«Το ίδιο έργο σε επανάληψη: ένας νόμος ανερμάτιστος, μια Κυβέρνηση χωρίς σχεδιασμό, άπειρες προχειρότητες σε καίρια ζητήματα και χιλιάδες πολίτες σε απόγνωση και πανικό να τρέχουν να πληρώσουν παράβολο, μήπως καταφέρουν και σώσουν για μια ακόμη φορά την περιουσία τους, στο παρά πέντε.
Χιλιάδες μικροϊδιοκτήτες αγροτικής γης, είδαν τις περιουσίες τους μέσα σε μια νύχτα να χάνονται και την Κυβέρνηση να τους επιβάλλει νέο χαράτσι, προκειμένου να διατηρήσουν το «δικαίωμα» στην περιουσία τους. Και το μέλλον τους στην ιδιοκτησία θα κρίνεται τελεσίδικα από μια «δοτή» επιτροπή, με απόφαση Υπουργού, χωρίς τη δυνατότητα δευτεροβάθμιας προσφυγής και ακυρώνοντας πρακτικά τη δικαιοσύνη.
Εγείρονται σοβαρά ζητήματα διαφάνειας και δικαίου: επιτροπές άνευ θεσμικού ρόλου που λειτουργούν και αποφασίζουν με τις ευλογίες του κράτους, μικροιδιοκτήτες που πληρώνουν για πολλοστή φορά μέσα σε ένα χρόνο το λάθος τους να έχουν λίγα μέτρα γης.
Η διαδικασία ανάρτησης των δασικών χαρτών σε εφαρμογή του Νόμου 4389/2016, αφήνει για άλλη μια φορά έκθετη την Κυβέρνηση και τον αρμόδιο Υπουργό στους πολίτες. Αν και πρόκειται για ένα ζήτημα μείζονος σημασίας, προχειρότητες και έλλειψη σχεδιασμού στο στάδιο της κατάρτισης των δασικών χαρτών, αλλά και προσήλωση σε φοροεισπρακτικές τακτικές τύπου «παράβολο», οδηγούν χιλιάδες ιδιοκτήτες στην απόγνωση.
Ειδικότερα, για τις περιοχές όπου έχει γίνει ήδη ανάρτηση, «εξαφανίζονται» σπίτια και περιουσίες με καλλιεργούμενες αγροτικές εκτάσεις σε όλους τους Δήμους. Οι στρεβλώσεις αυτές οφείλονται στη χρήση αεροφωτογραφιών δύο μόνο χρονικών οριζόντων (1945 και 2008) και όχι όσων είναι διαθέσιμων και απεικονίζουν με σαφήνεια ενδιάμεσες καταστάσεις, καθώς και στο γεγονός ότι δεν προηγήθηκε επαρκές και ξεκάθαρο στάδιο διαβούλευσης.
Πλέον μοναδική άμυνα των πολιτών είναι η κατάθεση αντιρρήσεων σε ηλεκτρονική μορφή εντός εξήντα ημερών (ή ογδόντα εάν διαμένουν στο εξωτερικό) από το άνοιγμα της σχετικής εφαρμογής και η αξιολόγησή τους από τις Επιτροπές Εξέτασης Αντιρρήσεων του Δασικού Χάρτη. Επιπλέον, για την εξέταση της αντίρρησης καλούνται να καταβάλουν ένα υψηλότατο παράβολο, φορομπηχτικού χαρακτήρα, κατά τη συνήθη πρακτική της Κυβέρνησης- που κυμαίνεται από 45 ευρώ (για έκταση έως ένα στρέμμα) έως 3.600 ευρώ ανάλογα με την έκταση – προκειμένου να διατηρήσουν το δικαίωμα στην περιουσία τους.
Η απόφαση δε των Επιτροπών επί των αντιρρήσεων είναι τελεσίδικη: ο ιδιοκτήτης δεν έχει τη δυνατότητα μιας δεύτερης κρίσης για τη διαφωνία του με το κράτος.
Είναι απαράδεκτο και ανεπίτρεπτο χιλιάδες μικροϊδιοκτήτες αγροτικής γης να βλέπουν τις περιουσίες τους μέσα σε μια νύχτα να χάνονται και να μην μπορούν να προσφύγουν σε δευτεροβάθμιο όργανο εξέτασης ενστάσεων για να βρουν το δίκιο τους.
Αν η Κυβέρνηση δεν έχει επαφή με την Ελληνική πραγματικότητα, δεν μπορεί να συνεχίζει να κυβερνά την Ελλάδα.»
Γιάννης Βύσσιας