Μετά από αντιδράσεις στη Λακωνία προκρίνεται η υπογειοποίηση 4 χιλιομέτρων του καλωδίου
Πάνω από 150 εκατ. ευρώ το χρόνο θα είναι η ελάφρυνση των καταναλωτών από τη μείωση του κόστους των Υπηρεσιών Κοινής Ωφέλειας, με τη λειτουργία της «μικρής» διασύνδεσης της Κρήτης, που αναμένεται το 2020, ανέφερε ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του ΑΔΜΗΕ, Μανούσος Μανουσάκης μιλώντας απόψε στο ετήσιο συνέδριο του Ινστιτούτου Ενέργειας Νοτιοανατολικής Ευρώπης (ΙΕΝΕ).
Όπως αναφέρει το ΑΠΕ ΜΠΕ, πρόκειται για τη διασύνδεση που θα υλοποιηθεί μέσω Πελοποννήσου, η χάραξη της οποίας όπως είπε ο κ. Μανουσάκης μεταβλήθηκε ελαφρά, χωρίς να αλλάξει το χρονοδιάγραμμα κατασκευής της, προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι ενστάσεις κατοίκων της Λακωνίας.
Για την υλοποίηση της λεγόμενης μικρής διασύνδεσης που αποτελεί κυρίαρχο στοιχείο της ενεργειακής πολιτικής για την μείωση του κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας, ο Ανεξάρτητος Διαχειριστής δρομολογεί την υπογειοποίηση τεσσάρων χιλιομέτρων, προκειμένου να κατευνάσει τις αντιδράσεις των κατοίκων στη χερσόνησο του Μαλέα, όπου θα καταλήγει το καλώδιο. Η όδευση του έργου της διασύνδεσης Κρήτης – Πελοποννήσου έχει ήδη τροποποιηθεί μία φορά με υπογειοποίηση περίπου του 30% του καλωδίου, μια τροποποίηση που έχει ανεβάσει σημαντικά το κόστος του έργου
Οι εργασίες για την κατασκευή της υποβρύχιας διασύνδεσης αναμένεται να ξεκινήσουν το 2018 και θα μειώσουν κατά 150 εκατ. ετησίως το πρόσθετο κόστος για την ηλεκτροδότηση του νησιού, από τα 400 εκατ. που είναι συνολικά η συμβολή της Κρήτης στο λογαριασμό των ΥΚΩ. Το κόστος θα μειωθεί περαιτέρω με τη λειτουργία της δεύτερης , μεγάλης διασύνδεσης που τοποθετείται στο 2023, για την οποία ο ΑΔΜΗΕ υπέγραψε μνημόνιο συνεννόησης με τον EuroAsia Interconnector που σχεδιάζεται να συνδέσει την Κύπρο με την Ελλάδα μέσω Κρήτης.
Στις αρχές του 2018 θα τεθεί σε λειτουργία και η πρώτη φάση της διασύνδεσης των Κυκλάδων που θα οδηγήσει σε ανάλογη εξοικονόμηση. Συνολικά ο κ. Μανουσάκης τόνισε ότι οι διασυνδέσεις των νησιών θα επιτρέψουν μεγαλύτερη αξιοποίηση του δυναμικού ανανεώσιμων πηγών στα νησιά, δραστική μείωση των ΥΚΩ, ομαλή ηλεκτροδότηση των νησιών, μείωση της ρύπανσης και αύξηση της ευστάθειας του συστήματος.