Τα αδιέξοδα της χώρας είναι πρωτοφανή. Οι ατέρμονες διαπραγματεύσεις με τους εταίρους μας, δείχνουν την πρόθεση της συγκυβέρνησης Τσίπρα – Καμμένου να τρενάρει την υλοποίηση των δεσμεύσεών της. Κι αυτό σε μια περίοδο εξαιρετικά κρίσιμη για τις δημοσιονομικές ανάγκες. Φαίνεται πλέον καθαρά πως οι κυβερνώντες, εκτός του ό,τι δεν μπορούν, δεν θέλουν να προχωρήσουν σε αλλαγές, φοβούμενοι το πολιτικό κόστος. Έτσι αντί να διαθέτουν μια στρατηγική διαπραγμάτευσης, μετατρέπουν τις διαπραγματεύσεις σε στρατηγική για λαϊκή κατανάλωση.
Με το βλέμμα στραμμένο στο εκλογικό τους ακροατήριο, επιδίδονται σε ασκήσεις κοινωνικής και πολιτικής ευαισθησίας. Τη στιγμή που εισηγούνται ένα φορομπηχτικό τσουνάμι, διακηρύσσουν ότι προστατεύουν τους αδύνατους, τους χαμηλόμισθους και συνταξιούχους. Παραπλανούν τους πολίτες, κάνοντας το μαύρο άσπρο. Λαϊκίζουν ασύστολα για να διατηρήσουν την εξουσία. Τελικά, αποδεικνύονται επικίνδυνοι όχι μόνο επειδή είναι ανίκανοι και ανεπαρκείς, αλλά και γιατί είναι ικανοί για όλα.
Η εξουσιομανία τους οδηγεί σε ανερμάτιστες επιλογές. Ακόμη και τώρα που ψήφισαν το τρίτο μνημόνιο εμφανίζονται αντιμνημονιακοί! Το παράδοξο αυτό επιβεβαιώνει την αδυναμία προσαρμογής τους στο οικονομικό περιβάλλον. Προτιμούν να ζουν στον θολό κόσμο των ιδεοληψιών και των αγκυλώσεων, παρά να προβούν στις αναγκαίες αναθεωρήσεις. Γι’ αυτό και η συγκρότηση μιας νέας πλειοψηφίας από την παρούσα Βουλή, που υποστηρίζουν κάποιοι, καθίσταται εκ των πραγμάτων αδύνατη.
Όποιοι προσβλέπουν σε κυβερνητική σύμπραξη με τον ΣΥΡΙΖΑ αποκρύπτουν ότι στην πραγματικότητα αποδέχονται τον Τσίπρα για πρωθυπουργό. Προφανώς, προτάσσουν το προσωπικό και κομματικό τους συμφέρον, αδιαφορώντας για τις ανάγκες της χώρας, της οικονομίας, των πολιτών. Γιατί πώς αλλιώς μπορεί να εξηγηθεί ότι θέλουν να συμπορευθούν με τον φυσικό και ηθικό αυτουργό της πλέον επιζήμιας περιπέτειας που πέρασε ο τόπος;
Αρνούνται, λοιπόν, να ζητήσουν το αυτονόητο: καθαρές αποφάσεις, καθαρές λύσεις. Και η μόνη καθαρή λύση είναι η προσφυγή στις κάλπες με την παραίτηση της συγκυβέρνησης. Άλλωστε, το πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό κόστος της παραμονής της είναι πολύ μεγαλύτερο από το κόστος μιας εκλογικής αναμέτρησης.
Οι μεσοβέζικες θέσεις των επικεφαλής του ΠΑΣΟΚ, του Ποταμιού και της Ένωσης Κεντρώων αντιστρατεύονται την ανάγκη της χώρας να μπει, επιτέλους, στον δρόμο της κανονικότητας. Οι διακηρύξεις τους δεν έχουν πρακτικό αντίκρισμα όταν αρνούνται να υιοθετήσουν το αίτημα των εκλογών. Και η άρνησή τους μάλλον είναι εκ του πονηρού. Το ίδιο και η άρνησή τους να αναζητήσουν από τώρα τις απαραίτητες προϋποθέσεις, προκειμένου να αναλάβουν οι ευρωπαϊκές δυνάμεις τη διακυβέρνηση της χώρας.
Υποστηρίζοντας κάποιοι ότι τους χωρίζει άβυσσος από την πολιτική του Κυριάκου Μητσοτάκη, δεν αντιτίθενται μόνο στην ανάγκη σύμπλευσης όλων των ευρωπαϊκών μεταρρυθμιστικών και εκσυγχρονιστικών δυνάμεων αλλά στην πραγματικότητα θέλουν να κρατήσουν ζωντανό το φλερτ με τον Τσίπρα, αδιαφορώντας παντελώς για την έξοδο από την κρίση.
Άρθρο του Λεωνίδα Γρηγοράκου στην ηλεκτρονική έκδοση της εφημερίδας “Το Βήμα”.
Κυριακή, 24/04/2016