΗΜΕΡΙΔΑ
Ο ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ
ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ
ΩΣ ΤΙΣ ΜΕΡΕΣ ΜΑΣ
Συνεργασία: Σύνδεσμος Φιλολόγων Λακωνίας
Ινστιτούτο Έρευνας Βυζαντινού Πολιτισμού
Μυστράς, 4 Μαρτίου 2017 (9.30 π.μ.-9.30 μ.μ.)
Π Ρ Ο Γ Ρ Α Μ Μ Α
Σάββατο, 4 Μαρτίου 2017
09.30: Έναρξη εργασιών ημερίδας από τον Σχολικό Σύμβουλο Μανώλη Μ. Στεργιούλη
Πρώτη συνεδρία
Πρόεδρος: Δημήτριος Θ. Βαχαβιώλος, δ.φ.
Καθηγητής Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης
09.40-10.00: Ο πληθυσμός της Μικράς Ασίας κατά τους πρώιμους βυζαντινούς αιώνες (4oς-7ος αι. μ. Χ.): οι επιγραφικές μαρτυρίες
Αικατερίνη Μουσαδάκου, ΜΑ
Καθηγήτρια Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης
10.00-10.20: Περιδιαβαίνοντας τα αρχαία, ελληνιστικά και ρωμαϊκά θέατρα της Μικράς Ασίας
Αγγελική Αργειτάκου, ΜΑ
Καθηγήτρια Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης
10.20-10.40: Η οικονομική ανάπτυξη του νεοελληνικού κράτους κατά τον 19ο αιώνα και οι κοινωνικοί και ιδεολογικοί δεσμοί με τη Μ. Ασία :
τα μεταλλεία της Μπάλιας-Καραϊντίν
Μαρία Κεκροπούλου, δ.φ.
Σχολική Σύμβουλος Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης
10.40-11.00: Η εκπαίδευση στον Μικρασιατικό Ελληνισμό πριν από την Καταστροφή του 1922
Μαρία Κουντούρη
Διευθύντρια Γενικού Λυκείου Μονεμβασίας
11.00-11.15: Συζήτηση
11.15-11. 30: Διάλειμμα
Δεύτερη συνεδρία
Πρόεδρος: Αναστάσιος Παπαναστασίου
Φιλόλογος-Προϊστάμενος Εκπαιδευτικών Θεμάτων Δ.Ε. Λακωνίας
11.30-11.50: Μονῳδία ἐπὶ Σμύρνῃ…
Ιωάννης Π. Σταμουλάκης, δ.φ.
Σύμβουλος Α’ του ΥΠ.Π.Ε.Θ.
11.50-12.10: Η ελληνική παιδεία στη Σπάρτη της Μικράς Ασίας
Κωνσταντίνα Ντανάκα, ΜΑ
Καθηγήτρια Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης
12.10-12.30: «Μικρασία, Χαίρε».
Ο ξεριζωμός του Ελληνισμού της Μικράς Ασίας μέσα από μαρτυρίες
Παναγιώτα Κρητικάκου
Καθηγήτρια Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης
12.30-12.50: Η ζωή, η δράση και το μαρτυρικό τέλος του Μητροπολίτη Σμύρνης Χρυσοστόμου
Ανδρέας Μοράτος
Φιλόλογος-Θεολόγος
12.50-13.15: Συζήτηση
Τρίτη συνεδρία
Πρόεδρος: Ιωάννης Κονδυλόπουλος, ΜΑ
Καθηγητής Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης
18.00-18.20: Asa Jennings: Η συμβολή του στη σωτηρία των προσφύγων της Μικράς Ασίας
Ιωάννης Τσουλόγιαννης, δ.φ.
Καθηγητής Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης
18.20-18.40: Πρόσφυγες στη Λακωνία μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή
Ευαγγελία Μπέτα
Φιλόλογος
Κωνσταντίνος Δρογκάρης
Ιατρός-Ερευνητής Τοπικής Ιστορίας
18.40-19.00: Μικρασιάτες πρόσφυγες στη Σπάρτη και η αστική τους αποκατάσταση
Δήμητρα Σταθοπούλου, δ.φ.
Σχολική Σύμβουλος Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης
19.00-19.20: Ιχνηλατώντας το στίγμα της Μικρασιατική Καταστροφής στο Μυθιστόρημα του Γιώργου Σεφέρη
Μανώλης Μ. Στεργιούλης, δ.φ.
Σχολικός Σύμβουλος Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης
19.20-19.35: Συζήτηση
19.35-19.50: Διάλειμμα
Τέταρτη συνεδρία
Πρόεδρος: Δημήτρης Κατσαφάνας
Φιλόλογος-Συγγραφέας
19.50-20.10: Η ένδον Μικρά Ασία του Ηλία Βενέζη. Προτάσεις ερμηνείας με επίκεντρο την προσήλωση στο όραμα της χαμένης πατρίδας
Παναγιώτα Λάσκαρη
Καθηγήτρια Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης
20.10-20.30: Στης Ίδης τα ριζά: οι ρίζες της νοσταλγίας για τη χαμένη πατρίδα και το έργο του Δημήτρη Καμίτζου
Ιωάννης Κονδυλόπουλος, ΜΑ
Καθηγητής Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης
20.30-20.50: Χρονογράφοι και χρονογραφήματα στις εφημερίδες της Σμύρνης.
Παναγιώτης Ξηντάρας, δ.φ.
Επίτ. Σχολικός Σύμβουλος Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης
20.50-21.10: Φώτης Κόντογλου: από τις Κυδωνίες (Αϊβαλί) της Μικράς Ασίας στον βυζαντινό Μυστρά
Μεταξία Παπαποστόλου, δ.φ.
Διευθύντρια 4ου Γυμνασίου Σπάρτης «Γιάννης Ρίτσος»
21.10-21.25: Συζήτηση
21.25-21.35: Συνόψιση των εργασιών της διημερίδας.
Ευγενία Ντελή
Καθηγήτρια Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης
ΠΕΡΙΛΗΨΕΙΣ ΕΙΣΗΓΗΣΕΩΝ
Αγγελική Αργειτάκου, ΜΑ
Καθηγήτρια Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης
Περιδιαβαίνοντας τα αρχαία, ελληνιστικά και ρωμαϊκά θέατρα της Μικράς Ασίας
Η έρευνα, μέχρι σήμερα, δεν έχει αντιμετωπίσει συνολικά τα αρχαία θέατρα της Μικράς Ασίας, ώστε να οριστικοποιήσει τα συμπεράσματά της. Σε πρόσφατη μελέτη (2010), στη σημερινή Τουρκία μόνο έχουν καταγραφεί τα 140, με σαφήνεια ταξινομημένα, τα 46 ελληνικού τύπου και 65 ρωμαϊκού, τα άλλα αταξινόμητα. Η πλειονότητά τους συγκεντρώνεται στα παράλια του Αιγαίου και της Μεσογείου (Αιολίδα, Ιωνία, Καρία, Λυκία, Παμφυλία κ.λπ). Στην περιοχή της Ιωνίας σώζονται επτά θέατρα, ανάμεσά τους τα αρχαιότερα της Πριήνης ή της Φώκαιας. Η σκηνή της Πριήνης θεωρείται η αρχαιότερη (προ του 340 π.Χ.) λίθινη. Τα ελληνιστικού τύπου, μαρμάρινα, ακολουθούν το πρότυπο της οικοδόμησης του αρχαίου ελληνικού θεάτρου και εξαπλώνονται κυρίως μετά τη διάβαση του Μεγάλου Αλεξάνδρου από τη Μικρά Ασία. Μια τοπική αρχιτεκτονική παράδοση εξελίχθηκε αργότερα στα θέατρα των Ρωμαϊκών-Αυτοκρατορικών χρόνων, όπου συντελούνται μεγάλες αλλαγές με την πολυτέλεια της γλυπτικής διακόσμησης και την προσθήκη διαδρόμων, τις «ψαλίδες» ή «ψελίδες». Δεν είναι υπερβολική η άποψη ότι η αρχιτεκτονική των ελληνιστικών θεάτρων αναπτύχθηκε ουσιαστικά στις πόλεις της Μικράς Ασίας. Από τη μεταβατική περίοδο της ελληνιστικής προς τη ρωμαϊκή εποχή αλλάζει και η θεματολογία των έργων και δημιουργείται ένας νέος τύπος θεάτρων, ο λεγόμενος μικρασιατικός- ρωμαϊκός, που συνδυάζει τον ελληνικό και ρωμαϊκό τύπο: το κοίλο μεγαλύτερο, η σκηνή μνημειώδης και πολυώροφη. Στην Άσπενδο της Παμφυλίας, το θέατρο θεωρείται το καλύτερα διατηρημένο της αρχαιότητας.
Η περιδιάβασή μας περιλαμβάνει: Πριήνη, Ακρόπολη της Περγάμου, Λητώο, Ιασσό, Τερμησσό, Μαγνησία του Μαιάνδρου, Μύρα της Λυκίας, Σέλγη, Πέργη, Αιζανού, Ιεράπολη Φρυγίας, Άσπενδο κ.λ.π.
Μαρία Κεκροπούλου, δ.φ.
Σχολική Σύμβουλος Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης
Η οικονομική ανάπτυξη του νεοελληνικού κράτους κατά τον 19ο αιώνα και οι κοινωνικοί και ιδεολογικοί δεσμοί με τη Μ. Ασία : τα μεταλλεία της Μπάλιας-Καραϊντίν
Η οικονομική ανάπτυξη για το νεοσύστατο ελληνικό κράτος ήταν μονόδρομος και σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται η μεταλλευτική δραστηριότητα της εταιρείας Ιλαρίων Ρου και Σία, στην περιοχή του Λαυρίου. Ο Ανδρέας Κορδέλλας, μεταλλειολόγος μηχανικός, ως υπάλληλος στο ελληνικό Υπουργείο Εσωτερικών, θα συνεισφέρει, με τις θεωρητικές του γνώσεις, στη σύνταξη του περίφημου Περί Μεταλλείων Νόμου, στον οποίο θα στηριχθούν όλες οι αδειοδοτήσεις σε εγχώριες και ξένες εταιρείες εκμετάλλευσης μεταλλείων. Ως Γενικός Διευθυντής των μεταλλείων του Λαυρίου θα υποστηρίξει με τις τεχνικές του γνώσεις την ανάπτυξη της συγκεκριμένης επιχείρησης. Γεννημένος στη Σμύρνη, θα μεταβεί στο Φράιμπουργκ, για να σπουδάσει μεταλλειολόγος μηχανικός, «διά να ωφελήσει την πατρίδα», όπως γράφει στο Ημερολόγιό του, και θα συνεχίσει με σπουδές εξειδίκευσης στη νομοθεσία των μεταλλείων. Στενός συνεργάτης του Σερπιέρι, θα επιχειρήσει να υλοποιήσει το άνοιγμα της μεταλλευτικής δραστηριότητας της εταιρείας στη Μικρά Ασία. Πράγματι, θα πραγματοποιήσει τρία ταξίδια στη Μπάλια, όχι μόνο για να μελετήσει το υπέδαφός της περιοχής αλλά και για να επιτύχει την παραχώρηση (1878) από την Οθωμανική Αυτοκρατορία για 99 χρόνια των μεταλλείων για λογαριασμό της Ελληνικής Εταιρείας Μεταλλείων Λαυρίου. Σε ένα τρίτο του ταξίδι, για να παρακολουθήσει την εξέλιξη των εργασιών, λίγα χρόνια αργότερα, η υποδοχή θα αναδείξει όχι μόνο την οικονομική πλευρά του εγχειρήματος αλλά και τον ιδεολογικό συμβολισμό που προσλαμβάνει η ανάπτυξη της περιοχής. Οι γενικότεροι σχεδιασμοί επέκτασης της μεταλλευτικής δραστηριότητας της εταιρείας εντάσσονται στον τρόπο οικονομικής διείσδυσης στην Ανατολή, σχέδιο που υλοποίησε ο Ρότσιλντ στην εκμετάλλευση των μεταλλείων στην Ισπανία πρώτα και αργότερα στην Ελλάδα, μέσω του Ιλαρίωνα Ρου, οικονομικού του πράκτορα. Με τον ίδιο τρόπο, θα λειτουργήσει και ο Ανδρέας Κορδέλλας επεκτείνοντας τη μεταλλευτική δραστηριότητα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Με την παρούσα εισήγηση καταγράφονται οι κοινωνικές προεκτάσεις, ο ρόλος και η δράση της αστικής τάξης της Μικράς Ασίας στη δημιουργία ενός ισχυρού ελληνικού κέντρου, ως σημείου αναφοράς του ελληνισμού, και ο ιδεολογικός συμβολισμός που καταδεικνύει τη στενή σχέση οικονομικής και εθνικής του αναγέννησης.
Ιωάννης Κονδυλόπουλος, ΜΑ
Καθηγητής Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης
Στης Ίδης τα ριζά: οι ρίζες της νοσταλγίας για τη χαμένη πατρίδα και το έργο του Δημήτρη Καμίτζου
Η Μικρασιατική καταστροφή και ο ξεριζωμός του Ελληνισμού από τις προαιώνιες πατρίδες της καθ’ ημάς Ανατολής αποτελούν δύο από τα κύρια θέματα της λογοτεχνίας μας. Η νοσταλγική αναπόληση του χαμένου Παραδείσου αποτελεί σταθερά στο έργο των λογοτεχνών από την αιολική και ιωνική γη που κατέφυγαν στον ελλαδικό χώρο, μετά τα τραγικά γεγονότα της περιόδου 1914-1922. Ένας από αυτούς ήταν ο Δημήτρης (Μήτσος) Καμίτζος, που γεννήθηκε (1884) και ανδρώθηκε στον Γκιουρέ της Μ. Ασίας, στους πρόποδες της αρχαίας Ίδης, αλλά έζησε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στη βόρεια Λέσβο, μέχρι το θάνατό του, το 1979. Ενεργό μέλος της πνευματικής ζωής του νησιού, κατά την περίοδο που αποκαλείται «λεσβιακή άνοιξη», αποσύρθηκε σταδιακά από την κοινωνική ζωή, επιχειρώντας την επαφή με το αυθεντικό και την επανένωση με τη φύση. Οι δύο νουβέλες του, που εκδόθηκαν προς το τέλος της ζωής του, το «Σαχίν» (1970) και ο «Πέτρος Μπιζάνης» (1977), αποτελούν το επιστέγασμα αυτού του μυητικού ταξιδιού, που είχε οδηγό τη μνήμη και προορισμό τον Παράδεισο των παιδικών χρόνων, εκεί, στα ριζά της αρχαίας Ίδης. Με την παρούσα εισήγηση θα προσπαθήσουμε να αναζητήσουμε τις ρίζες της νοσταλγίας ενός Μικρασιάτη λογοτέχνη που παραμένει εν πολλοίς άγνωστος εκτός Λέσβου.
Μαρία Κουντούρη
Διευθύντρια Γενικού Λυκείου Μονεμβασίας
Η εκπαίδευση στον Μικρασιατικό Ελληνισμό πριν από την Καταστροφή του 1922
Ο Μικρασιατικός Ελληνισμός με τη μακραίωνη παρουσία του στα παράλια, το εσωτερικό και την ευρύτερη περιοχή, που σήμερα ορίζεται ως Τουρκία, άφησε βαθύ το στίγμα του σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής στις περιοχές όπου έζησε και αναπτύχθηκε. Ειδικότερα, στην εκπαίδευση, πολλές δεκαετίες πριν εξαναγκαστούν να εγκαταλείψουν τις πατρογονικές τους εστίες, οι Μικρασιάτες ‘Ελληνες από τα παράλια του Πόντου στον βορρά έως την Ιωνική Σμύρνη, την Προύσα, τα Βουρλά, αλλά και τη Μάκρη και το Λιβίσι, στα νοτιοδυτικά, ανέλαβαν το μεγάλο έργο της μόρφωσης των νέων με τη μεταλαμπάδευση σύγχρονων γνώσεων και διαχρονικών αξιών στην κατεύθυνση της δημιουργίας ολοκληρωμένων ανθρώπων. Με οδηγό και κύριο συμπαραστάτη, στις περισσότερες περιπτώσεις, την Εκκλησία και με την ολοκληρωτική αφιέρωση φωτισμένων πνευματικών ανθρώπων, οι ελληνικές κοινότητες της Μ. Ασίας έφεραν σε πέρας το τιτάνιο έργο της δημιουργίας, στελέχωσης και λειτουργίας εκπαιδευτηρίων που όχι μόνο δεν είχαν να ζηλέψουν τίποτα από ανάλογα ιδρύματα της πολιτισμένης Ευρώπης, αλλά αποτέλεσαν σημείο αναφοράς και πρότυπο για μίμηση. Σε αυτή, λοιπόν, την εκπαιδευτική δραστηριότητα, όπως εκδηλώθηκε και αναπτύχθηκε μέχρι τη μεγάλη Έξοδο του 1922, αναφέρεται η παρούσα εισήγηση διεκδικώντας όχι τυχόν «εύσημα» επιστημονικής πληρότητας αλλά την προσωπική και –ελπίζω- «συλλογική» ικανοποίηση από τη μικρή, συμβολική απότιση φόρου τιμής σε επώνυμους και ανώνυμους δασκάλους, μαθητές, ευγενικούς χορηγούς και πολίτες της Ανατολίας των Ελλήνων.
Παναγιώτα Λάσκαρη
Καθηγήτρια Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης
Η ένδον Μικρά Ασία του Ηλία Βενέζη. Προτάσεις ερμηνείας με επίκεντρο την προσήλωση στο όραμα της χαμένης πατρίδας
Αν η πατρίδα δεν είναι το κράτος, ούτε το όποιο ‘’εθνικό’’ ιδεολόγημα• αν η πατρίδα εμπειρικά αισθητοποιεί την οικείωση του κοινωνικού γεγονότος μέσα από σχέσεις αμεσότητας, τρυφερής εγγύτητας, ερωτικής συνάφειας με τον τόπο και τους ανθρώπους• αν η πατρίδα ως ολοκληρία σχέσεων μορφοποιεί δεσμούς φιλίας συναγωγούς και συγκροτεί την ιστορική και συλλογική συνείδηση• αν η πατρίδα σμιλεύει την αλήθεια της στο βάθος του χρόνου σε όλες τις εκφάνσεις της πολιτισμικής της ανάπτυξης και σαρκώνεται στη μήτρα της κοινής–πάτριας γλώσσας, τότε, για τον μελετητή του έργου του Ηλία Βενέζη αποτελεί μιαν «εύγλωττη» διαπίστωση το γεγονός ότι αυτή η πατρίδα και η εσωτερικευμένη αλήθεια της, η ένδον Μικρά Ασία, εμπνέει και διαπνέει σύνολη τη δημιουργία του. Πρόθεση της πραγμάτευσης του συγκεκριμένου θέματος είναι η παρουσίαση προτάσεων ερμηνείας και κριτικής προσέγγισης του έργου του Βενέζη σε ζητήματα που αφορούν τόσο στη θεματολογία, στην τεχνοτροπία και στο ύφος του όσο και στην οριστική διαμόρφωση της προσωπικής του κοσμοαντίληψης και βιοθεωρίας, με σημείο αναφοράς την ασάλευτη προσήλωση του συγγραφέα στο όραμα της χαμένης πατρίδας. Μια τέτοια, βέβαια, θεώρηση αυτόχρημα ωθεί τον μελετητή στη διατύπωση του ακόλουθου ερωτήματος: τελικά, στον Βενέζη, η προσήλωση στη χαμένη πατρίδα διολισθαίνει σε μια ιδεοληψία, σε μιαν ανικανοποίητη, χωρίς αντίκρισμα εμμονή, που σταδιακά υπονομεύει την αξία της πνευματικής του δημιουργίας, ή, παρακολουθώντας την εσωτερική πορεία του συγγραφέα, προοδευτικά «ενηλικιώνεται» και μεταστοιχειώνεται σε μια καθολική πρόταση νοήματος που διερμηνεύει το έργο του, δικαιώνει τη λογοτεχνική μοναδικότητά του και ακεραιώνει το συγγραφέα ως πρόσωπο; Η απόπειρα απάντησης στο ερώτημα αποτελεί μια πρόκληση για την κριτική με συνακόλουθη τη διαπίστωση ότι γι΄ αυτήν ο Βενέζης αποτελεί ακόμη «έδαφος παρθένο».
Παναγιώτα Κρητικάκου
Καθηγήτρια Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευση
«Μικρασία, Χαίρε». Ο ξεριζωμός του Ελληνισμού της Μικράς Ασίας μέσα από μαρτυρίες
Η παρούσα εισήγηση επιχειρεί να αποτυπώσει τις ποικίλες επιπτώσεις που προκάλεσε ο ξεριζωμός του Ελληνισμού της Μικράς Ασίας. Το πραγματολογικό της υλικό αποτελείται από επιλεγμένα κείμενα προσωπικών αφηγήσεων Μικρασιατών προσφύγων, πολλά από τα οποία έχουν δημοσιευθεί στο μνημειώδες έργο του Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών με τον τίτλο «Έξοδος».
Οι προσωπικές αυτές αφηγήσεις δεν προσεγγίζονται ως πηγή άντλησης άμεσων πληροφοριών για τον ξεριζωμό και την εγκατάσταση των προσφύγων στη νέα τους πατρίδα, αλλά ως διαμεσολαβημένες μαρτυρίες στις οποίες κυριαρχεί κυρίως το συναίσθημα. Το συναίσθημα, άλλωστε, είναι αυτό που προκαλεί τον αναγνώστη – ακροατή να συμπάσχει με τους αφηγητές και να αποτελέσει αφετηρία πολλαπλών προβληματισμών.
Ανδρέας Μοράτος
Φιλόλογος-Θεολόγος
H ζωή, το έργο και το μαρτυρικό τέλος του Μητροπολίτη Σμύρνης Χρυσοστόμου
Μία από τις επιβλητικότερες μορφές του σύγχρονου Ελληνισμού είναι αναμφίβολα η απαστράπτουσα προσωπικότητα του μαρτυρικού Μητροπολίτη Σμύρνης Χρυσοστόμου (κατά κόσμον Καλαφάτη), ο οποίος, γεννημένος και μεγαλωμένος σε πολύτεκνη οικογένεια στην Τρίγλια της Προποντίδας, κοντά στα Μουδανιά, αποφοίτησε αριστούχος από τη Θεολογική Σχολή της Χάλκης (1891), για να ανέλθει, αργότερα, στον μητροπολιτικό θρόνο της Δράμας (1902-1910) και κατόπιν της Σμύρνης (1910-1922). Η σφραγίδα που άφησε με το πολύπλευρο εθνικό, κοινωνικό, πολιτιστικό και φιλανθρωπικό του έργο –παράλληλα φυσικά με το εκκλησιαστικό– απ’ όπου κι αν πέρασε, παραμένει μέχρι σήμερα ανεξίτηλη στον νου και την καρδιά όλων των Ελλήνων απανταχού της Γης. Ο μαρτυρικός του θάνατος –αυτονόητος για τον ίδιο, αδιανόητος για όλους τους ξένους πολιτικούς και εκκλησιαστικούς αξιωματούχους της Σμύρνης, που επανειλημμένα του πρόσφεραν ασφαλή τρόπο διαφυγής– αποτελεί οδυνηρό ορόσημο διακοπής της μακραίωνης παρουσίας του Ελληνισμού στη μικρασιατική γη.
Αικατερίνη Μουσαδάκου, ΜΑ
Καθηγήτρια Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης
Ο πληθυσμός της Μικράς Ασίας κατά τους πρώιμους βυζαντινούς αιώνες (Δ΄-Ζ΄ αι. μ. Χ.): οι επιγραφικές μαρτυρίες
Η περιοχή της Μικράς Ασίας, κατά την πρώιμη βυζαντινή εποχή, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως πληθυσμιακό «χωνευτήρι» εθνοτήτων και πολιτισμών. Για τη μελέτη των δημογραφικών στοιχείων του πληθυσμού της Μικράς Ασίας, μετά την παρακμή των αυτόνομων ελληνικών πόλεων, πολύτιμη μαρτυρία αποτελεί το επιγραφικό υλικό. Οι σωζόμενες επιγραφές -επιτύμβιες ή κτητορικές- ανά τη Μικρά Ασία πιστοποιούν την επικράτηση της ελληνικής γλώσσας και του χριστιανισμού, ενώ, παράλληλα, μας προσφέρουν γόνιμο πεδίο έρευνας των οικονομικών και κοινωνικών συνθηκών της πρώιμης βυζαντινής περιόδου στη γη της Ιωνίας.
Ευαγγελία Μπέτα
Φιλόλογος
Κωνσταντίνος Δρογκάρης
Ιατρός-Ερευνητής Τοπικής Ιστορίας
Πρόσφυγες στη Λακωνία μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή
Η Μικρασιατική Καταστροφή είχε ως αποτέλεσμα οι ελληνορθόδοξοι πληθυσμοί από τη Μικρά Ασία, τον Πόντο και την Ανατολική Θράκη να εγκαταλείψουν τις πατρογονικές τους εστίες και να έλθουν στην Ελλάδα ως πρόσφυγες. Δεν υπήρξε σχεδόν περιοχή που να μη δέχθηκε πρόσφυγες, με τη Λακωνία να μην αποτελεί εξαίρεση, παρά το γεγονός ότι στην Πελοπόννησο δεν παρατηρήθηκε υψηλό ποσοστό εγκατάστασης προσφύγων.
Πύλη εισόδου των προσφύγων στη Λακωνία ήταν το Γύθειο, σημαντικό λιμάνι κατά την περίοδο του μεσοπολέμου. Οι πρώτοι πρόσφυγες έφθασαν στο Γύθειο τον Οκτώβριο του 1922, προερχόμενοι από τον Πειραιά. Η πρώτη απογραφή των προσφύγων, που έγινε τον Απρίλιο του 1923, έδειξε ότι στη Λακωνία έφθασαν 4004 πρόσφυγες, οι οποίοι ήσαν κατανεμημένοι ως εξής: στην επαρχία Γυθείου 985 (εκ των οποίων στο Γύθειο 940), στην επαρχία Λακεδαίμονος 1994 (εκ των οποίων στη Σπάρτη 751), στην επαρχία Επιδαύρου Λιμηράς 1016 και στην επαρχία Οιτύλου 9.
Αρχικά, η κινητικότητα των προσφύγων ήταν μεγάλη, καθώς ήθελαν οι ίδιοι να διαπιστώσουν τις δυνατότητες που προσέφερε κάθε περιοχή, προκειμένου να καταλήξουν εκεί όπου θεωρούσαν ότι υπήρχαν οι προσφορότεροι όροι για την εγκατάστασή τους. Έτσι, κατά την απογραφή του 1928 οι αριθμοί έχουν αλλάξει: το σύνολο των προσφύγων που βρίσκονται στη Λακωνία είναι 1312, εκ των οποίων 693 στην επαρχία Λακεδαίμονος, 368 στην επαρχία Γυθείου, 218 στην επαρχία Επιδαύρου Λιμηράς και 33 στην επαρχία Οιτύλου. Οι περισσότεροι από αυτούς προέρχονταν από τη Μικρά Ασία και τον Πόντο. Τελικά, για την αποκατάσταση των προσφύγων στη Λακωνία δημιουργήθηκαν τρεις προσφυγικοί συνοικισμοί: στο Καστόρι (Νέα Λιβερά), κατά το 1925 – 1926, στο Γύθειο, κατά το 1931, και στη Σπάρτη, κατά τις αρχές της δεκαετίας 1970.
Κωνσταντίνα Ντανάκα, ΜΑ
Καθηγήτρια Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης
Η ελληνική παιδεία στη Σπάρτη της Μικράς Ασίας
Οι ρίζες των Ελλήνων της Σπάρτης της Μικράς Ασίας χάνονται εκεί που σβήνει η Ιστορία, ανάμεσα στα νεφελώματα του μύθου και των θρύλων. Τα πρώτα δείγματα της εμφάνισής τους τοποθετούνται πέρα από τον 12ο αιώνα π.Χ. και, με μια πολυκύμαντη διαδρομή ανάμεσα στους αιώνες, φθάνει μέχρι τις μέρες μας. Εκτιμώντας ως μοναδικό όπλο την πνευματική τους υπεροχή έριξαν όλο το βάρος της μειονότητας στην ανάπτυξη της Παιδείας. Ήδη, από τις αρχές του 19ου αιώνα, λειτουργούσαν σχολεία τα οποία στηρίζονταν στην αλληλοδιδακτική μέθοδο. Στις αρχές του 20ού αιώνα, η Σπάρτη διέθετε δύο μεικτά Νηπιαγωγεία, ένα εξατάξιο Παρθεναγωγείο και ένα δεκατάξιο Αρρεναγωγείο. Η εποπτεία της λειτουργίας των σχολείων είχε ανατεθεί σε πενταμελή Σχολική Εφορία που, εκτός από την οικονομική διαχείριση, ασκούσε έλεγχο στο διδακτικό προσωπικό και στους μαθητές. Το Αναλυτικό Πρόγραμμα των μαθημάτων καταρτιζόταν από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, ενώ την υψηλή εποπτεία είχε το τουρκικό Υπουργείο Παιδείας. Με τον μεγάλο σεισμό του 1914, τα σχολεία καταστρέφονται και οι Τούρκοι απαγορεύουν τις επιδιορθώσεις. Τα σχολεία επαναλειτούργησαν μετά την ανακωχή του 1918, αλλά μόνο για δύο χρόνια, καθώς το 1920 τα ελληνικά σχολεία της Σπάρτης έκλεισαν οριστικά, εξαιτίας των διωγμών των Ελλήνων, της εξορίας τους στα περιβόητα «τάγματα εργασίας» και των δυσβάστακτων οικονομικών βαρών.
Παναγιώτης Ξηντάρας, δ.φ.
Επίτ. Σχολικός Σύμβουλος Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης
Χρονογράφοι και χρονογραφήματα στις εφημερίδες της Σμύρνης
Το χρονογράφημα, ως κειμενικό είδος, δίνει τα διαπιστευτήριά του στον ελλαδικό χώρο, στις 20 Αυγούστου 1848, όταν ο Κωνσταντίνος Πωπ, ύστερα από έναν απογευματινό περίπατο, κατέγραψε τις εντυπώσεις του. Έκτοτε – δειλά στην αρχή, με γοργότερο ρυθμό στη συνέχεια – το νέο αυτό είδος λόγου εξελίσσεται και κατακτά όχι μόνο τον περιοδικό τύπο, αλλά επεκτείνεται, βαθμιαία, και στον ημερήσιο, «φιγουράροντας» στην πρώτη σελίδα.
Η παραπάνω, όμως, ημερομηνία-σταθμός σηματοδοτεί την έναρξη του μεικτού αυτού είδους (δημοσιογραφικού και συγχρόνως λογοτεχνικού) στον ελλαδικό χώρο.
Όμως, οι εφημερίδες της Σμύρνης προτρέχουν. Το χρονογράφημα κάνει την εμφάνισή του σε αυτές νωρίτερα, λ.χ. στην εφημερίδα “Ιωνικός Παρατηρητής” (14-2-1840) με μια ελκτική και συνάμα σχολιαστική περιγραφή χορού στην “Ευρωπαϊκή Λέσχη” προς τιμήν του αυστριακού πρίγκιπα Φρειδερίκου.
Δεκαεννιά χρόνια νωρίτερα, η γαλλική εφημερίδα της Σμύρνης “Le Spectateur Oriental” δημοσιεύει χαριτωμένα χρονογραφήματα με τίτλους “Ένα πρωί καλοκαιριού στη Σμύρνη” (2-6-1821) και το άλλο “Καμήλες και καραβάνια” (22-6-1822).
Όσο περνούν τα χρόνια, πυκνώνουν οι εκδόσεις νέων εφημερίδων (πολυχρόνιων, βραχύβιων και θνησιγενών). Σε πολλές από αυτές, όπως στη μακροβιότερη, την “Αμάλθεια” , το χρονογράφημα βρίσκει την έκφρασή του. Μάλιστα, στην αναφερόμενη εφημερίδα, ένα διάστημα (1907-1908) αποκτά επιθετικό χαρακτήρα, που εγγίζει τα όρια των λιβελογραφημάτων, καθώς στρέφεται με δριμύτητα εναντίον των γλωσσικώς αντιφρονούντων, των “μαλλιαρών”, όπως επαναλαμβάνει τον εν χρήσει υποτιμητικό χαρακτηρισμό.
Κατά κανόνα και στην εξελιγμένη μορφή του χρονογραφήματος, ο χρονογράφος αναδεικνύεται ένας εξευγενισμένος καθημερινός συνομιλητής και υπομνηματιστής των σημαντικών και ασήμαντων περιστατικών και συμβάντων, με τη βελούδινη πένα του, που τεχνουργεί τον λόγο και τον προσφέρει εύπεπτο στον αναγνώστη, για να τον απολαύσει. Οι πρόδρομες αυτές παρατηρήσεις καταλήγουν στη διαπίστωση ότι το χρονογράφημα καλλιεργήθηκε στις σμυρναϊκές εφημερίδες.
Στόχος, λοιπόν, της ανακοίνωσης αυτής είναι να εντοπίσει χρονογράφους και χρονογραφικά κείμενα και να αναδείξει τα γνωρίσματά τους, καθώς και ενδεχομένως να σταθεί σε άλλες – απρόβλεπτες αυτή τη στιγμή – συνιστώσες που πιθανόν να προκύψουν, κατά τη διερεύνηση του θέματος.
Μεταξία Παπαποστόλου, δ.φ.
Διευθύντρια 4ου Γυμνασίου Σπάρτης «Γιάννης Ρίτσος»
Φώτης Κόντογλου: από τις Κυδωνίες (Αϊβαλί) της Μικράς Ασίας στον βυζαντινό Μυστρά
Ο Φώτης Κόντογλου υπήρξε μια σύνθετη προσωπικότητα της νεοελληνικής τέχνης και των γραμμάτων μας. Αγιογράφος, Ζωγράφος, Συναξαριστής μιας ελληνικότητας, που στο έργο του περιλαμβάνει ως ενιαίο όλον την Αρχαιότητα, το Βυζάντιο και την «καθ` ημάς Ανατολή».
Ξεχώρισε για το έργο του, τη συνέπεια και το πάθος με το οποίο που αγωνίστηκε για τιμιότητα, αλήθεια και «ελληνικότητα» στον τόπο μας και στην τέχνη του.
Στην εισήγηση αυτή θα γίνει αναφορά στην καλλιτεχνική και πνευματική διαδρομή του, στην παρουσία του στον Μυστρά, όπου συντήρησε τις τοιχογραφίες του και εμπνεύστηκε από αυτές, καθώς και στο έργο του στην ευρύτερη περιοχή της Λακεδαίμονος.
Δήμητρα Σταθοπούλου, δ.φ.
Σχολική Σύμβουλος Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης
Μικρασιάτες πρόσφυγες στη Σπάρτη και η αστική τους αποκατάσταση
Σκοπός της ανακοίνωσης είναι να φέρει στο φως και να αναδείξει άγνωστες πτυχές της εγκατάστασης των Μικρασιατών προσφύγων στη Σπάρτη και της αστικής αποκατάστασής τους, μέσα από ανέκδοτες αρχειακές πηγές.
Ιωάννης Π. Σταμουλάκης, δ.φ.
Σύμβουλος Α’ του ΥΠ.Π.Ε.Θ.
Μονῳδία ἐπὶ Σμύρνῃ…
Στο πλαίσιο της παρούσας εισήγησης θα γυρίσουμε αιώνες πίσω, στη Σμύρνη του 2ου αι. μ.Χ., για να αφουγκραστούμε τον πόνο ανθρώπων μιας μακρινής εποχής μέσα από την προσωπική μαρτυρία ενός λαμπρού ρήτορα της δεύτερης σοφιστικής, που αγάπησε όσο κανείς άλλος αυτή την πανέμορφη πόλη, είδε τη δόξα και τον όλβο της, αλλά και έκλαψε πάνω στα συντρίμμια της, αποτέλεσμα μιας ολοκληρωτικής καταστροφής που προκάλεσε μεγάλος φονικός σεισμός, το 178 μ.Χ. Πρόκειται για τον Αίλιο Αριστείδη ―γεννήθηκε το 117 (;) μ.Χ. στην πόλη Αδριανού Θήρες της Μυσίας, αλλά πέρασε σχεδόν όλη του τη ζωή στη Σμύρνη―, ο οποίος αφιερώνει στους λόγους του αρκετές σελίδες απαράμιλλης ρητορικής δεξιοτεχνίας για την αγαπημένη του πόλη, ανάμεσα στους οποίους εξέχουσα θέση κατέχει ένας θρήνος, μια μονωδία που, όταν τη διαβάζει κανείς σήμερα από χρονική απόσταση αιώνων, ξυπνούνε μέσα του μνήμες σκληρές της τελευταίας καταστροφής της πόλης το 1922. Υπάρχουν, ωστόσο, κάποιες βασικές διαφορές ανάμεσα στα δύο αυτά συγκλονιστικά γεγονότα: Η καταστροφή του 178 μ.Χ. ήταν έργο άλογων φυσικών δυνάμεων, ενώ η καταστροφή του 1922 έργο ανθρώπινης μανίας και παραφοράς. Και ακόμα• ο Αίλιος Αριστείδης έζησε με την ελπίδα της αναγέννησης της αγαπημένης πόλης και αξιώθηκε να την δει ξανά ἐπὶ κρειττόνων κρηπίδων, ενώ οι Έλληνες του 1922 έφυγαν κυνηγημένοι από την πόλη που αγάπησαν με καημό αγιάτρευτο…
Μανώλης Μ. Στεργιούλης, δ.φ.
Σχολικός Σύμβουλος Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης
Ιχνηλατώντας το στίγμα της Μικρασιατικής Καταστροφής στο Μυθιστόρημα του Γιώργου Σεφέρη
Η Μικρασιατική Καταστροφή αποτελεί το προτελευταίο δράμα της νεότερης ελληνικής ιστορίας (το τελευταίο γράφτηκε με την εισβολή των Τούρκων στην Κύπρο, τον Ιούλιο του 1974). Το 1922, δεν χάθηκε απλώς ένας πόλεμος, αλλά και ένας χώρος στον οποίο προαιωνίως έζησαν και μεγαλούργησαν Έλληνες. Οι εξελίξεις που σηματοδότησε η απώλεια αυτή, τόσο για τους Έλληνες της Ιωνίας όσο και για την κυρίως Ελλάδα, υπήρξαν, χωρίς αμφιβολία, τραυματικές. Η ιστορική μνήμη, οι εμπειρίες και οι περιπέτειες, που προσέθεσε στον εθνικό βίο, ήταν φυσικό να προσλάβουν βαρύνουσα σημασία, να επηρεάσουν κάθε πτυχή της ζωής και, βεβαίως, να μεταστοιχειωθούν σε λογοτεχνική έκφραση. Η ανίχνευση της έκφρασης αυτής στην περίπτωση της σεφερικής ποίησης είναι εξαιρετικά δύσκολη, δεδομένης της υπαινικτικότητας και της κρυπτικότητας που τη χαρακτηρίζουν. Άλλωστε, ο Σεφέρης, στο Μυθιστόρημα, χρησιμοποιεί έναν μύθο που ήταν διαμορφωμένος από τον Όμηρο, τον Σοφοκλή και τον Αισχύλο και δεν σκέφθηκε ποτέ να τον αντιγράψει ή να τον μεταφέρει αυτούσιο στην ποίησή του. Με βάση την παραδοχή αυτή, η προτεινόμενη εισήγηση θα προσεγγίσει το Μυθιστόρημα προσπαθώντας να ιχνηλατήσει στοιχεία που σχετίζονται με τη Μικρασιατική καταστροφή. Θα εξετάσει κατά πόσο η αίσθηση του διαρκώς δοκιμαζόμενου, του εκπατρισμένου, του βασανισμένου ανθρώπου, τόσο διάχυτη στο συγκεκριμένο έργο, εκπορεύεται και από τα βιώματα του εξορισμένου από την Ιωνία ποιητή. Η προσέγγιση θα γίνει με επίγνωση των κινδύνων παρερμηνειών που ελλοχεύουν σε κάθε απόπειρα σύνδεσης της ποίησης του Σεφέρη με ιστορικά γεγονότα, αφού οι «κλειστοί» στίχοι της και η ελλειπτικότητα που τους χαρακτηρίζει δεν προσφέρονται για ασφαλείς κρίσεις και αποφάνσεις.
Επομένως, οι επισημάνσεις που θα διατυπωθούν θα έχουν ως αφετηρία την παραδοχή, σύμφωνα με την οποία οι περιπέτειες του εθνικού βίου έκαναν τον ποιητή να στοχασθεί και να προβληματισθεί βαθιά για το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον του ανθρώπου γενικά και ειδικότερα του Έλληνα ανθρώπου.
Ιωάννης Τσουλόγιαννης, δ.φ.
Καθηγητής Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης
Asa Jennings: Η συμβολή του στη σωτηρία των προσφύγων της Μικράς Ασίας
Αμέσως μετά την πτώση του μετώπου της Μικράς Ασίας και την καταστροφή της μητρόπολης του Μικρασιατικού ελληνισμού, της Σμύρνης, ο αμερικανός πάστορας Asa Jennings ανέλαβε με δική του πρωτοβουλία τη μεταφορά των Ελλήνων από την προκυμαία της Σμύρνης και τα μικρασιατικά παράλια στην Ελλάδα. Έτσι, έσωσε από βίαιο εκτοπισμό στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας και βέβαιο θάνατο πάνω από 1.000.000 πρόσφυγες. Το τιτάνιο έργο του διαπνεόταν από καθαρά ανθρωπιστικά αισθήματα.